Χίος.
Των παιδικών χρόνων και αυτών της εφηβείας. Μόνος καλοκαιρινός προορισμός των διακοπών μου. Τόπος ιδιαίτερος, που μόνο η σκέψη και η προσμονή του ξανασμιξίματος, έβαφε με ευχάριστα χρώματα τους σχολικούς χειμώνες, απαλύνοντας έτσι γλυκά τους «πόνους» της μάθησης.
Χίος...
Της γιαγιάς. Του παππού. Του μεσαιωνικού χωριού με τους γλεντζέδες κατοίκους. Μεστά. Των ερειπωμένων σπιτιών. Των διακριτικών φαντασμάτων.
Χίος.
Των πρώτων ερώτων. Των πρώτων τσιγάρων.
Της βόλτας στην απόμερη παραλία με τα γαϊδουράκια. Του «κυνηγιού αχινού» για την επιβίωση σε αυτήν. Και τα ξενύχτια, τα καλύτερα ξενύχτια, πλάι στη θάλασσα.
Χίος.
Μπουγέλα στις κουτσομπόλες και υποβρύχιο μαστίχα.
Έτσι κύλησαν τα πρώτα καλοκαίρια … Μαζί με το απαραίτητο συνοδευτικό τους, τις άλλες τρεις εποχές του χρόνου. Του κάθε χρόνου …
Και ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια …
Τα χρόνια της ωριμότητας, να τα πω έτσι, κάπως πρέπει να τα πω. Τα χρόνια της ωριμότητας –λοιπόν- δεν επισκέφτηκα ξανά τον τόπο αυτό. Πειραματίστηκα σε καινούριες διαδρομές …
Αλλά, την πρώτη αγάπη δεν μπορείς να τη ξεχάσεις …
Την παρακολούθησα να αλλάζει … Ακολουθώντας τις μεταλλάξεις μίας ολόκληρης χώρας … Παρακολουθούσα από μακριά …
Χαθήκανε τα γαϊδουράκια. Μαζί τους πήρανε τον παππού, τη γιαγιά, ξαδέρφια, φίλους, συγγενείς, αρκετούς δικούς μου ανθρώπους.
Τα ερειπωμένα σπίτια, όλα σχεδόν, ανακαινίστηκαν, με τη συνήθη τεχνοτροπία της «υπερβολής νεόπλουτου», τεχνοτροπία κυρίαρχη σε μια γενιά που «μεγαλούργησε» με δανεικά.
Καινούριοι δρόμοι, μεγάλοι, άνοιξαν βασανίζοντας τη γαλήνη των μονοπατιών και των οδοιπόρων τους.
Καλλιέργειες αιώνων αφέθηκαν στην τύχη τους, η νέα μόδα του εύκολου κέρδους τις κατέστησε ξεπερασμένες στα νέα ήθη.
Παραλίες πλημμύρισαν, όχι από τα θαλάσσια νερά των «κλιματικών αλλαγών», μα από ομπρέλες, μαζί με τις ξαπλώστρες τους. Όλοι –σχεδόν- νοιώσαν ευτυχισμένοι με την εξέλιξη αυτή, γελαστοί συνέρεαν πληρώνοντας για το μπάνιο τους, αυτό που πριν λίγο καιρό τους πρόσφερε δωρεάν ο Χιώτης θεός της θάλασσας …
Παραδοσιακά πανηγύρια μεταμορφώθηκαν σε λαϊκές βραδιές - σκυλάδικων επιρροών και αποχρώσεων, ενώ η τοπική σούμα «μύρισε» ουίσκι και τεκίλα …
Κάθεσαι αναπαυτικά, από μακριά, παρακολουθείς τις αλλαγές που δεν σου αρέσουν. Που δεν σε εκφράζουνε. Και μελαγχολείς … Όχι χωρίς ευθύνες … Αλλά με περισσότερες ευθύνες … Καθώς πρακτικά αποδέχεσαι χωρίς να προσπαθείς να επηρεάσεις τη μετεξέλιξη που έτσι κι αλλιώς συμβαίνει …
Ωστόσο, κάποια στιγμή βλέπεις τα «όρια» να πλησιάζουν. Τα βλέπεις και εσύ, μαζί με την υπόλοιπη γενιά σου. Μαζί με το λαό της χώρας σου. Μαζί με τους κατοίκους του τόπου σου. Μαζί με την ιστορία των «πιστεύω» σου. Μαζί με τους δικούς σου ανθρώπους.
Αυτή είναι ακριβώς η στιγμή που αλλάζει όλη η σύσταση του κόσμου. Γιατί περνάς από την άλλη πλευρά. Εκεί που τα περιγράμματα έχουν άλλη υπόσταση, απλά αφού στην «άλλη πλευρά» οι διαστάσεις έχουν διαφορετικό ορισμό, έννοια και παραμετροποίηση …
Εκεί ακριβώς ανακαλύπτεις ότι δεν μπορούσες να αναγνωρίσεις μέχρι χθες. Αυτό που αναζητούσες, αυτό που δεν γνώριζες, αυτό που απουσίαζε …
Φλόγα …
Διαφορετικά, αυτό που σου δίνει την ώθηση …
Φλόγα …
Της πυρκαγιάς στα δάση των παιδικών σου αναμνήσεων …
Φλόγα …
Για την «επέλαση των ανεμογεννητριών» που διαταράσσει οριστικά την έννοια του «όμορφου», την έννοια του «μέτρου» που σου μάθαιναν από παιδί …
Φλόγα …
Στο όραμα των φωτοβολταϊκών που θα «καλλιεργήσουν» εκεί που αντάμωνες παλαιότερα με τις ελιές, τα σκίνα και το θυμάρι …
Όμορφοι άνθρωποι, όμορφα χωριά, όμορφη φύση, όμορφες ιστορίες, όμορφα βουνά, όμορφος θάλασσες …
Χάνονται στην «ασχήμια» … Αυτή που διαγράφει η νέα εποχή, εποχή των ανόητων απατεωνίσκων, των αδίστακτων τοκογλύφων, των διεφθαρμένων κυβερνητών και των χρεοκοπημένων τραπεζιτών.
Χάνονται, θυσία στις ορέξεις τους ... Θυσία στο φόβο μας …
Ο κανόνας της συνεχούς πάλης του καλού με το κακό; Ίσως … Στον τελευταίο βηματισμό της ιστορίας …
Σε λίγο θα καεί και το τελευταίο δέντρο της ενηλικίωσής μου … Αυτό θα είναι και το σινιάλο για να επιστέψω στο σύγχρονο «χειμώνα» του τόπου των παιδικών καλοκαιριών μου …
Μιχάλης Μπούργος
mbourg@environment.gr
πηγη
Το βίντεο είναι απο την ταινία ''Το δέντρο που πληγώναμε''
Σκηνοθεσία του Δ. Αβδελιώδη (1986) και μουσική του Δ. Παπαδημητρίου από τον πρώτο του δίσκο (1981) με τίτλο "Τοπία". Υπόθεση:
Ο τίτλος αναφέρεται στην επεξεργασία της μαστίχας, όπου για να ληφθεί το δάκρυ τα μαστιχόδεντρα κεντρίζονται (πληγώνονται).
Η ιστορία διαδραματίζεται στη Χίο του 1960. Δύο μικρά αγόρια και πολύ καλοί φίλοι έρχονται σε σύγκρουση λίγο πριν το κλείσιμο του σχολείου για τις καλοκαιρινές διακοπές με αφορμή ένα άτυχο συμβάν. Αργότερα στα μέσα του καλοκαιριού ξαναβρίσκονται. Το υπέροχο καλοκαίρι που θα περάσουν διακόπτεται σύντομα από την έλευση του φθινοπώρου.
Των παιδικών χρόνων και αυτών της εφηβείας. Μόνος καλοκαιρινός προορισμός των διακοπών μου. Τόπος ιδιαίτερος, που μόνο η σκέψη και η προσμονή του ξανασμιξίματος, έβαφε με ευχάριστα χρώματα τους σχολικούς χειμώνες, απαλύνοντας έτσι γλυκά τους «πόνους» της μάθησης.
Χίος...
Της γιαγιάς. Του παππού. Του μεσαιωνικού χωριού με τους γλεντζέδες κατοίκους. Μεστά. Των ερειπωμένων σπιτιών. Των διακριτικών φαντασμάτων.
Χίος.
Των πρώτων ερώτων. Των πρώτων τσιγάρων.
Της βόλτας στην απόμερη παραλία με τα γαϊδουράκια. Του «κυνηγιού αχινού» για την επιβίωση σε αυτήν. Και τα ξενύχτια, τα καλύτερα ξενύχτια, πλάι στη θάλασσα.
Χίος.
Μπουγέλα στις κουτσομπόλες και υποβρύχιο μαστίχα.
Έτσι κύλησαν τα πρώτα καλοκαίρια … Μαζί με το απαραίτητο συνοδευτικό τους, τις άλλες τρεις εποχές του χρόνου. Του κάθε χρόνου …
Και ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια …
Τα χρόνια της ωριμότητας, να τα πω έτσι, κάπως πρέπει να τα πω. Τα χρόνια της ωριμότητας –λοιπόν- δεν επισκέφτηκα ξανά τον τόπο αυτό. Πειραματίστηκα σε καινούριες διαδρομές …
Αλλά, την πρώτη αγάπη δεν μπορείς να τη ξεχάσεις …
Την παρακολούθησα να αλλάζει … Ακολουθώντας τις μεταλλάξεις μίας ολόκληρης χώρας … Παρακολουθούσα από μακριά …
Χαθήκανε τα γαϊδουράκια. Μαζί τους πήρανε τον παππού, τη γιαγιά, ξαδέρφια, φίλους, συγγενείς, αρκετούς δικούς μου ανθρώπους.
Τα ερειπωμένα σπίτια, όλα σχεδόν, ανακαινίστηκαν, με τη συνήθη τεχνοτροπία της «υπερβολής νεόπλουτου», τεχνοτροπία κυρίαρχη σε μια γενιά που «μεγαλούργησε» με δανεικά.
Καινούριοι δρόμοι, μεγάλοι, άνοιξαν βασανίζοντας τη γαλήνη των μονοπατιών και των οδοιπόρων τους.
Καλλιέργειες αιώνων αφέθηκαν στην τύχη τους, η νέα μόδα του εύκολου κέρδους τις κατέστησε ξεπερασμένες στα νέα ήθη.
Παραλίες πλημμύρισαν, όχι από τα θαλάσσια νερά των «κλιματικών αλλαγών», μα από ομπρέλες, μαζί με τις ξαπλώστρες τους. Όλοι –σχεδόν- νοιώσαν ευτυχισμένοι με την εξέλιξη αυτή, γελαστοί συνέρεαν πληρώνοντας για το μπάνιο τους, αυτό που πριν λίγο καιρό τους πρόσφερε δωρεάν ο Χιώτης θεός της θάλασσας …
Παραδοσιακά πανηγύρια μεταμορφώθηκαν σε λαϊκές βραδιές - σκυλάδικων επιρροών και αποχρώσεων, ενώ η τοπική σούμα «μύρισε» ουίσκι και τεκίλα …
Κάθεσαι αναπαυτικά, από μακριά, παρακολουθείς τις αλλαγές που δεν σου αρέσουν. Που δεν σε εκφράζουνε. Και μελαγχολείς … Όχι χωρίς ευθύνες … Αλλά με περισσότερες ευθύνες … Καθώς πρακτικά αποδέχεσαι χωρίς να προσπαθείς να επηρεάσεις τη μετεξέλιξη που έτσι κι αλλιώς συμβαίνει …
Ωστόσο, κάποια στιγμή βλέπεις τα «όρια» να πλησιάζουν. Τα βλέπεις και εσύ, μαζί με την υπόλοιπη γενιά σου. Μαζί με το λαό της χώρας σου. Μαζί με τους κατοίκους του τόπου σου. Μαζί με την ιστορία των «πιστεύω» σου. Μαζί με τους δικούς σου ανθρώπους.
Αυτή είναι ακριβώς η στιγμή που αλλάζει όλη η σύσταση του κόσμου. Γιατί περνάς από την άλλη πλευρά. Εκεί που τα περιγράμματα έχουν άλλη υπόσταση, απλά αφού στην «άλλη πλευρά» οι διαστάσεις έχουν διαφορετικό ορισμό, έννοια και παραμετροποίηση …
Εκεί ακριβώς ανακαλύπτεις ότι δεν μπορούσες να αναγνωρίσεις μέχρι χθες. Αυτό που αναζητούσες, αυτό που δεν γνώριζες, αυτό που απουσίαζε …
Φλόγα …
Διαφορετικά, αυτό που σου δίνει την ώθηση …
Φλόγα …
Της πυρκαγιάς στα δάση των παιδικών σου αναμνήσεων …
Φλόγα …
Για την «επέλαση των ανεμογεννητριών» που διαταράσσει οριστικά την έννοια του «όμορφου», την έννοια του «μέτρου» που σου μάθαιναν από παιδί …
Φλόγα …
Στο όραμα των φωτοβολταϊκών που θα «καλλιεργήσουν» εκεί που αντάμωνες παλαιότερα με τις ελιές, τα σκίνα και το θυμάρι …
Όμορφοι άνθρωποι, όμορφα χωριά, όμορφη φύση, όμορφες ιστορίες, όμορφα βουνά, όμορφος θάλασσες …
Χάνονται στην «ασχήμια» … Αυτή που διαγράφει η νέα εποχή, εποχή των ανόητων απατεωνίσκων, των αδίστακτων τοκογλύφων, των διεφθαρμένων κυβερνητών και των χρεοκοπημένων τραπεζιτών.
Χάνονται, θυσία στις ορέξεις τους ... Θυσία στο φόβο μας …
Ο κανόνας της συνεχούς πάλης του καλού με το κακό; Ίσως … Στον τελευταίο βηματισμό της ιστορίας …
Σε λίγο θα καεί και το τελευταίο δέντρο της ενηλικίωσής μου … Αυτό θα είναι και το σινιάλο για να επιστέψω στο σύγχρονο «χειμώνα» του τόπου των παιδικών καλοκαιριών μου …
Μιχάλης Μπούργος
mbourg@environment.gr
πηγη
Το βίντεο είναι απο την ταινία ''Το δέντρο που πληγώναμε''
Σκηνοθεσία του Δ. Αβδελιώδη (1986) και μουσική του Δ. Παπαδημητρίου από τον πρώτο του δίσκο (1981) με τίτλο "Τοπία". Υπόθεση:
Ο τίτλος αναφέρεται στην επεξεργασία της μαστίχας, όπου για να ληφθεί το δάκρυ τα μαστιχόδεντρα κεντρίζονται (πληγώνονται).
Η ιστορία διαδραματίζεται στη Χίο του 1960. Δύο μικρά αγόρια και πολύ καλοί φίλοι έρχονται σε σύγκρουση λίγο πριν το κλείσιμο του σχολείου για τις καλοκαιρινές διακοπές με αφορμή ένα άτυχο συμβάν. Αργότερα στα μέσα του καλοκαιριού ξαναβρίσκονται. Το υπέροχο καλοκαίρι που θα περάσουν διακόπτεται σύντομα από την έλευση του φθινοπώρου.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου