Πέρασε σχεδόν ένας αιώνας από τότε που η εγχώρια πολιτική ελίτ εκλιπαρούσε «πατροπαράδοτες, φίλιες, προστάτιδες και ευεργέτιδες δυνάμεις»
του Βασίλη Στοϊλόπουλου
εφημερίδα Ρήξη φ.77
Γνωστές κατά τ’ άλλα για την ιμπεριαλιστική πολιτική τους, να σώσουν τη διχασμένη Ελλάδα από την καταστροφή και περισσότερο από...
μισό αιώνα που ο Γεώργιος Παπανδρέου Α‘ ομολογούσε ανερυθρίαστα ότι «Η Ελλάς αναπνέει με δύο πνεύμονας, τον μεν αγγλικόν, τον δε αμερικανικόν, και δι’ αυτό δεν ημπορεί λόγω του Κυπριακού να διακινδυνεύσει να πάθει από ασφυξίαν». Σήμερα, δέκα μόλις χρόνια πριν συμπληρωθούν δύο αιώνες «ελεύθερου» εθνικού βίου, φαίνεται πως ο παρελθόν ιστορικός χρόνος που καθόρισε τη σημερινή φθίνουσα πορεία του ελληνισμού δεν επέφερε θετικές αλλαγές στην αντιμετώπιση του ξένου παράγοντα από το διεφθαρμένο και ξενόδουλο πολιτικό σύστημα της χώρας. Αντίθετα, οι απροκάλυπτες διαθέσεις της πολιτικής και οικονομικής ελίτ να προσφέρει «γην και ύδωρ» στους ξένους προστάτες της, αρκεί να διασωθεί από την οικονομική δίνη που συγκλονίζει τη χώρα, κάνουν όσους Έλληνες έχουν ακόμη κάποια αισθήματα πατριωτισμού και αξιοπρέπειας να αναπολούν ακόμη και πολιτικούς της εποχής των «προστατίδων και ευεργετίδων δυνάμεων» ή ακόμη και της μετεμφυλιακής «ασφυξίας». Βέβαια ο αγγλικός «πνεύμονας» έχει αντικατασταθεί πλέον από το γερμανικό, αφού αυτή τη φορά η «σωτηρία» της Ελλάδας είναι πρωτίστως υπόθεση των Γερμανών, οι οποίοι εκλαμβάνουν το γονάτισμα των Ελλήνων σαν ευκαιρία πραγματοποίησης του μεγαλογερμανικού δόγματος «Drang nach Osten». Ο κίνδυνος ασφυξίας είναι σήμερα όμως μεγαλύτερος από κάθε άλλη φορά αφού εκτός από την οικονομική καταβαράθρωση και την συστηματική διάλυση του κοινωνικού ιστού της χώρας έχει προστεθεί μία νέα παράμετρος στις σχέσεις εξάρτησης της Ελλάδας. Είναι η ενέργεια, τόσο στη γεωπολιτική της, όσο και στην γεωοικονομική της διάσταση. Η περατότητα των ενεργειακών πόρων και του ορυκτού πλούτου, σε συνδυασμό με τις τεράστιες αναπτυξιακές ανάγκες σε πλανητικό επίπεδο και ο ανελέητος παγκόσμιος ανταγωνισμός για τον έλεγχο της ενέργειας και των πρώτων υλών υποδηλώνουν ότι η εποχή του ενεργειακού ιμπεριαλισμού έχει ήδη ξεκινήσει με σφοδρότητα και γίνεται πιο λυσσαλέος λόγω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Μεταξύ των βασικών ανταγωνιστικών δυνάμεων βρίσκεται και η Γερμανία, η οποία επιδιώκει ρόλο στην παγκόσμια σκακιέρα του ενεργειακού ιμπεριαλισμού με όπλα την πρωτοκαθεδρία της σε τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και την οικονομική της ευρωστία. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η εφαρμογή του μακροπρόθεσμου γερμανικού φαραωνικού σχεδίου Desertec, με στόχο τη μεταφορά ηλιακής ενέργειας από την Αφρική και τις νότιες χώρες της Ευρώπης προς τις βόρειες, προκειμένου μακροπρόθεσμα να καλυφτεί το 15% των αναγκών τους σε ενέργεια. Πλατύτερα γνωστό έγινε το Desertec το 2009 όταν ιδρύθηκε η βιομηχανική πρωτοβουλία Dii GmbH που στόχευε την δημιουργία προϋποθέσεων για μια γρήγορη εφαρμογή του Desertec στην περιοχή της Μεσογείου. Στο σχέδιο μαμούθ των 400 δισεκατομμυρίων ευρώ συμμετέχουν κυρίως κολοσσοί της γερμανικής οικονομίας. Πρώτα από όλα η Siemens, η MAN Solar, η M & N Zannder και η Schott Solar που με το πρωτοποριακή τεχνογνωσία τους, ιδιαίτερα σε γιγαντιαίους ηλιακούς καθρέφτες, ανέλαβαν το τεχνολογικό μέρος του εγχειρήματος. Δεν θα μπορούσαν βεβαίως να απουσιάζουν από το όλο εγχείρημα τα ενεργειακά μεγαθήρια RWE και Eon και ασφαλιστικές εταιρείες για φυσικές καταστροφές όπως η Muenchener Rueck. Σαν εγγυητής της χρηματοδότησης, τουλάχιστον για ένα μικρό μέρος, συμμετέχουν η Deutsche Bank και HSH Nordbank. Επειδή όμως ο οικονομικός κίνδυνος ενός τέτοιου μεγέθους επενδυτικού σχεδίου είναι μεγάλος, οι πολυεθνικές στοχεύουν επίμονα στη ευνοϊκή διαμεσολάβηση των πολιτικών και της E.E. προκειμένου να μεταφερθούν σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο βαθμό τα τεράστια επενδυτικά κόστη στην πλάτη των φορολογούμενων. Με δεδομένο ότι η Βόρεια Αφρική για την οποία σχεδιάστηκε αρχικά το Desertec προς το παρόν δεν προσφέρεται, λόγω αστάθειας και πολέμων, φαίνεται ότι η αρχή θα γίνει από την Ελλάδα και η «Ελληνική Διοίκηση» υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου Β’ δείχνει έτοιμη να αποδεχτεί οποιοδήποτε επενδυτικό όρο των Γερμανών. Εντελώς ξαφνικά και αφού προηγουμένως ο ελληνικός λαός φορτώθηκε μνημόνια και μεσοπρόθεσμο δόθηκε το σύνθημα από τον Σόιμπλε, που διέβλεψε μια μεγάλη ευκαιρία για τους Γερμανούς να πάρουν κεφάλι σε αυτόν τον τομέα της ενέργειας με όπλο τον ήλιο της Ελλάδας, ιδιαίτερα τώρα που ο ενεργειακός τους σχεδιασμός έχει αλλάξει και η RWE και Eon άρχισαν να απειλούν με απολύσεις λόγω της σταδιακής εγκατάλειψης της πυρηνικής ενέργειας. Επιπλέον δεν πρέπει να μείνει απαρατήρητο ότι η εσωτερική αγορά της Γερμανίας στην εγκατάσταση εναλλακτικών πηγών ενέργειας δείχνει σημεία κόπωσης και ότι η Γερμανία καλύπτει ήδη το 20% των αναγκών της σε ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Ξεχνώντας το ενεργειακό τους δόγμα για όσο το δυνατόν λιγότερο εξάρτηση από εισαγωγή ενέργειας από το εξωτερικό και με πρόσχημα τη γρήγορη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης της Ελλάδας και την δήθεν εξουδετέρωση της ελληνικής γραφειοκρατίας, οι Γερμανοί θέλουν να επιβάλουν, σαν προϋπόθεση της «επενδυτικής τους επίθεσης στην Ελλάδα», όπως δήλωσε πρόσφατα ο υφυπουργός οικονομίας Καπφέρερ, «Ειδικές Οικονομικές Ζώνες», έκτασης 200.000 στρεμμάτων σε επιλεγμένες από αυτούς περιοχές της Ελλάδας με στόχο την εφαρμογή του Desertec. Εξυπακούεται ότι εκεί δεν θα ισχύει το εθνικό και κοινοτικό δίκαιο αναφορικά με τα περιβαλλοντικά, τα φορολογικά ή τις εργασιακές σχέσεις. Και αυτό όταν όλοι γνωρίζουν πως οι ελεγκτικοί μηχανισμοί και τα περιβαλλοντικά στάνταρτ της Γερμανίας είναι πολύ αυστηρότερα των ελληνικών και ότι μόνο επί κατοχικής διακυβέρνησης Παπανδρέου το εργασιακό κόστος έχει ήδη μειωθεί κατά 6,5%, ενώ ο μέσος όρος φορολόγησης κεφαλαίου στην Ελλάδα είναι σχεδόν κατά 10% μικρότερος από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον οι Γερμανοί δεν κρύβουν τη βούλησή τους, τώρα που ώριμα ενεργειακά έργα (φωτοβολταϊκά, λιγνίτες κ.α.), δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν στην Ελλάδα, λόγω έλλειψης ρευστότητας, να τα αναλάβουν αυτοί με τους δικούς τους όμως όρους, χρησιμοποιώντας μάλιστα χρήματα του ΕΣΠΑ. Κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι σαφές γιατί οι Γερμανοί δεν χρειάζονται τις εμπράγματες εγγυήσεις που θέλουν Φιλανδοί, Σλοβάκοι, Σλοβένοι και λοιποί «φτωχοί συγγενείς». Τον ερχόμενο μήνα όταν μια πολυπληθής γερμανική επιχειρηματική αντιπροσωπεία, υπό τον υπουργό οικονομίας Ρόσλερ, θα καταφθάσει στην Αθήνα θα φανούν όχι μόνο οι αληθινές προθέσεις των Γερμανών αλλά και το μέγεθος της ξενοδουλείας της ελληνικής ελίτ, που σίγουρα δεν θα τολμήσει να αναφερθεί στο κατοχικό δάνειο και στις πολεμικές αποζημιώσεις. Ένα μόλις βήμα πριν την επισημοποίηση της νέας ελληνικής χρεοκοπίας η χώρα έχει αποκτήσει σαφή χαρακτηριστικά προτεκτοράτου και ο κίνδυνος οι «Ειδικές Οικονομικές Ζώνες» να γίνουν «φιλέτα» για οικονομική – και όχι μόνο – προσάρτηση είναι πλέον ορατός. Άλλωστε, στο πλαίσιο της παγκόσμιας διακυβέρνησης που πρεσβεύει ο ηγεμών της «Ελληνικής Διοίκησης» και οι αυλικοί του, μια τέτοια εξέλιξη όχι μόνο δεν εμπεριέχει κίνδυνο «ασφυξίας» αλλά είναι και ευπρόσδεκτη. Αυτό που μένει είναι να βρεθούν νέοι, οργουελιανού τύπου, επικοινωνιακοί ευφημισμοί για να παραπλανηθεί και να εξαπατηθεί και πάλι ο πάντα ευκολόπιστος ελληνικός λαός.
Πηγη
μισό αιώνα που ο Γεώργιος Παπανδρέου Α‘ ομολογούσε ανερυθρίαστα ότι «Η Ελλάς αναπνέει με δύο πνεύμονας, τον μεν αγγλικόν, τον δε αμερικανικόν, και δι’ αυτό δεν ημπορεί λόγω του Κυπριακού να διακινδυνεύσει να πάθει από ασφυξίαν». Σήμερα, δέκα μόλις χρόνια πριν συμπληρωθούν δύο αιώνες «ελεύθερου» εθνικού βίου, φαίνεται πως ο παρελθόν ιστορικός χρόνος που καθόρισε τη σημερινή φθίνουσα πορεία του ελληνισμού δεν επέφερε θετικές αλλαγές στην αντιμετώπιση του ξένου παράγοντα από το διεφθαρμένο και ξενόδουλο πολιτικό σύστημα της χώρας. Αντίθετα, οι απροκάλυπτες διαθέσεις της πολιτικής και οικονομικής ελίτ να προσφέρει «γην και ύδωρ» στους ξένους προστάτες της, αρκεί να διασωθεί από την οικονομική δίνη που συγκλονίζει τη χώρα, κάνουν όσους Έλληνες έχουν ακόμη κάποια αισθήματα πατριωτισμού και αξιοπρέπειας να αναπολούν ακόμη και πολιτικούς της εποχής των «προστατίδων και ευεργετίδων δυνάμεων» ή ακόμη και της μετεμφυλιακής «ασφυξίας». Βέβαια ο αγγλικός «πνεύμονας» έχει αντικατασταθεί πλέον από το γερμανικό, αφού αυτή τη φορά η «σωτηρία» της Ελλάδας είναι πρωτίστως υπόθεση των Γερμανών, οι οποίοι εκλαμβάνουν το γονάτισμα των Ελλήνων σαν ευκαιρία πραγματοποίησης του μεγαλογερμανικού δόγματος «Drang nach Osten». Ο κίνδυνος ασφυξίας είναι σήμερα όμως μεγαλύτερος από κάθε άλλη φορά αφού εκτός από την οικονομική καταβαράθρωση και την συστηματική διάλυση του κοινωνικού ιστού της χώρας έχει προστεθεί μία νέα παράμετρος στις σχέσεις εξάρτησης της Ελλάδας. Είναι η ενέργεια, τόσο στη γεωπολιτική της, όσο και στην γεωοικονομική της διάσταση. Η περατότητα των ενεργειακών πόρων και του ορυκτού πλούτου, σε συνδυασμό με τις τεράστιες αναπτυξιακές ανάγκες σε πλανητικό επίπεδο και ο ανελέητος παγκόσμιος ανταγωνισμός για τον έλεγχο της ενέργειας και των πρώτων υλών υποδηλώνουν ότι η εποχή του ενεργειακού ιμπεριαλισμού έχει ήδη ξεκινήσει με σφοδρότητα και γίνεται πιο λυσσαλέος λόγω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Μεταξύ των βασικών ανταγωνιστικών δυνάμεων βρίσκεται και η Γερμανία, η οποία επιδιώκει ρόλο στην παγκόσμια σκακιέρα του ενεργειακού ιμπεριαλισμού με όπλα την πρωτοκαθεδρία της σε τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και την οικονομική της ευρωστία. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η εφαρμογή του μακροπρόθεσμου γερμανικού φαραωνικού σχεδίου Desertec, με στόχο τη μεταφορά ηλιακής ενέργειας από την Αφρική και τις νότιες χώρες της Ευρώπης προς τις βόρειες, προκειμένου μακροπρόθεσμα να καλυφτεί το 15% των αναγκών τους σε ενέργεια. Πλατύτερα γνωστό έγινε το Desertec το 2009 όταν ιδρύθηκε η βιομηχανική πρωτοβουλία Dii GmbH που στόχευε την δημιουργία προϋποθέσεων για μια γρήγορη εφαρμογή του Desertec στην περιοχή της Μεσογείου. Στο σχέδιο μαμούθ των 400 δισεκατομμυρίων ευρώ συμμετέχουν κυρίως κολοσσοί της γερμανικής οικονομίας. Πρώτα από όλα η Siemens, η MAN Solar, η M & N Zannder και η Schott Solar που με το πρωτοποριακή τεχνογνωσία τους, ιδιαίτερα σε γιγαντιαίους ηλιακούς καθρέφτες, ανέλαβαν το τεχνολογικό μέρος του εγχειρήματος. Δεν θα μπορούσαν βεβαίως να απουσιάζουν από το όλο εγχείρημα τα ενεργειακά μεγαθήρια RWE και Eon και ασφαλιστικές εταιρείες για φυσικές καταστροφές όπως η Muenchener Rueck. Σαν εγγυητής της χρηματοδότησης, τουλάχιστον για ένα μικρό μέρος, συμμετέχουν η Deutsche Bank και HSH Nordbank. Επειδή όμως ο οικονομικός κίνδυνος ενός τέτοιου μεγέθους επενδυτικού σχεδίου είναι μεγάλος, οι πολυεθνικές στοχεύουν επίμονα στη ευνοϊκή διαμεσολάβηση των πολιτικών και της E.E. προκειμένου να μεταφερθούν σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο βαθμό τα τεράστια επενδυτικά κόστη στην πλάτη των φορολογούμενων. Με δεδομένο ότι η Βόρεια Αφρική για την οποία σχεδιάστηκε αρχικά το Desertec προς το παρόν δεν προσφέρεται, λόγω αστάθειας και πολέμων, φαίνεται ότι η αρχή θα γίνει από την Ελλάδα και η «Ελληνική Διοίκηση» υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου Β’ δείχνει έτοιμη να αποδεχτεί οποιοδήποτε επενδυτικό όρο των Γερμανών. Εντελώς ξαφνικά και αφού προηγουμένως ο ελληνικός λαός φορτώθηκε μνημόνια και μεσοπρόθεσμο δόθηκε το σύνθημα από τον Σόιμπλε, που διέβλεψε μια μεγάλη ευκαιρία για τους Γερμανούς να πάρουν κεφάλι σε αυτόν τον τομέα της ενέργειας με όπλο τον ήλιο της Ελλάδας, ιδιαίτερα τώρα που ο ενεργειακός τους σχεδιασμός έχει αλλάξει και η RWE και Eon άρχισαν να απειλούν με απολύσεις λόγω της σταδιακής εγκατάλειψης της πυρηνικής ενέργειας. Επιπλέον δεν πρέπει να μείνει απαρατήρητο ότι η εσωτερική αγορά της Γερμανίας στην εγκατάσταση εναλλακτικών πηγών ενέργειας δείχνει σημεία κόπωσης και ότι η Γερμανία καλύπτει ήδη το 20% των αναγκών της σε ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Ξεχνώντας το ενεργειακό τους δόγμα για όσο το δυνατόν λιγότερο εξάρτηση από εισαγωγή ενέργειας από το εξωτερικό και με πρόσχημα τη γρήγορη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης της Ελλάδας και την δήθεν εξουδετέρωση της ελληνικής γραφειοκρατίας, οι Γερμανοί θέλουν να επιβάλουν, σαν προϋπόθεση της «επενδυτικής τους επίθεσης στην Ελλάδα», όπως δήλωσε πρόσφατα ο υφυπουργός οικονομίας Καπφέρερ, «Ειδικές Οικονομικές Ζώνες», έκτασης 200.000 στρεμμάτων σε επιλεγμένες από αυτούς περιοχές της Ελλάδας με στόχο την εφαρμογή του Desertec. Εξυπακούεται ότι εκεί δεν θα ισχύει το εθνικό και κοινοτικό δίκαιο αναφορικά με τα περιβαλλοντικά, τα φορολογικά ή τις εργασιακές σχέσεις. Και αυτό όταν όλοι γνωρίζουν πως οι ελεγκτικοί μηχανισμοί και τα περιβαλλοντικά στάνταρτ της Γερμανίας είναι πολύ αυστηρότερα των ελληνικών και ότι μόνο επί κατοχικής διακυβέρνησης Παπανδρέου το εργασιακό κόστος έχει ήδη μειωθεί κατά 6,5%, ενώ ο μέσος όρος φορολόγησης κεφαλαίου στην Ελλάδα είναι σχεδόν κατά 10% μικρότερος από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον οι Γερμανοί δεν κρύβουν τη βούλησή τους, τώρα που ώριμα ενεργειακά έργα (φωτοβολταϊκά, λιγνίτες κ.α.), δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν στην Ελλάδα, λόγω έλλειψης ρευστότητας, να τα αναλάβουν αυτοί με τους δικούς τους όμως όρους, χρησιμοποιώντας μάλιστα χρήματα του ΕΣΠΑ. Κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι σαφές γιατί οι Γερμανοί δεν χρειάζονται τις εμπράγματες εγγυήσεις που θέλουν Φιλανδοί, Σλοβάκοι, Σλοβένοι και λοιποί «φτωχοί συγγενείς». Τον ερχόμενο μήνα όταν μια πολυπληθής γερμανική επιχειρηματική αντιπροσωπεία, υπό τον υπουργό οικονομίας Ρόσλερ, θα καταφθάσει στην Αθήνα θα φανούν όχι μόνο οι αληθινές προθέσεις των Γερμανών αλλά και το μέγεθος της ξενοδουλείας της ελληνικής ελίτ, που σίγουρα δεν θα τολμήσει να αναφερθεί στο κατοχικό δάνειο και στις πολεμικές αποζημιώσεις. Ένα μόλις βήμα πριν την επισημοποίηση της νέας ελληνικής χρεοκοπίας η χώρα έχει αποκτήσει σαφή χαρακτηριστικά προτεκτοράτου και ο κίνδυνος οι «Ειδικές Οικονομικές Ζώνες» να γίνουν «φιλέτα» για οικονομική – και όχι μόνο – προσάρτηση είναι πλέον ορατός. Άλλωστε, στο πλαίσιο της παγκόσμιας διακυβέρνησης που πρεσβεύει ο ηγεμών της «Ελληνικής Διοίκησης» και οι αυλικοί του, μια τέτοια εξέλιξη όχι μόνο δεν εμπεριέχει κίνδυνο «ασφυξίας» αλλά είναι και ευπρόσδεκτη. Αυτό που μένει είναι να βρεθούν νέοι, οργουελιανού τύπου, επικοινωνιακοί ευφημισμοί για να παραπλανηθεί και να εξαπατηθεί και πάλι ο πάντα ευκολόπιστος ελληνικός λαός.
Πηγη
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου