Συνέντευξη του Σαμί Ραμαντανί στον Σάμουελ Γκρόουβ*
Πηγή: New left Project
Ο Σαμί Ραμαντανί είναι λέκτορας κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Μετροπόλιταν, του Λονδίνου. Με τα τύμπανα του πολέμου να ηχούν και πάλι στην Ανατολική Μεσόγειο, την Ελλάδα να...
εμπλέκεται, εφόσον γνωστοποιήθηκε από κρητικά ΜΜΕ ότι ζητήθηκε ήδη να χρησιμοποιηθεί η βάση της Σούδας, έχει κρίσιμη σημασία η πληροφόρηση για τη δυναμική της σύγκρουσης στη Συρία και η αποδόμηση της παραπληροφόρησης.
Ο Σ. Ραμαντανί αναλύει την εσωτερική συριακή κατάσταση, το ρόλο των αντιδραστικών μοναρχιών του Κόλπου και του ΝΑΤΟ και τις επιπτώσεις που θα έχει στη Μέση Ανατολή η εγκατάσταση φιλο-αμερικανικού καθεστώτος στη Συρία ή η βύθισή της σε εμφύλιο θρησκευτικό πόλεμο.
via To Mέτωπο
Η αναταραχή στη Συρία είναι ένα θέμα που πολύ δύσκολα μπορεί να κατανοηθεί από το δυτικό κοινό. Ένας από τους λόγους είναι ο ίδιος ο αριθμός των διαφορετικών συμφερόντων που ανταγωνίζονται για μια θέση ισχύος, τόσο εντός όσο και εκτός χώρας. Ας ξεκινήσουμε με το ίδιο το καθεστώς. Μπορείτε να μας πείτε εν συντομία πόθεν προέρχεται η οικογένεια αλ-Άσαντ και ποια κατεύθυνση έδωσε στη χώρα από τότε που ανέλαβε την εξουσία στα 1970;
Μετά από τις εξεγέρσεις στην Τυνησία και την Αίγυπτο που ανέτρεψαν δύο εδραιωμένους δικτάτορες, αναπτύχθηκε μια τάση να μην εξετάζεται εκ του σύνεγγυς ο χαρακτήρας των διαφόρων δυνάμεων που ανταγωνίζονται για την πολιτική εξουσία τόσο μέσα στα αντιπολιτευτικά κινήματα όσο και στα αραβικά καθεστώτα. Τα γεγονότα στη Λιβύη και η νατοϊκή επέμβαση έχουν θέσει σε εγρήγορση περισσότερους ανθρώπους σχετικά με τους κινδύνους αρπαγής της πάλης των λαών για ελευθερία από αντιδραστικές δυνάμεις. Μια γρήγορη ματιά στο χαρακτήρα του συριακού καθεστώτος και του μεταβαλλόμενου ρόλου του στην περιοχή είναι κρίσιμη στην προσπάθεια να κατανοήσουμε την τρέχουσα σύγκρουση και την επιτυχία των αντιδραστικών δυνάμεων που ιδιοποιούνται το λαϊκό αγώνα για ριζοσπαστικές αλλαγές.
Η Συρία κυβερνιέται από ένα ανελέητο και διεφθαρμένο καθεστώς. Οι αριστεροί Σύροι αγωνιστές έχουν υποστεί τεράστια καταπίεση από τότε που έγινε το πραξικόπημα του Χαφέζ Άσαντ, το 1970. Μετά από αυτό το πραξικόπημα ο Χ. Κίσινγκερ περιέγραψε τη Συρία ως “παράγοντα σταθερότητας”, παρόλο που είχε σοβιετική στρατιωτική στήριξη. Το καθεστώς του Χαφέζ Άσαντ, που το χρηματοδοτούσαν οι μεσαιωνικοί Σαουδάραβες δικτάτορες, έπαιξε ηγετικό ρόλο στην εξασθένηση της παλαιστινιακής αντίστασης κατά τη δεκαετία του 1970 και των αρχών αυτής του 1980. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στον Λίβανο 1975-76 τα συριακά στρατεύματα συμπαρατάχτηκαν με τη φιλο-ισραηλινή Φάλαγγα και άλλες ακραίες δεξιές δυνάμεις. Το καθεστώς, με αντάλλαγμα αμερικανικές υποσχέσεις για τα κατειλημμένα από το Ισραήλ Υψώματα του Γκολάν και σαουδαραβικά πετροδολάρια, υποστήριξε επίσης τον πρώτο πόλεμο των Αμερικανών στον Κόλπο που έγινε με αφορμή το Κουβέιτ.
Η παρουσία των συριακών δυνάμεων στον Λίβανο είχε την πλήρη υποστήριξη των ΗΠΑ, των Σαουδαράβων και του Ισραήλ. Μόνο ύστερα από την αλλαγή πλεύσης της συριακής εξωτερικής πολιτικής και την αντιστροφή του ρόλου της από εχθρό σε σύμμαχο των Παλαιστινίων και του κινήματος της λιβανέζικης αντίστασης, άλλαξαν τη στάση τους οι Αμερικανοί και οι Σαουδάραβες. Ακολούθησαν μια επιθετική εκστρατεία για να αναγκάσουν τη Συρία να αποσυρθεί από τον Λίβανο (1985), ιδίως μετά την κατοχή του Ιράκ το 2003 . Αμερικανοί στρατιώτες σκότωσαν μάλιστα κάποιους Σύρους στρατιώτες στα σύνορα Ιράκ-Συρίας.
Σε σχέση με την κάλυψη από τα ΜΜΕ σήμερα, είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι πριν από την αλλαγή της στάσης της Συρίας τα ΜΜΕ δεν έλεγαν κουβέντα για τον καταπιεστικό χαρακτήρα του καθεστώτος. Αυτή η στάση είναι ίδια με τη σιωπή που κρατούν σχετικά με την καταπίεση των λαών που ασκούν πολλοί ανελέητοι δικτάτορες, οι οποίοι, όμως, είναι σύμμαχοι [της Δύσης]. Σήμερα μιλούν για σουνίτες Σαουδάραβες κυβερνήτες που αντιτίθενται στους σιίτες Αλεβίτες της Συρίας, αλλά τότε τα ΜΜΕ δεν μπήκαν στον κόπο να υπογραμμίσουν ότι οι Βαχαβίτες-σουνίτες Σαουδάραβες υποστήριζαν το συριακό καθεστώς, ούτε έριχναν το θρησκευτικό δηλητήριό τους. Μια παρόμοια κάλυψη που υποδαυλίζει τη θρησκευτική διαμάχη εκτυλίσσεται και στο ζήτημα των ιρανο-σαουδαραβικών σχέσεων μετά την ιρανική επανάσταση του 1979 και την ανατροπή του σάχη, συμμάχου των ΗΠΑ.
Η αντιπολίτευση στο καθεστώς της Συρίας δεν περιορίζεται στην αριστερά, περιλαμβάνει τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, η οποία καθοδήγησε μια λαϊκή εξέγερση το 1982 στο οχυρό της, την πόλη Χάμα. Το καθεστώς συνέτριψε την εξέγερση και δολοφόνησε χιλιάδες ανθρώπους. Παρ’ όλα αυτά, ο αραβικός εθνικισμός ήταν το βασικό ιδεολογικό ρεύμα στη Συρία πάνω από έναν αιώνα, έχοντας αναπτυχθεί στην περίοδο του αγώνα κατά των Οθωμανών και πολύ πιο βαθιά κατά της γαλλικής αποικιακής διοίκησης. Η Συρία κέρδισε την ανεξαρτησία της από τη Γαλλία το 1946.
Σήμερα, η Μουσουλμανική Αδελφότητα στηρίζεται από τους δικτάτορες του Κατάρ και της Σαουδικής Αραβίας, αλλά τα ΜΜΕ σπανίως ασχολούνται με το ειρωνικό γεγονός ότι αυτοί οι δικτάτορες εμφανίζονται ως υπέρμαχοι της δημοκρατίας στη Συρία, ενώ συντρίβουν την αντιπολίτευση στις χώρες τους και στέλνουν τα στρατεύματά τους για να βοηθήσουν τον εμίρη του Μπαχρέιν να καταστείλει το δημοκρατικό κίνημα.
Το 1967, η Συρία δέχτηκε εισβολή και ένα στρατηγικό τμήμα του εδάφους της, τα Υψώματα του Γκολάν, καταλήφθηκε από τους Ισραηλινούς. Έκτοτε, διαδοχικά καθεστώτα νομιμοποίησαν την εξουσία τους εν μέρει γιατί προσπαθούσαν ή εμφανίζονταν ότι προσπαθούσαν να απελευθερώσουν τη Συρία από την κατοχή. Ωστόσο, οι υποσχέσεις των ΗΠΑ ότι θα ανταμείψουν τη Συρία αναγκάζοντας το Ισραήλ να αποσυρθεί από τις κατεχόμενες γαίες αποδείχθηκαν ψευδείς, παρά την πολιτική συμμόρφωση της Συρίας.
Ταυτόχρονα με αυτές τις ψευδείς αμερικανικές υποσχέσεις, μια σειρά άλλων παραγόντων άλλαξαν το ρόλο της Συρίας. Σ’ αυτούς συμπεριλαμβάνονται η άνοδος του Ιράν ως μιας ισχυρής αντι-αμερικανικής και αντι-ισραηλινής δύναμης, οι παλαιστινιακές εξεγέρσεις , η ασταμάτητη ανάπτυξη της λιβανέζικης αντίστασης υπό τη Χεζμπολάχ, που οδήγησε στην απελευθέρωση το Νότιου Λιβάνου από την κατοχή και νίκησε τις δυνάμεις που στηρίζονταν από το Ισραήλ, τη Σαουδική Αραβία και τις ΗΠΑ, η άφιξη εχθρικών αμερικανικών δυνάμεων στα σύνορα της Συρίας με το Ιράκ, η άνοδος της ιρακινής αντίστασης και η ήττα των αμερικανικών δυνάμεων στο Ιράκ.
Οι συριακές ένοπλες δυνάμεις και ο μηχανισμός ασφαλείας, με τις πολυστρωματικές πυραμίδες πληροφοριοδοτών, σχηματίζει τη σπονδυλική στήλη του καθεστωτικού ελέγχου της συριακής κοινωνίας Λέγονται πολλά για τη θρησκευτική φύση του καθεστώτος και τη στήριξή του στις κοινότητες των Αλεβιτών. Νομίζω ότι εδώ υπάρχει ακραία υπερβολή που αγνοεί τους πολύ ευρύτερους κύκλους υποστήριξης προς το καθεστώς, ανεξάρτητα αν αυτή η υποστήριξη είναι ενεργητική, παθητική ή του τύπου “καλύτερα να έχουμε τον κακό που γνωρίζουμε”.
Οι ισχυρές, ως επί το πλείστον σουνιτικές στο θρήσκευμα, εμπορικές τάξεις της Συρίας, κυρίως στη Δαμασκό και στο Χαλέπι, έχουν στενούς δεσμούς με το καθεστώς. Στην πραγματικότητα, οι αμερικανικές κυρώσεις στοχεύουν εν μέρει αυτές τις τάξεις για να τις αναγκάσουν να αλλάξουν στάση. Τμήματα της μεσαίας και της ανώτερης τάξης υποστηρίζουν επίσης σιωπηρά το καθεστώς. Οι θρησκευτικές μειονότητες της Συρίας, συμπεριλαμβανομένων των χριστιανών που αποτελούν το 10% του πληθυσμού, φοβούνται την κοινωνική και πολιτισμική ατζέντα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας για τη Συρία. Και αυτοί θα προτιμούσαν ένα εκκοσμικευμένο καθεστώς παρά ένα κράτος που κυριαρχείται από την Αδελφότητα με την υποστήριξη του Κατάρ και της Σαουδικής Αραβίας. Σημαντικό είναι ακόμη ότι η κουρδική μειονότητα φοβάται επίσης την επιρροή της Τουρκίας στη Μουσουλμανική Αδελφότητα και το γεγονός ότι ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός έχει την έδρα του στην Τουρκία, η οποία έχει ένα τρομακτικό ρεκόρ δολοφονίας άνω των 20.000 Κούρδων. Επίσης, εκατομμύρια γυναίκες φοβούνται το κοινωνικό πρόγραμμα της Αδελφότητας.
Στο πλαίσιο της τρέχουσας σύγκρουσης, οι φτωχοί, οι άνεργοι και οι φοιτητές που υποστήριξαν στην αρχή το ως επί το πλείστον αυθόρμητο κίνημα διαμαρτυρίας είναι πλέον πολύ πιο επιφυλακτικοί, εν μέρει λόγω της καταστολής που εφάρμοσε το καθεστώς, αλλά πρωτίστως εξαιτίας της αντίθεσής τους στη μεσολάβηση των ΝΑΤΟ-Κατάρ-Σαουδικής Αραβίας και στη στρατιωτικοποίηση τμημάτων της αντιπολίτευσης, ιδίως στο Συριακό Εθνικό Συμβούλιο και στον Ελεύθερο Συριακό Στρατό που κυριαρχούνται από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Περιγράφετε το πρόσφατο κίνημα διαμαρτυρίας ως “ως επί το πλείστον αυθόρμητο”. Αυτό προφανώς δεν σημαίνει ότι δεν είχαν συσσωρευτεί παράπονα για μακρό χρονικό διάστημα, αλλά υποδεικνύει μια έλλειψη ισχυρών οργανώσεων αντίστασης με πολύχρονη δράση – όπως ήταν η περίπτωση χωρών σαν την Αίγυπτο και την Τυνησία, επί παραδείγματι.
Η αριστερή και προοδευτική αντιπολίτευση στο συριακό καθεστώς μετρά δεκαετίες, ιδίως μετά το πραξικόπημα του Χαφέζ Άσαντ το 1970 που εκδίωξε την “αριστερή” φράξια υπό τον Σαλάχ Τζεντίντ. Αυτή η ομάδα στήριζε τα παλαιστινιακά αντιστασιακά κινήματα που είχαν τη βάση τους στην Ιορδανία και αγωνίστηκαν ενάντια στη στρατιωτική επίθεση που εξαπέλυσε ο στρατός του βασιλιά Χουσεΐν, τον Σεπτέμβριο του 1970. Ο Χαφέζ Άσαντ, που ήταν υπουργός Άμυνας πριν το πραξικόπημα, αμέσως καθησύχασε τους Αμερικανούς και τους Σαουδάραβες παίρνοντας το μέρος του Χουσεΐν και αρχίζοντας να εξαρθρώνει όλες τις αριστερές δυνάμεις στη χώρα.
Η αριστερά στη Συρία ήταν οργανωμένη κατά το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα κυρίως στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Συρίας. Το κόμμα αυτό ιδρύθηκε το 1924 και είχε υποστεί πολλές φορές την καταστολή του καθεστώτος. Από το 1970 και εξής οι πιο μαχητικές ομάδες μέσα στο κόμμα και άλλες αριστερές οργανώσεις και προσωπικότητες φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και εξορίστηκαν. Ωστόσο, η πειθήνια στάση της κομματικής ηγεσίας σε αντίθεση με τις πιο μαχητικές μορφές αγώνα στη Συρία, την Παλαιστίνη και τον Λίβανο, και η δουλική υποστήριξη της σοβιετικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή σταδιακά μετέτρεψε το ΚΚΣ σε ένα κόμμα τμημάτων της διανόησης παρά σε αυθεντικό κόμμα της εργατικής τάξης. Ίσως, ένα εργατικό κόμμα να απευθυνόταν στην ευρύτερη κοινωνία με ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα που θα αντανακλούσε επίσης τη νεο-αποικιακή θέση της Συρίας και να γινόταν μέρος του ευρύτερου αγώνα της περιοχής ενάντια στον ιμπεριαλισμό και το σιωνισμό. Όπως ήρθαν τα πράγματα όμως, το πολιτικό κενό το γέμισαν ισλαμικά και εθνικιστικά κινήματα, μεταξύ των οποίων το κόμμα Μπάαθ, που προασπίστηκαν τους συριακούς, παλαιστινιακούς και ευρύτερους αραβικούς εθνικιστικούς σκοπούς. Μια παρόμοια διαδικασία έλαβε χώρα στην Αλγερία όπου αρχικά οι μαρξιστές υπερασπίστηκαν τη γραμμή του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, διακηρύσσοντας ότι η Αλγερία θα απελευθερωνόταν όταν η Γαλλία θα γινόταν σοσιαλιστική.
Στην τρέχουσα σύγκρουση, όλες οι αριστερές δυνάμεις στη Συρία υποστήριξαν τις αρχικές πορείες διαμαρτυρίας μετά τις εξεγέρσεις της Τυνησίας και της Αιγύπτου. Οι πορείες, που άρχισαν στην Ντεράα στα σύνορα με την Ιορδανία, υποστηρίχθηκαν επίσης από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Τα αιτήματα είχαν στο επίκεντρό τους τη διαφθορά, την ανεργία και τα δημοκρατικά δικαιώματα. Έτσι, ενώ έγιναν τεράστιες διαδηλώσεις σε πολλές πόλεις, ήταν αξιοσημείωτο ότι καμιά διαδήλωση δεν έλαβε χώρα στις δυο μεγαλύτερες πόλεις της Συρίας, τη Δαμασκό και το Χαλέπι, όπου κατοικεί ο μισός πληθυσμός της χώρας.
Ήταν επίσης αξιοσημείωτο ότι όσο περισσότερο παρενέβαινε το ΝΑΤΟ και στρατιωτικοποιούσε το κίνημα διαμαρτυρίας στη Λιβύη, τόσο συρρικνώνονταν οι μαζικές ειρηνικές διαδηλώσεις στη Συρία. Οι διαδηλωτές λιγόστευαν από εκατοντάδες σε δεκάδες χιλιάδες και σε ορισμένες χιλιάδες ή και λιγότερο. Προφανώς, η βαναυσότητα του καθεστώτος ήταν ένας παράγοντας, αλλά δεν νομίζω ότι ο φόβος έπαιξε τον μεγαλύτερο ρόλο. Νομίζω ότι ο κύριος λόγος είναι πως η δημοκρατική αντιπολίτευση στη Συρία στην πλειοψηφία της είναι επίσης σταθερά αντι-ιμπεριαλιστική και όπως είναι φυσικό φοβήθηκε τα σχέδια του ΝΑΤΟ και του Ισραήλ για τη Συρία. Τα γεγονότα στη Λιβύη και πάνω απ’ όλα τα λουτρά αίματος και η καταστροφή του γειτονικού Ιράκ από τις αμερικανικές δυνάμεις και τις συμμορίες των τρομοκρατών έπαιξαν τον κύριο ρόλο στο να εμπνεύσουν φόβο στο μεγαλύτερο μέρος της συριακής κοσμικής/λαϊκής αντιπολίτευσης για τις συνέπειες της κλιμακούμενης σύγκρουσης. Δεν μπορούσαν να μη σημειώσουν ότι ενώ το Ιράκ φλεγόταν, η ίδια η Συρία έγινε το καταφύγιο ενός εκατομμυρίου Ιρακινών προσφύγων.
Από την άλλη, η ηγεσία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και οι ηγέτες της αντιπολίτευσης που είχαν τη βάση τους στην Ιστανμπούλ, στο Παρίσι και το Λονδίνο χρησιμοποιούσαν τη δημοσιότητα που είχαν στα ελεγχόμενα από τα αραβικά κράτη ΜΜΕ, ιδίως από το Al-Jazeera του Κατάρ. Τα γεγονότα έδειξαν επίσης ότι επί πολλά χρόνια τμήματα της συριακής αντιπολίτευσης χρηματοδοτούνταν και εξοπλίζονταν.
Μετά την ταχεία απώλεια του Μπεν Άλι και του Μπουμπάρακ, η προσοχή των ΗΠΑ, της Σαουδικής Αραβίας, του Κατάρ και της Τουρκίας στράφηκε στη Συρία. Η μαζική εξέγερση στο Μπαχρέιν , έδρα του πέμπτου αμερικανικού στόλου, όξυνε επίσης την αίσθηση του κινδύνου και το φόβο των λαϊκών εξεγέρσεων. Το σαουδαραβικό και άλλα σεϊχάτα του Κόλπου έστειλαν τα στρατεύματά τους για να βοηθήσουν το βασιλιά Χαμάντ να συντρίψει την εξέγερση που, όμως, είναι ακόμη ζωντανή.
Η Τουρκία, ο Λίβανος, η Ιορδανία και περιοχές του Ιράκ έγιναν τα κέντρα της αντεπανάστασης στη Συρία. Όπλα περνούσαν λαθραία στη Συρία , η ιδρυθείσα από τους Αμερικανούς ιρακινή πολιτοφυλακή al-Sahwaυποστήριζε τους ένοπλους “εξεγερμένους” και Λίβυοι πολεμιστές μεταφέρθηκαν λαθραία στις εμπόλεμες ζώνες. Τρομοκράτες που επιχειρούν μέσα στο Ιράκ συμμετείχαν στην “τζιχάντ” κατά του συριακού καθεστώτος.
Από την άλλη, η πολύχρονη καταστολή κατέστησε τη δημοκρατική αντιπολίτευση πολύ αδύναμη για να ηγηθεί του αγώνα της χώρας. Ως οργανωμένη δύναμη η δημοκρατική αντιπολίτευση δεν έχει καμιά αντιστοιχία με τους τεράστιους πόρους της αντεπανάστασης. Η μόνη τους ελπίδα ήταν να διατηρήσουν τον ειρηνικό και διαρκή χαρακτήρα των διαμαρτυριών. Όπως στη Λιβύη όμως, η αντεπανάσταση είχε άλλα σχέδια.
Η αριστερά έπρεπε επίσης να αναγνωρίσει ότι το καθεστώς έχει την υποστήριξη των εύπορων μεσαίων τάξεων, ιδίως στη Δαμασκό και στο Χαλέπι. Οι πολυάριθμες εθνοτικές και θρησκευτικές μειονότητες και μεγάλα τμήματα του γυναικείου πληθυσμού φοβούνται επίσης την κοινωνικά αντιδραστική φύση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και τον τύπο του καθεστώτος που θα μπορούσε να επιβάλει στη Συρία. Η κλήση του ηγέτη της Αλ-Κάιντα Αϊμάν αλ-Ζαχράουι για ένοπλη τζιχάντ με σκοπό την ανατροπή του Άσαντ τρομοκράτησε επίσης τον πληθυσμό που θεώρησε ότι στη χώρα θα ξεσπάσει θρησκευτική σύγκρουση.
Αυτό μας φέρνει σε δύσκολη θέση. Ως αριστεροί αγωνιστές υποστηρίζουμε τα δικαιώματα του λαού στην ελευθερία, την ισότητα και την αυτοδιάθεση. Ως αγωνιστές που βρισκόμαστε στα ιμπεριαλιστικά κέντρα είμαστε αντίθετοι με τις πράξεις των κυβερνήσεών μας που αρνούνται αυτά τα δικαιώματα. Έτσι, η υποστήριξή μας στην ελευθερία και την ισότητα και η αντίθεσή μας με τον ιμπεριαλισμό πηγαίνουν χέρι-χέρι. Ωστόσο, η εικόνα που περιγράφετε για τη Συρία έχει ως συνέπεια να μην μπορούμε να κάνουμε τίποτε απ’αυτά. Είναι δυνατόν να υποστηρίζουμε το δημοκρατικό αγώνα στη Συρία ΚΑΙ να είμαστε αντίθετοι με την ξένη επέμβαση; Ή αυτή είναι μια πολυτέλεια που δεν αντέχουμε;
Θέτετε ένα πολύ σημαντικό ερώτημα. Ας το ξεκαθαρίσουμε με τον πιο σαφή τρόπο: είναι ζωτικό για την αριστερά να εναντιώνεται πάντα και στον ιμπεριαλισμό και στα καθεστώτα που καταπιέζουν τους λαούς. Είναι θέμα αρχής που δεν πρέπει ποτέ να εγκαταλειφθεί. Τα κινήματα που εγκατέλειψαν τον έναν ή τον άλλο από αυτούς τους σκοπούς διέπραξαν σοβαρά και ορισμένες φορές μοιραία λάθη.
Το Ιρακινό Κομμουνιστικό Κόμμα είναι ένα καλό παράδειγμα εν προκειμένω. Μέσα σε τρεις δεκαετίες, συρρικνώθηκε και από ένα ισχυρό κόμμα της εργατικής τάξης, που το υποστήριζε η συντριπτική πλειοψηφία του ιρακινού λαού στα 1958-59, έγινε μια παθητική ομαδούλα που πιθανώς πήρε χρήματα απ’ τη Σαουδική Αραβία το 1991, ως αντάλλαγμα της υποστήριξής του Πολέμου στον Κόλπο που εξαπέλυσε η υπό τους Αμερικανούς συμμαχία τότε, και προστασία έναντι τιμήματος από το Κουρδικό Δημοκρατικό Κόμμα του Μπαρζανί, από το 1978-79 και εξής.Στην πράξη, πρόδωσε γενναίους αγώνες κατά του ιμπεριαλισμού και της εγχώριας αντίδρασης και άνοιξε ένα κεφάλαιο ντροπής υπηρετώντας την αμερικανική Αρχή κατοχής το 2003. Εγκατέλειψε τον αγώνα για τον δημοκρατικό σοσιαλισμό το 1959 εν ονόματι της εναντίωσης στον ιμπεριαλισμό και εγκατέλειψε τη μάχη κατά του ιμπεριαλισμού από το 1990 και εξής εν ονόματι της μάχης για τη δημοκρατία.
Πάντα είναι ρευστό το ποιος από τους δύο σκοπούς καθίσταται το κεντρικό σημείο του αγώνα. Ωστόσο, σε μια εποχή όλο και μεγαλύτερης ιμπεριαλιστικής επίθεσης και πολέμων, το να στηλιτεύεται ο ιμπεριαλισμός και η εκμετάλλευση που επιβάλλει στους λαούς του κόσμου πάντα βρίσκεται στον πυρήνα της δουλειάς της αριστεράς. Ο ιμπεριαλισμός είναι μια εκδήλωση του μονοπωλιακού καπιταλισμού που εκμεταλλεύεται τους εργαζόμενους και στην κάθε χώρα και διεθνώς. Η αριστερά των “ιμπεριαλιστικών κέντρων” έχει το πρόσθετο διεθνιστικό καθήκον να τάσσεται πάντα με τον αγώνα των καταπιεσμένων εναντίον του ιμπεριαλισμού, για την αυτοδιάθεση. Το να τάσσεται με τους καταπιεσμένους σημαίνει επίσης ότι τους υποστηρίζει όταν εξεγείρονται εναντίον των εγχώριων καταπιεστών. Οι εξεγέρσεις και ο αγώνας για δημοκρατία είναι αναπόσπαστο μέρος του αντι-ιμπεριαλιστικού αγώνα .
Για μένα, η πολυπλοκότητα του προβλήματος επιλύεται ορίζοντας πως ο λαϊκός αγώνας για πολιτικά δικαιώματα και κοινωνική χειραφέτηση κατευθύνεται σαφώς εναντίον της εγχώριας αντίδρασης/καταπίεσης αλλά και του ιμπεριαλισμού. Στο Ιράκ και στη Λιβύη χθες, στη Συρία σήμερα, ο ιμπεριαλισμός κατόρθωσε να εκμεταλλευτεί τον αγώνα για τη δημοκρατία και να βάλει στη γωνία τις δυνάμεις της προοδευτικής αντιπολίτευσης. Η αριστερά πρέπει να αντιμετωπίσει τα γεγονότα και να μην τα σπρώχνει κάτω απ’ το χαλί. Στη Συρία σήμερα υπάρχουν ένοπλες ομάδες που υποστηρίζονται από το ΝΑΤΟ, καθοδηγούνται από αντιδραστικούς που πληρώνουν η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ. Η Συρία αποτελεί μείζονα στόχο του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και των συμμάχων του που επιδιώκουν να εγκαταστήσουν ένα καθεστώς-πελάτη ή αν αποτύχουν σ’ αυτό το σκοπό να βυθίσουν τη χώρα σε ένα λουτρό αίματος με τη σύγκρουση αντιμαχόμενων θρησκευτικών φατριών. Το καθήκον της αριστεράς στη Βρετανία είναι να αντισταθεί σταθερά και να σηκώσει ψηλά τις σημαίες: “Κάτω τα χέρια απ’ τη Συρία”, “Να μη γίνει η Συρία Ιράκ”, “Να μη γίνει το Ιράν Ιράκ”, “Να ορίσει ο συριακός λαός το μέλλον του”…
Το αl-Jazeera είναι ένα κανάλι που έχει αποκτήσει φήμη στην αριστερά για την κάλυψη στη Μέση Ανατολή (κάποιοι θα έλεγαν για τις ειδήσεις του γενικά) με μεγαλύτερη λεπτομέρεια και σοβαρότητα από ό,τι τα κατεστημένα ΜΜΕ στη Βρετανία. Και τώρα εσείς λέτε ότι σε σχέση με τη Συρία και τη Λιβύη ο ρόλος του ήταν πολύ ύπουλος. Μπορείτε να εξηγήσετε πώς; Θα μπορούσατε να προσθέσετε τις εντυπώσεις σας για την κάλυψη της Συρίας από τα βρετανικά ΜΜΕ;
Με πολύ λίγες και αξιοσημείωτες εξαιρέσεις, πραγματικά δεν κάνει και πολλά για να προσφέρει μια πιο σοβαρή και αξιόπιστη κάλυψη για τη Μέση Ανατολή από ό,τι τα κατεστημένα ΜΜΕ εδώ. Με κάποιες σημαντικές εξαιρέσεις, τα βρετανικά ΜΜΕ απηχούν τη γραμμή που υιοθετεί το Φόρεϊν Όφις για κάθε συγκεκριμένο γεγονός ή χώρα. Μια πολύπλοκη σειρά ιδεολογικών, πολιτικών, κοινωνικών, οικονομικών και εμπορικών παραγόντων παρεμβάλλεται στον τρόπο που μεταδίδουν τα ΜΜΕ τα ρεπορτάζ για τη Μέση Ανατολή και γενικά για τις παγκόσμιες υποθέσεις. Οι ιδιοκτήτες και οι διευθυντές των ΜΜΕ θεωρούν ότι τα “βρετανικά εθνικά συμφέροντα” τα εκφράζει το Φόρεϊν Όφις, το βλέπουν σαν κάτι ουδέτερο και πρότυπο του “εθνικού συμφέροντος”. Δεν γίνεται καμιά διάκριση ανάμεσα στο αυθεντικό συμφέρον του βρετανικού λαού και στα συμφέροντα των κατασκευαστών όπλων και των πετρελαϊκών εταιρειών.
Η κάλυψη της πολιτικής του Ισραήλ, των δικαιωμάτων του παλαιστινιακού λαού, του Ιράν του Μοσαντέκ (1953), της Αιγύπτου του Νάσερ (1952-1970), του Ιράκ του Κασέμ (1958-1963), των φονικών κυρώσεων στο Ιράκ, του πολέμου στο Ιράκ, του νατοϊκού βομβαρδισμού στη Λιβύη και τώρα της τρέχουσας καλυμμένης νατοϊκής επέμβασης στη Συρία είναι παραδείγματα του πώς τα κατεστημένα ΜΜΕ περνούν τη γραμμή που υποστηρίζει η κάθε κυβέρνηση. Παρόμοια, το σκληρό και κοινωνικά καταπιεστικό σαουδαραβικό καθεστώς συγκαλύπτεται, επειδή οι Σαουδάραβες μεσαιωνικοί κυβερνήτες θεωρούνται σημαντικοί σύμμαχοι.
Το Al-Jazeera έχει τον δικό του ιστορικό δεσμό με τα βρετανικά ΜΜΕ! Ο δορυφορικός αναμεταδότης μπήκε σε τροχιά το 1996 ύστερα από το ξαφνικό κλείσιμο του αραβικού σταθμού του BBC, που ήταν μια μεικτή επιχείρηση με ένα κορυφαίο Σαουδάραβα πρίγκιπα. Το κλείσιμο ήταν αποτέλεσμα της σαουδαραβικής επιμονής να παρακολουθείται όλο το τηλεοπτικό υλικό, πράγμα που ανάγκασε το BBC να αποσυρθεί. Οι κυβερνήτες του Κατάρ άδραξαν την ευκαιρία και έβαλαν σε λειτουργία τοAl-Jazeera, χρησιμοποιώντας δεκάδες μέλη του προσωπικού της αραβικής υπηρεσίας του BBC, και με τη βασιλική οικογένεια του Κατάρ ως ιδιοκτήτες και πολιτικούς επιτηρητές.
Η παρέμβαση των διάφορων δικτατοριών του αραβικού κόσμου έκανε όλους τους αραβικούς τηλεοπτικούς σταθμούς να θεωρούνται , σε ποικίλους βαθμούς, μεταδότες των κρατικών ψευδών, των μισών αληθειών και στην καλύτερη περίπτωση των ακίνδυνων ρεπορτάζ. Η έλευση των δορυφορικών καναλιών και του Ίντερνετ άνοιξε τις πόρτες για το Al-Jazeera ώστε να προβληθεί ως αντίδοτο στην κρατική λογοκρισία.
Οι πιο κοσμοπολίτες και λιγότερο ευάλωτοι Καταριανοί κυβερνήτες, που βρίσκονταν στα μαχαίρια με τους Σαουδάραβες ομολόγους τους, είδαν στοAl-Jazeera ένα όχημα εξάπλωσης της πολιτικής επιρροής τους. Του έδωσαν το ελεύθερο να κάνει ρεπορτάζ για τον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο, διατηρώντας ταυτόχρονα τον αυστηρό έλεγχο στην κρατική τηλεόραση του Κατάρ. Βεβαίως, δεν του επιτράπηκε να παρουσιάζει αρνητικά τους δικτάτορες του Κατάρ ή να ερευνήσει το πώς ο σημερινός κυβερνήτης εκθρόνισε τον πατέρα του με τις αμερικανικές ευλογίες. Το Κατάρ έγινε η βάση των αμερικανικών στρατιωτικών επιχειρήσεων σε όλη τη Μέση Ανατολή, στο Αφγανιστάν και το Ιράκ.
Μια πλευρά του Al-Jazeera που δεν τραβά πολλή προσοχή είναι η τάση του να καλύπτει με αρνητικό τρόπο τη σαουδαραβική βασιλική οικογένεια και τα εκτεταμένα οικονομικά και ιδιοκτησιακά συμφέροντα των πριγκίπων, που δυσχεραίνουν τις καταριανές επενδύσεις και επιρροή στη Μέση Ανατολή. Οι τριβές ανάμεσα στις βασιλικές οικογένειες του Κατάρ και της Σαουδικής Αραβίας έγιναν πιο έντονες αφότου άρχισαν οι κυβερνήτες του Κατάρ να ενδιαφέρονται πολύ για τη διεύρυνση της επιρροής τους στη Μέση Ανατολή. Περιστασιακά, ωστόσο, άφοβοι ρεπόρτερ του Al-Jazeera’sαναστατώνουν τους Αμερικανούς στρατιωτικούς σχεδιαστές στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ.
Ως αντίδραση στο Al-Jazeera, οι Σαουδάραβες χρηματοδότησαν το κανάλιal-Arabiya και άλλους δορυφορικούς σταθμούς.
Όμως, οι εξεγέρσεις στον αραβικό κόσμο, ιδίως στο γειτονικό Μπαχρέιν, απείλησαν όλες τις κυβερνώσες οικογένειες της περιοχής του Κόλπου. Αυτό ώθησε τους Καταριανούς και τους Σαουδάραβες να καταστήσουν κοινό σκοπό τους την καταστολή των εξεγέρσεων στο Μπαχρέιν και την Υεμένη, να υποστηρίξουν την επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Λιβύη και να χρηματοδοτήσουν τμήματα της συριακής αντιπολίτευσης, δουλεύοντας για τη στρατιωτικοποίηση της σύγκρουσης στη Συρία. Διότι γνωρίζουν πως η στρατιωτικοποίηση της σύγκρουσης δεν θα διευκολύνει απλώς την καλυμμένη και πιθανώς ανοιχτή επέμβαση του ΝΑΤΟ, αλλά και θα ακυρώσει τις προσπάθειες των προοδευτικών αντι-ιμπεριαλιστικών δυνάμεων να καθοδηγήσουν τον λαϊκό αγώνα για τη δημοκρατία και τις ριζικές κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές.
Το αγγλικό Al-Jazeera στοχεύει σε διαφορετικό κοινό, αλλά έχει επίσης να ανταγωνιστεί άλλους σταθμούς, ιδίως τους ιρανικούς και ρωσικούς δορυφορικούς σταθμούς. ‘Ομως, τόσο το αγγλικό όσο και το αραβικό Al-Jazeera , από κοινού με όλους σχεδόν τους αραβικούς τηλεοπτικούς σταθμούς, στοχεύουν το Ιράν με μπαράζ αρνητικών ειδήσεων , με ρατσιστικές και σεχταριστικές αποχρώσεις εναντίον της “περσικής” και “σιιτικής επιρροής” στην περιοχή. Αυτή η πλευρά του ρεπορτάζ του Al-Jazeera λαμβάνει όλο και μεγαλύτερη σημασία στο πλαίσιο των πιθανών ισραηλινών και αμερικανικών επιθέσεων στο Ιράν.
Επιτρέψτε μου να παραθέσω απόσπασμα από άρθρο που έγραψα το περασμένο έτος, στο οποίο αναφέρομαι στο ρόλο του Al-Jazeera μέσα στις αραβικές εξεγέρσεις:
“Αν και το Al-Jazeera έχει πλέον γίνει το πιο ισχυρό πολιτικό εργαλείο της αντεπανάστασης στον αραβικό κόσμο, ο ρόλος του στη Λιβύη και ο αντίκτυπος της παρουσιαζόμενης ως θρησκευτικής διαμάχης εξέγερσης του Μπαχρέιν θα ήταν πολύ λιγότερο θανάσιμος αν δεν υπήρχε το κύρος και η αυθεντία που απέκτησε στην κορύφωση της τυνησιακής και αιγυπτιακής εξέγερσης [...]Αυτά [του έδωσαν] μια μοναδική θέση άσκησης επιρροής στα γεγονότα και στις προσλήψεις τους ιδίως σε σχέση με τη Λιβύη, το Μπαχρέιν, τη Συρία, την Υεμένη και το Ιράκ. [...] Αν και το Al-Jazeera πάντα προέβαλε μια θρησκευτική απόχρωση στα κύρια άρθρα του, επήλθε μια σημαντική αλλαγή προσανατολισμού όταν η καταριανή βασιλική οικογένεια [...] έθαψε τη μακροχρόνια σύγκρουσή της με τη σαουδαραβική βασιλική οικογένεια τη στιγμή που το επαναστατικό παλιρροϊκό κύμα έφτασε στο Μπαχρέιν [...] Η σιωπή του καναλιού για τη βίαιη καταστολή των διαδηλωτών του Μπαχρέιν, έδρας του πέμπτου αμερικανικού στόλου, συνοδεύτηκε από ζωντανές συνεντεύξεις με τον σεΐχη Καραντάουι, έναν Αιγύπτιο κληρικό με μεγάλη επιρροή και φιλοξενούμενο της βασιλικής οικογένειας του Κατάρ”.
Προκαλώντας σοβαρή ζημία στις δημοκρατικές δυνάμεις της Συρίας, τοAl-Jazeera σάλπισε τα καλέσματα των κυβερνητών του Κατάρ και της Σαουδικής Αραβίας για τη στρατιωτικοποίηση της σύγκρουσης. Έδωσε φωνή στο Συριακό Εθνικό Συμβούλιο και στον Ελεύθερο Συριακό Στρατό που υποστηρίζουν τη νατοϊκή επέμβαση, δεν αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφία του λαού και κυριαρχούνται από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Ίσως πιο βλαβερός είναι ο τρόπος που αποσιώπησε τις φωνές της δημοκρατικής συριακής αντιπολίτευσης η οποία τάσσεται κατά της ξένης επέμβασης.
Πώς βλέπετε να εξελίσσεται η σύγκρουση; Βλέπετε νίκη των αντιδραστικών δυνάμεων , καθώς μας κινούν όλο και πιο κοντά σε έναν πόλεμο με το Ιράν; Υπάρχει ακόμη η δυνατότητα επαναστατικής αλλαγής στη Συρία;
Πιστεύω ότι μια νίκη των σαουδαραβικών και καταριανών αρχουσών τάξεων που στηρίζονται από τις ΗΠΑ θα αποτελέσει μεγάλη οπισθοχώρηση για το λαό της Συρίας, της Παλαιστίνης, του Λιβάνου, του Ιράκ και όλης της περιοχής. Θα βυθίσει τη Συρία και όλη την περιοχή σε μια θρησκευτική διαμάχη με λουτρά αίματος και θα διευκολύνει τα σχέδια επίθεσης στο Ιράν.
Μια ανησυχητική κίνηση που υποδεικνύει τις μελλοντικές εξελίξεις, είναι η μεγάλη στρατιωτική άσκηση των Αμερικανών που έγινε στην Ιορδανία [τον Μάιο]. 12.000 στρατιώτες πολυεθνικών δυνάμεων προερχόμενων από μέλη του ΝΑΤΟ και αραβικά κράτη πήραν μέρος στην Επιχείρηση Πρόθυμος Λέων 2012, την πρώτη άσκηση τέτοιου τύπου στην περιοχή. Στρατιωτικές πηγές των ΗΠΑ δεν κρύβουν ότι η προσομοίωση των αποβάσεων αμφίβιων οχημάτων και άλλοι πολεμικοί ελιγμοί αποσκοπούσαν στο να “σημειωθούν” από τη Συρία και το Ιράν.
Η Συρία έχει μεγάλη σημασία όχι μόνο για τον ιστορικό της ρόλο και τη στρατηγική θέση της στην περιοχή, αλλά και επειδή είναι η μόνη σύμμαχος του Ιράν. Η εγκατάσταση ενός φιλο-αμερικανικού καθεστώτος στη Δαμασκό ή η αποδιάρθρωση της Συρίας μέσω σοβαρών κυρώσεων, τρομοκρατικών επιθέσεων και θρησκευτικού εμφύλιου πολέμου θα έχει ως αποτέλεσμα την κλιμάκωση της πίεσης στο Ιράν με στόχο ή να υποχωρήσει στις αμερικανικές απαιτήσεις ή να δεχθεί επίθεση.
Πιστεύω ότι το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν δεν αποτελεί τη μείζονα ανησυχία των ΗΠΑ, δεδομένου ότι η ίδια η CIA έχει ομολογήσει ότι δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι το Ιράν δουλεύει για την παραγωγή πυρηνικών όπλων. Το Ιράν είναι μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη και μία από τις μεγαλύτερες χώρες-παραγωγούς πετρελαίου στον κόσμο, που τυχαίνει να εναντιώνεται ανυποχώρητα στις πολιτικές των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Η πολιτική του αντιστρατεύεται τα αμερικανικά σχέδια και έχει δημιουργήσει προβλήματα στους Αμερικανούς στο Αφγανιστάν και το Ιράκ και στους Ισραηλινούς στην Παλαιστίνη και τον Λίβανο.
Μετά τις αραβικές εξεγέρσεις, οι Σαουδάραβες και οι Καταριανοί ενθαρρύνονται από την Ουάσιγκτον να δυναμώσουν την επιρροή τους στη Μέση Ανατολή, αποκαθιστώντας τη χαμένη επιρροή τους στη Συρία και στον Λίβανο. Στον Λίβανο, βασικός στόχος είναι να ηττηθεί η Χεζμπολάχ (και οι χριστιανοί , αριστεροί και εθνικιστές σύμμαχοί της) . Προσπαθούν να σύρουν τη Χεζμπολάχ σε άλλον έναν εμφύλιο πόλεμο. Το Al-Jazeeraκαι τα ΜΜΕ των αραβικών κρατών διεξάγουν μια παρατεταμένη ρατσιστική και σεχταριστική εκστρατεία κατά του Ιράν , απεικονίζοντάς το ως τον κύριο εχθρό και κατηγορώντας τη Συρία και τη Χεζμπολάχ ότι είναι ενεργούμενα του Ιράν.
Μ’ αυτά δεν θέλω να πω ότι η αντεπαναστατική επίθεση θα είναι επιτυχής. Ο λαός της Συρίας τάσσεται συντριπτικά κατά μιας πολιτικής και κοινωνικής αλλαγής στη χώρα του που χρηματοδοτείται και στηρίζεται από τις δικτατορίες του Ριάντ και της Ντόχα. Οι γυναίκες, οι περισσότερες από τις οποίες απολαμβάνουν κοινωνικά δικαιώματα πολύ εκτεταμένα σε σύγκριση με τις γυναίκες στη Σαουδική Αραβία, οι εθνοτικές και θρησκευτικές μειονότητες και η δημοκρατική αριστερά στη Συρία αποτελούν μια ισχυρή δύναμη εναντίον των δυνάμεων που πατρονάρουν οι Σαουδάραβες και οι Καταριανοί μονάρχες και είναι αντίθετη στην επέμβαση του ΝΑΤΟ. Η στρατιωτικοποίηση της σύγκρουσης και η καταφυγή σε τρομοκρατικές επιθέσεις δείχνουν ότι οι αντιδραστικές δυνάμεις δεν κατόρθωσαν να κερδίσουν μαζική υποστήριξη στη γραμμή τους. Ωστόσο, ο αγώνας της αντι-ιμπεριαλιστικής αριστεράς και άλλων δημοκρατικών δυνάμεων στη Συρία, όπως και στο Ιράκ, εξακολουθεί να είναι δύσκολος και πολύπλοκος, λόγω της βαναυσότητας και της διαφθοράς του καθεστώτος, από τη μια, και της επέμβασης του ΝΑΤΟ και των Σαουδαράβων/Καταριανών, από την άλλη.
Τα χρόνια καταπίεσης από δικτατορίες, που στηρίζονταν από τις αποικιακές και ιμπεριαλιστικές δυνάμεις επί πολλές δεκαετίες, έχουν εξασθενήσει οργανωτικά την αριστερά και τις άλλες δημοκρατικές δυνάμεις. Είναι προφανές ότι με την υποστήριξη της Σαουδικής Αραβίας και του Κατάρ, η ηγεσία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και των Σαλαφιστών δρέπουν βραχυπρόθεσμα τους καρπούς της εξέγερσης. Αυτές οι δυνάμεις έπαιζαν πάντα διπλό ρόλο μέσα στα πιο φτωχά τμήματα του πληθυσμού, δίνοντας φωνή στα αιτήματά τους, ενώ, ταυτόχρονα, λειτουργούσαν σαν το καπάκι που περιόριζε τα πιο ριζοσπαστικά, πολιτικά και κοινωνικά, αιτήματα του λαού. Σε κρίσιμες εποχές, όπως στην Αίγυπτο, τη Συρία και το Ιράκ σήμερα, έπαιξαν αντεπαναστατικό ρόλο και διευκολύνθηκαν από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.
Παρ’ όλα αυτά, οι εξεγέρσεις στην περιοχή έχουν φέρει στο προσκήνιο τη μαζική λαϊκή ενεργητικότητα που προοιωνίζεται θετικά πράγματα για το μέλλον.
Βραχυπρόθεσμα, είμαι αρκετά απαισιόδοξος όσον αφορά τη ριζική δημοκρατική αλλαγή στη Συρία. Νομίζω ότι δεν είναι δυνατή σ’ αυτή τη φάση των αγώνων, λόγω της αδυναμίας των αριστερών οργανώσεων και του προγεφυρώματος που έχουν κερδίσει μέσα στη χώρα οι αντιδραστικές δυνάμεις. Μακροπρόθεσμα όμως, οι αραβικές εξεγέρσεις βάζουν νέα θεμέλια για την αριστερά, βοηθούν να οργανωθεί και να προετοιμαστεί για τις παρατεταμένες μάχες που έρχονται. Ο λαϊκός κόσμος έχει αποκτήσει εμπειρίες με τρόπο πρωτοφανή. Πιστεύω ότι οι θρίαμβοι και οι υποχωρήσεις αποτελούν σχολειό για τις νέες γενιές , τις βοηθούν να αναπτύξουν πιο αποτελεσματικά μέσα και οργανώσεις για να οδηγήσουν τους αγώνες προς τα εμπρός.
Μετάφραση Αρ.Αλαβάνου
*Ο Σάμουελ Γκρόουβ είναι ανεξάρτητος ερευνητής και δημοσιογράφος. Ο αρχικός τίτλος της συνέντευξης είναι “Ανάμεσα στον ιμπεριαλισμό και την καταπίεση”.
via http://www.tometopo.gr/home/news/836-2012-07-05-05-39-16.html
πηγη
Πηγή: New left Project
Ο Σαμί Ραμαντανί είναι λέκτορας κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Μετροπόλιταν, του Λονδίνου. Με τα τύμπανα του πολέμου να ηχούν και πάλι στην Ανατολική Μεσόγειο, την Ελλάδα να...
εμπλέκεται, εφόσον γνωστοποιήθηκε από κρητικά ΜΜΕ ότι ζητήθηκε ήδη να χρησιμοποιηθεί η βάση της Σούδας, έχει κρίσιμη σημασία η πληροφόρηση για τη δυναμική της σύγκρουσης στη Συρία και η αποδόμηση της παραπληροφόρησης.
Ο Σ. Ραμαντανί αναλύει την εσωτερική συριακή κατάσταση, το ρόλο των αντιδραστικών μοναρχιών του Κόλπου και του ΝΑΤΟ και τις επιπτώσεις που θα έχει στη Μέση Ανατολή η εγκατάσταση φιλο-αμερικανικού καθεστώτος στη Συρία ή η βύθισή της σε εμφύλιο θρησκευτικό πόλεμο.
via To Mέτωπο
Η αναταραχή στη Συρία είναι ένα θέμα που πολύ δύσκολα μπορεί να κατανοηθεί από το δυτικό κοινό. Ένας από τους λόγους είναι ο ίδιος ο αριθμός των διαφορετικών συμφερόντων που ανταγωνίζονται για μια θέση ισχύος, τόσο εντός όσο και εκτός χώρας. Ας ξεκινήσουμε με το ίδιο το καθεστώς. Μπορείτε να μας πείτε εν συντομία πόθεν προέρχεται η οικογένεια αλ-Άσαντ και ποια κατεύθυνση έδωσε στη χώρα από τότε που ανέλαβε την εξουσία στα 1970;
Μετά από τις εξεγέρσεις στην Τυνησία και την Αίγυπτο που ανέτρεψαν δύο εδραιωμένους δικτάτορες, αναπτύχθηκε μια τάση να μην εξετάζεται εκ του σύνεγγυς ο χαρακτήρας των διαφόρων δυνάμεων που ανταγωνίζονται για την πολιτική εξουσία τόσο μέσα στα αντιπολιτευτικά κινήματα όσο και στα αραβικά καθεστώτα. Τα γεγονότα στη Λιβύη και η νατοϊκή επέμβαση έχουν θέσει σε εγρήγορση περισσότερους ανθρώπους σχετικά με τους κινδύνους αρπαγής της πάλης των λαών για ελευθερία από αντιδραστικές δυνάμεις. Μια γρήγορη ματιά στο χαρακτήρα του συριακού καθεστώτος και του μεταβαλλόμενου ρόλου του στην περιοχή είναι κρίσιμη στην προσπάθεια να κατανοήσουμε την τρέχουσα σύγκρουση και την επιτυχία των αντιδραστικών δυνάμεων που ιδιοποιούνται το λαϊκό αγώνα για ριζοσπαστικές αλλαγές.
Η Συρία κυβερνιέται από ένα ανελέητο και διεφθαρμένο καθεστώς. Οι αριστεροί Σύροι αγωνιστές έχουν υποστεί τεράστια καταπίεση από τότε που έγινε το πραξικόπημα του Χαφέζ Άσαντ, το 1970. Μετά από αυτό το πραξικόπημα ο Χ. Κίσινγκερ περιέγραψε τη Συρία ως “παράγοντα σταθερότητας”, παρόλο που είχε σοβιετική στρατιωτική στήριξη. Το καθεστώς του Χαφέζ Άσαντ, που το χρηματοδοτούσαν οι μεσαιωνικοί Σαουδάραβες δικτάτορες, έπαιξε ηγετικό ρόλο στην εξασθένηση της παλαιστινιακής αντίστασης κατά τη δεκαετία του 1970 και των αρχών αυτής του 1980. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στον Λίβανο 1975-76 τα συριακά στρατεύματα συμπαρατάχτηκαν με τη φιλο-ισραηλινή Φάλαγγα και άλλες ακραίες δεξιές δυνάμεις. Το καθεστώς, με αντάλλαγμα αμερικανικές υποσχέσεις για τα κατειλημμένα από το Ισραήλ Υψώματα του Γκολάν και σαουδαραβικά πετροδολάρια, υποστήριξε επίσης τον πρώτο πόλεμο των Αμερικανών στον Κόλπο που έγινε με αφορμή το Κουβέιτ.
Η παρουσία των συριακών δυνάμεων στον Λίβανο είχε την πλήρη υποστήριξη των ΗΠΑ, των Σαουδαράβων και του Ισραήλ. Μόνο ύστερα από την αλλαγή πλεύσης της συριακής εξωτερικής πολιτικής και την αντιστροφή του ρόλου της από εχθρό σε σύμμαχο των Παλαιστινίων και του κινήματος της λιβανέζικης αντίστασης, άλλαξαν τη στάση τους οι Αμερικανοί και οι Σαουδάραβες. Ακολούθησαν μια επιθετική εκστρατεία για να αναγκάσουν τη Συρία να αποσυρθεί από τον Λίβανο (1985), ιδίως μετά την κατοχή του Ιράκ το 2003 . Αμερικανοί στρατιώτες σκότωσαν μάλιστα κάποιους Σύρους στρατιώτες στα σύνορα Ιράκ-Συρίας.
Σε σχέση με την κάλυψη από τα ΜΜΕ σήμερα, είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι πριν από την αλλαγή της στάσης της Συρίας τα ΜΜΕ δεν έλεγαν κουβέντα για τον καταπιεστικό χαρακτήρα του καθεστώτος. Αυτή η στάση είναι ίδια με τη σιωπή που κρατούν σχετικά με την καταπίεση των λαών που ασκούν πολλοί ανελέητοι δικτάτορες, οι οποίοι, όμως, είναι σύμμαχοι [της Δύσης]. Σήμερα μιλούν για σουνίτες Σαουδάραβες κυβερνήτες που αντιτίθενται στους σιίτες Αλεβίτες της Συρίας, αλλά τότε τα ΜΜΕ δεν μπήκαν στον κόπο να υπογραμμίσουν ότι οι Βαχαβίτες-σουνίτες Σαουδάραβες υποστήριζαν το συριακό καθεστώς, ούτε έριχναν το θρησκευτικό δηλητήριό τους. Μια παρόμοια κάλυψη που υποδαυλίζει τη θρησκευτική διαμάχη εκτυλίσσεται και στο ζήτημα των ιρανο-σαουδαραβικών σχέσεων μετά την ιρανική επανάσταση του 1979 και την ανατροπή του σάχη, συμμάχου των ΗΠΑ.
Η αντιπολίτευση στο καθεστώς της Συρίας δεν περιορίζεται στην αριστερά, περιλαμβάνει τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, η οποία καθοδήγησε μια λαϊκή εξέγερση το 1982 στο οχυρό της, την πόλη Χάμα. Το καθεστώς συνέτριψε την εξέγερση και δολοφόνησε χιλιάδες ανθρώπους. Παρ’ όλα αυτά, ο αραβικός εθνικισμός ήταν το βασικό ιδεολογικό ρεύμα στη Συρία πάνω από έναν αιώνα, έχοντας αναπτυχθεί στην περίοδο του αγώνα κατά των Οθωμανών και πολύ πιο βαθιά κατά της γαλλικής αποικιακής διοίκησης. Η Συρία κέρδισε την ανεξαρτησία της από τη Γαλλία το 1946.
Σήμερα, η Μουσουλμανική Αδελφότητα στηρίζεται από τους δικτάτορες του Κατάρ και της Σαουδικής Αραβίας, αλλά τα ΜΜΕ σπανίως ασχολούνται με το ειρωνικό γεγονός ότι αυτοί οι δικτάτορες εμφανίζονται ως υπέρμαχοι της δημοκρατίας στη Συρία, ενώ συντρίβουν την αντιπολίτευση στις χώρες τους και στέλνουν τα στρατεύματά τους για να βοηθήσουν τον εμίρη του Μπαχρέιν να καταστείλει το δημοκρατικό κίνημα.
Το 1967, η Συρία δέχτηκε εισβολή και ένα στρατηγικό τμήμα του εδάφους της, τα Υψώματα του Γκολάν, καταλήφθηκε από τους Ισραηλινούς. Έκτοτε, διαδοχικά καθεστώτα νομιμοποίησαν την εξουσία τους εν μέρει γιατί προσπαθούσαν ή εμφανίζονταν ότι προσπαθούσαν να απελευθερώσουν τη Συρία από την κατοχή. Ωστόσο, οι υποσχέσεις των ΗΠΑ ότι θα ανταμείψουν τη Συρία αναγκάζοντας το Ισραήλ να αποσυρθεί από τις κατεχόμενες γαίες αποδείχθηκαν ψευδείς, παρά την πολιτική συμμόρφωση της Συρίας.
Ταυτόχρονα με αυτές τις ψευδείς αμερικανικές υποσχέσεις, μια σειρά άλλων παραγόντων άλλαξαν το ρόλο της Συρίας. Σ’ αυτούς συμπεριλαμβάνονται η άνοδος του Ιράν ως μιας ισχυρής αντι-αμερικανικής και αντι-ισραηλινής δύναμης, οι παλαιστινιακές εξεγέρσεις , η ασταμάτητη ανάπτυξη της λιβανέζικης αντίστασης υπό τη Χεζμπολάχ, που οδήγησε στην απελευθέρωση το Νότιου Λιβάνου από την κατοχή και νίκησε τις δυνάμεις που στηρίζονταν από το Ισραήλ, τη Σαουδική Αραβία και τις ΗΠΑ, η άφιξη εχθρικών αμερικανικών δυνάμεων στα σύνορα της Συρίας με το Ιράκ, η άνοδος της ιρακινής αντίστασης και η ήττα των αμερικανικών δυνάμεων στο Ιράκ.
Οι συριακές ένοπλες δυνάμεις και ο μηχανισμός ασφαλείας, με τις πολυστρωματικές πυραμίδες πληροφοριοδοτών, σχηματίζει τη σπονδυλική στήλη του καθεστωτικού ελέγχου της συριακής κοινωνίας Λέγονται πολλά για τη θρησκευτική φύση του καθεστώτος και τη στήριξή του στις κοινότητες των Αλεβιτών. Νομίζω ότι εδώ υπάρχει ακραία υπερβολή που αγνοεί τους πολύ ευρύτερους κύκλους υποστήριξης προς το καθεστώς, ανεξάρτητα αν αυτή η υποστήριξη είναι ενεργητική, παθητική ή του τύπου “καλύτερα να έχουμε τον κακό που γνωρίζουμε”.
Οι ισχυρές, ως επί το πλείστον σουνιτικές στο θρήσκευμα, εμπορικές τάξεις της Συρίας, κυρίως στη Δαμασκό και στο Χαλέπι, έχουν στενούς δεσμούς με το καθεστώς. Στην πραγματικότητα, οι αμερικανικές κυρώσεις στοχεύουν εν μέρει αυτές τις τάξεις για να τις αναγκάσουν να αλλάξουν στάση. Τμήματα της μεσαίας και της ανώτερης τάξης υποστηρίζουν επίσης σιωπηρά το καθεστώς. Οι θρησκευτικές μειονότητες της Συρίας, συμπεριλαμβανομένων των χριστιανών που αποτελούν το 10% του πληθυσμού, φοβούνται την κοινωνική και πολιτισμική ατζέντα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας για τη Συρία. Και αυτοί θα προτιμούσαν ένα εκκοσμικευμένο καθεστώς παρά ένα κράτος που κυριαρχείται από την Αδελφότητα με την υποστήριξη του Κατάρ και της Σαουδικής Αραβίας. Σημαντικό είναι ακόμη ότι η κουρδική μειονότητα φοβάται επίσης την επιρροή της Τουρκίας στη Μουσουλμανική Αδελφότητα και το γεγονός ότι ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός έχει την έδρα του στην Τουρκία, η οποία έχει ένα τρομακτικό ρεκόρ δολοφονίας άνω των 20.000 Κούρδων. Επίσης, εκατομμύρια γυναίκες φοβούνται το κοινωνικό πρόγραμμα της Αδελφότητας.
Στο πλαίσιο της τρέχουσας σύγκρουσης, οι φτωχοί, οι άνεργοι και οι φοιτητές που υποστήριξαν στην αρχή το ως επί το πλείστον αυθόρμητο κίνημα διαμαρτυρίας είναι πλέον πολύ πιο επιφυλακτικοί, εν μέρει λόγω της καταστολής που εφάρμοσε το καθεστώς, αλλά πρωτίστως εξαιτίας της αντίθεσής τους στη μεσολάβηση των ΝΑΤΟ-Κατάρ-Σαουδικής Αραβίας και στη στρατιωτικοποίηση τμημάτων της αντιπολίτευσης, ιδίως στο Συριακό Εθνικό Συμβούλιο και στον Ελεύθερο Συριακό Στρατό που κυριαρχούνται από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Περιγράφετε το πρόσφατο κίνημα διαμαρτυρίας ως “ως επί το πλείστον αυθόρμητο”. Αυτό προφανώς δεν σημαίνει ότι δεν είχαν συσσωρευτεί παράπονα για μακρό χρονικό διάστημα, αλλά υποδεικνύει μια έλλειψη ισχυρών οργανώσεων αντίστασης με πολύχρονη δράση – όπως ήταν η περίπτωση χωρών σαν την Αίγυπτο και την Τυνησία, επί παραδείγματι.
Η αριστερή και προοδευτική αντιπολίτευση στο συριακό καθεστώς μετρά δεκαετίες, ιδίως μετά το πραξικόπημα του Χαφέζ Άσαντ το 1970 που εκδίωξε την “αριστερή” φράξια υπό τον Σαλάχ Τζεντίντ. Αυτή η ομάδα στήριζε τα παλαιστινιακά αντιστασιακά κινήματα που είχαν τη βάση τους στην Ιορδανία και αγωνίστηκαν ενάντια στη στρατιωτική επίθεση που εξαπέλυσε ο στρατός του βασιλιά Χουσεΐν, τον Σεπτέμβριο του 1970. Ο Χαφέζ Άσαντ, που ήταν υπουργός Άμυνας πριν το πραξικόπημα, αμέσως καθησύχασε τους Αμερικανούς και τους Σαουδάραβες παίρνοντας το μέρος του Χουσεΐν και αρχίζοντας να εξαρθρώνει όλες τις αριστερές δυνάμεις στη χώρα.
Η αριστερά στη Συρία ήταν οργανωμένη κατά το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα κυρίως στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Συρίας. Το κόμμα αυτό ιδρύθηκε το 1924 και είχε υποστεί πολλές φορές την καταστολή του καθεστώτος. Από το 1970 και εξής οι πιο μαχητικές ομάδες μέσα στο κόμμα και άλλες αριστερές οργανώσεις και προσωπικότητες φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και εξορίστηκαν. Ωστόσο, η πειθήνια στάση της κομματικής ηγεσίας σε αντίθεση με τις πιο μαχητικές μορφές αγώνα στη Συρία, την Παλαιστίνη και τον Λίβανο, και η δουλική υποστήριξη της σοβιετικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή σταδιακά μετέτρεψε το ΚΚΣ σε ένα κόμμα τμημάτων της διανόησης παρά σε αυθεντικό κόμμα της εργατικής τάξης. Ίσως, ένα εργατικό κόμμα να απευθυνόταν στην ευρύτερη κοινωνία με ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα που θα αντανακλούσε επίσης τη νεο-αποικιακή θέση της Συρίας και να γινόταν μέρος του ευρύτερου αγώνα της περιοχής ενάντια στον ιμπεριαλισμό και το σιωνισμό. Όπως ήρθαν τα πράγματα όμως, το πολιτικό κενό το γέμισαν ισλαμικά και εθνικιστικά κινήματα, μεταξύ των οποίων το κόμμα Μπάαθ, που προασπίστηκαν τους συριακούς, παλαιστινιακούς και ευρύτερους αραβικούς εθνικιστικούς σκοπούς. Μια παρόμοια διαδικασία έλαβε χώρα στην Αλγερία όπου αρχικά οι μαρξιστές υπερασπίστηκαν τη γραμμή του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, διακηρύσσοντας ότι η Αλγερία θα απελευθερωνόταν όταν η Γαλλία θα γινόταν σοσιαλιστική.
Στην τρέχουσα σύγκρουση, όλες οι αριστερές δυνάμεις στη Συρία υποστήριξαν τις αρχικές πορείες διαμαρτυρίας μετά τις εξεγέρσεις της Τυνησίας και της Αιγύπτου. Οι πορείες, που άρχισαν στην Ντεράα στα σύνορα με την Ιορδανία, υποστηρίχθηκαν επίσης από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Τα αιτήματα είχαν στο επίκεντρό τους τη διαφθορά, την ανεργία και τα δημοκρατικά δικαιώματα. Έτσι, ενώ έγιναν τεράστιες διαδηλώσεις σε πολλές πόλεις, ήταν αξιοσημείωτο ότι καμιά διαδήλωση δεν έλαβε χώρα στις δυο μεγαλύτερες πόλεις της Συρίας, τη Δαμασκό και το Χαλέπι, όπου κατοικεί ο μισός πληθυσμός της χώρας.
Ήταν επίσης αξιοσημείωτο ότι όσο περισσότερο παρενέβαινε το ΝΑΤΟ και στρατιωτικοποιούσε το κίνημα διαμαρτυρίας στη Λιβύη, τόσο συρρικνώνονταν οι μαζικές ειρηνικές διαδηλώσεις στη Συρία. Οι διαδηλωτές λιγόστευαν από εκατοντάδες σε δεκάδες χιλιάδες και σε ορισμένες χιλιάδες ή και λιγότερο. Προφανώς, η βαναυσότητα του καθεστώτος ήταν ένας παράγοντας, αλλά δεν νομίζω ότι ο φόβος έπαιξε τον μεγαλύτερο ρόλο. Νομίζω ότι ο κύριος λόγος είναι πως η δημοκρατική αντιπολίτευση στη Συρία στην πλειοψηφία της είναι επίσης σταθερά αντι-ιμπεριαλιστική και όπως είναι φυσικό φοβήθηκε τα σχέδια του ΝΑΤΟ και του Ισραήλ για τη Συρία. Τα γεγονότα στη Λιβύη και πάνω απ’ όλα τα λουτρά αίματος και η καταστροφή του γειτονικού Ιράκ από τις αμερικανικές δυνάμεις και τις συμμορίες των τρομοκρατών έπαιξαν τον κύριο ρόλο στο να εμπνεύσουν φόβο στο μεγαλύτερο μέρος της συριακής κοσμικής/λαϊκής αντιπολίτευσης για τις συνέπειες της κλιμακούμενης σύγκρουσης. Δεν μπορούσαν να μη σημειώσουν ότι ενώ το Ιράκ φλεγόταν, η ίδια η Συρία έγινε το καταφύγιο ενός εκατομμυρίου Ιρακινών προσφύγων.
Από την άλλη, η ηγεσία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και οι ηγέτες της αντιπολίτευσης που είχαν τη βάση τους στην Ιστανμπούλ, στο Παρίσι και το Λονδίνο χρησιμοποιούσαν τη δημοσιότητα που είχαν στα ελεγχόμενα από τα αραβικά κράτη ΜΜΕ, ιδίως από το Al-Jazeera του Κατάρ. Τα γεγονότα έδειξαν επίσης ότι επί πολλά χρόνια τμήματα της συριακής αντιπολίτευσης χρηματοδοτούνταν και εξοπλίζονταν.
Μετά την ταχεία απώλεια του Μπεν Άλι και του Μπουμπάρακ, η προσοχή των ΗΠΑ, της Σαουδικής Αραβίας, του Κατάρ και της Τουρκίας στράφηκε στη Συρία. Η μαζική εξέγερση στο Μπαχρέιν , έδρα του πέμπτου αμερικανικού στόλου, όξυνε επίσης την αίσθηση του κινδύνου και το φόβο των λαϊκών εξεγέρσεων. Το σαουδαραβικό και άλλα σεϊχάτα του Κόλπου έστειλαν τα στρατεύματά τους για να βοηθήσουν το βασιλιά Χαμάντ να συντρίψει την εξέγερση που, όμως, είναι ακόμη ζωντανή.
Η Τουρκία, ο Λίβανος, η Ιορδανία και περιοχές του Ιράκ έγιναν τα κέντρα της αντεπανάστασης στη Συρία. Όπλα περνούσαν λαθραία στη Συρία , η ιδρυθείσα από τους Αμερικανούς ιρακινή πολιτοφυλακή al-Sahwaυποστήριζε τους ένοπλους “εξεγερμένους” και Λίβυοι πολεμιστές μεταφέρθηκαν λαθραία στις εμπόλεμες ζώνες. Τρομοκράτες που επιχειρούν μέσα στο Ιράκ συμμετείχαν στην “τζιχάντ” κατά του συριακού καθεστώτος.
Από την άλλη, η πολύχρονη καταστολή κατέστησε τη δημοκρατική αντιπολίτευση πολύ αδύναμη για να ηγηθεί του αγώνα της χώρας. Ως οργανωμένη δύναμη η δημοκρατική αντιπολίτευση δεν έχει καμιά αντιστοιχία με τους τεράστιους πόρους της αντεπανάστασης. Η μόνη τους ελπίδα ήταν να διατηρήσουν τον ειρηνικό και διαρκή χαρακτήρα των διαμαρτυριών. Όπως στη Λιβύη όμως, η αντεπανάσταση είχε άλλα σχέδια.
Η αριστερά έπρεπε επίσης να αναγνωρίσει ότι το καθεστώς έχει την υποστήριξη των εύπορων μεσαίων τάξεων, ιδίως στη Δαμασκό και στο Χαλέπι. Οι πολυάριθμες εθνοτικές και θρησκευτικές μειονότητες και μεγάλα τμήματα του γυναικείου πληθυσμού φοβούνται επίσης την κοινωνικά αντιδραστική φύση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και τον τύπο του καθεστώτος που θα μπορούσε να επιβάλει στη Συρία. Η κλήση του ηγέτη της Αλ-Κάιντα Αϊμάν αλ-Ζαχράουι για ένοπλη τζιχάντ με σκοπό την ανατροπή του Άσαντ τρομοκράτησε επίσης τον πληθυσμό που θεώρησε ότι στη χώρα θα ξεσπάσει θρησκευτική σύγκρουση.
Αυτό μας φέρνει σε δύσκολη θέση. Ως αριστεροί αγωνιστές υποστηρίζουμε τα δικαιώματα του λαού στην ελευθερία, την ισότητα και την αυτοδιάθεση. Ως αγωνιστές που βρισκόμαστε στα ιμπεριαλιστικά κέντρα είμαστε αντίθετοι με τις πράξεις των κυβερνήσεών μας που αρνούνται αυτά τα δικαιώματα. Έτσι, η υποστήριξή μας στην ελευθερία και την ισότητα και η αντίθεσή μας με τον ιμπεριαλισμό πηγαίνουν χέρι-χέρι. Ωστόσο, η εικόνα που περιγράφετε για τη Συρία έχει ως συνέπεια να μην μπορούμε να κάνουμε τίποτε απ’αυτά. Είναι δυνατόν να υποστηρίζουμε το δημοκρατικό αγώνα στη Συρία ΚΑΙ να είμαστε αντίθετοι με την ξένη επέμβαση; Ή αυτή είναι μια πολυτέλεια που δεν αντέχουμε;
Θέτετε ένα πολύ σημαντικό ερώτημα. Ας το ξεκαθαρίσουμε με τον πιο σαφή τρόπο: είναι ζωτικό για την αριστερά να εναντιώνεται πάντα και στον ιμπεριαλισμό και στα καθεστώτα που καταπιέζουν τους λαούς. Είναι θέμα αρχής που δεν πρέπει ποτέ να εγκαταλειφθεί. Τα κινήματα που εγκατέλειψαν τον έναν ή τον άλλο από αυτούς τους σκοπούς διέπραξαν σοβαρά και ορισμένες φορές μοιραία λάθη.
Το Ιρακινό Κομμουνιστικό Κόμμα είναι ένα καλό παράδειγμα εν προκειμένω. Μέσα σε τρεις δεκαετίες, συρρικνώθηκε και από ένα ισχυρό κόμμα της εργατικής τάξης, που το υποστήριζε η συντριπτική πλειοψηφία του ιρακινού λαού στα 1958-59, έγινε μια παθητική ομαδούλα που πιθανώς πήρε χρήματα απ’ τη Σαουδική Αραβία το 1991, ως αντάλλαγμα της υποστήριξής του Πολέμου στον Κόλπο που εξαπέλυσε η υπό τους Αμερικανούς συμμαχία τότε, και προστασία έναντι τιμήματος από το Κουρδικό Δημοκρατικό Κόμμα του Μπαρζανί, από το 1978-79 και εξής.Στην πράξη, πρόδωσε γενναίους αγώνες κατά του ιμπεριαλισμού και της εγχώριας αντίδρασης και άνοιξε ένα κεφάλαιο ντροπής υπηρετώντας την αμερικανική Αρχή κατοχής το 2003. Εγκατέλειψε τον αγώνα για τον δημοκρατικό σοσιαλισμό το 1959 εν ονόματι της εναντίωσης στον ιμπεριαλισμό και εγκατέλειψε τη μάχη κατά του ιμπεριαλισμού από το 1990 και εξής εν ονόματι της μάχης για τη δημοκρατία.
Πάντα είναι ρευστό το ποιος από τους δύο σκοπούς καθίσταται το κεντρικό σημείο του αγώνα. Ωστόσο, σε μια εποχή όλο και μεγαλύτερης ιμπεριαλιστικής επίθεσης και πολέμων, το να στηλιτεύεται ο ιμπεριαλισμός και η εκμετάλλευση που επιβάλλει στους λαούς του κόσμου πάντα βρίσκεται στον πυρήνα της δουλειάς της αριστεράς. Ο ιμπεριαλισμός είναι μια εκδήλωση του μονοπωλιακού καπιταλισμού που εκμεταλλεύεται τους εργαζόμενους και στην κάθε χώρα και διεθνώς. Η αριστερά των “ιμπεριαλιστικών κέντρων” έχει το πρόσθετο διεθνιστικό καθήκον να τάσσεται πάντα με τον αγώνα των καταπιεσμένων εναντίον του ιμπεριαλισμού, για την αυτοδιάθεση. Το να τάσσεται με τους καταπιεσμένους σημαίνει επίσης ότι τους υποστηρίζει όταν εξεγείρονται εναντίον των εγχώριων καταπιεστών. Οι εξεγέρσεις και ο αγώνας για δημοκρατία είναι αναπόσπαστο μέρος του αντι-ιμπεριαλιστικού αγώνα .
Για μένα, η πολυπλοκότητα του προβλήματος επιλύεται ορίζοντας πως ο λαϊκός αγώνας για πολιτικά δικαιώματα και κοινωνική χειραφέτηση κατευθύνεται σαφώς εναντίον της εγχώριας αντίδρασης/καταπίεσης αλλά και του ιμπεριαλισμού. Στο Ιράκ και στη Λιβύη χθες, στη Συρία σήμερα, ο ιμπεριαλισμός κατόρθωσε να εκμεταλλευτεί τον αγώνα για τη δημοκρατία και να βάλει στη γωνία τις δυνάμεις της προοδευτικής αντιπολίτευσης. Η αριστερά πρέπει να αντιμετωπίσει τα γεγονότα και να μην τα σπρώχνει κάτω απ’ το χαλί. Στη Συρία σήμερα υπάρχουν ένοπλες ομάδες που υποστηρίζονται από το ΝΑΤΟ, καθοδηγούνται από αντιδραστικούς που πληρώνουν η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ. Η Συρία αποτελεί μείζονα στόχο του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και των συμμάχων του που επιδιώκουν να εγκαταστήσουν ένα καθεστώς-πελάτη ή αν αποτύχουν σ’ αυτό το σκοπό να βυθίσουν τη χώρα σε ένα λουτρό αίματος με τη σύγκρουση αντιμαχόμενων θρησκευτικών φατριών. Το καθήκον της αριστεράς στη Βρετανία είναι να αντισταθεί σταθερά και να σηκώσει ψηλά τις σημαίες: “Κάτω τα χέρια απ’ τη Συρία”, “Να μη γίνει η Συρία Ιράκ”, “Να μη γίνει το Ιράν Ιράκ”, “Να ορίσει ο συριακός λαός το μέλλον του”…
Το αl-Jazeera είναι ένα κανάλι που έχει αποκτήσει φήμη στην αριστερά για την κάλυψη στη Μέση Ανατολή (κάποιοι θα έλεγαν για τις ειδήσεις του γενικά) με μεγαλύτερη λεπτομέρεια και σοβαρότητα από ό,τι τα κατεστημένα ΜΜΕ στη Βρετανία. Και τώρα εσείς λέτε ότι σε σχέση με τη Συρία και τη Λιβύη ο ρόλος του ήταν πολύ ύπουλος. Μπορείτε να εξηγήσετε πώς; Θα μπορούσατε να προσθέσετε τις εντυπώσεις σας για την κάλυψη της Συρίας από τα βρετανικά ΜΜΕ;
Με πολύ λίγες και αξιοσημείωτες εξαιρέσεις, πραγματικά δεν κάνει και πολλά για να προσφέρει μια πιο σοβαρή και αξιόπιστη κάλυψη για τη Μέση Ανατολή από ό,τι τα κατεστημένα ΜΜΕ εδώ. Με κάποιες σημαντικές εξαιρέσεις, τα βρετανικά ΜΜΕ απηχούν τη γραμμή που υιοθετεί το Φόρεϊν Όφις για κάθε συγκεκριμένο γεγονός ή χώρα. Μια πολύπλοκη σειρά ιδεολογικών, πολιτικών, κοινωνικών, οικονομικών και εμπορικών παραγόντων παρεμβάλλεται στον τρόπο που μεταδίδουν τα ΜΜΕ τα ρεπορτάζ για τη Μέση Ανατολή και γενικά για τις παγκόσμιες υποθέσεις. Οι ιδιοκτήτες και οι διευθυντές των ΜΜΕ θεωρούν ότι τα “βρετανικά εθνικά συμφέροντα” τα εκφράζει το Φόρεϊν Όφις, το βλέπουν σαν κάτι ουδέτερο και πρότυπο του “εθνικού συμφέροντος”. Δεν γίνεται καμιά διάκριση ανάμεσα στο αυθεντικό συμφέρον του βρετανικού λαού και στα συμφέροντα των κατασκευαστών όπλων και των πετρελαϊκών εταιρειών.
Η κάλυψη της πολιτικής του Ισραήλ, των δικαιωμάτων του παλαιστινιακού λαού, του Ιράν του Μοσαντέκ (1953), της Αιγύπτου του Νάσερ (1952-1970), του Ιράκ του Κασέμ (1958-1963), των φονικών κυρώσεων στο Ιράκ, του πολέμου στο Ιράκ, του νατοϊκού βομβαρδισμού στη Λιβύη και τώρα της τρέχουσας καλυμμένης νατοϊκής επέμβασης στη Συρία είναι παραδείγματα του πώς τα κατεστημένα ΜΜΕ περνούν τη γραμμή που υποστηρίζει η κάθε κυβέρνηση. Παρόμοια, το σκληρό και κοινωνικά καταπιεστικό σαουδαραβικό καθεστώς συγκαλύπτεται, επειδή οι Σαουδάραβες μεσαιωνικοί κυβερνήτες θεωρούνται σημαντικοί σύμμαχοι.
Το Al-Jazeera έχει τον δικό του ιστορικό δεσμό με τα βρετανικά ΜΜΕ! Ο δορυφορικός αναμεταδότης μπήκε σε τροχιά το 1996 ύστερα από το ξαφνικό κλείσιμο του αραβικού σταθμού του BBC, που ήταν μια μεικτή επιχείρηση με ένα κορυφαίο Σαουδάραβα πρίγκιπα. Το κλείσιμο ήταν αποτέλεσμα της σαουδαραβικής επιμονής να παρακολουθείται όλο το τηλεοπτικό υλικό, πράγμα που ανάγκασε το BBC να αποσυρθεί. Οι κυβερνήτες του Κατάρ άδραξαν την ευκαιρία και έβαλαν σε λειτουργία τοAl-Jazeera, χρησιμοποιώντας δεκάδες μέλη του προσωπικού της αραβικής υπηρεσίας του BBC, και με τη βασιλική οικογένεια του Κατάρ ως ιδιοκτήτες και πολιτικούς επιτηρητές.
Η παρέμβαση των διάφορων δικτατοριών του αραβικού κόσμου έκανε όλους τους αραβικούς τηλεοπτικούς σταθμούς να θεωρούνται , σε ποικίλους βαθμούς, μεταδότες των κρατικών ψευδών, των μισών αληθειών και στην καλύτερη περίπτωση των ακίνδυνων ρεπορτάζ. Η έλευση των δορυφορικών καναλιών και του Ίντερνετ άνοιξε τις πόρτες για το Al-Jazeera ώστε να προβληθεί ως αντίδοτο στην κρατική λογοκρισία.
Οι πιο κοσμοπολίτες και λιγότερο ευάλωτοι Καταριανοί κυβερνήτες, που βρίσκονταν στα μαχαίρια με τους Σαουδάραβες ομολόγους τους, είδαν στοAl-Jazeera ένα όχημα εξάπλωσης της πολιτικής επιρροής τους. Του έδωσαν το ελεύθερο να κάνει ρεπορτάζ για τον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο, διατηρώντας ταυτόχρονα τον αυστηρό έλεγχο στην κρατική τηλεόραση του Κατάρ. Βεβαίως, δεν του επιτράπηκε να παρουσιάζει αρνητικά τους δικτάτορες του Κατάρ ή να ερευνήσει το πώς ο σημερινός κυβερνήτης εκθρόνισε τον πατέρα του με τις αμερικανικές ευλογίες. Το Κατάρ έγινε η βάση των αμερικανικών στρατιωτικών επιχειρήσεων σε όλη τη Μέση Ανατολή, στο Αφγανιστάν και το Ιράκ.
Μια πλευρά του Al-Jazeera που δεν τραβά πολλή προσοχή είναι η τάση του να καλύπτει με αρνητικό τρόπο τη σαουδαραβική βασιλική οικογένεια και τα εκτεταμένα οικονομικά και ιδιοκτησιακά συμφέροντα των πριγκίπων, που δυσχεραίνουν τις καταριανές επενδύσεις και επιρροή στη Μέση Ανατολή. Οι τριβές ανάμεσα στις βασιλικές οικογένειες του Κατάρ και της Σαουδικής Αραβίας έγιναν πιο έντονες αφότου άρχισαν οι κυβερνήτες του Κατάρ να ενδιαφέρονται πολύ για τη διεύρυνση της επιρροής τους στη Μέση Ανατολή. Περιστασιακά, ωστόσο, άφοβοι ρεπόρτερ του Al-Jazeera’sαναστατώνουν τους Αμερικανούς στρατιωτικούς σχεδιαστές στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ.
Ως αντίδραση στο Al-Jazeera, οι Σαουδάραβες χρηματοδότησαν το κανάλιal-Arabiya και άλλους δορυφορικούς σταθμούς.
Όμως, οι εξεγέρσεις στον αραβικό κόσμο, ιδίως στο γειτονικό Μπαχρέιν, απείλησαν όλες τις κυβερνώσες οικογένειες της περιοχής του Κόλπου. Αυτό ώθησε τους Καταριανούς και τους Σαουδάραβες να καταστήσουν κοινό σκοπό τους την καταστολή των εξεγέρσεων στο Μπαχρέιν και την Υεμένη, να υποστηρίξουν την επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Λιβύη και να χρηματοδοτήσουν τμήματα της συριακής αντιπολίτευσης, δουλεύοντας για τη στρατιωτικοποίηση της σύγκρουσης στη Συρία. Διότι γνωρίζουν πως η στρατιωτικοποίηση της σύγκρουσης δεν θα διευκολύνει απλώς την καλυμμένη και πιθανώς ανοιχτή επέμβαση του ΝΑΤΟ, αλλά και θα ακυρώσει τις προσπάθειες των προοδευτικών αντι-ιμπεριαλιστικών δυνάμεων να καθοδηγήσουν τον λαϊκό αγώνα για τη δημοκρατία και τις ριζικές κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές.
Το αγγλικό Al-Jazeera στοχεύει σε διαφορετικό κοινό, αλλά έχει επίσης να ανταγωνιστεί άλλους σταθμούς, ιδίως τους ιρανικούς και ρωσικούς δορυφορικούς σταθμούς. ‘Ομως, τόσο το αγγλικό όσο και το αραβικό Al-Jazeera , από κοινού με όλους σχεδόν τους αραβικούς τηλεοπτικούς σταθμούς, στοχεύουν το Ιράν με μπαράζ αρνητικών ειδήσεων , με ρατσιστικές και σεχταριστικές αποχρώσεις εναντίον της “περσικής” και “σιιτικής επιρροής” στην περιοχή. Αυτή η πλευρά του ρεπορτάζ του Al-Jazeera λαμβάνει όλο και μεγαλύτερη σημασία στο πλαίσιο των πιθανών ισραηλινών και αμερικανικών επιθέσεων στο Ιράν.
Επιτρέψτε μου να παραθέσω απόσπασμα από άρθρο που έγραψα το περασμένο έτος, στο οποίο αναφέρομαι στο ρόλο του Al-Jazeera μέσα στις αραβικές εξεγέρσεις:
“Αν και το Al-Jazeera έχει πλέον γίνει το πιο ισχυρό πολιτικό εργαλείο της αντεπανάστασης στον αραβικό κόσμο, ο ρόλος του στη Λιβύη και ο αντίκτυπος της παρουσιαζόμενης ως θρησκευτικής διαμάχης εξέγερσης του Μπαχρέιν θα ήταν πολύ λιγότερο θανάσιμος αν δεν υπήρχε το κύρος και η αυθεντία που απέκτησε στην κορύφωση της τυνησιακής και αιγυπτιακής εξέγερσης [...]Αυτά [του έδωσαν] μια μοναδική θέση άσκησης επιρροής στα γεγονότα και στις προσλήψεις τους ιδίως σε σχέση με τη Λιβύη, το Μπαχρέιν, τη Συρία, την Υεμένη και το Ιράκ. [...] Αν και το Al-Jazeera πάντα προέβαλε μια θρησκευτική απόχρωση στα κύρια άρθρα του, επήλθε μια σημαντική αλλαγή προσανατολισμού όταν η καταριανή βασιλική οικογένεια [...] έθαψε τη μακροχρόνια σύγκρουσή της με τη σαουδαραβική βασιλική οικογένεια τη στιγμή που το επαναστατικό παλιρροϊκό κύμα έφτασε στο Μπαχρέιν [...] Η σιωπή του καναλιού για τη βίαιη καταστολή των διαδηλωτών του Μπαχρέιν, έδρας του πέμπτου αμερικανικού στόλου, συνοδεύτηκε από ζωντανές συνεντεύξεις με τον σεΐχη Καραντάουι, έναν Αιγύπτιο κληρικό με μεγάλη επιρροή και φιλοξενούμενο της βασιλικής οικογένειας του Κατάρ”.
Προκαλώντας σοβαρή ζημία στις δημοκρατικές δυνάμεις της Συρίας, τοAl-Jazeera σάλπισε τα καλέσματα των κυβερνητών του Κατάρ και της Σαουδικής Αραβίας για τη στρατιωτικοποίηση της σύγκρουσης. Έδωσε φωνή στο Συριακό Εθνικό Συμβούλιο και στον Ελεύθερο Συριακό Στρατό που υποστηρίζουν τη νατοϊκή επέμβαση, δεν αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφία του λαού και κυριαρχούνται από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Ίσως πιο βλαβερός είναι ο τρόπος που αποσιώπησε τις φωνές της δημοκρατικής συριακής αντιπολίτευσης η οποία τάσσεται κατά της ξένης επέμβασης.
Πώς βλέπετε να εξελίσσεται η σύγκρουση; Βλέπετε νίκη των αντιδραστικών δυνάμεων , καθώς μας κινούν όλο και πιο κοντά σε έναν πόλεμο με το Ιράν; Υπάρχει ακόμη η δυνατότητα επαναστατικής αλλαγής στη Συρία;
Πιστεύω ότι μια νίκη των σαουδαραβικών και καταριανών αρχουσών τάξεων που στηρίζονται από τις ΗΠΑ θα αποτελέσει μεγάλη οπισθοχώρηση για το λαό της Συρίας, της Παλαιστίνης, του Λιβάνου, του Ιράκ και όλης της περιοχής. Θα βυθίσει τη Συρία και όλη την περιοχή σε μια θρησκευτική διαμάχη με λουτρά αίματος και θα διευκολύνει τα σχέδια επίθεσης στο Ιράν.
Μια ανησυχητική κίνηση που υποδεικνύει τις μελλοντικές εξελίξεις, είναι η μεγάλη στρατιωτική άσκηση των Αμερικανών που έγινε στην Ιορδανία [τον Μάιο]. 12.000 στρατιώτες πολυεθνικών δυνάμεων προερχόμενων από μέλη του ΝΑΤΟ και αραβικά κράτη πήραν μέρος στην Επιχείρηση Πρόθυμος Λέων 2012, την πρώτη άσκηση τέτοιου τύπου στην περιοχή. Στρατιωτικές πηγές των ΗΠΑ δεν κρύβουν ότι η προσομοίωση των αποβάσεων αμφίβιων οχημάτων και άλλοι πολεμικοί ελιγμοί αποσκοπούσαν στο να “σημειωθούν” από τη Συρία και το Ιράν.
Η Συρία έχει μεγάλη σημασία όχι μόνο για τον ιστορικό της ρόλο και τη στρατηγική θέση της στην περιοχή, αλλά και επειδή είναι η μόνη σύμμαχος του Ιράν. Η εγκατάσταση ενός φιλο-αμερικανικού καθεστώτος στη Δαμασκό ή η αποδιάρθρωση της Συρίας μέσω σοβαρών κυρώσεων, τρομοκρατικών επιθέσεων και θρησκευτικού εμφύλιου πολέμου θα έχει ως αποτέλεσμα την κλιμάκωση της πίεσης στο Ιράν με στόχο ή να υποχωρήσει στις αμερικανικές απαιτήσεις ή να δεχθεί επίθεση.
Πιστεύω ότι το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν δεν αποτελεί τη μείζονα ανησυχία των ΗΠΑ, δεδομένου ότι η ίδια η CIA έχει ομολογήσει ότι δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι το Ιράν δουλεύει για την παραγωγή πυρηνικών όπλων. Το Ιράν είναι μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη και μία από τις μεγαλύτερες χώρες-παραγωγούς πετρελαίου στον κόσμο, που τυχαίνει να εναντιώνεται ανυποχώρητα στις πολιτικές των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Η πολιτική του αντιστρατεύεται τα αμερικανικά σχέδια και έχει δημιουργήσει προβλήματα στους Αμερικανούς στο Αφγανιστάν και το Ιράκ και στους Ισραηλινούς στην Παλαιστίνη και τον Λίβανο.
Μετά τις αραβικές εξεγέρσεις, οι Σαουδάραβες και οι Καταριανοί ενθαρρύνονται από την Ουάσιγκτον να δυναμώσουν την επιρροή τους στη Μέση Ανατολή, αποκαθιστώντας τη χαμένη επιρροή τους στη Συρία και στον Λίβανο. Στον Λίβανο, βασικός στόχος είναι να ηττηθεί η Χεζμπολάχ (και οι χριστιανοί , αριστεροί και εθνικιστές σύμμαχοί της) . Προσπαθούν να σύρουν τη Χεζμπολάχ σε άλλον έναν εμφύλιο πόλεμο. Το Al-Jazeeraκαι τα ΜΜΕ των αραβικών κρατών διεξάγουν μια παρατεταμένη ρατσιστική και σεχταριστική εκστρατεία κατά του Ιράν , απεικονίζοντάς το ως τον κύριο εχθρό και κατηγορώντας τη Συρία και τη Χεζμπολάχ ότι είναι ενεργούμενα του Ιράν.
Μ’ αυτά δεν θέλω να πω ότι η αντεπαναστατική επίθεση θα είναι επιτυχής. Ο λαός της Συρίας τάσσεται συντριπτικά κατά μιας πολιτικής και κοινωνικής αλλαγής στη χώρα του που χρηματοδοτείται και στηρίζεται από τις δικτατορίες του Ριάντ και της Ντόχα. Οι γυναίκες, οι περισσότερες από τις οποίες απολαμβάνουν κοινωνικά δικαιώματα πολύ εκτεταμένα σε σύγκριση με τις γυναίκες στη Σαουδική Αραβία, οι εθνοτικές και θρησκευτικές μειονότητες και η δημοκρατική αριστερά στη Συρία αποτελούν μια ισχυρή δύναμη εναντίον των δυνάμεων που πατρονάρουν οι Σαουδάραβες και οι Καταριανοί μονάρχες και είναι αντίθετη στην επέμβαση του ΝΑΤΟ. Η στρατιωτικοποίηση της σύγκρουσης και η καταφυγή σε τρομοκρατικές επιθέσεις δείχνουν ότι οι αντιδραστικές δυνάμεις δεν κατόρθωσαν να κερδίσουν μαζική υποστήριξη στη γραμμή τους. Ωστόσο, ο αγώνας της αντι-ιμπεριαλιστικής αριστεράς και άλλων δημοκρατικών δυνάμεων στη Συρία, όπως και στο Ιράκ, εξακολουθεί να είναι δύσκολος και πολύπλοκος, λόγω της βαναυσότητας και της διαφθοράς του καθεστώτος, από τη μια, και της επέμβασης του ΝΑΤΟ και των Σαουδαράβων/Καταριανών, από την άλλη.
Τα χρόνια καταπίεσης από δικτατορίες, που στηρίζονταν από τις αποικιακές και ιμπεριαλιστικές δυνάμεις επί πολλές δεκαετίες, έχουν εξασθενήσει οργανωτικά την αριστερά και τις άλλες δημοκρατικές δυνάμεις. Είναι προφανές ότι με την υποστήριξη της Σαουδικής Αραβίας και του Κατάρ, η ηγεσία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και των Σαλαφιστών δρέπουν βραχυπρόθεσμα τους καρπούς της εξέγερσης. Αυτές οι δυνάμεις έπαιζαν πάντα διπλό ρόλο μέσα στα πιο φτωχά τμήματα του πληθυσμού, δίνοντας φωνή στα αιτήματά τους, ενώ, ταυτόχρονα, λειτουργούσαν σαν το καπάκι που περιόριζε τα πιο ριζοσπαστικά, πολιτικά και κοινωνικά, αιτήματα του λαού. Σε κρίσιμες εποχές, όπως στην Αίγυπτο, τη Συρία και το Ιράκ σήμερα, έπαιξαν αντεπαναστατικό ρόλο και διευκολύνθηκαν από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.
Παρ’ όλα αυτά, οι εξεγέρσεις στην περιοχή έχουν φέρει στο προσκήνιο τη μαζική λαϊκή ενεργητικότητα που προοιωνίζεται θετικά πράγματα για το μέλλον.
Βραχυπρόθεσμα, είμαι αρκετά απαισιόδοξος όσον αφορά τη ριζική δημοκρατική αλλαγή στη Συρία. Νομίζω ότι δεν είναι δυνατή σ’ αυτή τη φάση των αγώνων, λόγω της αδυναμίας των αριστερών οργανώσεων και του προγεφυρώματος που έχουν κερδίσει μέσα στη χώρα οι αντιδραστικές δυνάμεις. Μακροπρόθεσμα όμως, οι αραβικές εξεγέρσεις βάζουν νέα θεμέλια για την αριστερά, βοηθούν να οργανωθεί και να προετοιμαστεί για τις παρατεταμένες μάχες που έρχονται. Ο λαϊκός κόσμος έχει αποκτήσει εμπειρίες με τρόπο πρωτοφανή. Πιστεύω ότι οι θρίαμβοι και οι υποχωρήσεις αποτελούν σχολειό για τις νέες γενιές , τις βοηθούν να αναπτύξουν πιο αποτελεσματικά μέσα και οργανώσεις για να οδηγήσουν τους αγώνες προς τα εμπρός.
Μετάφραση Αρ.Αλαβάνου
*Ο Σάμουελ Γκρόουβ είναι ανεξάρτητος ερευνητής και δημοσιογράφος. Ο αρχικός τίτλος της συνέντευξης είναι “Ανάμεσα στον ιμπεριαλισμό και την καταπίεση”.
via http://www.tometopo.gr/home/news/836-2012-07-05-05-39-16.html
πηγη
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου