Δευτέρα 4 Ιουλίου 2011

Η ζωή σε μεγάλη εβδομαδιαία εφημερίδα. Μια καταγγελία και μια πρόταση


Τα τελευταία έξι χρόνια, το ταξίδι της ζωής, μ έφερε να εργάζομαι σαν δημοσιογράφος και φωτογράφος σε μεγάλη εβδομαδιαία εφημερίδα.

Το ταξίδι αυτό το εγκατέλειψα τον περασμένο Φεβρουάριο, μην αντέχοντας άλλο να παίζω ένα ανόητο παιχνίδι καπιταλιστικής βλακείας και επίδειξης «δημοκρατικής» δύναμης.


Από τότε έγιναν πολλά, με αποκορύφωμα την απόφαση της κυβέρνησης και του «δημοκράτη» Παπουτσή, να μας περάσουν το μήνυμα πως έχουμε χούντα και όποιος δεν «συμμορφωθεί με τας υποδείξεις» πίσσα και πούπουλα.

Κατά έναν τρόπο, το κείμενο που ακολουθεί, οφείλεται σε αυτούς τους δημοκράτες.

Όποιος θιγεί λοιπόν, τα παράπονα του στην κυβέρνηση.

Όπως όλοι οι Έλληνες αυτή την χρονική στιγμή, έχω και εγώ μέσα μου θλίψη, οργή, αγανάκτηση και ψάχνω να βρω λύσεις και απαντήσεις σε βασανιστικά ερωτήματα.

Πως φτάσαμε εδώ?

Δυστυχώς δεν φτάσαμε εδώ, πάντα εδώ ήμασταν. Απλά οι περισσότεροι δεν έβλεπαν αυτά, που τώρα και να θέλουν, δεν μπορούν να μην δουν.

Αυτό το κείμενο, ένιωθα την ανάγκη να το γράψω την ημέρα που η κυβέρνηση μετέτρεψε την υποτιθέμενη δημοκρατία μας, σε Άουσβιτς. Με πολύ κόπο, κατάφερα να περιμένω λίγες μέρες, ώστε να ηρεμήσω και να γράψω με πιο καθαρό μυαλό.

Πάμε όμως στην ουσία.

Όλοι φωνάζουν κλέφτες τους πολιτικούς, διεφθαρμένους τους επιχειρηματίες, κομματικό στρατό τους δημόσιους υπάλληλους, ρουφιάνους τους δημοσιογράφους κλπ.

Σκέφτηκα πως αυτός ο τόπος δεν έχει καμιά ελπίδα πια. Εκτός αν γίνουν τεράστιες αλλαγές, πρώτα μέσα μας. Αν αλλάξουμε όλοι.

Σκέφτηκα πως το να εργάζεσαι σε έναν μεγάλο δημοσιογραφικό οργανισμό, στην ουσία, έχεις την ευκαιρία να δεις από μέσα πως δουλεύει το σύστημα που παράγει ενημέρωση. Το καλύτερο ρεπορτάζ δηλαδή. Το ρεπορτάζ για το ρεπορτάζ.

Πριν λοιπόν σας μεταφέρω αυτό το ρεπορτάζ, θέλω να σκεφτείτε κάτι απλό. Έναν κανόνα, που θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε καλύτερα πως δουλεύει το σύστημα. Αν δεν το καταλάβουμε δεν θα μπορέσουμε να το αλλάξουμε.

Προχθές ξεχρέωσα μια κάρτα, λίγες μέρες μετά, ήρθε ένα χαρτί από την τράπεζα, που μου έλεγε πως χρωστάω 0,01 λεπτό. Τρελάθηκα. Το σύστημα θέλει πάντα να χρωστάς.

Αυτό άλλωστε δεν μας λένε τα κανάλια των εργολάβων όλη μέρα?

Δεν λένε να ξεχρεώσουμε, λένε να μπορούμε να δανειζόμαστε. Μόνο έτσι λένε μπορούμε να ζήσουμε. Με δανεικά. Να μας θέλουν οι αγορές. Για πάντα υποταγμένοι και άρα ελεγχόμενοι και υποταγμένοι σε κάποια τράπεζα.

Η τράπεζα είναι η πραγματική παγκόσμια κυβέρνηση λοιπόν.

Ότι συμβαίνει σε έναν άνθρωπο, συμβαίνει και σε μια επιχείρηση, σε μια χώρα, σε μια ήπειρο και αν είχαμε εξαπλωθεί σε άλλους πλανήτες η γαλαξίες, θα το βλέπαμε και εκεί.

Αλλά ας περάσουμε στο θέμα μας.

Σκεφτόμουν αυτές τις μέρες, πως κάθε εταιρία, λειτουργεί σαν μια κυβέρνηση, σαν μια μικρή χώρα.

Μιας και μιλάμε για δημοσιογραφικά μαγαζιά, βάλτε στην θέση του πρωθυπουργού τον εκδότη, η τους εκδότες, άλλωστε έχουμε και αντιπροέδρους σε μια κυβέρνηση, σε ρόλο υπουργών τους αρχισυντάκτες και σε ρόλο βουλευτών τους απλούς δημοσιογράφους. Αυτό το σύστημα «πουλάει» ενημέρωση, όπως το κυβερνητικό σύστημα «πουλάει» δημοκρατία.

Το βρίσκετε περίεργο? Ας το δούμε.

Είδαμε τους βουλευτές, να εκβιάζονται για να ψηφίσουν το μεσοπρόθεσμο, ενώ το σύνταγμα λέει πως πρέπει να ψηφίζουν κατά συνείδηση.

Οι δημοσιογράφοι τώρα, εκβιάζονται να γράφουν ανάλογα με τα συμφέροντα των αφεντικών τους, ενώ η δεοντολογία και η ελευθερία του λόγου λέει άλλα.

Όπως οι βουλευτές απειλούνται ότι θα διαγραφούν και θα τελειώσει η καριέρα τους, έτσι και οι δημοσιογράφοι απειλούνται με απόλυση και ανεργία. Με φτώχια δηλαδή, που είναι η μεγαλύτερη τρομοκρατία και δομικό συστατικό του συστήματος.

Προχθές σε ένα κανάλι, κάποιος βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, έλεγε πως δεν είναι κάτι κακό η ανεργία, είναι βασικό συστατικό της «δημοκρατίας».

Πιο πάνω στην ιεραρχία, έχουμε τους υπουργούς, όπως σε έναν δημοσιογραφικό οργανισμό έχουμε τους αρχισυντάκτες και τους διευθυντές.

Εκεί τα λεφτά αρχίζουν να είναι πολλά, όπως και η εξουσία, άρα και ο εκβιασμός διαφορετικός. Όπως βλέπουμε κάποιους πριν γίνουν υπουργοί, να λένε άλλα και όταν αναλαμβάνουν υπουργικό θώκο να κάνουν άλλα, έτσι και οι αρχισυντάκτες.

Οι αρχισυντάκτες και οι υπουργοί, είναι αυτοί που κάνουν συσκέψεις και μετά μεταφέρουν με καλό η εκβιαστικό τρόπο, την πολιτική που θα υπηρετήσουν οι βουλευτές η οι δημοσιογράφοι.

Ο πρωθυπουργός και ο αντιπρόεδρος, όπως ο εκδότης και ο αντι-εκδότης, κατά το αντιπρόεδρος, αποφασίζουν τι πολιτική θα ακολουθήσουν.

Αυτή η πολιτική, έχει να κάνει πάντα με το χρήμα και τα συμφέροντα τους. Ανταγωνίζονται άλλους εκδότες η πρωθυπουργούς, κάνουν συμμαχίες με άλλους εκδότες η πρωθυπουργούς, εκβιάζουν επιχειρηματίες η πολιτικούς με αποκαλύψεις και με λίγα λόγια παίζουν ένα παιχνίδι εξουσίας.

Σχεδόν αποφασίζουν ποιοι θα ζήσουν και ποιοι θα πεθάνουν.

Το να «μπείς» σε αυτό το σύστημα, δεν είναι καθόλου εύκολο, αν δεν είσαι δικό τους παιδί. Όταν λοιπόν έφτασα να ζητήσω δουλειά, πρώτα δέχτηκα έναν πόλεμο περίεργο, σαν να ήθελαν να φύγω. Φυσικά μου ξεκαθάρισαν πως για δυο μήνες δεν θα υπάρχει μισθολόγιο, να δούμε πως θα τα πάμε. Πέρασα φρίκη. Άρχισα να αναρωτιέμαι μήπως δεν κάνω κάτι καλά. Τους πρότεινα συνεντεύξεις και μου έλεγαν πως δεν κάνει συνεντεύξεις η εφημερίδα. Τρελό. Τους πήγαινα θέματα που ούτε καν φανταζόντουσαν και όλο θα τα δούμε αργότερα μου έλεγαν.

Φυσικά δεν πληρωνόμουν.

Κόντεψα να πάθω κατάθλιψη και τελικά με έσωσε η “Ελευθεροτυπία”.

Πήγα εκεί κάποια θέματα και οι άνθρωποι έδωσαν 4 σελίδες για το θέμα των LETS.

Χωρίς να αλλάξουν ούτε κόμμα. Μου είπαν φυσικά πως δεν μπορούν να κάνουν προσλήψεις, όλοι ξέρουν τα προβλήματα που πέρναγε η εφημερίδα. Το πρόβλημα της ανεργίας που λέγαμε και ο δημοκρατικός εκβιασμός που σε αναγκάζει να κάνεις τον χαζό. Τουλάχιστον όμως κατάλαβα πως δεν είχε πρόβλημα η δουλειά μου.

Είχα κάνει και μια συνέντευξη με την Ελισάβετ Σαχτούρη, μοριακή βιολόγο, συνεργάτη του ΟΗΕ, που όλο θα δημοσίευαν και όλο το ξέχναγαν. Τώρα το βρίσκω φυσιολογικό, υπήρχαν σοβαρότερα θέματα, όπως τι μαγιό φόρεσε η Μενεγάκη.

Η κυρία Σαχτούρη, για να δώσει την συνέντευξη, ξενύχτησε μιας και είχε ταξίδι την άλλη μέρα, με ρωτούσε πότε θα δημοσιευθεί για να της την στείλω. Τους ρώτησα και μου είπαν αυτή την Κυριακή. Μου έδωσαν μάλιστα τις σελίδες σε ηλεκτρονική μορφή να τις στείλω. Ρόμπα ο Χρίστος. Δεν δημοσιεύθηκε και η γυναίκα μου απαγόρευσε να δημοσιευθεί. Για να καταλάβετε, αυτή η ιστορία κρατούσε μήνες.

Τελικά έπρεπε να έλθει στην χώρα ο Άλ Γκόρ, να μάθουν πως η κυρία Σαχτούρη ήταν συνεργάτης του, ώστε να δημοσιευθεί τελικά η συνέντευξη. Μάλιστα με πήραν τηλέφωνο και εκδοτικοί οίκοι για να τους δώσω την άδεια να την δημοσιεύσουν σε βιβλία. Τόσο χάλια συνέντευξη ήταν.

Ο κύριος Π., ήταν και αυτός που έσωσε την σχέση μου με την εφημερίδα.

Εμφανίστηκε σαν από μηχανής θεός την ώρα που θα έφευγα και με κράτησε. Υπήρξε ένα διάστημα που κάπου το πράγμα έδωσε μια διαδρομή. Όταν άλλαξε θέση, άρχισε πάλι ο χαμός. Δεν χρειάζεται να πω ποιος ήρθε, αυτά δεν γράφονται για να κατηγορήσω κανέναν, δεν έχω κακία για κανέναν, αλλά για να δούμε πως δουλεύει το σύστημα.

Κάπου εδώ, να πω, πως είχαν έναν άνθρωπο, που έκανε και ρεπορτάζ και φωτογράφιζε. Δύο σε ένα και στην τιμή ούτε του ενός. Ποτέ δεν κατάλαβα, γιατί δεν σου λένε, φίλε δεν θέλω να συνεργαστώ μαζί σου, δεν μου αρέσει η φάτσα σου.

Απλά και τίμια και χωρίς κανένα πρόβλημα. Αλλά σε βάζουν να κάνεις πράγματα, να τρέχεις όλη την Ελλάδα με δικά σου έξοδα, τελικά να μην ασχολούνται με την δουλειά σου, να μην σου πληρώνουν ούτε τις αποδείξεις, μιας και δεν είσαι στο μισθολόγιο όπως έλεγαν, αλλά να ξέρεις πως σε άλλους τα πληρώνουν.

Σε θεωρούν τόσο χαζό?

Μου ζήτησαν από την εφημερίδα, να πάω στο κέντρο να κάνω ένα θέμα για τους λαθρομετανάστες κλπ. Κατέβηκα στο κέντρο, έβγαλα φωτό, γνώρισα και κάποιον χρήστη Έλληνα, που με κάποια ευρώ, με πήγε σε όλα τα στέκια που γίνεται διακίνηση.

Όταν τους πήγα το ρεπορτάζ μου είπαν πως ήθελαν ένα θέμα για…το life style της περιοχής. Καλύτερα να μην πω άλλα.

Κάπου εκεί, εμφανίστηκε ο κύριος Σ. και ακόμα μια φορά, εκεί που έλεγα να τα παρατήσω, φάνηκε ένας άλλος δρόμος.

Μου ζήτησε να κάνω φωτορεπορτάζ. Δίνω τόσα χρήματα, για τόσα θέματα τον μήνα κλπ.

Όχι κουβέντα για μισθολόγιο, αυτό κατάλαβα νωρίς πως δεν παίζει. Αργότερα θα καταλάβαινα και γιατί.

Όλα πήγαιναν καλά, μέχρι που έκανα το λάθος, να του πω, πως ήθελα να κάνω μια συνέντευξη στον κύριο Ψαριανό, που μόλις είχε εκλεγεί βουλευτής.

Τον Ψαριανό τον γνώριζα από συνεντεύξεις σε άλλα έντυπα που εργαζόμουν σαν ραδιοφωνικό παραγωγό και θεωρούσα πως έχει ενδιαφέρον λόγο.

Να πω εδώ, πως δεν ανήκω σε κανένα κόμμα, η πολιτική μου θέση, είναι τέτοια που δεν υπάρχει κόμμα να την εμπεριέχει. Πιστεύω πως όσο υπάρχει χρήμα, δεν μπορεί να υπάρχει ανθρωπιά.

Αυτά τα έχω δημοσιεύσει στο βιβλίο μου, «Η μοναξιά του θεού», όπως και μέσα από 10 ατομικές και άλλες τόσες ομαδικές εκθέσεις φωτογραφίας και ζωγραφικής.

Γιατί τις απόψεις μου, τις αγωνίες μου, αποφάσισα κάποτε να τις εκφράζω κάνοντας τέχνη, που είναι ένας ευγενικός τρόπος να μιλήσεις, χωρίς να επιβάλεις.

Αυτό έκανα και τώρα, όταν έφυγα από την εφημερίδα, ξεκίνησα να γράφω ένα βιβλίο, αλλά όλα αυτά που ζω, με έκαναν να κάνω κάτι πιο αποφασιστικό. Να πω την αλήθεια για όλα αυτά που έζησα και να την πούμε όλοι. Μόνο έτσι μπορούμε να αλλάξουμε. Το λέει και ο πρωθυπουργός. Πρέπει να αλλάξουμε. Δεν μας λέει το πώς φυσικά, αλλά αυτό θα το δούμε αργότερα.

Ο κύριος Σ., λοιπόν, μου είπε να κάνω την συνέντευξη σε κανένα μήνα. Πράγματι, ένα μήνα μετά, μια συνάδελφος, με ρώτησε αν ξέρω κάποιον βουλευτή, να την βοηθήσει σε ένα θέμα που ήθελε να κάνει.

Πήρα τον κύριο Ψαριανό, δέχθηκε να την βοηθήσει και τον ρώτησα για την συνέντευξη. Έλα αύριο το πρωί μου είπε να την κάνουμε. Ήταν βράδι και δεν πρόλαβα να πω πως έκλεισα την συνέντευξη, αλλά και γιατί να το πω στο τέλος.

Έκανα την συνέντευξη και την παρέδωσα. Η αλήθεια είναι πως είδα μια παγωμάρα, αλλά δεν έδωσα σημασία. Την Παρασκευή που έκλεινε η εφημερίδα, ζήτησα να την δω, αλλά με υπεκφυγές αρνήθηκαν. Κυριακή πρωί, βρισκόμουν σε ένα σεμινάριο όταν είδα την εφημερίδα και έπεσα από τα σύννεφα. Το ίδιο και ο κύριος Ψαριανός.

Είχαν δημοσιεύσει αποσπασματικά κομμάτια της συνέντευξης, είχαν κρύψει τα επίμαχα και στην διπλανή σελίδα, είχαν ένα κείμενο οχετό, που τα έχωνε στον βουλευτή που δεν απαντάει και κρύβεται.

Ο Ψαριανός μου ζήτησε να βγώ το βράδι στον κύριο Τ., που ακόμα ήταν στην εφημερίδα και να πω τι έγινε. Κατάλαβα πως πάλι θα ψάχνω για δουλειά. Το τηλέφωνο του κυρίου Σ. δεν το είχα και έτσι πείρα έναν άλλο αρχισυντάκτη. Μέγα λάθος, γιατί αργότερα κατάλαβα πως υπάρχει ανταγωνισμός, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα και δεν θα γράψω βιβλίο.

Μου είπε ότι θα βρεθούμε το βράδι και θα βρεθεί λύση. Το βράδι έριχνε τουλούμια, αλλά ο άνθρωπος μέσα στην βροχή ήρθε και με βρήκε. Κάποιες φορές η ζωή έχει μεγάλη πλάκα, αν σε άλλη φάση ζήταγα να βρεθούμε, απλά για καφέ ρε παιδί μου, σαν συνάδελφοι… σιγά μην πέσουμε σε τέτοιο επίπεδο.

Πήγαμε για μια μπύρα και πήρε μπροστά μου τον κύριο Α., που ήταν στο εξωτερικό. Όλα όπως μου είπε ήταν ένα αθώο λάθος. Την επόμενη εβδομάδα, δημοσίευσαν την υπόλοιπη συνέντευξη και σε παγκόσμια πρώτη, αποκτήσαμε τις συνεντεύξεις σήριαλ.

Αυτό που κέρδισα, ήταν πως με «άφησαν» να κάνω μια συνέντευξη στον κύριο Κοροβέση. Για να πω την αλήθεια, δεν είχα όρεξη πια για συνεντεύξεις με αυτά που γίνονταν. Καλύτερα φωτογραφία με το κεφάλι μου ήρεμο. Η ζωή όμως πάντα έχει τον τρόπο να κάνει πλάκα. Κάποια στιγμή, ήθελαν μια συνέντευξη από τον Ψαριανό και φυσικά ο άνθρωπος δεν ήθελε να τους δώσει. Τότε με ξαναθυμήθηκαν.

Ακούστε πως μου το ζήτησαν. Με φωνάζει ο κύριος Σ. στο γραφείο του. Με το κεφάλι κάπως σκυμμένο, χωρίς το συνήθως αλαζονικό υφάκι της εξουσίας, με ρωτάει. Με ποιόν δημοσιογράφο είχες κάνει την συνέντευξη του Ψαριανού? Του λέω, εγώ είχα κάνει την συνέντευξη, για ποιόν μου μιλάς. Α, εσύ, δεν θυμόμουν, λοιπόν προσπάθησε να του κάνεις μια συνέντευξη.

Έκανα πάλι τον μαλάκα να μην τον φέρω σε δύσκολη θέση, και έπεισα τον Ψαριανό να μιλήσει.

Μόνο που ο κύριος Σ., αυτή τη φορά, μου υπαγόρευσε τις ερωτήσεις. Φυσικά έκανα και τις δικές μου, αλλά ποτέ δεν δημοσιεύθηκαν. Τελικά μάλλον έχει δίκιο ο Πάγκαλος που λέει πως για όλα φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ. Πιθανόν πάλι να είμαι ηλίθιος, αν ήμουν άλλωστε έξυπνος, ίσως έλεγα και εγώ τις ειδήσεις σε κάποιο κανάλι. Τα συμπεράσματα δικά σας. Τότε αποφάσισα πως δεν έχει κανένα νόημα η δημοσιογραφία. Ένιωσα τυχερός που μπορούσα να φωτογραφίζω και ασχολήθηκα με αυτό.

Είπαμε, άγριο πράγμα η ανεργία. Θα μπορούσα να πω πολλά ακόμα, όπως για ένα θέμα στην Άνδρο, σε αρχαιολογικό χώρο, που τον σκεπάζουν σκουπίδια, με ρεπορτάζ, φωτογραφίες, που μίλησα από τον δήμαρχο, αρχαιολόγους μέχρι τον Βαγγέλη Γερμανό που ζει εκεί και το έθαψαν.
Όταν ρώτησα γιατί, μου είπαν, τώρα είμαστε με τα σκουπίδια. Σε ένα άλλο θέμα, για τα πνευματικά δικαιώματα των μουσικών, μου είπαν πως δεν μπορούμε να δημοσιεύσουμε τέτοια πράγματα από την στιγμή του δίνουμε CD. Δεν κρίνω τίποτα ακόμα. Έχουμε δρόμο.

Έλεγα λοιπόν, μια χαρά είναι η φωτογραφία, ας γράφουν ότι θέλουν. Μεγάλωσα για να πιστεύω πως το σύστημα μπορεί να αλλάξει. Άλλωστε όλοι γύρω μου, μόνο τι αμάξι θα πάρουνε, ποια γκόμενα θα βγάλουνε και ποια ομάδα θα πάρει το πρωτάθλημα σκεφτόντουσαν. Το πολύ πολύ να έγραφα κανένα βιβλίο ακόμα για την ψυχή μου. Τρίχες δηλαδή.

Έλα όμως που δεν μπορείς να αγιάσεις. Με κυβέρνηση την ΝΔ, δεν προλαβαίναμε να τρέχουμε σε αποστολές. Τον Ρουσόπουλο τον είχαμε τσακίσει. Κάναμε πλάκα μεταξύ μας, πως πήραμε πτυχίο Ρουσόπουλου. Για να μην μακρηγορώ, όταν ήρθε στην κυβέρνηση η ομάδα ΓΑΠ, τέλος αυτά. Ναι, ξέρω, την πέσανε στον Παπακωσταντίνου.

Είχα φύγει τότε, αλλά μόλις είδα το δημοσίευμα, σκέφτηκα πως κάτι παίζει. Είχα δίκιο, πρόβλημα με την εφορία. Αν μη τι άλλο, έμαθα να σκέφτομαι πιο έξυπνα. Αν φυσικά είναι εξυπνάδα η πονηριά. Πάμε όμως να δούμε πως δουλεύει το σύστημα. Κάποια στιγμή, με έστειλαν μαζί με μια συνάδελφο, στην Τήνο, να βρούμε το σπίτι κάποιου επιχειρηματία, που θα φιλοξενούσε την κυρία Νατάσα Καραμανλή, του τότε πρωθυπουργού. Αυτές οι αποστολές, σε κάνουν λίγο Τζέημς Μπόντ.

Ξεκινάνε με τα καφενεία, που τάχα μου πιάνεις την κουβέντα με τον κόσμο ώστε να μάθεις πληροφορίες και μετά, πρέπει να βρεις τον τρόπο, να φωτογραφίσεις. Υπάρχουν μπράβοι, αστυνομικοί, ψηλές μάντρες, δύσκολα πράγματα. Τελικά περνώντας βουνά και λαγκάδια, στημένος κάτω από έναν ήλιο που σκότωνε κρυμμένος ατέλειωτες ώρες, είχαμε το θέμα και πολύ καλύτερα από όσο περιμέναμε. Μέχρι φορτηγό ήρθε που γέμισε την πισίνα παιχνίδια για τα παιδιά του τότε πρωθυπουργού.
Το τηλέφωνο χτυπούσε συνέχεια και μας έλεγαν πως αν το καταφέρουμε, θα κάνουν πάρτι. Δεν έγινε κανένα πάρτι. Πήρα την εφημερίδα την Κυριακή και αντί για πρωτοσέλιδο, δεν υπήρχε πουθενά το θέμα. Τους είχα δει να κάνουν σαν τρελοί όταν είδαν τις φωτό. Τι έγινε? Μου είπαν την επόμενη εβδομάδα, αλλά το θέμα δεν βγήκε ποτέ.

Δεν θα πω λοιπόν τίποτα, ας σκεφθεί ο καθένας σας ότι θέλει.

Μπορώ να πω πολλά ακόμα, αλλά θα κουράσω. Θα γίνω λοιπόν πιο λακωνικός. Στα περισσότερα θέματα, δεν δημοσίευαν το όνομα του φωτογράφου. Κάτι πολύ περίεργο και αντιδεοντολογικό. Ειδικά για μια εφημερίδα που χωρίς φωτογραφία δεν έχει θέμα. Δεν το έκαναν μόνο σε εμένα, το έκαναν και σε άλλους συναδέλφους. Το αναφέραμε πολλές φορές, αλλά…

Νόμιζα πως το κάνουν για να μην δεχόμαστε προτάσεις από άλλα έντυπα. Είπαμε στον κύριο Σ., ότι αν κάποια μέρα μας διώξουν, θα θέλουμε να δείξουμε δουλειά κάπου και δεν θα μπορούμε. Πάντα ναι έλεγε, αλλά πάντα τα ίδια γίνονταν.

Τελικά ήμουν χαζός. Είχαν πιο σοβαρό λόγο. Όπως έμαθα αργότερα, δεν έβαζαν όνομα, για να μπορούν να πουλάνε τις φωτογραφίες και σε άλλα μέσα σαν δικές τους.

Αυτό μου το επιβεβαίωσε και ο κύριος Θ., μπροστά σε αρκετά αυτιά.

Να πω, πως αυτές τις δουλειές, τις πλήρωναν 70 ευρώ και 120 αν ήταν εκτός Αθήνας με μπλοκάκι.

Κάναμε τον Τζέημς Μπόντ για ψίχουλα και ανασφάλιστοι. Φυσικά, όταν φτάναμε να σταματήσουμε, μας έριχναν το μπαλάκι του μισθολόγιου.

Τρίχες και το ξέραμε. Είχα φτάσει στο σημείο, αν ήθελα να δω την φάτσα τους να στραβώνει, να ρωτάω για μισθολόγιο. Είχε πλάκα. Μας έλεγαν πως δεν έχουν χώρο, αλλά κατά έναν περίεργο τρόπο, έβαζαν στο μισθολόγιο κοπελίτσες. Που μάλιστα, χωρίς να θέλω να υποτιμήσω την δουλειά τους, δεν είχαν ούτε τον εξοπλισμό, ούτε μπορούσαν να κάνουν δύσκολα θέματα. Δεν το λέω εγώ, το λέγανε οι δημοσιογράφοι. Μήπως πρέπει να είσαι υποτακτικός για να εργασθείς? Δεν ξέρω, αποφασίστε όλοι εσείς.

Αν τώρα πιστεύετε, πως ήμασταν τίποτα περίεργοι τύποι, που δημιουργούσαμε προβλήματα, σας λέω πως ποτέ στην ζωή μου, δεν έδωσα τόσο πολύ χρόνο, τόση ευγένεια και τόση ανωτερότητα στις συναλλαγές μαζί τους. Με μάρτυρες, ποτέ δεν είπα θέλω τόσα και τέτοια.
Έλεγα στον κύριο Σ., ότι είναι έξυπνος άνθρωπος, καταλαβαίνει πως είναι η αγορά, δεν χρειάζεται να πω τίποτα και πως απλά δεν θέλω να νιώθω ηλίθιος. Για κάποιον περίεργο λόγο, η ευγένεια εκλαμβάνετε σαν αδυναμία.

Κάποια στιγμή, μαζί με τον συνάδελφο κύριο Α., πήγαμε στον κύριο Σ. να μιλήσουμε για τα προβλήματα.

Μας είπε πως θα δημοσιεύεται το όνομα μας, πως έχει κανονίσει και μια μικρή αύξηση, ενώ πέταξε πάλι το τυράκι του μισθολογίου, που σε λίγο καιρό, θα έλυνε όλα τα προβλήματα. Πολύ παραμύθι μιλάμε, αλλά είπαμε, το τέρας της ανεργίας.

Τα 70 ευρώ λοιπόν, θα γινόντουσαν 90 και τα εκτός Αθήνας από 120 αν θυμάμαι καλά, 150. Με τις παλιές τιμές, με εργασία δυο μηνών, έπρεπε να λάβω κάπου 2000 ευρώ. Όταν όμως πήγα στο λογιστήριο, είδα…1000

Δεν το δεχθήκαμε και κάτσαμε απλήρωτοι μήνες, μέχρι να αποφασίσουν να πληρώσουν κανονικά. Χωρίς φυσικά την αύξηση. Κάθε φορά γίνονταν το ίδιο.

Ήταν πολιτική αυτό. Όποιος ζητάει περισσότερα θα παίρνει λιγότερα μέχρι να βάλει μυαλό. Πάντα σύμμαχος τους φυσικά η ανεργία. Κάποια στιγμή, μου είπαν να πάω ένα μήνα στην Μύκονο αποστολή και θα μου έδιναν 1500 ευρώ. Ήταν μια πολύ δύσκολη στιγμή στην ζωή μου και είχα ανάγκη να φύγω. Δέχτηκα χωρίς παζάρια.

Μόνο που με κράτησαν εκεί δυο μήνες. Όταν επέστρεψα, είπα πως πρέπει να πληρωθώ καλύτερα. Το αποτέλεσμα ήταν 1200 από 1500. Τυχαίο? Δεν νομίζω. Δηλαδή 600 ευρώ τον μήνα χωρίς ασφάλεια. Για δουλειά 20 ώρες την ημέρα, χωρίς ρεπό. Βάλτε τώρα τα 3500 ευρώ που έδωσα τότε σε εξοπλισμό, και θα καταλάβετε πως το μνημόνιο και το μεσοπρόθεσμο δεν είναι τίποτα.

Τελικά έχει δίκιο ο Πάγκαλος, μαζί τα φάγαμε. Ίσως πάλι, να ήθελαν να έρθει στην κυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ, ώστε να εφαρμόσουν και με νόμο τις εργασιακές σχέσεις που ήθελαν.

Και όμως, συνέχισα να φέρομαι ευγενικά, να τους λέω πως απλά δεν θέλω να νιώθω ανόητος και περίμενα πως κάποια μέρα θα σεβαστούν την δουλειά μου. Τόσο μαλάκας. Να πω ακόμα, πως είδα να εργάζονται στην εφημερίδα δημοσιογράφοι, χωρίς να πληρώνονται, για πάρα μα πάρα πολύ καιρό. Μάθαιναν λέει, την δουλειά.

Εγώ όμως συνεργαζόμουν μαζί τους, έβλεπα τις δουλειές τους να δημοσιεύονται και αναρωτιόμουν, γιατί να μην τους δίνουν, έστω τα εισιτήρια τους. Δεν ήταν πλούσιοι. Είδα ακόμα δημοσιογράφους των 700 ευρώ, αυτούς που ο κόσμος βρίζει μαζί με τους μεγαλοδημοσιογράφους., να εργάζονται όλη μέρα, ακόμα και σαββατοκύριακα, ακόμα και…στην άδειά τους, χωρίς ποτέ φυσικά να πληρωθούν υπερωρίες. Νομίζετε πως είναι χαζοί? Πως δεν καταλάβαιναν?

Η απάντηση είναι η ανεργία. Όπως για τους πιο πάνω, ο λόγος που παίζουν αυτά τα παιχνίδια, είναι να μην χάσουν παχυλούς μισθούς, που τους επιτρέπουν το καλό αμάξι, για να πουλάνε μούρη σε κάποια ξανθιά τηλεπερσόνα.

Έτσι δουλεύει το σύστημα.

Πρώτα πρέπει να υπάρχει φτώχια και ανεργία, ώστε οι άνθρωποι να πωλούν τις ζωές τους φτηνά. Μετά διαλέγει κάποιους και τους αγοράζει πιο ακριβά, ώστε να τους βάζει σε άλλο εκβιασμό. Να σκύβουν για να μην χάσουν και να είναι οι μεσάζοντες με τους πιο κάτω.

Οι κάτω μαθαίνουν να σκύβουν και ονειρεύονται πως μια μέρα θα γίνουν σαν τους πιο πάνω. Η δημοκρατία δηλαδή είναι εκβιασμός. Αυτό δεν ζούμε όλοι κάθε μέρα? Αυτό δεν ζούσαμε και πρίν την κρίση? Αυτό δεν γίνεται σε κάθε δουλειά?

Αν δεν το αλλάξουμε, θα είμαστε πάντα σκλάβοι σε κάποιους καρχαρίες και δεν έχει καμιά σημασία αν μας φέρονται σαν σκλάβους, Έλληνες, η ξένοι αύριο. Σκλάβοι έτσι και αλλιώς.

Πολλοί ίσως πουν, πως βγάζω κακία. Ακόμα και έτσι να ήταν, θα είχα δίκιο. Αν σκέφτομαι έτσι, δεν έγινε μόνο του. Με έκαναν να σκέφτομαι έτσι. Αλλά δεν είναι κακία. Το αντίθετο. Είναι θλίψη. Τα παιδιά που συνεργάστηκα στην εφημερίδα, τα θεωρώ φίλους, άσχετο αν φοβούνται να με δουν. Ξέρουν αυτοί. Θεωρώ πως είναι καταπληκτικοί δημοσιογράφοι και τους εύχομαι τα καλύτερα γιατί το αξίζουν. Μην τους βρίζεται, εκτός αν αρχίσετε να βρίζετε τους πάντες.

Αυτούς που εργάζονται σε τράπεζα και δεν παραιτούνται, αυτούς που εργάζονται σε δημόσιες υπηρεσίες, ακόμα και αυτούς που εργάζονται σε σουβλατζίδικο και δεν φεύγουν όταν βλέπουν να τηγανίζονται πατάτες σε καμένα λάδια.

Δεν μιλάω για σώματα ασφαλείας και πολιτικούς. Αυτούς τους καταλάβατε. Μην ξεχνάτε πως μέχρι πριν λίγο κουνούσατε πλαστικά λάβαρα για αυτούς. Και όταν κάποιοι σαν εμένα σας έλεγαν τι παίζεται, μας λέγατε γραφικούς, ενώ αν γράφαμε κάπου μια άλλη άποψη από την τρέχουσα, χάναμε την δουλειά μας.

Δεν έχω τίποτα ούτε με αυτούς που παίζουν παιχνίδια για να μην χάσουν τον παχυλό μισθό τους. Τους καταλαβαίνω. Εκβιάζονται και αυτοί. Δεν έχω τίποτα ούτε κάν με τους μεγαλοεκδότες και μεγαλοπολιτικούς, γιατί ξέρω πως εκβιάζονται και αυτοί.

Κανένας δεν ονειρεύθηκε μικρός να γίνει λαμόγιο. Κάποτε, μου είπε ένας δημοσιογράφος, πως δεν αντέχει άλλο και πως θέλει να κάνει ένα δικό του περιοδικό. Του είπα, θέλεις δηλαδή, να κάνεις ότι δεν σου αρέσει να σου κάνουν.

Δεν δέχθηκα ποτέ θέση εξουσίας, γιατί ήξερα πως θα πρέπει πολλές φορές να φερθώ όπως δεν μου αρέσει να μου φέρονται. Αλλά όπως θα διαβάσατε, είναι έτσι φτιαγμένος ο κόσμος που είναι αδύνατον να την γλυτώσεις.

Κάποια στιγμή, ο κ. Σ., με πήρε ένα βράδι και παρακαλώντας με, ήθελε να πάω σε ένα εστιατόριο που έτρωγε ο κύριος Παπανδρέου πριν γίνει πρωθυπουργός. Πάντα παρακαλούσε όταν είχε ανάγκη, όταν έκανε την δουλειά του, σαν να μην σε ήξερε σχεδόν.

Εκεί γνώρισα κάποιον από την ασφάλεια του πρωθυπουργού.

Θα κάνει πολλά καλά, μου είπε για τους Έλληνες, θα δώσει ψωμί. Γέλασα.

Του είπα πως θα δούμε έργα που δεν φαντάζεται. Όχι γιατί είναι κακός άνθρωπος, δεν έχω γνώμη, δεν τον ξέρω. Αλλά γιατί από την στιγμή που είναι υποχρεωμένος να δέχεται εντολές από έξω, όπως όλοι, δεν υπάρχει καμιά ελπίδα.

Τον λέγανε Χάρη, αν θυμάμαι καλά και ίσως το θυμάται.

Κάπου γράφω πως αυτό το κείμενο, που μοιάζει καταγγελτικό, γράφτηκε για να κάνει μια πρόταση. Δεν μπορεί να αλλάξει η μοίρα μας, όσο λειτουργούμε έτσι.

Η ανεργία είναι η παγίδα για να μην μιλάμε. Για να μπορούν να μας αγοράζουν. Να μπορούν να κλέβουν την δύναμη μας και να την κάνουν βίλες, σκάφη, οφ σορ, χωρίς φυσικά να τιμωρείτε κανείς. Δεν θα πω παραδείγματα, τα ξέρετε πια όλοι. Ίσως όμως καταλάβατε πόσο φταίμε που τους υπηρετούμε όλους αυτούς για λίγα ψίχουλα.

Δεν υπάρχει ούτε δημοκρατία, ούτε δημοσιογραφία, ούτε ελευθερία, ούτε ανθρωπιά, από την στιγμή που υπάρχει η απάτη του χρήματος. Δεν θα το αναλύσω εδώ. Θα πω μόνο, πως κάποτε ρώτησα σε ένα γήπεδο τένις, τον κύριο Κουλούρη-που μας έβγαζε λόγο- αν είναι ρατσιστής.

-Φυσικά όχι απάντησε ο Πασόκος, έχω δώσει αγώνες μου είπε.

.Τότε γιατί υπηρετείς, ρώτησα, ένα σύστημα τόσο ρατσιστικό, που λέει εσύ θα ζεις με 500 ευρώ, εσύ με εκατομμύρια, εσύ με τίποτα να πεθάνεις.

Μπέρδεψε τα λόγια του και είπε πως έχει δουλειά και δεν προλαβαίνει να απαντήσει. Μα κάνω και εγώ κάτι ερωτήσεις, και έχω και την απαίτηση να με αφήνουν να κάνω συνεντεύξεις. Τόσο ηλίθιος? Αντί να γλύψω, μπας και πάρω κανένα γραφείο τύπου…

Η πρόταση μου είναι να μιλήσουμε για τις δουλειές που μας βάζουν να κάνουμε, τις δουλειές που σήμερα όλοι ξέρουμε, δεν υπηρετούν την ανθρωπότητα, αλλά κάποιες τσέπες.

Να βγούν να μιλήσουν όσοι εργάζονται σε τράπεζες, να μας πουν τι τους ζητάνε.

Να πουν οι δημοσιογράφοι τι αντιμετωπίζουν. Ας το κάνουν και οι πολιτικοί, ας μας πούνε τι πιέσεις δέχονται. Αν μας πουν, ίσως πολεμήσουμε μαζί τους, ίσως τους εμπιστευθούμε. Ας μας πούνε την αλήθεια και οι εκδότες, οι καναλάρχες, οι εργολάβοι, τι πόλεμο ζουν και αυτοί.

Όλοι εγκλωβισμένοι στα σκατά είμαστε. Δεν γίνετε όμως να πληρώνουν μόνο οι φτωχοί, θα γίνει εμφύλιος.

Ας μας πουν την αλήθεια, ας εξομολογηθούμε όλοι και ας προσπαθήσουμε να βρούμε μια λύση. Ναι ξέρω είμαι ανόητος. Αν όμως σταματήσω να είμαι ανόητος, ή πρέπει να πάρω ένα περίστροφο και όποιον πάρει ο χάρος, η πρέπει να μεταναστεύσω, απαιτώντας πρώτα από την κυρία Διαμαντοπούλου, να κάνει αλλαγές στην παιδεία.

Στα σχολεία θα πρέπει να διδάσκεται πια η τέχνη του γλειψίματος, η τέχνη των εκβιασμών, της απάτης, του ψέματος και της κλεψιάς. Αν δεν γίνει αυτό, θα πρέπει να σκεφθώ, πως επίτηδες λένε για αγάπη, αλήθεια και άλλες ανοησίες, ώστε να παράγουν χαζούς ανθρώπους που θα τους αγοράζουν και θα τους πουλάνε φτηνά.

Να πω ακόμα, πως αν κάποιος πει πως δεν σέβομαι την δουλειά που έκανα, απαντώ πως ακριβώς επειδή την σέβομαι έγραψα όλα αυτά. Γιατί πιστεύω πως μπορεί να γίνει πραγματικά καλά και να ξαναγίνει λειτούργημα από παιχνίδι εξουσίας ανάμεσα σε πλούσιους. Δεν χρωστάω σε κανέναν, μου χρωστάνε.

Μετά από 25 χρόνια δουλειάς, δεν έχω ούτε ένα ευρώ σε κάποια τράπεζα και ας λέει ο Πάγκαλος ότι τα φάγαμε μαζί.

Μόνο αυτά που φαντάζομαι πως κέρδισαν από το θέμα της κυρίας Καραμανλή, πρέπει να είναι πολλαπλάσια από αυτά που με κόπο κέρδισα δουλεύοντας.

Έχασα κάθε ελπίδα για ζωή, για δουλειά, σκέφτομαι πως μόνο αν μεταναστεύσω ίσως βρω ηρεμία. Όπως είχα πει στον κύριο Τ., όταν με ρώτησε αν θα παντρευτώ, του είπα, πως δεν θέλω το παιδί μου να γίνει σκλάβος κανενός. Έτσι μας καταντήσατε όλοι σας.

Πριν μάλιστα φύγω από την εφημερίδα, έχοντας δώσει ατέλειωτο χρόνο να καταλάβουν, ζήτησα να δω τον κύριο Κ., έκλεισα ραντεβού με την γραμματέα του, αλλά αδύνατον. Δεν δέχονταν να δει έναν άνθρωπο που χρόνια έτρεχε ανασφάλιστος όλη την Ελλάδα γι αυτόν. Του έστειλα μέηλ, αλλά δεν απάντησε ποτέ. Τους έδωσα όλες τις ευκαιρίες.

Αρνήθηκαν να πληρώσουν και δουλειές που επαναδημοσίευσαν, ενώ κάνανε τους χαζούς για ένα τεράστιο αρχείο μου που έχουν και δεν είναι δικό τους, από την στιγμή που δεν ήμουν στο μισθολόγιο. Έκανα τα πάντα, έγραφα, φωτογράφιζα, σοβαρά θέματα, ελαφρά, έκανα διαφήμιση, τον παπαράτσι, τα πάντα και το αποτέλεσμα το βλέπετε.

Αυτό θα είναι και το δικό σας αν δεν καταλάβετε πως εμείς έχουμε την δύναμη και μπορούμε να πούμε μέχρι εδώ. Σταματάμε να σας διαβάζουμε να σας βλέπουμε, να δουλεύουμε να σας αγοράζουμε, να σας πληρώνουμε αν δεν αλλάξετε.

Η ΔΟΥΛΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΝΤΡΟΠΗ ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΚΑΝΕΤΕ.

Μας απειλούν με χρεοκοπία, ενώ μπορούμε και εμείς να τους απειλήσουμε.

Σταματώντας εμείς να τους πληρώνουμε. Εφημερίδες, κανάλια, τράπεζες, ΔΕΚΟ, ρεύμα, όλα. Ούτε μια μέρα δεν θα άντεχαν.

Μας λένε πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος, υπάρχουν χιλιάδες δρόμοι. Τον πλανήτη και την ζωή μας τα έκαναν κόλαση, ενώ θα μπορούσε να είναι παράδεισος.

Σκεφτείτε έναν κόσμο χωρίς χρήμα. Κανείς από τους πολιτικούς μας δεν θα ήθελε να κυβερνήσει, αλλά δεν θα τον είχαμε και ανάγκη. Δεν θα υπήρχε ανεργία. Όταν θες ανάπτυξη, δεν μπορείς το ενεργό δυναμικό σου να το έχεις εκτός παραγωγής.

Εκτός αν δεν θες να παράγεις. Όχι μόνο δεν θα υπήρχε ανεργία, αλλά θα εργαζόμασταν και λιγότερο. Θα ήμασταν περισσότεροι. Δεν θα υπήρχαν κλέφτες, μιας και όλα θα ήταν ελεύθερα. Ότι δουλειά και αν έκανες, θα ήταν ισότιμη.

Σήμερα τα χρυσά αγόρια που παράγουν μόνο κρίσεις, βγάζουν εκατομμύρια και οι δάσκαλοι ζητιανεύουν. Δεν θα υπήρχαν πόλεμοι, όπως σήμερα που κάθε στιγμή που ζούμε είναι πόλεμος και ανταγωνισμός.

Δεν θα πω πολλά, δεν είμαι πολιτικός, θα πω μόνο κάτι που έγραψα στο βιβλίο μου: Για να κατασκευάσεις έναν Παρθενώνα, ένα σχολείο, η νοσοκομείο, πρώτα θές το όραμα, μετά την γνώση, τα υλικά και το ανθρώπινο δυναμικό που θα το κατασκευάσει. Η φύση τα έδωσε όλα απλόχερα. Δεν κατασκευάζουμε όμως Παρθενώνες. Μας λένε πως δεν έχουμε λεφτά. Σκεφτείτε το.

Δεν ξέρω αν κατάφερα να μεταφέρω, πως περίπου νομίζω μέσα από αυτά που έζησα δουλεύει το σύστημα. Πως ότι γίνεται στην πολιτική ζωή, γίνεται παντού.

Όπως έλεγε και ο Πλάτων «έχετε μάτια, αλλά δεν βλέπετε, αφτιά, αλλά δεν ακούτε…»

Ίσως όμως την επόμενη φορά που θα δείτε πρωτοσέλιδα να μιλάνε για άδικα μέτρα και άλλα τέτοια όμορφα, να σκεφθείτε τα παιδιά που εργάζονται χωρίς να πληρώνονται, τα παιδιά που πληρώνονται εξευτελιστικά και δουλεύουν όλη την μέρα, ακόμα και σε άδειες, κάποιους που τους έχουν ανασφάλιστους και γενικά δείτε πίσω από τις λέξεις.

Απλά πουλάνε είδηση, πουλάνε δημοκρατία, αλλά ούτε η ενημέρωση τους απασχολεί, ούτε η δημοκρατία. Τους ενδιαφέρει μόνο η ΕΞΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΛΕΦΤΑ.

Εκδότες, καναλάρχες, πολιτικοί, όλοι. Εξουσία και λεφτά στην πλάτη μας.

Εμείς τους δίνουμε αυτή την εξουσία. Αν τους γυρίσουμε την πλάτη, θα αναγκαστούν να αλλάξουν. Αν όχι, ακόμα και αν περάσουμε την κρίση, απλά θα έχουμε πάλι νταβατζήδες, πάλι διαφθορά, πάλι θα φτάσουμε εδώ. Πάλι θα είμαστε σκλάβοι.

Δεν ξέρω αν θα ζήσω ποτέ μια κοινωνία ελεύθερη, χωρίς δεσμά, δηλαδή λεφτά, που είναι ο διάβολος, από το διαβάλω, ίσως να είναι νωρίς. Αν και πιστεύω πως απλά δεν αφήνουν τον άνθρωπο να γίνει άνθρωπος. Σίγουρα όμως μπορούμε να απαιτήσουμε να ζήσουμε με αξιοπρέπεια.

Στα τέτοια μας τα εκατομμύρια των εκδοτών, μπορούμε να χαρούμε μια γυναίκα εμείς και χωρίς αυτά. Αλλά από την στιγμή που εργαζόμαστε θα έχουμε σεβασμό. Αλλιώς ας σταματήσουμε όλοι να εργαζόμαστε.

Θα καταρρεύσουν. Κατά βάθος, ξέρω πως ίσως τίποτα να μην γίνει, ο εκβιασμός, ο φόβος της ανεργίας, τα ΜΑΤ και όλα αυτά τα δημοκρατικά, μπορεί πάλι να νικήσουν.

Οι εκδότες να συνεχίσουν να παίζουν παιχνίδια εκατομμυρίων με τους πολιτικούς που τους έχουν ανάγκη, για να φιλοξενούν τις ανοησίες τους στις σελίδες τους και να χαθεί ακόμα μια ευκαιρία για ένα καλύτερο αύριο. Θα βγαίνουν στα κανάλια των εργολάβων να κάνουν τους γλυκούληδες με πράσινα μαλλιά και εμείς θα τους κοιτάμε σαν χαζοί, ρίχνοντας ευθύνες πάντα στους άλλους.

Κάποιοι σαν εμένα, μπορεί να πάθουν κάποιο «ατύχημα» η να μην ξαναδουλέψουν που τόλμησαν να πουν την αλήθεια. Την αλήθεια που υποτίθεται υπηρετούν.

Τους αρέσει να βγάζουν τα σκάνδαλα των άλλων, αλλά όχι τα δικά τους. Μόνο που ο κόσμος ξύπνησε. Κατάλαβε.

Ακόμα και αν τα χημικά του Παπουτσή και τα κανάλια με τους εκδότες τους φοβίσουν. Τώρα ξέρουν.

ΥΓ. Διάβασα σήμερα τις επιστολές ανάμεσα σε Πιτσιρίκο και Τσίμα. Κύριε Τσίμα, όλα καλά στο μεγάλο κανάλι? Δεν ψιθυρίζουν στα αφτιά σας, γιατί όλο και κάποιο βίντεο έχουμε δει.

ΥΓ2 . Κύριοι υπουργοί, τσάμπα προσπαθείτε να νομοθετήσετε για τα εργασιακά, -ρωτήστε τους εκδότες πως καταφέρνουν να σε έχουν σαν μισθωτό, ενώ μοιάζεις ελεύθερος επαγγελματίας. Μόνο που αν σαν ελεύθερος εργαστείς και αλλού, τέλος.
Πηγη 

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

1000 bravo

Ανώνυμος είπε...

Σκεφθήκατε την επιλογή αντί να ξενιτευτείτε να επιστρέψετε στον τόπο καταγωγής σας; Κάποιος από τους γονείς σας θα έχει καταγωγή από χωριό. Νομίζω ότι αρχικά πρέπει να επιστρέψουμε στις ρίζες μας και να διασφαλίσουμε την πρωτογενή παραγωγή. Θα μπορούσατε να κάνετε και τη δουλειά σας, συνεργαζόμενος με μικρής εμβέλειας επαρχιακά έντυπα. Οι μεγάλες εφημερίδες πολύ γρήγορα θα πληρώσουν, το ότι δεν προσφέρουν ουσιαστική ενημέρωση. Μιλώ για μια περιορισμένη οικονομικά, αλλά πιο ανεξάρτητη ζωή. Έχετε δίκιο ότι όλοι πρέπει να αλλάξουμε και να δούμε τη ζωή με άλλα μάτια.
Χωρίς αλληλεγγύη, τιμιότητα, δικαιοσύνη, αλήθεια, ελευθερία, η ζωή γίνεται κόλαση, ακόμα και γι' αυτούς που έχουν εξασφαλισμένη δουλειά και επαρκές εισόδημα.

Ανώνυμος είπε...

ΕΣΥ ΞΕΡΕΙΣ ΠΟΛΛΑ, ΠΕΣ ΜΑΣ ΚΙ ΑΛΛΑ...

Ανώνυμος είπε...

O Χρίστος Λογαρίδης το έγραψε :
http://www.biblioasi.gr/product_info.php?products_id=19433

είναι ο συγγραφέας του «Η μοναξιά του θεού»*
_________________________________________________



* Αυτά τα έχω δημοσιεύσει στο βιβλίο μου, «Η μοναξιά του θεού», όπως και μέσα από 10 ατομικές και άλλες τόσες ομαδικές εκθέσεις φωτογραφίας

Ανώνυμος είπε...

ΕΧΟΥΜΑΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΑΙ ΜΕ ΣΚΟΥΛΙΚΙΑ ΚΑΙ ΜΑΛΙΣΤΑ ΣΗΧΑΜΕΡΑ...ΟΛΟΙ ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΚΥΒΕΡΝΑΝΑΙ ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ Ο ΛΑΟΣ ΤΟΥΣ ΒΓΑΖΕΙ ΓΙΑΤΙ ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ ΠΟΥ ΕΧΟΥΜΑΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΠΙΑΝΕΙ ΚΑΙ ΕΧΟΥΜΑΙ ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΙΔΙΑ..ΑΥΤΑ ΤΑ 4.000.000.ΞΕΝΟΙ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΦΕΡΕΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΥΧΑΙΟ..ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΜΑΣ ΕΚΦΥΛΙΣΟΥΝ ΝΑ ΜΑΣ ΕΞΑΦΑΝΗΣΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΑΣ ΔΙΟΤΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ΟΣΟ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΕΛΛΗΝΕΣ ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΗΜΑΣΤΑΙ ΑΓΚΑΘΙ ΣΤΑ ΣΧΑΙΔΙΑ ΤΟΥΣ