Παρασκευή 22 Ιουλίου 2011

Περιμένοντας, μάταια, σωτηρία


Τoυ Δημήτρη Καζάκη

Με την κ. Μέρκελ να προ­εξοφλεί ότι η Σύνοδος Κορυφής του Eurogroup στις 21.7 δεν πρόκειται να παραγάγει κανένα «εντυπωσιακό αποτέλεσμα», περιμένουμε για άλλη μια φορά τους ευρωκρατούντες να μας «σώσουν».
«Δεν πρόκειται να υπάρξει κανένα εντυπωσιακό βήμα» αυτή την εβδομά­δα, είπε η κ. Μέρκελ σε δημοσιογρά­φους στο Ανόβερο της Γερμανίας την Τρίτη (19.7). «Αφορά αποκλειστικά τη δημιουργία μιας ελεγχόμενης, συνθε­τικής διαδικασίας σταδιακών βημάτων και μέτρων». Το τι εννοεί η κ. Μέρκελ με τη δήλωση αυτή, προσωπικά αμφι­βάλλω αν γνωρίζει επακριβώς και η ίδια...
Κι αυτό γιατί το πρόβλημα του χρέ­ους της Ελλάδας δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί εντός της ευρωζώνης.
Ούτε της Ιρλανδίας ούτε της Πορτογαλίας. Ιδίως από τη στιγμή που οι επιτοκιακές αποδόσεις των ομολόγων της Ισπανίας και της Ιταλίας έχουν αισίως ξεπεράσει κατά πολύ το 6%. Βρίσκονται δηλαδή στο επίπεδο που βρίσκονταν τα επιτό­κια της Ελλάδας λίγο πριν από την προ­σφυγή στον «μηχανισμό στήριξης» και το μνημόνιο.
Μεθόδευση χρεοκοπίας
Δεν νομίζω ότι υπάρχει Έλληνας που να μην έχει πειστεί πια ότι η χώρα θα πτωχεύσει. Αργά ή γρήγορα. Απλώς οι ευρωκράτες και οι τραπεζίτες συζητούν τον τρόπο, τη μεθόδευση της πτώ­χευσης. Θα είναι σειρά «πιστωτικών επεισοδίων» ή «επιλεκτικών πτωχεύ­σεων», δηλαδή επιλεκτικής άρνησης πληρωμής σειράς υποχρεώσεων προς το εσωτερικό ή το εξωτερικό; Όπως και να έχει, με όποια μορφή κι αν έρ­θει, η πτώχευση για τον πληθυσμό, την κοινωνία και την οικονομία είναι μία. Οι μεθοδεύσεις μπορεί να αλλάζουν, αλ­λά το γεγονός παραμένει αναλλοίωτο, όπως κι αν το ονοματίσουν.
Κι όσο ο μέσος Έλληνας προσπαθεί να καταλάβει τι συμβαίνει, τόσο περισσότερο μπερδεύεται από έναν άγριο επικοινωνιακό πόλεμο που διεξάγεται ενάντια στην κοινή λογική του. Από τη μια, έχεις μια κυβέρνηση που δεν έχει επιβεβαιωθεί σε τίποτε, αλλά συνεχί­ζει να ισχυρίζεται ότι οι επιλογές της εί­ναιμονόδρομος. Κι από την άλλη, ένα ολόκληρο σύστημα προπαγάνδας που θεωρεί «καταστροφολογία» οτιδήποτε ξεφεύγει από τα άνωθεν διατεταγμένα πλαίσια.
Διατεταγμένη ανοησία
Ας ξεφύγουμε από την αφόρητη ελαφρότητα της διατεταγμένης ανοη­σίας που σερβίρεται επίσημα εν είδει μουρουνέλαιου για πνευματικά ασθε­νείς και ας μιλήσουμε καθαρά. Η Ελλά­δα είναι αδύνατον να ξεφύγει από την πτώχευση εντός της ευρωζώνης. Ό,τι κι αν σκαρφιστούν οι τραπεζίτες και οι ευρωκράτες. Κι αυτό γιατί είναι αδύνα­τον το χρέος να γίνει βιώσιμο και προ­παντός διαχειρίσιμο εντός ευρωζώνης.
Είναι τόσο απλά τα πράγματα.
«Μην ανησυχείτε» διαβεβαιώνουν οι σώφρονες δημοσιογραφούντες επί παντός επιστητού. Έχουμε την επίσημη διαβεβαίωση της τρόικας, του ΔΝΤ, της Ε.Ε. και της ΕΚΤ ότι η Ελλάδα δεν πρό­κειται να πτωχεύσει. Κι επομένως όποι­ος ισχυρίζεται κάτι διαφορετικό είναι «καταστροφολόγος» και «γραφικός». Δεν ξέρω αν έχετε παρακολουθήσει συζητήσεις «ειδημόνων», οι οποίοι, αφού επαναλάβουν όλα τα γνωστά και χιλιοειπωμένα κλισέ που ακούμε εδώ και δυο τουλάχιστον δεκαετίες για το σπάταλο κράτος και τις υπερβολικές απαιτήσεις της κοινωνίας, καταλήγουν στο εξής αμίμητο: «Δεν θα μας αφή­σει η Ε.Ε. να πτωχεύσουμε!». Σε ιδιωτι­κές συζητήσεις, μάλιστα, κλείνουν και το μάτι πονηρά. Το «επιχείρημα» αυτό απογειώνει την απάντηση στο ερώτη­μα αν θα πτωχεύσει η Ελλάδα, από τη ζωντανή πραγματικότητα, στη σφαίρα της φαντασίας και της μεταφυσικής. Είναι το ίδιο με το να ακούς έναν γιατρό να σου λέει ότι η τύχη του ασθενούς βρίσκεται στα χέρια του Υψίστου. Μό­νο που στη δική μας περίπτωση η χώ­ρα βρίσκεται στα χέρια μιας συμμορίας από σκιτζήδες και τσαρλατάνους, που υπηρετούν τα πιο άνομα συμφέροντα της αγοράς.
Ο «μηχανισμός στήριξης»
Τι απέφερε ο «μηχανισμός στήρι­ξης»; Μας έκανε καλό ή μας χαντάκω­σε ακόμη περισσότερο; Ας δούμε τα δεδομένα. Το εκτεταμένο παιχνίδι με τις τοποθετήσεις στα ελληνικά ομόλο­γα προηγήθηκε του μνημονίου, πυροδοτώντας τεράστιους τζίρους. Οι κερ­δοσκόποι βγήκαν από αυτό το παιχνίδι των τοποθετήσεων μεκέρδη άνω των 17 δισ. ευρώ.
Με την επιβολή του μνημονίου, δί­νεται η ευκαιρία στους μεγάλους κατό­χους των ελληνικών ομολόγων να κρα­τήσουν τα πακέτα τους περιμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία για κερδοσκο­πία υπό καθεστώς προστασίας του «μηχανισμού στήριξης». Αυτός είναι ο κύρι­ος λόγος που ο τζίρος αγοραπωλησιών ελληνικών ομολόγων πέφτει ξαφνικά πολύ χαμηλά. Οι μεγάλες τράπεζες και οι επενδυτές κεφαλαίων βρήκαν μια θαυμάσια ευκαιρία να κερδίζουν από τα ελληνικά ομόλογα, «σορτάροντας» συγκεκριμένους τίτλους και αποκομί­ζοντας σημαντικά κέρδη. Με τον τρό­πο αυτό δεν ένιωσαν και καμιά ιδιαίτε­ρη πίεση να ξεφορτωθούν τα ομόλογα από την κατοχή τους.
Η τακτική αυτή οδήγησε σε μια εντυπωσιακή υποβάθμιση τα ελληνι­κά ομόλογα. Με το μνημόνιο και τον «μηχανισμό στήριξης» το επιτόκιο του 3ετούς ομολόγου από 7,80% τον Μάιο του 2010 εκτινάχθηκε στο23,67% τον Απρίλιο του 2011. Δηλαδή υπερτριπλασιάστηκε! Το επιτόκιο του 10ετούς ομολόγου το ίδιο χρονικό διάστημα εκτινά­χθηκε από το 7,74% στο 15,59%, δη­λαδή σχεδόν διπλασιάστηκε. Πώς είναι δυνατόν να θεωρεί κανείς ότι είχαμε «θετικά αποτελέσματα», όταν είχαμε μια τέτοια κατρακύλα; «Δεν ανταποκρίθηκαν οι αγορές» λέει η κυβέρνηση. Γιατί δεν ανταποκρίθηκαν; Ανταποκρί­θηκαν μια χαρά.
Η αναδιάρθρωση
Η κυβέρνηση και η τρόικα προσέφε­ραν μια απίστευτη ευκαιρία στις αγορές να κερδοσκοπήσουν με τα ελληνικά ομόλογα και αυτές ανταποκρίθηκαν με το παραπάνω. Με άλλα λόγια, η περίο­δος του μνημονίου όχι μόνο επιδείνωσε την εικόνα της Ελλάδας στις αγορές, αλ­λά οδήγησε τη χώρα πιο κοντά στην επί­σημη πτώχευση.
Το γεγονός ότι τον Απρίλιο του 2011 το 3ετές ομόλογο είχε χάσει σχεδόν 40% της ονομαστικής αξίας του, το 10ετές σχεδόν το 44% της ονομαστικής αξίας του και το 30ετές σχεδόν το 50% της ονομαστικής αξίας του, δεν αφήνει πολλά περιθώρια στους μεγάλους κα­τόχους των ελληνικών ομολόγων να δεχτούν μια αναδιάρθρωση του χρέους. Κι αυτό γιατί σε αυτές τις συνθήκες θα αναγκαστούν να δεχτούν μεγάλο «κού­ρεμα». Γιατί να το κάνουν;
Αυτό που έχουν να κάνουν, είναι να εκβιάζουν για μια νέα χρηματοδοτική στήριξη προς την Ελλάδα, ώστε να συ­νεχίσουν να παίζουν τα παιχνίδια τους. Από ’κεί και πέρα κρατούν τα πακέτα των ομολόγων τους και ελπίζουν πως στο τέλος θα κατορθώσουν να αποσπά­σουν μια πολύ καλή συμφωνία από τη χρεοκοπημένη Ελλάδα με τη βοήθεια της ΕΚΤ. Κι έτσι η τραγωδία της χρεοκο­πίας θα συνεχίζεται μέχρις ότου η πτώ­χευση γίνει από τα ίδια τα πράγματα αναπόφευκτη.
Οι τράπεζες χρωστάνε
Το αναπόφευκτο της πτώχευσης συν­δέεται γενικότερα και με την κατάστα­ση του εγχώριου πιστωτικού συστήμα­τος. Παρά την άνοδο του εξωτερικού χρέους των τραπεζών, που το 2010 έφτασε τα 115,2 δισ. ευρώ, οι ανάγκες ρευστότητας εκτινάχθηκαν.
Το 2010 οι εγχώριες τράπεζες άντλη­σαν ρευστότητα από το ευρωσύστημα τουλάχιστον 87,1 δισ. ευρώ. Με τον τρόπο αυτό το συνολικό χρέος των τραπε­ζών έχει εκτιναχθεί για το 2010 άνω των 202,3 δισ. ευρώ. Αν σκεφτεί κανείς ότι το σύνολο των καταθέσεων ταμιευτη­ρίου και προθεσμίας που τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις έχουν τοποθετήσει στις εγχώριες τράπεζες το 2010 ανήλ­θαν σε 185,9 δισ. ευρώ, τότε τίθεται ένα σοβαρό ερώτημα για την ίδια τη βιωσι­μότητα του τραπεζικού συστήματος.
Πώς θα αναχρηματοδοτήσουν οι τρά­πεζες το χρέος τους;
Οι καταθέσεις πέφτουν διαρκώς. Μόνο το 2010 έκαναν φτερά πάνω από 25 δισ. ευρώ καταθέσεις ταμιευτηρίου και προθεσμίας σε σχέση με το 2009. Ενώ το 2011 μειώνονται με ρυθμό 4-5 δισ. ευρώ ανά μήνα. Υπολογίζεται επί­σης ότι περίπου το 30% των δανείων που έχουν χορηγήσει οι τράπεζες δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί σε τακτική βά­ση. Οι μεγάλες τράπεζες επιχείρησαν στα τέλη του περασμένου χρόνου να τιτλοποιήσουν μέρος των δανείων που έχουν χορηγήσει, με σκοπό να αντλή­σουν ρευστότητα από τις αγορές. Όμως οι απανωτές υποβαθμίσεις της πιστο­ληπτικής τους αξιοπιστίας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης απέτρεψαν αυτό το σχέδιο.
Μετά και τις τελευταίες υποβαθμί­σεις οι τίτλοι των εγχώριων τραπεζών και του ελληνικού Δημοσίου δεν γίνο­νται πλέον δεκτοί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Έτσι ή αλλιώς η ΕΚΤ δεν είναι σε θέση πια νατροφοδοτήσει με ρευστότητα τις τράπεζες. Αυτός εί­ναι ένας από τους λόγους που ανεβά­ζει σταδιακά τα επιτόκια σαν αντικίνητρο προς τις τράπεζες. Ο μόνος τρόπος που έχει μείνει στις εγχώριες τράπεζες για να χρηματοδοτούνται είναι οι εγγυ­ήσεις του ελληνικού Δημοσίου. Όμως το άνοιγμα είναι τεράστιο και πρέπει να αναχρηματοδοτηθεί άμεσα. Πώς θα γίνει αυτό; Κανείς δεν γνωρίζει.
Το πιθανότερο είναι να γίνει με τον τρόπο που το κάνει και η Ιρλανδία. Περνώντας δηλαδή τα χρέη των τραπε­ζών στον κρατικό προϋπολογισμό.
Μπορεί να γίνει αυτό με τα χάλια του δημόσιου χρέους που έχει το ελληνικό κράτος; Μάλλον όχι. Οι καθαρές δα­νειακές ανάγκες του Δημοσίου για το 2011 ανέρχονται σχεδόν σε 76 δισ. ευρώ. Από αυτά θα δοθούν από την τρόι­κα τα 46,5 δισ. ευρώ μέσα στον χρόνο. Αυτό αφήνει ένα έλλειμμα χρηματοδό­τησης περίπου στα 30 δισ. ευρώ. Πό­θεν θα βρεθούν;
Ζοφερά σενάρια
Η έκθεση του ΔΝΤ προβλέπει σταδια­κή επέκταση των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου μέσα στο 2011 σε εννιάμηνα και δωδεκάμηνα. Ακόμη κι αν θε­ωρήσουμε ότι μπορεί να αντληθεί ένα τέτοιο ποσό με έντοκα γραμμάτια, παρά το τεράστιο επιτοκιακό κόστος, το μόνο που θα κάνει είναι να το μετακυλίσει τους πρώτους μήνες του επόμενου χρό­νου, του 2012. Με δεδομένη βέβαια την υπόθεση εργασίας ότι θα βρεθούν αγοραστές. Έτσι το 2012 θα πρέπει να αναχρηματοδοτηθεί αυτό το ποσό και να βρεθούν επιπλέον άλλα 77 δισ. ευρώ. Με την τρόικα να είναι σε θέση να χρηματοδοτήσει λιγότερο από 26 δισ. ευρώ. Πώς θα καλυφθούν τα υπόλοιπα; Η κυβέρνηση και οι εκθέσεις των ελεγκτών μιλούν για άνοιγμα της Ελλάδας στις αγορές. Την προοπτική αυτή την αποκλείουν σήμερα όλοι οι αναλυτές των αγορών μαζί και η κυβέρνηση.
Όμως ακόμη κι έτσι να είναι τα πράγ­ματα, ακόμη κι αν η Ελλάδα κατορθώ­σει να βγει στις αγορές το 2012 και το 2013, τότε θα βρεθεί μπροστά σε μια ακόμη χειρότερη έκπληξη. Το 2014 οι καθαρές δανειακές ανάγκες του Δημοσίου εκτιμάται ότι θα ξεπεράσουν τα 103 δισ. ευρώ και το 2015 τα 135 δισ. ευρώ, δηλαδήπάνω από το 51% του εκτιμώμενου ΑΕΠ του ίδιου χρόνου. Εί­ναι ποτέ δυνατόν για μια οικονομία να καλύψει δανειακές ανάγκες αυτού του ύψους; Ούτε κατά διάνοια.
Ωστόσο, ακόμη κι αν πάρουμε ως σωστό το πιο μετριοπαθές σενάριο που εκθέτει το ΔΝΤ για την πορεία των δα­νειακών αναγκών του Δημοσίου, τότε βλέπουμε να διαμορφώνεται ένας άλ­λος μεγάλος κίνδυνος: Ο δανεισμός των ιδιωτικών τραπεζών.
Μέσα στο 2011 οι τράπεζες θα πρέ­πει να χρηματοδοτήσουν δικές τους δανειακές ανάγκες της τάξης των 53 δισ. ευρώ. Από πού θα βρεθούν; Προφανώς τα 30 δισ. ευρώ εγγυήσεις του Δημοσίου που παραχωρήθηκαν προ­σφάτως σ’ αυτές, δεν φτάνουν να κα­λύψουν τις ανάγκες των τραπεζών. Εκτός αυτού, η κλιμάκωση έως το 2015 της ανάγκης αναχρηματοδότη­σης ιδίως του βραχυπρόθεσμου δα­νεισμού των τραπεζών θα τις οδηγή­σει να αναζητούν μέσα στο 2013 πά­νω από 116 δισ. ευρώ, δηλαδή το 47% του ετήσιου ΑΕΠ, το 2014 πάνω από 186 δισ. ευρώ, δηλαδή κοντά στο 74% του ΑΕΠ, ενώ το 2015 πάνω από 255 δισ. ευρώ, δηλαδή κοντά στο 96% του ΑΕΠ τον ίδιο χρόνο. Είναι ποτέ δυνατόν να βρεθούν αυτά τα δάνεια και μάλιστα σε βραχυπρόθεσμη βάση; Ούτε κατά διάνοια.
Τι σημαίνουν αυτοί οι αριθμοί σε απλά ελληνικά; Το ΔΝΤ έχει ήδη προ­βλέψει ότι θα υπάρξει κατάρρευση του εγχώριου τραπεζικού συστήματος έως το 2015, ακόμη κι αν το ελληνικό Δημόσιο κατορθώσει να καλύψει τις τρέχουσες δανειακές του ανάγκες την ίδια περίοδο. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα σε δυο συμπληγά­δες που κάνουν αναπότρεπτη την πτώχευση. Είτε λόγω αθέτησης πληρωμών του ίδιου του Δημοσίου είτε λόγω κα­τάρρευσης του εγχώριου τραπεζικού συστήματος κάτω από το βάρος των δι­κών του χρεών. Το θέμα είναι μόνο πό­τε αυτό θα συμβεί.

Σχεδόν βέβαια τα πιστωτικά επεισόδια
Τα δεδομένα αυτά κάνουν το ενδεχόμενο «πιστωτι­κών επεισοδίων», δηλαδή καταρρεύσεων τραπεζών, εντός των επόμενων μηνών, σχεδόν βέβαιο. Το θέμα για τους τραπεζίτες και τους κυβερνώντες είναι να περιοριστούν τα «πιστωτικά επεισόδια» μόνο στις πιο «μικρές» τράπεζες, χωρίς σοβαρές επιπτώσεις εκτός Ελλάδας. Μάλιστα για ορισμένους επενδυτές και τραπεζίτες, ιδίως του εξωτερικού, τα «πιστωτικά επεισόδια» αυτά θεωρούνται ως μια αναγκαία «φυ­σική επιλογή» ώστε να απογυμνωθούν οι εγχώριες τράπεζες από τα τοξικά που κουβαλούν στα ενεργη­τικά τους και έτσι καθαρμένες να εκδοθούν στους επίδοξους αγοραστές τους από το εξωτερικό. Αρκεί οι επιπτώσεις να περιοριστούν στους εγχώριους καταθέτες και να μη δημιουργήσουν τσουνάμι για τις μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες.
Επιχειρούν να ρίξουν στάχτη στα μάτια του κόσμου
Με το εγχώριο τραπεζικό σύστημα στο παρά πέντε «πιστωτικού επεισοδίου», το μόνο που νοι­άζει την κυβέρνηση είναι να ρίξει στάχτη στα μάτια του κόσμου. Αφενός με ένα νέο κύμα στημέ­νων δοκιμών αντοχής (stress tests ), για τα οποία θα μιλήσουμε αναλυτικά σε επόμενο σημείωμα. Κι αφετέρου με παράταση της κυβερνητικής εγγύησης προς τους καταθέτες των εγχώριων τρα­πεζών μέχρι του ύψους των 100 χιλιάδων ευρώ. Με τη βοήθεια της διατεταγμένης δημοσιογραφί­ας, η εγγύηση αυτή πήρε χαρακτήρα θέσφατου. «Αφού το είπε η κυβέρνηση και το διαβεβαιώνει ο υπουργός, πώς είναι δυνατόν να αμφιβάλει κα­νείς» λένε και ξαναλένε τα παπαγαλάκια. Η αλήθεια είναι ότι εντός του ευρώ καμιά κα­τάθεση κανενός αποταμιευτή δεν είναι εγγυημέ­νη. Κι αυτό γιατί, για να εγγυηθεί κάποιος τις κα­ταθέσεις, θα πρέπει να το κάνει είτε με τον αμε­ρικάνικο τρόπο, εξαναγκάζοντας τις τράπεζες να καταθέτουν ως εγγύηση μέρος της καταθετικής τους βάσης σε χρυσό, είτε να έχει το δικαίωμα της έκδοσης (κοπής) πρόσθετου νομίσματος. Ού­τε το ένα ούτε το άλλο ισχύει στην ευρωζώνη.
Οπότε πώς σκέφτεται να εγγυηθεί η κυβέρνη­ση τις καταθέσεις των Ελλήνων; Με το ΤΕΚΕ (Τα­μείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων). Στο Ταμείο αυτό συνεισφέρουν υποχρεωτικά οι τράπεζες με τον εξής τρόπο:
α) Ποσοστό 80% κατατίθεται από τα πιστωτικά ιδρύματα σε λο­γαριασμούς τρίμηνης προθεσμιακής κατάθεσης, τους οποίους τηρεί το ΤΕΚΕ στα ιδρύματα αυτά.
β) Το υπόλοιπο 20% της ετήσιας τακτικής εισφοράς κάθε πιστωτικού ιδρύματος καταβάλλεται στον τρεχούμενο λογαριασμό του ΤΕΚΕ στην Τράπεζα της Ελλάδος. Το ΤΕΚΕ επενδύει το ποσό αυτό εκ του νόμου σε βραχυπρόθεσμους τίτλους του ελ­ληνικού Δημοσίου ή – έπειτα από απόφαση του Δ.Σ. του ΤΕΚΕ – σε άλλους τίτλους (ελληνικών ή αλλοδαπών εκδόσεων), εφόσον οι τοποθετήσεις αυτές παρέχουν ισοδύναμη ασφάλεια και ευχέ­ρεια άμεσης ρευστοποίησης. Στην πράξη, το 80% της εγγύησης δεν υφίσταται γιατί οι τράπεζες χρειάστηκαν τη ρευστότη­τα αυτή και την αντικατέστησαν με τίτλους. Ενώ το άλλο 20% χρησιμοποιείται για την αγορά των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου. Στην καλύ­τερη περίπτωση, μια άμεση ρευστοποίηση των κεφαλαιακών διαθεσίμων του Ταμείου είναι ζή­τημα αν θα αποφέρει περισσότερα από 2,5 δισ. ευρώ. Με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα υπάρ­χουν αγοραστές. Πράγμα εντελώς αμφίβολο σε συνθήκες «πιστωτικών επεισοδίων». Αν σκεφτεί κανείς ότι οι καταθέσεις των ελληνικών νοικοκυ­ριών κινούνται γύρω στα 73 δισ. ευρώ, καταλα­βαίνει ότι η εγγύηση των καταθέσεων είναι μόνο στα χαρτιά.