Παρά την επιστημονική πρόοδο στον τομέα της έρευνας και τις συνεχείς ανασκαφές, το μυστήριο του τάφου του Μεγάλου Αλεξάνδρου καλά κρατεί, καθώς ο εντοπισμός του τάφου του αποτελεί μια αδύνατη αποστολή για τους αρχαιολόγους. Το πρόβλημα για το πού βρίσκεται θαμένο το σώμα της πλέον διάσημης μορφής της ιστορίας ήρθε στην επιφάνεια για πρώτη φορά τον 4ο αιώνα μ.Χ., όταν ο Ιωάννης Χρυσόστομος, επίσκοπος της Κωνσταντινούπολης (347-407), ρώτησε τους πιστούς:
«Που γάρ είπέμοι, το σήμα1 Αλεξάνδρου, δείξον μοι, και ειπέ την ημέραν καθ΄ ήν ετελεύτησε, των δε δούλων του Χριστού και τα......
σήματα λαμπρά την βασιλικωτάτην καταλαβόντα πόλιν, και ημέραι καταφανείς, εορτήν την οικουμένην ποιούσαι»
(επιστολή προς Κορινθ. ομιλ.26, κεφ 12.)
Βεβαίως στη πιο πάνω φράση διακρίνουμε μεταξύ άλλων και τη χριστιανική υπεροψία του Χρυσοστόμου έναντι του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αλλά και του Ελληνισμού γενικότερα. Και αν μπορούσε να μιλά με τέτοιο ύφος ο Χρυσόστομος, αναρωτιέται κανείς πώς θα μπορούσε να έχει εκδηλωθεί ο φανατισμένος χριστιανικός όχλος στην Αλεξάνδρεια σε σχέση με τον τάφο και το σώμα του μεγάλου άνδρα, ιδιαίτερα σε μια περίοδο που οι χριστιανοί έδειχναν ιδιαίτερα καταστροφικό ζήλο εναντίον της Ελληνικής αρχαιότητας. Η ερώτηση αυτή του Χρυσόστομου ωστόσο έκανε σαφές ότι ο τάφος του Αλεξάνδρου είχε εξαφανιστεί. Δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να ισχυριστεί ότι έχει δει τον τάφο του Αλέξανδρου μετά το τέλος του 4ου αιώνα. Κανείς... εκτός από τον Αμβρόσιο Σκυλίτση, διακεκριμένο μέλος της ελληνικής κοινότητας Αλεξάνδρειας του προπερασμένου αιώνα, ο οποίος, σε μια χαμένη έκθεση του σημείωνε ότι «κατάφερε να εισχωρήσει το 1850 στον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ακολουθώντας υπόγειες μυστικές στοές κάτω από το τζαμί του Νάμπι Ντανιάν στο κέντρο της πτολεμαϊκής Αλεξάνδρειας». 2
Ο χρόνος έκανε ακατόρθωτη τη διάκριση των ιστορικών γεγονότων από τους μύθους που περιβάλλουν τον τάφο του Αλέξανδρου. Ωστόσο, υπάρχουν τέσσερις θεωρίες σχετικά με τη θέση του:
Ασία: Δύο χώρες στην Ασία, η Ινδονησία και η Τουρκία, διεκδικούν τον τάφο του Αλέξανδρου, κυρίως γιατί αποτελούσαν μέρος της εκτεταμένης αυτοκρατορίας του. Ωστόσο, οι αρχαιολόγοι έχουν απορρίψει εν γένει τον ισχυρισμό αυτό καθώς δεν υπάρχουν ιστορικά στοιχεία που να τεκμηριώνουν αυτή την πιθανότητα.
Μακεδονία: Ορισμένοι πιστεύουν ότι ο Αλέξανδρος μπορεί να έχει ταφεί στις Αιγές, πρώτη πρωτεύουσα τουυ βασιλείου της Μακεδονίας, όπου μερικοί από τους προγόνους του πήγαιναν για να ξεκουραστούν. Ορισμένοι σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν και εύλογη και ελκυστική την υπόθεση αυτή, αν και τα μόνα ιστορικά στοιχεία που έχουμε είναι κάποια αρχαία κείμενα που υποδεικνύουν πως σε κάποιο σημείο η νεκρική πομπή κατευθυνόταν κατά πάσα πιθανότητα προς τις Αιγές.
Αλεξάνδρεια: Οι περισσότεροι αρχαιολόγοι είναι πεπεισμένοι ότι ο Αλέξανδρος θάφτηκε στην πόλη που ίδρυσε στην Αίγυπτο στις βόρειες ακτές της Μεσογείου. Προς τιμήν του Αλεξάνδρου χτίστηκε το μεγαλοπρεπές μαυσωλείο που έγινε γνωστό ως «Σώμα» ή «Σήμα». «Το Σώμα του Αλεξάνδρου μεταφέρθηκε από τον Πτολεμαίο και θάφτηκε στην Αλεξάνδρεια» 3. Αρχικά, πριν μεταφερθεί εκεί, η σορός είχε ταφεί προσωρινά στη Μέμφιδα. 4 Άλλα αρχαία κείμενα αναφέρονται σε διάφορες σημαντικές προσωπικότητες, συμπεριλαμβανομένων των Ρωμαίων αυτοκρατόρων και των μελετητών, οι οποίοι επισκέφθηκαν τον τάφο του στην Αλεξάνδρεια. 5
Η όαση της Σίβα: Η θεωρία αυτή αφορά την ιστορία όπου ο Αλέξανδρος ζήτησε από το νεκροκρέβατό του, να ταφεί στο Αμμώνειον που βρισκόταν στην όαση της Σίβα, κοντά στο ναό του θεού Αμμωνα. Αυτή η ιστορία αναφέρεται από τους ιστορικούς Διόδωρο, Κούρτιο Ρούφο και Ιουστίνο, οι οποίοι ωστόσο δεν ήταν σύγχρονοι του Αλέξανδρου.
Μια ελληνική αποστολή, με επικεφαλής τον Λιάνα Σουλβατζή, ξεκίνησε τις ανασκαφές στην όαση της Σίβα το 1989. Το 1995, η αποστολή ανακοίνωσε ότι είχε αποκαλύψει ένα υπόγειο πέρασμα που οδηγεί στην τελευταία κατοικία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ωστόσο ο ισχυρισμός αυτός θεωρήθηκε φαιδρός από άλλους Αιγυπτιολόγους, με αποτέλεσμα να μην ξανακουστεί ποτέ η Σουλβατζή από τότε. Άλλοι πάλι Αιγυπτιολόγοι κάνουν λόγο για καπέλωμα και οικειοποίηση της έρευνας της Σουλβατζή. Η ίδια πάντως κάνει λόγο για τα ευρήματα της στην επίσημη ιστοσελίδα της.
Από τις ανασκαφές της ελληνικής αποστολής
Στην αναζήτησή μας για τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αρχαία πόλη της Αλεξάνδρειας έχει καταστραφεί πολλές φορές, από ανθρώπινα και φυσικά αίτια, τα οποία και οδήγησαν τελικά στην σχεδόν απόλυτη παρακμή της. Ο Καρακάλλας, κατέλαβε την πόλη το 215, αλλά προφανώς σεβάστηκε το Μαυσωλείο του Αλεξάνδρου και δεν το κατέστρεψε. Αξίζει να αναφέρουμε ότι και ο Αύγουστος (30 π.Χ.) και ο Καρακάλλας είχαν επισκεφτεί τον τάφο, λέγοντας μάλιστα ότι είχαν δει τη μούμια του Αλέξανδρου.
Αν και δεν έχει βρεθεί έγγραφη μαρτυρία βίαιης ενέργειας εναντίον του τάφου του Αλεξάνδρου κατά την ύστερη Ρωμαϊκή περίοδο, οι ιστορικές πηγές αναφέρουν επανειλημένα την καταστροφή της Αλεξάνδρειας από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο (379-395), ο οποίος έμεινε γνωστός για τις σφαγές του και τον προσυλητισμό δια της βίας στον Χριστιανισμό. Η κατάκτηση της από τους Άραβες και στη συνέχεια από τους Τούρκους τον 15ο αιώνα, αποτελείωσαν την πόλη. Πέντε αιώνες μετά, το Σώμα και ο τάφος παραμένουν εξαφανισμένα.
Ο χάρτης του Beauvau. Το τζαμί του Κυρίου με τα Δυο Κέρατα το οποίο πιστεύεται ότι χτίστηκε πάνω από τον τάφο του Αλεξάνδρου. Τώρα είναι γνωστό ως τζαμί του Nabi Daniel
Ψάχνοντας απεγνωσμένα τον τάφο Όχι λίγοι επισκέπτες αναζήτησαν τον τάφο του ιδρυτή της Αλεξάνδρειας μέσα στους αιώνες που πέρασαν.
- Το 1737, ένας δανός καπετάνιος με το όνομα Norden επισκέφθηκε την πόλη και προσπάθησε δίχως επιτυχία να εντοπίσει τον τάφο.
- Το 1768 ήρθε ο James Bruce, αλλά οι προσπάθειές του ήταν επίσης μάταιες.
- Στα τέλη του 18ου αιώνα, επισκέφτηκε την πόλη ο Sestrini ψάχνοντας για το μακεδονικό τάφο, αλλά οι Αιγύπτιοι του έδειξαν το τζαμί του Attarine.
- Το 1803, ο ρώσος αρχιμανδρίτης Κωνστάντιος από το Κίεβο, προσπάθησε να βρει τον τάφο, αλλά μας συμβουλεύει ότι, "μέχρι τον 15ο αιώνα η θέση ήταν γνωστή, αλλά τώρα ακόμη και η παράδοση του τάφου έχει χαθεί". Σίγουρα πάντως ο τάφος είχε χαθεί πολύ νωρίτερα από τον 15ο αιώνα.
Ενώ όμως κανείς δεν γνώριζε την πραγματική θέση του τάφου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι Αιγύπτιοι ξεναγοί, θέλοντας πιθανότατα να κερδίσουν από τις επαναλαμβανόμενες απαιτήσεις των τουριστών, θεώρησαν φρόνιμο να παρουσιάσουν ένα τέτοιο τάφο. Δύο τέτοια κτήρια λοιπόν επελέγησαν, όχι τυχαία, αλλά λόγω των τοπικών παραδόσεων που περιβάλλουν τον πραγματικό τάφο.
Στην αρχή παρουσίαζαν την παλιά εκκλησία του Αγ. Αθανασίου, η οποία έγινε τελικά το τζαμί του Attarine. Αυτό ήταν πολύ βολικό, γιατί στην εσωτερική αυλή του υπήρχε μια σαρκοφάγος από γρανίτη, καλυμένη με ιερογλυφικά. Στην πραγματικότητα, οι ντόπιοι ήταν τόσο πειστικοί ώστε στις αρχές του 19ου αιώνα, προέκυψε μια διαφορά ανάμεσα στους Γάλλους και τους Άγγλους σχετικά με την κατοχή της. Μέχρι τότε βέβαια η σαρκοφάγος είχε απομακρυνθεί από το τζαμί, και οι ντόπιοι ενημέρωσαν τον βρετανικό στρατό ότι την είχαν πάρει οι στρατιώτες του Ναπολέοντα κατά την αποχώρηση τους από την Αίγυπτο το 1801. Ωστόσο, οι Βρετανοί στρατιώτες βρήκαν τελικά τη σαρκοφάγο μέσα στο γαλλικό νοσοκομείο. Τελικά στάλθηκε στο Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο, όπου και διαπιστώθηκε, μετά την ανάλυση της ιερογλυφικής γραφής, ότι επρόκειτο για τη σαρκοφάγο όπου είχε τοποθετηθεί αρχικά το σώμα του Φαραώ Nectanebo II (Εκτεναβός στα ελληνικά). Ωστόσο, αυτό δεν διευθέτησε πλήρως το θέμα. Ο Δρ Edward Daniel Clarke, ο οποίος περιέγραψε την σαρκοφάγο λεπτομερώς, πίστευε ότι το Σώμα, ήταν στην πραγματικότητα η αυλή του τζαμιού Attarine, λόγω των πολλών αρχαίων κιόνων της. Στη σύγχυση πρόσθεσε και ο Ψευδο-Καλλισθένης, ο οποίος πίστευε ότι ο Αλέξανδρος δεν ήταν γιος του Φιλίππου, αλλά γιος του Nectanebo (Εκτεναβού), Αιγύπτιου μάγου που εργάστηκε στην βασιλική αυλή των Μακεδόνων. 6
Το άλλο κτίριο το οποίο οι Αιγύπτιοι ξεναγοί παρουσίαζαν ως τάφο του Μ. Αλεξάνδρου, ήταν το τζαμί του Nabi Danial, όχι μακριά από το τζαμί του Attarine.
Αυτή η αναζήτηση για τον τάφο άρχισε στο κέντρο της αρχαίας πόλης, η οποία σύμφωνα με αρχαίες πηγές, ήταν η θέση του Σώματος. Η Αλεξάνδρεια ήταν σχεδιασμένη όπως οι αρχαιότερες ελληνικές πόλεις και αποτελούνταν από ορθογώνιους δρόμους εστιασμένους κατά μήκος της ακτής. Ο Δεινοκράτης, ο Έλληνας αρχιτέκτονας που είχε επιφορτιστεί με το καθήκον της οικοδόμησης της Αλεξάνδρειας, επέλεξε να χτίσει την πόλη βάσει ενός σχεδίου Υποδομής.
Δυστυχώς, μόνο να εικάσουμε μπορούμε για το πώς ακριβώς ήταν το αρχαίο κέντρο αλλά και ολόκληρη η πόλη, εφόσον η τοπογραφία της πτολεμαϊκής και ρωμαϊκής Αλεξάνδρειας δεν είναι ευρέως γνωστή, ακόμη και στις μέρες μας.
Η τοποθέτηση του τάφου στο τζαμί του Ναμπί Ντανιέλ έχει ενδιαφέρον υπόβαθρο. Οι Άραβες αναφέρονταν στον Αλέξανδρο ως Nabi Eskanader, και προφανώς κατά τη διάρκεια του 9ου αιώνα ο Ναμπί Ντανιέλ και ο Ναμπί Εσκαναντέρ έγιναν ένα και το αυτό άτομο. Το τζαμί του Ναμπί Ντανιέλ πιθανόν χτίστηκε στη θέση ενός παλαιότερου ιερού αφιερωμένο στον Dzoul Karnein, ο οποίος ήταν γνωστός ως ο "Κύριος με τα δύο κέρατα".
Συμβάλλοντας περαιτέρω στη σύγχυση το 1850, ο Σκυλίτζης, Έλληνας διερμηνέας στο ρωσικό προξενείο της Αλεξάνδρειας, υποστήριξε όταν μπήκε με την κρύπτη του τζαμιού Nabi Danial καθώς ξεναγούσε κάποιους ευρωπαίους ταξιδιώτες. Υποστήριξε ότι είδε μέσα από την τρύπα μιας ξύλινης πόρτας ένα σώμα με το κεφάλι ακουμπισμένο ελαφρά σε ένα κρύσταλλο φέρετρο. Ανέφερε ότι πάνω στο κεφάλι υπήρχε ένα χρυσό διάδημα και ότι γύρω από το φέρετρο, υπήρχαν διάσπαρτοι παπύροι χειρόγραφα και βιβλία. Ωστόσο, έγινε αμέσως προφανές ότι ο Σκυλίτζης είχε διαβάσει τα έργα του Δίου Κάσσιου και σκαρφίστηκε με το μυαλό του όλη την ιστορία, καθώς οι παπύροι και τα βιβλία δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα στο υγρό κλίμα της Αλεξάνδρειας.
Το 1865,ο Κεντίβ Ισμαήλ (Khedive Ismail), ζήτησε από τον Μαχμούτ μπέη ελ Φαλάκι (Mahmoud bey el Falaki) να σχεδιάσει ένα χάρτη της αρχαίας πόλης, τον οποίο ολοκλήρωσε το 1866. Ο χάρτης του Ελ Φαλάκι και η εμπειρία του μέσα στο τζαμί του Ναμπί Ντανιάλ, προώθησαν τη θεωρία ότι ο τάφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου βρισκόταν στο κέντρο της πόλης, όχι μακριά από το τζαμί.
O Μαχμούτ Μπέη ελ Φαλάκι, γνωστός Αιγύπτιος αστρονόμος και μηχανικός, επισκέφθηκε την κρύπτη κάτω από το τζαμί δέκα περίπου χρόνια μετά τον Σκυλίτζη, και ανέφερε ότι μπήκε σε μια μεγάλη αίθουσα με θολωτή οροφή χτισμένη στο πρώτο επίπεδο της αρχαίας πόλης. Από αυτή την πλακόστρωτη αίθουσα εκτείνονταν διάδρομοι προς τέσσερις διαφορετικές κατευθύνσεις. Ανέφερε ότι, "Λόγω του μήκους τους και της κακής τους κατάστασης δεν μπορούσα να τους ερευνήσω εξ ολοκλήρου. Η πλούσια ποιότητα των λίθων που είχαν χρησιμοποιηθεί στην κατασκευή επιβεβαίωσε την πεποίθησή μου ότι αυτά τα υπόγεια περάσματα πρέπει να οδηγούσαν στον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου».
Ο Ελ Φαλάκι όμως δεν ήταν αρχαιολόγος και ως εκ τούτου οι ανώτεροι του δεν του επέτρεψαν να συνεχίσει τις έρευνες. Ωστόσο διάφορες τρελλές ιστορίες συνέχισαν να λέγονται για την κρύπτη αυτή για πολλά χρόνια στο μέλλον.
Η εξερεύνηση συνεχίστηκε μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα. Γνωρίζουμε ότι ο Σλήμαν περίμενε αρκετό χρόνο για την επίσημη άδεια ανασκαφής για τον τάφο, γύρω από το τζαμί του Nabi Danial και το 1893, ο Ιωαννίδης σε έκθεση του αναφέρει την ανακάλυψη ενός νεκροταφείου των τελευταίων Πτολεμαίων, ενώ έψαχνε για τον τάφο του Αλεξάνδρου.
Στη συνέχεια, το 1874, ο Νερούτσος γράφει για την εύρεση μεγάλων γρανιτένιων και μαρμάρινων στηλών, κατά την ανασκαφή των θεμελίων δύο σπιτιών για τον Κατάτουι Μπέη (Kattaoui Bey) μπροστά από το τζαμί του Nabi Danial. Ο Botti επιβεβαιώνει τα ευρήματα και επίσης αναφέρεται σε μια παλαιοχριστιανική εκκλησία κοντά στο Kom el Dikka, που αποκαλούνταν η "Εκκλησία του Αλεξάνδρου".
Σε αυτό το σημείο, είναι φρόνιμο να σημειώσουμε ότι οι αιγυπτιακές αρχές ήταν εντελώς απρόθυμες να επιτρέψουν πολλες ανασκαφές στην περιοχή του τζαμιού Nabi Danial, όχι μόνο γιατί αποτελούσε τόπο προσκυνήματος αλλά και χώρο ταφής των μέλων της κυβερνώσας οικογένειας. Στην Αίγυπτο αλλά και αλλού, οι κυβερνήσεις είναι απρόθυμες να επιτρέψουν ατελείωτες ανασκαφές που θα μπορούσαν να βλάψουν σημαντικά μνημεία. Ωστόσο, το 1953, μετά την κατάρρευση της μοναρχίας, η κυβέρνηση έγινε λιγότερο αυστηρή σε τέτοια θέματα.
Έτσι, το 1960, οι Πολωνοί είχαν τη δυνατότητα να διεξάγουν την πρώτη συστηματική ανασκαφή στο χώρο της Kom el Dikka κοντά στο τζαμί Nabi Danial. Η αναζήτηση για τον τάφο του Αλεξάνδρου οδήγησε την πολωνική εκστρατεία στην ανακάλυψη του ρωμαϊκού αμφιθεάτρου, τα απομεινάρια ενός ρωμαϊκού λουτρού, δεξαμενές και μια ρωμαϊκή κατοικία. Ανακάλυψαν επίσης ένα μικρό γλυπτό σε μάρμαρο της κεφαλής του Αλεξάνδρου, πιθανόν του 2ου αιώνα μ.Χ.. Δυστυχώς, όμως, το Σώμα του, δεν εμφανίστηκε.
Μαρμάρινο πορτραίτο του Αλέξανδρου από την Αλεξάνδρεια. Βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο.
Ωστόσο, σημαντικές ερευνητικές εργασίες διεξήχθησαν κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα από τον Ιταλό αρχαιολόγο, Achille Adriani, ο οποίος ήταν επικεφαλής του Ελληνο-ρωμαϊκού Μουσείου της Αλεξάνδρειας. Θα μπορούσε άνετα να είχε ξετυλίξει το μυστήριο του τάφου του Αλεξάνδρου, αν δεν είχε πεθάνει το 1982, πριν δημοσιεύσει τα ευρήματά του. Ο πρώην φοιτητής του και καθηγητής Bonacasa, πέρασε τα επόμενα 20 χρόνια ανακατασκευάζοντας τις σημειώσεις και τις διαλέξεις του Adriani, καταλήγοντας τελικά ότι ο τάφος βρίσκεται πράγματι στην Αλεξάνδρεια.
Ο Adriani πρότεινε ότι η θέση του Σώματος βρισκόταν στο βορειοανατολικό τμήμα της αρχαίας πόλης, που στην πραγματικότητα βρίσκεται πολύ πιο κοντά στη Βασιλική συνοικία. Ξεκίνησε την ανασκαφή σε ένα λατινικό νεκροταφείο όπου, το 1964, αποκάλυψε τα αξιόλογα ερείπια ενός αρχαίου θαλαμωτού τάφου από αλάβαστρο, που προφανώς πίστευε ότι ανήκε στον Αλέξανδρο.
Ωστόσο, το 1964, ο el Fakharani, καθηγητής ελληνο-ρωμαϊκής αρχαιολογίας στο Τμήμα Τεχνών στο Πανεπιστήμιο της Αλεξάνδρειας δημοσίευσε τις δικές του απόψεις σχετικά με την τοποθεσία του τάφου, αποκλείοντας την περίπτωση ο αλαβάστρινος τάφος να ανήκει στον Αλέξανδρο.
Ουσιαστικά, δύο σχολές σκέψης εξελίχθηκαν σχετικά με αυτό το τάφο. Μερικοί μελετητές θεωρούν ότι πρόκειται για βασιλικό τάφο, όχι απαραίτητα του Αλεξάνδρου, λόγω της μεγαλοπρεπούς, θαυμάσιας αρχιτεκτονικής και των οικοδομικών υλικών, ειδικά του αλάβαστρου που εισάγονταν από την Ελλάδα σε τεμάχια περίπου ένα μέτρο πάχος και τρία μέτρα ύψος. Ωστόσο, άλλοι πιστεύουν ότι, λόγω του ότι βρισκόταν έξω από το βασιλικό ανάκτορο, και χωρίς βασιλικούς τάφους στην κοντινή περιοχή, δεν ηταν παρά ο τάφος μιας πολύ πλούσιας προσωπικότητας που προσπάθησε να μιμηθεί τον τάφο του Αλεξάνδρου.
Μετά από 40 χρόνια έρευνας, ο καθηγητής Fakharani πρότεινε ότι ο αλαβάστρινος τάφος αποτελεί μέρος του βασιλικού νεκροταφείου λόγω της σπάνιας αρχιτεκτονικής του. Ήταν στεγασμένος με έναν ετρουσκικό θόλο (Tumulo), έτσι ώστε η αρχιτεκτονική του έμοιαζε με το στυλ των θαλαμωτών Μακεδονικών τάφων.
Το 1996 ο καθηγητής Fakharani πήρε την άδεια από τις αιγυπτιακές αρχές να ξεκινήσει ανασκαφή στο σύγχρονο Λατινικό Κοιμητήριο στο Shatbi της Αλεξάνδρειας. Με τη στήριξη του Πανεπιστημίου της Αλεξάνδρειας, συμπεριλαμβανομένων και εθελοντών αιγύπτιων φοιτητών του τμήματος αρχαιολογίας καθώς και με τη συνεργασία μιας ομάδας γερμανών γεωφυσικών, χρησιμοποίησε τεχνολογία διείσδυσης του εδάφους η οποία και αποκάλυψε ορισμένες ανωμαλίες στο υπέδαφος, που επισημαίνουν την ύπαρξη κοιλοτήτων στο φυσικό βράχο σε βάθος έξι έως δέκα μέτρα.
Δυστυχώς, προβλήματα υγείας ανάγκασαν τον καθηγητή Fakharani να σταματήσει το έργο του το 2000. Ωστόσο, ο καθηγητής κάλεσε το κέντρο D'Etudes Alexandrines να ολοκληρώσει το έργο του. Μέχρι στιγμής, έχουν ανοίξει τρεις τομές για τον εντοπισμό δυνατής πρόσβασης στους υπόγειους θαλάμους.
Έτσι, παρόλο που έως σήμερα οι αιγυπτιακές αρχές έχουν δώσει άδεια σε περισσότερες από 140 έρευνες για τον εντοπισμό του τάφου του Αλεξάνδρου, εξακολουθούμε να μην γνωρίζουμε την ακριβή τοποθεσία. Όμως οι εργασίες συνεχίζονται με δελεαστικές δυνατότητες για το εγγύς μέλλον.
Ως τελική παρατήρηση, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι οι υποθαλάσσιες ανασκαφές στα ανοικτά των ακτών της Αλεξάνδρειας είναι γεμάτες με ερείπια, ακόμη και από αυτή την Αλεξάνδρεια του Αντωνίου και της Κλεοπάτρας. Ο αρχαιολόγος Honor Frost προτείνει ότι ο Αλέξανδρος μπορεί να στο τέλος να βρήκε υδάτινο καταφύγιο κάτω από τη θάλασσα της Μεσογείου, θαμένος εκεί όχι από άνθρωπο, αλλά από τη δύναμη της φύσης..
Από το θάνατο μέχρι την ταφή
Ο Αρριανός μετά το τέλος του Αλεξάνδρου, περιγράφει:
"Ετελεύτα μέν δή Αλέξανδρος τη τετάρτη και δεκάτη και εικοστή Όλυμπιάδι, έπί Ήγησίου άρχοντος Αθήνησιν. Εβίω δε δύο και τριάκοντα έτη, καί τοϋ τρίτου μηνός επέλαβεν οκτώ, ώς λέγει Αριστόβουλος. Εβασίλευσε δε δώδεκα έτη και οκτώ μήνας τούτους. Το τε σώμα κάλλιστος και φιλοπονώτατος, και οξύτατος γενόμενος και την γνώμην ανδρειότατος, και φιλοτιμότατος..."
Μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου επικράτησε τόση ταραχή και αστάθεια μεταξύ των Στρατηγών που επί επτά ημέρες άφησαν το σώμα του Βασιλέως αθεράπευτο (χωρίς ουσιαστική φροντίδα). Ωστόσο μετά την πρώτη αποκατάσταση τους οι Στρατηγοί έδωσαν εντολή σε Αιγυπτίους και Χαλδαίους να παραλάβουν το σώμα του νεκρού Βασιλέως δια να το ταριχεύσουν.
[...] Το σώμα του βασιλιά βρισκόταν ξαπλωμένο στο φέρετρο για έξι ημέρες ενώ η προσοχή όλων είχε στραφεί από την κηδεία στο σχηματισμό κυβέρνησης ... όταν οι φίλοι του Αλεξάνδρου βρήκαν τελικά χρόνο να ασχοληθούν με το πτώμα του, οι άνδρες που εισήλθαν στην σκηνή είδαν ότι αυτό δεν βρισκόταν σε αποσύνθεση και ότι δεν υπήρχε καν ο παραμικρός αποχρωματισμός [...]
Πλούταρχος
Ευθύς αμέσως άρχισε η κατασκευή μίας περίτεχνης επικήδειας χρυσής άρμ-αμάξης με την οποίαν θα γινόταν η μεταφορά του σώματος. Η κατασκευή αυτού του κινητού επικήδειου μνημείου είναι απόδειξη των εκτεταμένων πρακτικών γνώσεων των αρχαίων περί μηχανικής. Η άμαξα είχε κατά τους πιθανότατους υπολογισμούς 30 πόδια μήκος και 9 πλάτος, ο δε μικρός ναός που αυτή έφερε εις την κορυφή της είχε ύψος 27 περίπου πόδια.
[...] Μετά την εντολή να φροντίσουν το σώμα σε παραδοσιακό τους τρόπο, οι Αιγύπτιοι και οι Χαλδαίοι, δεν τολμούσαν να τον αγγίξουν στην αρχή καθώς φαινόταν να είναι ζωντανός. Στη συνέχεια, προσευχόμενοι να είναι νόμιμο στα μάτια των θεών και των ανθρώπων το να αγγίξει άνθρωπος ένα θεό, καθάρισαν το σώμα. Γέμισαν με αρώματα μια χρυσή σαρκοφάγος, και στο κεφάλι του Αλεξάνδρου τοποθετήθηκαν τα διακριτικά του βαθμού του [...]
Πλούταρχος
Η οδός από την οποία θα περνούσε η άμαξα οδηγούσε από τη Βαβυλώνα στην Αλεξάνδρεια διά τής Δαμασκού και ήταν μεγαλύτερη των τριακοσίων πενήντα λευγών, μεγάλο πλήθος εργατών παρακολουθούσαν αυτήν για να επισκευάζουν τις ενδεχόμενες ζημίες ενώ άλλοι προπορευόντουσαν ώστε να ισοπεδώνουν τις ανωμαλίες του εδάφους. Η νεκρική άμαξα ήταν έργο του Ιερωνύμου και θεωρείτο δικαίως ως ένα εκ των αριστουργημάτων της αρχαίας μηχανικής, μηχανικό έργο αντάξιο των Δημητρίου Πολιορκητή, Διοκλήδη Αβδιρήτη, του Ιέρωνος του Συρακουσίου κ.ά.
[...] Το σώμα του Αλεξάνδρου μεταφέρθηκε στην Μέμφιδα από τον Πτολεμαίο, του οποίου η ισχύς είχε πέσει στην Αίγυπτο, και μεταφέρθηκε από εκεί λίγα χρόνια αργότερα στην Αλεξάνδρεια, όπου εξακολουθεί να καταβάλλεται κάθε ένδειξη σεβασμού στη μνήμη του και το όνομά του [...]
Πλούταρχος
Μετά το πέρας κατασκευής της, που διήρκησε δύο έτη, άρχισε η μεταφορά του νεκρού Αλέξανδρου προς την Δαμασκό. Κατά τη διάρκεια της μακράς πορείας μεγάλο πλήθος συνέρρεε από όλα τα σημεία του ορίζοντα για να προσκυνήσει τον μεγάλο Βασιλέα, στο μεταξύ ο Πτολεμαίος μετέβη από την Αίγυπτο στην Συρία όπου παρέλαβε το σώμα για να το μετακομίσει στην Αίγυπτο.
Ο Στράβων προσδιορίζει την μετακομιδή του λειψάνου, την εποχή της κατάβασης του Αριδαίου στη Μακεδονία αμέσως μετά τον θάνατο του Περδίκκα. «Στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου εναποτέθηκε σε ολόχρυση πύελο στο καλούμενο Σήμα. Αργότερα τη πύελο σύλησε ο Κόκκης και Παρείσακτος επικληθείς Πτολεμαίος ο οποίος όμως εξέπεσε αμέσως, ώστε όπως γράφει ο Στράβων "ανόνυτα αυτώ τα σύλα γένεσθαι"».
Αργότερα μία νέα κρυστάλλινη πύελος αντικατέστησε την αρχαία χρυσή που εντός αυτής είδε και θαύμασε με άπειρο σεβασμό ο Ιούλιος Καίσαρας το σώμα του Αλεξάνδρου, που από τα παιδικά του χρόνια θαύμαζε ως Ήρωα. Και ο Αύγουστος όταν έφτασε στην Αίγυπτο θέλησε να προσκυνήσει το λείψανο του μεγάλου άνδρα στο κεφάλι του οποίου εναπόθεσε χρυσό στεφάνι και κάλυψε όλο το σώμα του Ήρωα με άνθη.
Ο Κάσσιος αναφέρει, ότι ο αυτοκράτωρ Σεβήρος (το 306 μ.Χ.) , λαβών βιβλία μυστηριώδη από πολλούς ναούς πανταχόθεν, διέταξε να τα εναποθέσουν εντός του τάφου, απαγορεύσας του λοιπού τις επισκέψεις στον τάφο όπου ευρισκόταν το σώμα του Αλεξάνδρου. Από εκείνη την εποχή και ύστερα αγνοείται η τύχη του μνήματος και του σώματος του μεγάλου Βασιλέως.
Όμως παρά τα αντιθέτως φρονούμενα, ο Μέγας Αλέξανδρος διαιωνίζεται μέχρι και σήμερα ως αγαθή και ηρωϊκή μοναδική μορφή σε όλη την ανθρωπότητα. Οι λαοί τής Ανατολής και της Δύσης αποθέωσαν τον μεγάλο άνδρα. Στην Ινδία ο Ανδρόκοττος ή Σανδράκοττος απένειμε στον Αλέξανδρο θείες τιμές. Στη Ρώμη υπήρχαν βωμοί και τεμένη αφιερωμένα στον Αλέξανδρο εντός και αυτών ακόμη των αυτοκρατορικών οίκων.
Είκοσι τρεις αιώνες μετά τον θάνατο του, το άστρο του Αλέξανδρου συνεχίζει να φωτοβολεί, η μνήμη του ανεξίτηλη και αμετάβλητη, χαραγμένη στη συνείδηση όλων των ανθρώπων πέρα από τις όποιες θρησκευτικές αντιλήψεις.
Όπως λέει ο Λέων ο Αφρικανός (* Γεννήθηκε με το όνομα Χασάν ιμπν Μοχάμετ αλ Ουαζάν στη Γρανάδα. Στη Ρώμη έγινε ο γεωγράφος Ιωάννης-Λέων των Μεδίκων, γνωστός ως Λέων ο Αφρικανός): οι Μωαμεθανοί τον 16ο αιώνα έδειχναν κάποια ερείπια αρχαίου κτιρίου στα οποία υποτίθεται βρισκόταν ο τάφος του Αλεξάνδρου και τα θεωρούσαν ως τόπο ιερό και άγιο προσκυνήσεως.
Macedonia Hellenic Land.Eu
Σημειώσεις
1.Το «Σήμα» ή «Σώμα» ήταν πολύ σημαντικός χώρος της αρχαίας Αλεξάνδρειας, ήταν δηλαδή η βασιλική νεκρόπολη στην οποία υπήρχαν οι τάφοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου και των Πτολεμαίων. Από τις περιγραφές των αρχαίων συγγραφέων απλώς γνωρίζουμε ότι το «Σήμα» αποτελούσε τμήμα της βασιλικής συνοικίας του Βρουχίου. Θα πρέπει να βρισκόταν στο εσωτερικό και προς το κέντρο της πόλης όπως γράφει η αρχαιολόγος Μαρία Μπελογιάννη-Αργυροπούλου. Οι έρευνες των αρχαιολόγων, εδώ και πολλές δεκαετίες, για τον εντοπισμό του χώρου αυτού απέβησαν άκαρπες, όπως και στην όαση της Σίβας στον ναό του Άμμωνος.
2.Δυστυχώς, οι γνώσεις που έχουμε για τη μορφή της αρχαίας Αλεξάνδρειας είναι ελάχιστες και αυτό γιατί η νεώτερη πόλη κτίσθηκε ακριβώς επάνω στη θέση της. Για την αρχαία Αλεξάνδρεια ανεκτίμητη βοήθεια προσφέρουν οι περιγραφές πολλών συγγραφέων, όπως ο Στράβων, ο Πλούταρχος, ο Καλλίμαχος, ο Πλίνιος, ο Αχιλλεύς Τάτιος.
3.Στράβων 794-798 17, 1,8
4.Ψευδοκαλλισθένης iii 34, Κούρτιος Ρούφος Χ 10.20
5.Ο Αλέξανδρος ήταν ο φύλακας άγγελος της πόλης. Έβαλε να μεταφράσουν την Παλαιά Διαθήκη στα ελληνικά και απαθανάτισαν το όνομα του με ιερογλυφική γραφή στον ενεπίγραφο λίθο της Ροζέτης, στα μνημεία του Λούξορ και του Καρνάκ, στους βράχους της Ελεφαντίνης.
6.Ο Αλέξανδρος στους θρύλους της παγκόσμιας μυθιστορίας - Διήγησις Αλέξανδρου του Μακεδόνος, Ψευδο-Καλλισθένης
Πηγές:
Πλούταρχος, Βίος Αλεξάνδρου
Αρριανός, Αλεξάνδρου Ανάβασις
Στράβων, Γεωγραφικά
Πανδωρα, περιοδικό αρχαιολογικό Σύγγραμα 1862, Κ. Παπαρηγόπουλος - Ι. Ραγκάβης
Nermin Sami, In Search of Alexander the Great
Archaeology magazine
Περιοδικό Ιστορία
«Που γάρ είπέμοι, το σήμα1 Αλεξάνδρου, δείξον μοι, και ειπέ την ημέραν καθ΄ ήν ετελεύτησε, των δε δούλων του Χριστού και τα......
σήματα λαμπρά την βασιλικωτάτην καταλαβόντα πόλιν, και ημέραι καταφανείς, εορτήν την οικουμένην ποιούσαι»
(επιστολή προς Κορινθ. ομιλ.26, κεφ 12.)
Βεβαίως στη πιο πάνω φράση διακρίνουμε μεταξύ άλλων και τη χριστιανική υπεροψία του Χρυσοστόμου έναντι του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αλλά και του Ελληνισμού γενικότερα. Και αν μπορούσε να μιλά με τέτοιο ύφος ο Χρυσόστομος, αναρωτιέται κανείς πώς θα μπορούσε να έχει εκδηλωθεί ο φανατισμένος χριστιανικός όχλος στην Αλεξάνδρεια σε σχέση με τον τάφο και το σώμα του μεγάλου άνδρα, ιδιαίτερα σε μια περίοδο που οι χριστιανοί έδειχναν ιδιαίτερα καταστροφικό ζήλο εναντίον της Ελληνικής αρχαιότητας. Η ερώτηση αυτή του Χρυσόστομου ωστόσο έκανε σαφές ότι ο τάφος του Αλεξάνδρου είχε εξαφανιστεί. Δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να ισχυριστεί ότι έχει δει τον τάφο του Αλέξανδρου μετά το τέλος του 4ου αιώνα. Κανείς... εκτός από τον Αμβρόσιο Σκυλίτση, διακεκριμένο μέλος της ελληνικής κοινότητας Αλεξάνδρειας του προπερασμένου αιώνα, ο οποίος, σε μια χαμένη έκθεση του σημείωνε ότι «κατάφερε να εισχωρήσει το 1850 στον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ακολουθώντας υπόγειες μυστικές στοές κάτω από το τζαμί του Νάμπι Ντανιάν στο κέντρο της πτολεμαϊκής Αλεξάνδρειας». 2
Ο χρόνος έκανε ακατόρθωτη τη διάκριση των ιστορικών γεγονότων από τους μύθους που περιβάλλουν τον τάφο του Αλέξανδρου. Ωστόσο, υπάρχουν τέσσερις θεωρίες σχετικά με τη θέση του:
Ασία: Δύο χώρες στην Ασία, η Ινδονησία και η Τουρκία, διεκδικούν τον τάφο του Αλέξανδρου, κυρίως γιατί αποτελούσαν μέρος της εκτεταμένης αυτοκρατορίας του. Ωστόσο, οι αρχαιολόγοι έχουν απορρίψει εν γένει τον ισχυρισμό αυτό καθώς δεν υπάρχουν ιστορικά στοιχεία που να τεκμηριώνουν αυτή την πιθανότητα.
Μακεδονία: Ορισμένοι πιστεύουν ότι ο Αλέξανδρος μπορεί να έχει ταφεί στις Αιγές, πρώτη πρωτεύουσα τουυ βασιλείου της Μακεδονίας, όπου μερικοί από τους προγόνους του πήγαιναν για να ξεκουραστούν. Ορισμένοι σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν και εύλογη και ελκυστική την υπόθεση αυτή, αν και τα μόνα ιστορικά στοιχεία που έχουμε είναι κάποια αρχαία κείμενα που υποδεικνύουν πως σε κάποιο σημείο η νεκρική πομπή κατευθυνόταν κατά πάσα πιθανότητα προς τις Αιγές.
Αλεξάνδρεια: Οι περισσότεροι αρχαιολόγοι είναι πεπεισμένοι ότι ο Αλέξανδρος θάφτηκε στην πόλη που ίδρυσε στην Αίγυπτο στις βόρειες ακτές της Μεσογείου. Προς τιμήν του Αλεξάνδρου χτίστηκε το μεγαλοπρεπές μαυσωλείο που έγινε γνωστό ως «Σώμα» ή «Σήμα». «Το Σώμα του Αλεξάνδρου μεταφέρθηκε από τον Πτολεμαίο και θάφτηκε στην Αλεξάνδρεια» 3. Αρχικά, πριν μεταφερθεί εκεί, η σορός είχε ταφεί προσωρινά στη Μέμφιδα. 4 Άλλα αρχαία κείμενα αναφέρονται σε διάφορες σημαντικές προσωπικότητες, συμπεριλαμβανομένων των Ρωμαίων αυτοκρατόρων και των μελετητών, οι οποίοι επισκέφθηκαν τον τάφο του στην Αλεξάνδρεια. 5
Η όαση της Σίβα: Η θεωρία αυτή αφορά την ιστορία όπου ο Αλέξανδρος ζήτησε από το νεκροκρέβατό του, να ταφεί στο Αμμώνειον που βρισκόταν στην όαση της Σίβα, κοντά στο ναό του θεού Αμμωνα. Αυτή η ιστορία αναφέρεται από τους ιστορικούς Διόδωρο, Κούρτιο Ρούφο και Ιουστίνο, οι οποίοι ωστόσο δεν ήταν σύγχρονοι του Αλέξανδρου.
Μια ελληνική αποστολή, με επικεφαλής τον Λιάνα Σουλβατζή, ξεκίνησε τις ανασκαφές στην όαση της Σίβα το 1989. Το 1995, η αποστολή ανακοίνωσε ότι είχε αποκαλύψει ένα υπόγειο πέρασμα που οδηγεί στην τελευταία κατοικία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ωστόσο ο ισχυρισμός αυτός θεωρήθηκε φαιδρός από άλλους Αιγυπτιολόγους, με αποτέλεσμα να μην ξανακουστεί ποτέ η Σουλβατζή από τότε. Άλλοι πάλι Αιγυπτιολόγοι κάνουν λόγο για καπέλωμα και οικειοποίηση της έρευνας της Σουλβατζή. Η ίδια πάντως κάνει λόγο για τα ευρήματα της στην επίσημη ιστοσελίδα της.
Από τις ανασκαφές της ελληνικής αποστολής
Στην αναζήτησή μας για τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αρχαία πόλη της Αλεξάνδρειας έχει καταστραφεί πολλές φορές, από ανθρώπινα και φυσικά αίτια, τα οποία και οδήγησαν τελικά στην σχεδόν απόλυτη παρακμή της. Ο Καρακάλλας, κατέλαβε την πόλη το 215, αλλά προφανώς σεβάστηκε το Μαυσωλείο του Αλεξάνδρου και δεν το κατέστρεψε. Αξίζει να αναφέρουμε ότι και ο Αύγουστος (30 π.Χ.) και ο Καρακάλλας είχαν επισκεφτεί τον τάφο, λέγοντας μάλιστα ότι είχαν δει τη μούμια του Αλέξανδρου.
Αν και δεν έχει βρεθεί έγγραφη μαρτυρία βίαιης ενέργειας εναντίον του τάφου του Αλεξάνδρου κατά την ύστερη Ρωμαϊκή περίοδο, οι ιστορικές πηγές αναφέρουν επανειλημένα την καταστροφή της Αλεξάνδρειας από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο (379-395), ο οποίος έμεινε γνωστός για τις σφαγές του και τον προσυλητισμό δια της βίας στον Χριστιανισμό. Η κατάκτηση της από τους Άραβες και στη συνέχεια από τους Τούρκους τον 15ο αιώνα, αποτελείωσαν την πόλη. Πέντε αιώνες μετά, το Σώμα και ο τάφος παραμένουν εξαφανισμένα.
Ο χάρτης του Beauvau. Το τζαμί του Κυρίου με τα Δυο Κέρατα το οποίο πιστεύεται ότι χτίστηκε πάνω από τον τάφο του Αλεξάνδρου. Τώρα είναι γνωστό ως τζαμί του Nabi Daniel
Ψάχνοντας απεγνωσμένα τον τάφο Όχι λίγοι επισκέπτες αναζήτησαν τον τάφο του ιδρυτή της Αλεξάνδρειας μέσα στους αιώνες που πέρασαν.
- Το 1737, ένας δανός καπετάνιος με το όνομα Norden επισκέφθηκε την πόλη και προσπάθησε δίχως επιτυχία να εντοπίσει τον τάφο.
- Το 1768 ήρθε ο James Bruce, αλλά οι προσπάθειές του ήταν επίσης μάταιες.
- Στα τέλη του 18ου αιώνα, επισκέφτηκε την πόλη ο Sestrini ψάχνοντας για το μακεδονικό τάφο, αλλά οι Αιγύπτιοι του έδειξαν το τζαμί του Attarine.
- Το 1803, ο ρώσος αρχιμανδρίτης Κωνστάντιος από το Κίεβο, προσπάθησε να βρει τον τάφο, αλλά μας συμβουλεύει ότι, "μέχρι τον 15ο αιώνα η θέση ήταν γνωστή, αλλά τώρα ακόμη και η παράδοση του τάφου έχει χαθεί". Σίγουρα πάντως ο τάφος είχε χαθεί πολύ νωρίτερα από τον 15ο αιώνα.
Ενώ όμως κανείς δεν γνώριζε την πραγματική θέση του τάφου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι Αιγύπτιοι ξεναγοί, θέλοντας πιθανότατα να κερδίσουν από τις επαναλαμβανόμενες απαιτήσεις των τουριστών, θεώρησαν φρόνιμο να παρουσιάσουν ένα τέτοιο τάφο. Δύο τέτοια κτήρια λοιπόν επελέγησαν, όχι τυχαία, αλλά λόγω των τοπικών παραδόσεων που περιβάλλουν τον πραγματικό τάφο.
Στην αρχή παρουσίαζαν την παλιά εκκλησία του Αγ. Αθανασίου, η οποία έγινε τελικά το τζαμί του Attarine. Αυτό ήταν πολύ βολικό, γιατί στην εσωτερική αυλή του υπήρχε μια σαρκοφάγος από γρανίτη, καλυμένη με ιερογλυφικά. Στην πραγματικότητα, οι ντόπιοι ήταν τόσο πειστικοί ώστε στις αρχές του 19ου αιώνα, προέκυψε μια διαφορά ανάμεσα στους Γάλλους και τους Άγγλους σχετικά με την κατοχή της. Μέχρι τότε βέβαια η σαρκοφάγος είχε απομακρυνθεί από το τζαμί, και οι ντόπιοι ενημέρωσαν τον βρετανικό στρατό ότι την είχαν πάρει οι στρατιώτες του Ναπολέοντα κατά την αποχώρηση τους από την Αίγυπτο το 1801. Ωστόσο, οι Βρετανοί στρατιώτες βρήκαν τελικά τη σαρκοφάγο μέσα στο γαλλικό νοσοκομείο. Τελικά στάλθηκε στο Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο, όπου και διαπιστώθηκε, μετά την ανάλυση της ιερογλυφικής γραφής, ότι επρόκειτο για τη σαρκοφάγο όπου είχε τοποθετηθεί αρχικά το σώμα του Φαραώ Nectanebo II (Εκτεναβός στα ελληνικά). Ωστόσο, αυτό δεν διευθέτησε πλήρως το θέμα. Ο Δρ Edward Daniel Clarke, ο οποίος περιέγραψε την σαρκοφάγο λεπτομερώς, πίστευε ότι το Σώμα, ήταν στην πραγματικότητα η αυλή του τζαμιού Attarine, λόγω των πολλών αρχαίων κιόνων της. Στη σύγχυση πρόσθεσε και ο Ψευδο-Καλλισθένης, ο οποίος πίστευε ότι ο Αλέξανδρος δεν ήταν γιος του Φιλίππου, αλλά γιος του Nectanebo (Εκτεναβού), Αιγύπτιου μάγου που εργάστηκε στην βασιλική αυλή των Μακεδόνων. 6
Το άλλο κτίριο το οποίο οι Αιγύπτιοι ξεναγοί παρουσίαζαν ως τάφο του Μ. Αλεξάνδρου, ήταν το τζαμί του Nabi Danial, όχι μακριά από το τζαμί του Attarine.
Αυτή η αναζήτηση για τον τάφο άρχισε στο κέντρο της αρχαίας πόλης, η οποία σύμφωνα με αρχαίες πηγές, ήταν η θέση του Σώματος. Η Αλεξάνδρεια ήταν σχεδιασμένη όπως οι αρχαιότερες ελληνικές πόλεις και αποτελούνταν από ορθογώνιους δρόμους εστιασμένους κατά μήκος της ακτής. Ο Δεινοκράτης, ο Έλληνας αρχιτέκτονας που είχε επιφορτιστεί με το καθήκον της οικοδόμησης της Αλεξάνδρειας, επέλεξε να χτίσει την πόλη βάσει ενός σχεδίου Υποδομής.
Δυστυχώς, μόνο να εικάσουμε μπορούμε για το πώς ακριβώς ήταν το αρχαίο κέντρο αλλά και ολόκληρη η πόλη, εφόσον η τοπογραφία της πτολεμαϊκής και ρωμαϊκής Αλεξάνδρειας δεν είναι ευρέως γνωστή, ακόμη και στις μέρες μας.
Η τοποθέτηση του τάφου στο τζαμί του Ναμπί Ντανιέλ έχει ενδιαφέρον υπόβαθρο. Οι Άραβες αναφέρονταν στον Αλέξανδρο ως Nabi Eskanader, και προφανώς κατά τη διάρκεια του 9ου αιώνα ο Ναμπί Ντανιέλ και ο Ναμπί Εσκαναντέρ έγιναν ένα και το αυτό άτομο. Το τζαμί του Ναμπί Ντανιέλ πιθανόν χτίστηκε στη θέση ενός παλαιότερου ιερού αφιερωμένο στον Dzoul Karnein, ο οποίος ήταν γνωστός ως ο "Κύριος με τα δύο κέρατα".
Συμβάλλοντας περαιτέρω στη σύγχυση το 1850, ο Σκυλίτζης, Έλληνας διερμηνέας στο ρωσικό προξενείο της Αλεξάνδρειας, υποστήριξε όταν μπήκε με την κρύπτη του τζαμιού Nabi Danial καθώς ξεναγούσε κάποιους ευρωπαίους ταξιδιώτες. Υποστήριξε ότι είδε μέσα από την τρύπα μιας ξύλινης πόρτας ένα σώμα με το κεφάλι ακουμπισμένο ελαφρά σε ένα κρύσταλλο φέρετρο. Ανέφερε ότι πάνω στο κεφάλι υπήρχε ένα χρυσό διάδημα και ότι γύρω από το φέρετρο, υπήρχαν διάσπαρτοι παπύροι χειρόγραφα και βιβλία. Ωστόσο, έγινε αμέσως προφανές ότι ο Σκυλίτζης είχε διαβάσει τα έργα του Δίου Κάσσιου και σκαρφίστηκε με το μυαλό του όλη την ιστορία, καθώς οι παπύροι και τα βιβλία δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα στο υγρό κλίμα της Αλεξάνδρειας.
Το 1865,ο Κεντίβ Ισμαήλ (Khedive Ismail), ζήτησε από τον Μαχμούτ μπέη ελ Φαλάκι (Mahmoud bey el Falaki) να σχεδιάσει ένα χάρτη της αρχαίας πόλης, τον οποίο ολοκλήρωσε το 1866. Ο χάρτης του Ελ Φαλάκι και η εμπειρία του μέσα στο τζαμί του Ναμπί Ντανιάλ, προώθησαν τη θεωρία ότι ο τάφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου βρισκόταν στο κέντρο της πόλης, όχι μακριά από το τζαμί.
O Μαχμούτ Μπέη ελ Φαλάκι, γνωστός Αιγύπτιος αστρονόμος και μηχανικός, επισκέφθηκε την κρύπτη κάτω από το τζαμί δέκα περίπου χρόνια μετά τον Σκυλίτζη, και ανέφερε ότι μπήκε σε μια μεγάλη αίθουσα με θολωτή οροφή χτισμένη στο πρώτο επίπεδο της αρχαίας πόλης. Από αυτή την πλακόστρωτη αίθουσα εκτείνονταν διάδρομοι προς τέσσερις διαφορετικές κατευθύνσεις. Ανέφερε ότι, "Λόγω του μήκους τους και της κακής τους κατάστασης δεν μπορούσα να τους ερευνήσω εξ ολοκλήρου. Η πλούσια ποιότητα των λίθων που είχαν χρησιμοποιηθεί στην κατασκευή επιβεβαίωσε την πεποίθησή μου ότι αυτά τα υπόγεια περάσματα πρέπει να οδηγούσαν στον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου».
Ο Ελ Φαλάκι όμως δεν ήταν αρχαιολόγος και ως εκ τούτου οι ανώτεροι του δεν του επέτρεψαν να συνεχίσει τις έρευνες. Ωστόσο διάφορες τρελλές ιστορίες συνέχισαν να λέγονται για την κρύπτη αυτή για πολλά χρόνια στο μέλλον.
Η εξερεύνηση συνεχίστηκε μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα. Γνωρίζουμε ότι ο Σλήμαν περίμενε αρκετό χρόνο για την επίσημη άδεια ανασκαφής για τον τάφο, γύρω από το τζαμί του Nabi Danial και το 1893, ο Ιωαννίδης σε έκθεση του αναφέρει την ανακάλυψη ενός νεκροταφείου των τελευταίων Πτολεμαίων, ενώ έψαχνε για τον τάφο του Αλεξάνδρου.
Στη συνέχεια, το 1874, ο Νερούτσος γράφει για την εύρεση μεγάλων γρανιτένιων και μαρμάρινων στηλών, κατά την ανασκαφή των θεμελίων δύο σπιτιών για τον Κατάτουι Μπέη (Kattaoui Bey) μπροστά από το τζαμί του Nabi Danial. Ο Botti επιβεβαιώνει τα ευρήματα και επίσης αναφέρεται σε μια παλαιοχριστιανική εκκλησία κοντά στο Kom el Dikka, που αποκαλούνταν η "Εκκλησία του Αλεξάνδρου".
Σε αυτό το σημείο, είναι φρόνιμο να σημειώσουμε ότι οι αιγυπτιακές αρχές ήταν εντελώς απρόθυμες να επιτρέψουν πολλες ανασκαφές στην περιοχή του τζαμιού Nabi Danial, όχι μόνο γιατί αποτελούσε τόπο προσκυνήματος αλλά και χώρο ταφής των μέλων της κυβερνώσας οικογένειας. Στην Αίγυπτο αλλά και αλλού, οι κυβερνήσεις είναι απρόθυμες να επιτρέψουν ατελείωτες ανασκαφές που θα μπορούσαν να βλάψουν σημαντικά μνημεία. Ωστόσο, το 1953, μετά την κατάρρευση της μοναρχίας, η κυβέρνηση έγινε λιγότερο αυστηρή σε τέτοια θέματα.
Έτσι, το 1960, οι Πολωνοί είχαν τη δυνατότητα να διεξάγουν την πρώτη συστηματική ανασκαφή στο χώρο της Kom el Dikka κοντά στο τζαμί Nabi Danial. Η αναζήτηση για τον τάφο του Αλεξάνδρου οδήγησε την πολωνική εκστρατεία στην ανακάλυψη του ρωμαϊκού αμφιθεάτρου, τα απομεινάρια ενός ρωμαϊκού λουτρού, δεξαμενές και μια ρωμαϊκή κατοικία. Ανακάλυψαν επίσης ένα μικρό γλυπτό σε μάρμαρο της κεφαλής του Αλεξάνδρου, πιθανόν του 2ου αιώνα μ.Χ.. Δυστυχώς, όμως, το Σώμα του, δεν εμφανίστηκε.
Μαρμάρινο πορτραίτο του Αλέξανδρου από την Αλεξάνδρεια. Βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο.
Ωστόσο, σημαντικές ερευνητικές εργασίες διεξήχθησαν κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα από τον Ιταλό αρχαιολόγο, Achille Adriani, ο οποίος ήταν επικεφαλής του Ελληνο-ρωμαϊκού Μουσείου της Αλεξάνδρειας. Θα μπορούσε άνετα να είχε ξετυλίξει το μυστήριο του τάφου του Αλεξάνδρου, αν δεν είχε πεθάνει το 1982, πριν δημοσιεύσει τα ευρήματά του. Ο πρώην φοιτητής του και καθηγητής Bonacasa, πέρασε τα επόμενα 20 χρόνια ανακατασκευάζοντας τις σημειώσεις και τις διαλέξεις του Adriani, καταλήγοντας τελικά ότι ο τάφος βρίσκεται πράγματι στην Αλεξάνδρεια.
Ο Adriani πρότεινε ότι η θέση του Σώματος βρισκόταν στο βορειοανατολικό τμήμα της αρχαίας πόλης, που στην πραγματικότητα βρίσκεται πολύ πιο κοντά στη Βασιλική συνοικία. Ξεκίνησε την ανασκαφή σε ένα λατινικό νεκροταφείο όπου, το 1964, αποκάλυψε τα αξιόλογα ερείπια ενός αρχαίου θαλαμωτού τάφου από αλάβαστρο, που προφανώς πίστευε ότι ανήκε στον Αλέξανδρο.
Ωστόσο, το 1964, ο el Fakharani, καθηγητής ελληνο-ρωμαϊκής αρχαιολογίας στο Τμήμα Τεχνών στο Πανεπιστήμιο της Αλεξάνδρειας δημοσίευσε τις δικές του απόψεις σχετικά με την τοποθεσία του τάφου, αποκλείοντας την περίπτωση ο αλαβάστρινος τάφος να ανήκει στον Αλέξανδρο.
Ουσιαστικά, δύο σχολές σκέψης εξελίχθηκαν σχετικά με αυτό το τάφο. Μερικοί μελετητές θεωρούν ότι πρόκειται για βασιλικό τάφο, όχι απαραίτητα του Αλεξάνδρου, λόγω της μεγαλοπρεπούς, θαυμάσιας αρχιτεκτονικής και των οικοδομικών υλικών, ειδικά του αλάβαστρου που εισάγονταν από την Ελλάδα σε τεμάχια περίπου ένα μέτρο πάχος και τρία μέτρα ύψος. Ωστόσο, άλλοι πιστεύουν ότι, λόγω του ότι βρισκόταν έξω από το βασιλικό ανάκτορο, και χωρίς βασιλικούς τάφους στην κοντινή περιοχή, δεν ηταν παρά ο τάφος μιας πολύ πλούσιας προσωπικότητας που προσπάθησε να μιμηθεί τον τάφο του Αλεξάνδρου.
Μετά από 40 χρόνια έρευνας, ο καθηγητής Fakharani πρότεινε ότι ο αλαβάστρινος τάφος αποτελεί μέρος του βασιλικού νεκροταφείου λόγω της σπάνιας αρχιτεκτονικής του. Ήταν στεγασμένος με έναν ετρουσκικό θόλο (Tumulo), έτσι ώστε η αρχιτεκτονική του έμοιαζε με το στυλ των θαλαμωτών Μακεδονικών τάφων.
Το 1996 ο καθηγητής Fakharani πήρε την άδεια από τις αιγυπτιακές αρχές να ξεκινήσει ανασκαφή στο σύγχρονο Λατινικό Κοιμητήριο στο Shatbi της Αλεξάνδρειας. Με τη στήριξη του Πανεπιστημίου της Αλεξάνδρειας, συμπεριλαμβανομένων και εθελοντών αιγύπτιων φοιτητών του τμήματος αρχαιολογίας καθώς και με τη συνεργασία μιας ομάδας γερμανών γεωφυσικών, χρησιμοποίησε τεχνολογία διείσδυσης του εδάφους η οποία και αποκάλυψε ορισμένες ανωμαλίες στο υπέδαφος, που επισημαίνουν την ύπαρξη κοιλοτήτων στο φυσικό βράχο σε βάθος έξι έως δέκα μέτρα.
Δυστυχώς, προβλήματα υγείας ανάγκασαν τον καθηγητή Fakharani να σταματήσει το έργο του το 2000. Ωστόσο, ο καθηγητής κάλεσε το κέντρο D'Etudes Alexandrines να ολοκληρώσει το έργο του. Μέχρι στιγμής, έχουν ανοίξει τρεις τομές για τον εντοπισμό δυνατής πρόσβασης στους υπόγειους θαλάμους.
Έτσι, παρόλο που έως σήμερα οι αιγυπτιακές αρχές έχουν δώσει άδεια σε περισσότερες από 140 έρευνες για τον εντοπισμό του τάφου του Αλεξάνδρου, εξακολουθούμε να μην γνωρίζουμε την ακριβή τοποθεσία. Όμως οι εργασίες συνεχίζονται με δελεαστικές δυνατότητες για το εγγύς μέλλον.
Ως τελική παρατήρηση, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι οι υποθαλάσσιες ανασκαφές στα ανοικτά των ακτών της Αλεξάνδρειας είναι γεμάτες με ερείπια, ακόμη και από αυτή την Αλεξάνδρεια του Αντωνίου και της Κλεοπάτρας. Ο αρχαιολόγος Honor Frost προτείνει ότι ο Αλέξανδρος μπορεί να στο τέλος να βρήκε υδάτινο καταφύγιο κάτω από τη θάλασσα της Μεσογείου, θαμένος εκεί όχι από άνθρωπο, αλλά από τη δύναμη της φύσης..
Από το θάνατο μέχρι την ταφή
Ο Αρριανός μετά το τέλος του Αλεξάνδρου, περιγράφει:
"Ετελεύτα μέν δή Αλέξανδρος τη τετάρτη και δεκάτη και εικοστή Όλυμπιάδι, έπί Ήγησίου άρχοντος Αθήνησιν. Εβίω δε δύο και τριάκοντα έτη, καί τοϋ τρίτου μηνός επέλαβεν οκτώ, ώς λέγει Αριστόβουλος. Εβασίλευσε δε δώδεκα έτη και οκτώ μήνας τούτους. Το τε σώμα κάλλιστος και φιλοπονώτατος, και οξύτατος γενόμενος και την γνώμην ανδρειότατος, και φιλοτιμότατος..."
Μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου επικράτησε τόση ταραχή και αστάθεια μεταξύ των Στρατηγών που επί επτά ημέρες άφησαν το σώμα του Βασιλέως αθεράπευτο (χωρίς ουσιαστική φροντίδα). Ωστόσο μετά την πρώτη αποκατάσταση τους οι Στρατηγοί έδωσαν εντολή σε Αιγυπτίους και Χαλδαίους να παραλάβουν το σώμα του νεκρού Βασιλέως δια να το ταριχεύσουν.
[...] Το σώμα του βασιλιά βρισκόταν ξαπλωμένο στο φέρετρο για έξι ημέρες ενώ η προσοχή όλων είχε στραφεί από την κηδεία στο σχηματισμό κυβέρνησης ... όταν οι φίλοι του Αλεξάνδρου βρήκαν τελικά χρόνο να ασχοληθούν με το πτώμα του, οι άνδρες που εισήλθαν στην σκηνή είδαν ότι αυτό δεν βρισκόταν σε αποσύνθεση και ότι δεν υπήρχε καν ο παραμικρός αποχρωματισμός [...]
Πλούταρχος
Ευθύς αμέσως άρχισε η κατασκευή μίας περίτεχνης επικήδειας χρυσής άρμ-αμάξης με την οποίαν θα γινόταν η μεταφορά του σώματος. Η κατασκευή αυτού του κινητού επικήδειου μνημείου είναι απόδειξη των εκτεταμένων πρακτικών γνώσεων των αρχαίων περί μηχανικής. Η άμαξα είχε κατά τους πιθανότατους υπολογισμούς 30 πόδια μήκος και 9 πλάτος, ο δε μικρός ναός που αυτή έφερε εις την κορυφή της είχε ύψος 27 περίπου πόδια.
[...] Μετά την εντολή να φροντίσουν το σώμα σε παραδοσιακό τους τρόπο, οι Αιγύπτιοι και οι Χαλδαίοι, δεν τολμούσαν να τον αγγίξουν στην αρχή καθώς φαινόταν να είναι ζωντανός. Στη συνέχεια, προσευχόμενοι να είναι νόμιμο στα μάτια των θεών και των ανθρώπων το να αγγίξει άνθρωπος ένα θεό, καθάρισαν το σώμα. Γέμισαν με αρώματα μια χρυσή σαρκοφάγος, και στο κεφάλι του Αλεξάνδρου τοποθετήθηκαν τα διακριτικά του βαθμού του [...]
Πλούταρχος
Η οδός από την οποία θα περνούσε η άμαξα οδηγούσε από τη Βαβυλώνα στην Αλεξάνδρεια διά τής Δαμασκού και ήταν μεγαλύτερη των τριακοσίων πενήντα λευγών, μεγάλο πλήθος εργατών παρακολουθούσαν αυτήν για να επισκευάζουν τις ενδεχόμενες ζημίες ενώ άλλοι προπορευόντουσαν ώστε να ισοπεδώνουν τις ανωμαλίες του εδάφους. Η νεκρική άμαξα ήταν έργο του Ιερωνύμου και θεωρείτο δικαίως ως ένα εκ των αριστουργημάτων της αρχαίας μηχανικής, μηχανικό έργο αντάξιο των Δημητρίου Πολιορκητή, Διοκλήδη Αβδιρήτη, του Ιέρωνος του Συρακουσίου κ.ά.
[...] Το σώμα του Αλεξάνδρου μεταφέρθηκε στην Μέμφιδα από τον Πτολεμαίο, του οποίου η ισχύς είχε πέσει στην Αίγυπτο, και μεταφέρθηκε από εκεί λίγα χρόνια αργότερα στην Αλεξάνδρεια, όπου εξακολουθεί να καταβάλλεται κάθε ένδειξη σεβασμού στη μνήμη του και το όνομά του [...]
Πλούταρχος
Μετά το πέρας κατασκευής της, που διήρκησε δύο έτη, άρχισε η μεταφορά του νεκρού Αλέξανδρου προς την Δαμασκό. Κατά τη διάρκεια της μακράς πορείας μεγάλο πλήθος συνέρρεε από όλα τα σημεία του ορίζοντα για να προσκυνήσει τον μεγάλο Βασιλέα, στο μεταξύ ο Πτολεμαίος μετέβη από την Αίγυπτο στην Συρία όπου παρέλαβε το σώμα για να το μετακομίσει στην Αίγυπτο.
Ο Στράβων προσδιορίζει την μετακομιδή του λειψάνου, την εποχή της κατάβασης του Αριδαίου στη Μακεδονία αμέσως μετά τον θάνατο του Περδίκκα. «Στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου εναποτέθηκε σε ολόχρυση πύελο στο καλούμενο Σήμα. Αργότερα τη πύελο σύλησε ο Κόκκης και Παρείσακτος επικληθείς Πτολεμαίος ο οποίος όμως εξέπεσε αμέσως, ώστε όπως γράφει ο Στράβων "ανόνυτα αυτώ τα σύλα γένεσθαι"».
Αργότερα μία νέα κρυστάλλινη πύελος αντικατέστησε την αρχαία χρυσή που εντός αυτής είδε και θαύμασε με άπειρο σεβασμό ο Ιούλιος Καίσαρας το σώμα του Αλεξάνδρου, που από τα παιδικά του χρόνια θαύμαζε ως Ήρωα. Και ο Αύγουστος όταν έφτασε στην Αίγυπτο θέλησε να προσκυνήσει το λείψανο του μεγάλου άνδρα στο κεφάλι του οποίου εναπόθεσε χρυσό στεφάνι και κάλυψε όλο το σώμα του Ήρωα με άνθη.
Ο Κάσσιος αναφέρει, ότι ο αυτοκράτωρ Σεβήρος (το 306 μ.Χ.) , λαβών βιβλία μυστηριώδη από πολλούς ναούς πανταχόθεν, διέταξε να τα εναποθέσουν εντός του τάφου, απαγορεύσας του λοιπού τις επισκέψεις στον τάφο όπου ευρισκόταν το σώμα του Αλεξάνδρου. Από εκείνη την εποχή και ύστερα αγνοείται η τύχη του μνήματος και του σώματος του μεγάλου Βασιλέως.
Όμως παρά τα αντιθέτως φρονούμενα, ο Μέγας Αλέξανδρος διαιωνίζεται μέχρι και σήμερα ως αγαθή και ηρωϊκή μοναδική μορφή σε όλη την ανθρωπότητα. Οι λαοί τής Ανατολής και της Δύσης αποθέωσαν τον μεγάλο άνδρα. Στην Ινδία ο Ανδρόκοττος ή Σανδράκοττος απένειμε στον Αλέξανδρο θείες τιμές. Στη Ρώμη υπήρχαν βωμοί και τεμένη αφιερωμένα στον Αλέξανδρο εντός και αυτών ακόμη των αυτοκρατορικών οίκων.
Είκοσι τρεις αιώνες μετά τον θάνατο του, το άστρο του Αλέξανδρου συνεχίζει να φωτοβολεί, η μνήμη του ανεξίτηλη και αμετάβλητη, χαραγμένη στη συνείδηση όλων των ανθρώπων πέρα από τις όποιες θρησκευτικές αντιλήψεις.
Όπως λέει ο Λέων ο Αφρικανός (* Γεννήθηκε με το όνομα Χασάν ιμπν Μοχάμετ αλ Ουαζάν στη Γρανάδα. Στη Ρώμη έγινε ο γεωγράφος Ιωάννης-Λέων των Μεδίκων, γνωστός ως Λέων ο Αφρικανός): οι Μωαμεθανοί τον 16ο αιώνα έδειχναν κάποια ερείπια αρχαίου κτιρίου στα οποία υποτίθεται βρισκόταν ο τάφος του Αλεξάνδρου και τα θεωρούσαν ως τόπο ιερό και άγιο προσκυνήσεως.
Macedonia Hellenic Land.Eu
Σημειώσεις
1.Το «Σήμα» ή «Σώμα» ήταν πολύ σημαντικός χώρος της αρχαίας Αλεξάνδρειας, ήταν δηλαδή η βασιλική νεκρόπολη στην οποία υπήρχαν οι τάφοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου και των Πτολεμαίων. Από τις περιγραφές των αρχαίων συγγραφέων απλώς γνωρίζουμε ότι το «Σήμα» αποτελούσε τμήμα της βασιλικής συνοικίας του Βρουχίου. Θα πρέπει να βρισκόταν στο εσωτερικό και προς το κέντρο της πόλης όπως γράφει η αρχαιολόγος Μαρία Μπελογιάννη-Αργυροπούλου. Οι έρευνες των αρχαιολόγων, εδώ και πολλές δεκαετίες, για τον εντοπισμό του χώρου αυτού απέβησαν άκαρπες, όπως και στην όαση της Σίβας στον ναό του Άμμωνος.
2.Δυστυχώς, οι γνώσεις που έχουμε για τη μορφή της αρχαίας Αλεξάνδρειας είναι ελάχιστες και αυτό γιατί η νεώτερη πόλη κτίσθηκε ακριβώς επάνω στη θέση της. Για την αρχαία Αλεξάνδρεια ανεκτίμητη βοήθεια προσφέρουν οι περιγραφές πολλών συγγραφέων, όπως ο Στράβων, ο Πλούταρχος, ο Καλλίμαχος, ο Πλίνιος, ο Αχιλλεύς Τάτιος.
3.Στράβων 794-798 17, 1,8
4.Ψευδοκαλλισθένης iii 34, Κούρτιος Ρούφος Χ 10.20
5.Ο Αλέξανδρος ήταν ο φύλακας άγγελος της πόλης. Έβαλε να μεταφράσουν την Παλαιά Διαθήκη στα ελληνικά και απαθανάτισαν το όνομα του με ιερογλυφική γραφή στον ενεπίγραφο λίθο της Ροζέτης, στα μνημεία του Λούξορ και του Καρνάκ, στους βράχους της Ελεφαντίνης.
6.Ο Αλέξανδρος στους θρύλους της παγκόσμιας μυθιστορίας - Διήγησις Αλέξανδρου του Μακεδόνος, Ψευδο-Καλλισθένης
Πηγές:
Πλούταρχος, Βίος Αλεξάνδρου
Αρριανός, Αλεξάνδρου Ανάβασις
Στράβων, Γεωγραφικά
Πανδωρα, περιοδικό αρχαιολογικό Σύγγραμα 1862, Κ. Παπαρηγόπουλος - Ι. Ραγκάβης
Nermin Sami, In Search of Alexander the Great
Archaeology magazine
Περιοδικό Ιστορία
http://ksipnistere.blogspot.com/2011/01/blog-post_2701.html
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου