Δευτέρα 20 Αυγούστου 2012

Γιατί δεν ‘παράγουμε’ πια μεγάλες ιδέες;


Τεράστιος όγκος πληροφορίας μας βομβαρδίζει καθημερινά.
Πόση από αυτή την πληροφορία είναι χρήσιμη και σε πόσο βάθος προλαβαίνουμε να την επεξεργαστούμε ώστε να την αξιοποιήσουμε?...

 Που οφείλεται η φτώχεια στην παραγωγή νέων ιδεών?
Σε αυτά τα ερωτήματα επιχειρεί να απαντήσει το παρακάτω άρθρο.
______

“Στα τεύχη Ιουλίου και Αυγούστου του περιοδικού “The Atlantic” παρουσιάζονται οι “14 μεγαλύτερες ιδέες του έτους”. Πάρτε βαθιά ανάσα. Αυτές οι λίστες συμπεριλαμβάνουν τις εξής ιδέες:



    στην 6η θέση “Wall Street: ίδια κατάσταση όπως πάντα”,
    στην 2η θέση “Τίποτα δε μένει κρυφό”,
    και στην 1η θέση η μεγαλύτερη απ’ όλες για τη χρονιά “Η άνοδος της μεσαίας τάξης” που αναφέρεται στις αναπτυσσόμενες οικονομίες : Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα.



Τώρα εκπνεύστε. Μπορεί να φαίνεται οτι καμία από αυτές τις ιδέες δε σας κόβουν όντως την ανάσα. Στην πραγματικότητα τίποτα απ’ αυτά δεν είναι ιδέες. Είναι περισσότερο παρατηρήσεις. Αλλά κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει το Atlantic ότι λανθασμένα δημοσίευσε κοινοτοπίες αντί για πνευματώδη οράματα. Οι ιδέες απλά δεν είναι ότι είχαμε συνηθίσει να είναι στο παρελθόν. Οι ιδέες κάποτε μπορούσαν να ανάψουν τις σπίθες διαμαχών, να διεγείρουν τη σκέψη, να υποκινήσουν επαναστάσεις και να αλλάξουν θεμελιωδώς τον τρόπο που βλέπουμε και αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο.

Μπορούσαν να διεισδύσουν σε κουλτούρες και να κάνουν τους στοχαστές τους επιφανείς. Ακόμα και οι ίδιες οι ιδέες μπορούσαν να γίνουν διάσημες. Μια μεγάλη ιδέα μπορούσε να καλύψει το εξώφυλλο του Time, και διάφοροι διανοούμενοι θα ήταν προσκεκλημένοι να μιλάνε ως αργά σε εκπομπές στην τηλεόραση.


Αν οι ιδέες μας δείχνουν ‘μικρότερες’ στις μέρες μας δεν είναι γιατί δεν είμαστε τόσο έξυπνοι, αλλά γιατί δε νοιαζόμαστε για αυτές τόσο, όσο οι παλιότεροι από εμάς. Στην πραγματικότητα, ζούμε σε έναν κόσμο που μεγάλες και προκλητικές ιδέες δεν μπορούν να επιφέρουν άμεσα κέρδος, οπότε δίνεται μικρή αξία σε αυτές. Λιγότεροι άνθρωποι τις παράγουν, ενώ διαδίδονται με μεγάλη δυσκολία,παρά την ύπαρξη του Ίντερνετ. Οι τολμηρές ιδέες θεωρούνται παρελθόν.

Δεν είναι μυστικό οτι ζούμε σε μια εποχή μετα-διαφωτισμού στην οποία η λογική, η επιστήμη, η απόδειξη, το τεκμηριωμένο επιχείρημα, η συζήτηση ,έχουν χάσει τη μάχη σε πολλούς τομείς (και γενικότερα στον κοινωνικό) από τη δεισιδαιμονία, την πίστη, την άποψη και τον μονοδογματισμό. Ενώ συνεχίζουμε να κάνουμε τεράστιες προόδους στην τεχνολογία, μπορεί και να είμαστε η πρώτη γενιά που γυρνάει πίσω το ρολόι των εποχών.



Ο μετα-διαφωτισμός αναφέρεται σε έναν τρόπο σκέψης που δεν αναπτύσσει τις τεχνικές της λογικής σκέψης.

Πολλοί παράγοντες συνέβαλαν σε αυτό. Υπάρχει μια απομάκρυνση των πανεπιστημίων από την κοινωνία και ενθαρρύνεται η μεγαλύτερη εξειδίκευση. Καλύτερα να γεμίσουν οι γλάστρες με φυτά, παρά να φυτευτεί ένα ολόκληρο δάσος με δέντρα.

Η παρουσία του πνευματικού κόσμου στα μέσα μαζικής ενημέρωσης δεν είναι υψηλού επιπέδου. Και υπάρχει επίσης μια νέα οπτική κουλτούρα (βίντεο, εικόνες) που ήρθε στο προσκήνιο και αφορά κυρίως τους νέους , μια κουλτούρα στην οποία οι ιδέες είναι πιο δύσκολο να εκφραστούν.

Αλλά οι παράγοντες αυτοί, που ξεκίνησαν δεκαετίες νωρίτερα, ήταν προάγγελοι ενός ανερχόμενου διαφορετικού κόσμου, παρά οι κύριες αιτίες δημιουργίας του. Η κύρια αιτία μπορεί να είναι η ίδια η πληροφορία. Σε μια εποχή που γνωρίζουμε περισσότερα από ποτέ, δε νοιαζόμαστε τόσο γι’ αυτά.

Ζούμε στην περίφημη εποχή της πληροφορίας. Χάρη στο Ιντερνετ, έχουμε άμεση πρόσβαση σε ο,τιδήποτε θα ήθελε κανείς να ξέρει. Είμαστε σίγουρα η καλύτερα ενημερωμένη και καλά πληροφορημένη γενιά στην ιστορία, τουλάχιστον ποσοτικά. Υπάρχουν τρισεκατομμύρια τρισεκατομμυρίων bytes.

Και αυτό είναι το ζήτημα. Στο παρελθόν συγκεντρώναμε πληροφορίες όχι μόνο για να γνωρίζουμε τα πράγματα. Αυτό ήταν μόνο η αρχή. Μαζεύαμε πληροφορίες για να τις μετατρέψουμε σε κάτι σπουδαιότερο από τα γεγονότα και τελικά κάτι πιο χρήσιμο – σε ιδέες που βγάζαμε απ’ο αυτές ένα νόημα. Επιδιώκαμε όχι μόνο να ψηλαφίσουμε τον κόσμο, αλλά να τον κατανοήσουμε πλήρως, κάτι που είναι και η κινητήριος δύναμη των ιδεών. Οι μεγάλες ιδέες εξηγούν τον κόσμο μας.

Ο Μαρξ επισήμανε τη σχέση ανάμεσα στα μέσα παραγωγής και τα κοινωνικοπολιτικά μας συστήματα. Ο Φρόιντ μας δίδαξε να εξερευνούμε τον εσωτερικό μας κόσμο ως έναν τρόπο κατανόησης των συναισθημάτων μας και των συμπεριφορών μας. O Αϊνστάιν ξανάγραψε τη φυσική. Πιο πρόσφατα, ο Μακ Λούαν μελέτησε τη φύση της σύγχρονης επικοινωνίας και την επίδρασή της στη ζωή μας. Αυτές οι ιδέες μας έδωσαν τη δυνατότητα να θέσουμε το μυαλό και τη σκέψη μας γύρω από την ύπαρξή μας στην προσπάθεια να απαντήσουμε στα μεγάλα ερωτηματικά που ταλανίζουν τη ζωή μας.


Αλλά αν οι πληροφορίες ήταν κάποτε ο σπόρος για να φυτρώσουν ιδέες, από την περασμένη δεκαετία γίνεται αγώνας γι’ αυτές. Είμαστε σαν αγρότες που έχουν πολύ σιτάρι για να φτιάξουν αλεύρι. Έχουμε πλημμυρίσει με τόσες πολλές πληροφορίες που δεν έχουμε το χρόνο να τις επεξεργαστούμε ακόμα και αν το θέλαμε. Και οι περισσότεροι από μας δεν το θέλουμε.

Η συλλογή από μόνη της είναι εξουθενωτική. Τι κάνει ο καθένας από τους φίλους μας αυτή τη στιγμή, τι θα κάνει μετά, με ποιον βγαίνουν οι διασημότητες ή τι θα φορέσουν, ποιο βίντεο έχει τις πιο πολλές προβολές στο Youtube. Στην πραγματικότητα ζούμε σε ένα σύννεφο πληροφοριών, κάτι ανάλογο του νόμου του Gresham στην οικονομία, που οι ασήμαντες πληροφορίες υπερκαλύπτουν τις σημαντικές, τις σπρώχνουν προς τα έξω.

Προτιμούμε να γνωρίζουμε παρά να σκεφτόμαστε επειδή το να γνωρίζουμε έχει αμεσότερη αξία.

Είμαστε ‘μέσα’ στα πράγματα, συνδεδεμένοι με τους “φίλους” μας. Οι ιδέες είναι ‘αέρας’, μη πρακτικές, πολλή δουλειά για μικρή ανταμοιβή. Όλοι μιλάνε συνήθως για προσωπικές πληροφορίες. “Που πας; Τι κάνεις; Με ποιόν είσαι;” Αυτές είναι οι μεγάλες ερωτήσεις του σήμερα.

Σίγουρα δεν είναι τυχαίο ότι ο καινούργιος κόσμος άνθισε πλάι στον κόσμο της κοινωνικής δικτύωσης. Παρ’ όλο που υπάρχουν σελίδες και blog αφιερωμένα στις ιδέες, το Twitter, το Facebook, το Myspace, το Flickr κ.α, οι πιο δημοφιλείς σελίδες στον Ιστό είναι ανταλλαγείς πληροφοριών, σχεδιασμένες έτσι ώστε να ικανοποιούν την ακόρεστη πείνα για πληροφόρηση. Με πληροφορίες όμως που δεν ενδείκνυνται για την παραγωγή ιδεών. Είναι σε μεγάλο βαθμό άχρηστες εκτός από τις φορές που κάνουν τον κάτοχό τους να νιώθει καλά πληροφορημένος. Φυσικά, θα μπορούσε κάποιος να διαφωνήσει με τα λεγόμενα και να ισχυριστεί ότι αυτές οι σελίδες προσφέρονται για συζητήσεις (που οι προηγούμενες γενιές δεν είχαν απλά το μέσο για να κάνουν) και αυτές οι συζητήσεις θα μπορούσαν να παράγουν μεγάλες ιδέες και θα είχε δίκιο.


Αλλά η αναλογία δεν είναι τέλεια. Ένας λόγος είναι ότι οι υπηρεσίες κοινωνικής δικτύωσης που είναι μεν το επικρατέστερο μέσο επικοινωνίας των νέων, υποσκελίζουν ( ή παραγκωνίζουν) το γραπτό λόγο, ο οποίος ευθύνεται για τη σύλληψη και αναπαραγωγή ιδεών. Και ένας άλλος, ότι αυτές οι υπηρεσίες προκαλούν συνήθειες εχθρικές σε ότι αφορά τη σκέψη. Αντί για θεωρίες, υποθέσεις και τρανές διαμάχες, έχουμε άμεσα ‘τιτιβίσματα’ (μηνύματα στο Twitter) των 140 χαρακτήρων σχετικά με το τι φάγαμε και τις εκπομπές που είδαμε στην τηλεόραση. Μπορεί οι σελίδες κοινωνικής δικτύωσης να διευρύνουν τον κύκλο γνωριμιών κάποιου και να τον φέρουν κοντά σε πιο μακρινούς και απρόσιτους ανθρώπους, παρόλα’ αυτά δε διευρύνουν τους πνευματικούς του ορίζοντες. Και όντως η φλυαρία σ’ αυτές τις σελίδες τείνει να συρρικνώσει τον κόσμο σε επίπεδο εαυτού (αυτιστικό), ενώ αντίθετα η οργανωμένη σκέψη που μεταφράζεται σε λέξεις και λείπει από αυτές τείνει να βελτιώσει την αντίληψή.

Παραφράζοντας το ρητό που αποδίδεται συχνά στον Yogi Berra, ότι “δεν μπορείς να σκεφτείς και να δράσεις την ίδια στιγμή”, μπορούμε να πούμε ότι “δεν μπορείς να σκεφτείς και να στείλεις tweet την ίδια στιγμή”. Όχι επειδή είναι αδύνατο να πραγματοποιούνται πολλά πράγματα συγχρόνως από κάποιον άνθρωπο, αλλά γιατί το tweeting, που είναι ο “ορισμός της συντόμευσης” περιέχοντας γνώμες χωρίς επιχειρήματα και μικρές περιγραφές των δραστηριοτήτων της καθημερινότητας, είναι ένα είδος απόσπασης της προσοχής και αποτροπής της σκέψης.

Οι επιπτώσεις, μιας κοινωνίας που δε σκέφτεται, στην ίδια την κοινωνία είναι τεράστιες. Οι ιδέες δεν είναι απλά νοητικά παιχνίδια. Έχουν πρακτικές επιδράσεις.

Ένας καλλιτέχνης φίλος μου πρόσφατα θρηνούσε για την αίσθηση που είχε ότι ο κόσμος της τέχνης αφέθηκε να παραπαίει, εξαιτίας της απουσίας μεγάλων κριτικών όπως οι Harold Rosenberg και Clement Greenberg. Της απουσίας της παροχής θεωριών για την τέχνη που θα την έκαναν να καρποφορήσει. Ένας άλλος φίλος ισχυρίστηκε κάτι παρόμοιο για την πολιτική. Όσο τα κόμματα αντιμάχονταν για το πόσο θα κόψουν τον προϋπολογισμό που βρίσκονταν οι John Rawlses και Robert Nozicks που μπορούσαν να ανυψώσουν την συζήτηση;


Κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί το ίδιο για τα οικονομικά, οπου ο John Maynard Keynes παραμένει το κέντρο των συζητήσεων περίπου 80 χρόνια αφότου πρότεινε τη θεωρία του (goverment pump priming). Αυτό δε σημαίνει ότι διάδοχοι των προαναφερθέντων δεν υπάρχουν, απλά αν υπάρχουν δε τους έχει δοθεί τόση σημασία σε μια κουλτούρα που δεν έχει θέση για ιδέες. Ειδικότερα για μεγάλες, ενθουσιώδεις και επικίνδυνες. Και αυτό είναι αλήθεια, είτε αυτές προέρχονται από ακαδημαϊκούς είτε από άλλους που δεν ανήκουν σε κορυφαίους οργανισμούς, και προκαλούν τη συμβατική λογική. Όλοι οι σκεπτόμενοι άνθρωποι είναι θύματα αυτού του ξεχειλίσματος πληροφοριών, όπως και οι ιδέες τους.

Και ισχύει για μεγάλους στοχαστές στις κοινωνικές επιστήμες, όπως ο ψυχολόγος Steven Pinker που έχει συμπεριλάβει τα πάντα στις θεωρίες του από την πηγή της γλώσσας μέχρι το ρόλο των γονιδίων στη φύση του ανθρώπου. Όπως επίσης ο βιολόγος Richard Dawkins που είχε μεγάλες και αμφιλεγόμενες ιδέες σε όλα, από την ιδιοτέλεια μέχρι το Θεό. Και ο ψυχολόγος Johnathan Haidt που έχει αναλύσει διαφορετικά ηθικά συστήματα και έχει καταλήξει σε συναρπαστικά αποτελέσματα της σχέσης ηθικής και πολιτικών πεποιθήσεων. Αλλά επειδή είναι επιστήμονες και εμπειριστές και όχι κάποιοι που προωθούν γενικές γνώσεις σε επίπεδο ανθρωπιστικών σπουδών -το επίπεδο στο οποίο οι ιδέες γίνονται αμέσως δημοφιλείς- υποφέρουν από μια διπλή “κατάρα”. ¨Όχι μόνο την “κατάρα” εναντίον των ιδεών γενικότερα, αλλά αυτήν εναντίον της επιστήμης. Η οποία επιστήμη θεωρείται από τα media ως μυστηριακό είδος στην καλύτερη περίπτωση, ακατανόητη στη χειρότερη. Μία γενιά πριν, αυτοί οι άνθρωποι θα είχαν βρει το δρόμο τους σε διάσημα περιοδικά και στις οθόνες της τηλεόρασης. Τώρα είναι παραγκωνισμένοι από την “αόρατη” ροή των πληροφοριών.

Χωρίς αμφιβολία θα υπάρχουν αυτοί που θα λένε πως οι μεγάλες ιδέες έχουν μεταναστέψει στο χώρο της αγοράς, αλλά υπάρχει μια συντριπτική διαφορά ανάμεσα στις εφευρέσεις που προορίζονται για το κέρδος, και τις πνευματικά προκλητικές σκέψεις. Οι επιχειρηματίες έχουν πολλές ιδέες και μερικοί όπως ο Steven Jobs της Apple έχουν επιδείξει τις λαμπρότερες στον τομέα των εφευρέσεων.

Παρόλα’ αυτά και ενώ οι ιδέες αυτές μπορεί να έχουν αλλάξει τον τρόπο που ζούμε, σπανίως επηρεάζουν τον τρόπο που σκεφτόμαστε. Είναι υλικές, όχι ιδεατές. Και αυτοί που στοχάζονται όλο και λιγοστεύουν και η κατάσταση δεν πρόκειται να αλλάξει σύντομα.

Έχουμε καταντήσει νάρκισσοι πληροφοριών, τόσο αδιάφοροι για οτιδήποτε πέραν των εαυτών μας και των στενών κύκλων των “φίλων” μας, για οτιδήποτε δεν μπορούμε να μοιραστούμε μαζί τους που ακόμα o Marx ή ο Nietzsche να εμφανίζονταν μπροστά μας, εκτοξεύοντας ο καθένας τις ιδέες του, κανείς δε θα τους έδινε την παραμικρή σημασία. Και σίγουρα όχι τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης τα οποία έχουν μάθει να υπηρετούν αυτόν το ναρκισσισμό μας.

Αυτό που θα φέρει το μέλλον είναι όλο και περισσότερες πληροφορίες, βουνά από δαύτες. Δε θα υπάρχει τίποτα που δε θα γνωρίζουμε. Αλλά δε θα υπάρχει και κανείς να το σκέφτεται.

Σκεφτείτε το.

_______

του Neal Gabler / ΝΥΤ

Ευχαριστούμε τον Θεοφάνη Παπαμιχαήλ για την μετάφραση.

Επιμέλεια

Antikleidi
ramnousia