Σάββατο 7 Απριλίου 2012

Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΣΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΑΔΑ ΣΗΜΕΡΑ - ORTHODOXY IN SOUTHERN ITALY TODAY -



ΚΟΣΜΑ μοναχού Ιερά Μονή οσίου Ιωάννου του Θεριστού.
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣS:
M di SAN GIOVANNI THERISTIS
89040 BIVONGI (RC) – ITALIA
Tel 0039-964-734017΄
Ολοι μάθαμε στα σχολεία μας για τις αποικίες των αρχαίων προγόνων μας στη Νότιο Ιταλία και Σικελία. Ο πατέρας της τραγωδίας, ο Αισχύλος, άφησε την τελευταία του πνοή στην Γέλα της Σικελίας και... ο πατέρας της ιστορίας, ο Ηρόδοτος, πέθανε στους Θουρίους, λίγο πιο κάτω από τον Τάραντα. Ο Πλάτων αργότερα, ‘’ότε ήμην νέος’’, όπως έγραψε στα γεράματά του, διάλεξε τις Συρακούσες, για να πραγματώσει τα πολιτικά του οράματα. 
Και σήμερα ακόμη σώζονται και θαυμάζονται οι αρχαίοι ναοί του Ακράγαντα και το θέατρο του Ταυρομενίου.Ως νεοέλληνες όμως, διαπράξαμε ολέθριο σφάλμα που δεν ασχοληθήκαμε και με τον χριστιανικό ελληνισμό της περιοχής αυτής. Για 5 περίπου αιώνες η περιοχή που περιέχεται στα άτυπα όρια που οι ίδιοι οι Ιταλοί ονομάζουν Μεγάλη Ελλάδα, υπήγετο απ΄ ευθείας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και ανέδειξε πλήθος Οσίων και Ομολογητών, αντέταξε δε σθεναρή άμυνα, στο βίαιο εκλατινισμό που κατά καιρούς είχε επιχειριθεί. Η περίπτωση των Οσίων Βαρθολομαίου και Λουκά, μετά το Σχίσμα, οι οποίοι διασώθηκαν θαυματουργικά από τις φλόγες που άναψαν οι Λατίνοι, τους οποίους οι Όσιοι, ήλεγχαν και στιλίτευαν, είναι μία από τις πολλές που μπορεί κανείς να αναφέρει.Η βαθμιαία όμως αποξένωση της περιοχής από την Ορθόδοξη Ανατολή, η παρακμή του Βυζαντίου, η εκδίωξη των ορθοδόξων επισκόπων , ο επιτεινόμενος έλεγχος στον ορθόδοξο μοναχισμό και ο γενικότερος εκλατινισμός της περιοχής, έθαψαν έναν ολόκληρο πνευματικό πολιτισμό. Έτσι το 1480, ο πρώην αγιορείτης μοναχός Αθανάσιος Χαλκιόπουλος, στον Ιέρακα (GERASE), αντικατέστησε το ορθόδοξο τυπικό με το λατινικό. Στα 1572, στο κεφαλοχώρι των σημερινών ελληνόφωνων χωριών της Καλαβρίας, στο Γιαλό του ΒΟΥΑ (BOVA MARINA), έκανε το ίδιο ο αρμενοκύπριος επίσκοπος Ιούλιος Σταυριανός.Όλα έδειχναν ότι η Μεγάλη Ελλάδα της εποχής του Βυζαντίου, δεν θα γινόταν γνωστή, στο ευρύτερο ξένο και ελληνικό κοινό, που τα τελευταία χρόνια πύκνωνε τις επισκέψεις του, στις ελληνόφωνές περιοχές της Καλαβρίας και της Απουλίας. Η εποχή αυτή θα αποτελούσε υπόθεση των αρχαιολόγων και των μουσείων.Το φθινόπωρο όμως του 1994, ομάδα Μοναχών από το Άγιο Όρος, εγκαταστάθηκε στο ερειπωμένο μοναστήρι του Οσίου Ιωάννου του Θεριστού. Με έδρα την Μονή ιερομόναχος τελεί σποραδικά Λειτουγίες στις εκκλησίες του Ρήγιου, Καταντζάρο της Καλαβίας καθώς και στις Σικελικές πόλεις της Μεσσήνης και Κατάνης.Πρόσφατα, το ελληνόφωνο χωριό του Γαλλιτσιανού, παρεχώρησε στην Μονή, τοποθεσία στην οποία ανεργέθηκε εκκλησία, ονομαζόμενη ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ , που ως μετόχι, θα υπάγεται στο Μοναστήρι του Θεριστού και μ’ αυτόν τον τρόπο, κατέστη κέντρο αναφοράς των Ορθοδόξων της Μεγάλης Ελλάδος.Την Ιστορία πρέπει να την μελετούμε συνεχώς και σε βάθος. Λαοί χωρίς μνήμη είναι καταδικασμένοι να εξαφανισθούν μέσα στη σύγχρονη καταναλωτική και τηλεοπτική ισοπέδωση. Για να εξηγήσουμε το παρόν, πρέπει να σπουδάσουμε το παρελθόν, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε αιχμάλωτοι του χρόνου. Η γνώση του παρελθόντος είναι αναγκαία αφετηρία, αλλά δεν αρκεί. Αν δεν επικονωνήσουμε με τον σύγχρονο άνθρωπο, τότε η παρουσία μας εδώ μοιάζει με αρχαιολογική παράδοση. Για μας ο τόπος της αρχαίας και Βυζαντινής Μεγάλης Ελλαδος, δεν είναι απλώς μια ανάμνηση, ένα απέραντο μουσείο, γιατί μουσείο είναι η ληξιαρχική πράξη θανάτου ένός πολιτισμού!Η καθ΄όλα αξιέπαινη αρχαοελληνική σκέψη δεν έχει την εσχατολογική προοπτική του χριστιανισμού ο οποίος ξέρει να ‘’κινεί’’ την Ιστορία και να στρέφεται προς το μέλλον. Έτσι δίπλα στα αγιασμένα ερείπια των αείμνηστων προγόνων μας, αποθέσαμε ευλαβικά, σύγχρονες εικόνες που φιλοτέχνησαν οι αγιογράφοι μας. Το λιβάνι χαϊδεύει τους τοίχους και εισέρχεται μέσα στις σχισμές του, ο τόπος εμπνέει συνεχώς για νέες δημιουργίες, δεν είναι νεκροταφείο. Πρόκειται για ένα εξαίσιο, απέραντο και πλούσιο πεδίο της Ιστορίας, που επιφυλάσσει στον προσκυνητή – και όχι στον τουρίστα – ευχάριστες εκπλήξεις. Κοντά στις σπασμένες κολώνες αρχαίου ναού, ψηλαφούμε μια μισοσβησμένη τοιχογραφία. Όλα για μας είναι παλιά και όλα είναι καινούργια και επίκαιρα, αφού τα ζωογονεί το Πνεύμα της Εκκλησίας.Στην πολύχρονη πνευματική του διαδρομή, ο Ελληνισμός μεγαλούργησε όταν ανοίχθηκε και διαλέχθηκε με άλλους λαούς και πολιτισμούς. Πρέπει πάντοτε να μην ξεχνάμε τον μεγάλο ρόλο που έπαιξαν οι αποικίες κατά την αρχαιότητα, αλλά και την οικουμενικότητα της ορθοδόξου Βυζαντινης Αυτοκρατορίας η οποία εφώτισε πλήθος εθνοτήτων. Πιστεύουμε ότι το οικουμενικό είναι αληθινό και το αληθινό είναι οικουμενικό.Η Μεγάλη Ελλάδα, με το πλούσιο παρελθόν της, με την σύγχρονη ορθόδοξη παρουσία της, με τις δυνατότητες που παρέχει σήμερα η PAX EUROPA, μπορεί να αποτελέσει ένα ανοικτό και διαρκές βήμα απ΄όπου, χωρίς εθνικιστικές υστερίες και φανατισμούς, μπορούμε να μιλούμε και να συζητούμε συνεχώς, γιατί "ΚΑΘΕ ΑΛΗΘΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ"
The Monastery of St. John Theristis is built in an area where Byzantine monasticism flourished between the eigth and eleventh centuries, during which time Calabria fell within the ecclesiastical jurisdiction of the Ecumenical Patriarchate of Constantinople.
The monastery preserves part of the ancient Katholikon (sanctuary and choir) from the eleventh century. The newly erected chapel inside the monastery is dedicated to the Calabrian anchorites: St. Fantino the Young (+ Thessalonica, 10th cent.) and his disciple, St. Nicephoros the Myrrh-Gusher (+ Mount Athos, The Great Lavra). On the monastery grounds one also finds the cave and spring blessed by St. John Theristis (10th cent.)
In December of 1994 the Regional Council of Calabria unanimously declared the Byzantine area situated between the Stilaro and Assi Rivers as "sacred" in order to favour the re-establishment of Orthodox monasticism in the area. On 24 February 1995 the Town Council of Bivongi officially consigned the monastery to the Orthodox Archdiocese of Italy, in order to restore the ancient links between Italo-Greek and Athonite monasticism.
The monastery celebrates its feast on 24 February, the Feast of St. John Theristis.
The expenses and charitable works of the monastic community of St. John Theristis are defrayed in large part by donations not only from Orthodox Christians in Italy, but also from other Orthodox members from all over the world.
 
Σε ορισμένες εκκλησίες της νοτίου Ιταλίας, επιτράπηκε η εφαρμογή του ελληνιού τυπικού στις λειτουργίες των Ορθόδοξων, έστω και με λατινικούς χαρακτήρες.
Il Sacro Monastero di San Giovanni Theristis si trova in un territorio nel quale è fiorito il monachesimo bizantino attorno all' VIII-XI secolo, tempo durante il quale la Calabria rientrava ecclesiasticamente sotto la giurisdizione del Patriarcato Ecumenico di Costantinopoli. Il l Katholikon del monastero risale all'XI secolo. Esso, recentemente è stato restaurato e riedificato come era anticamente. Nel territorio monastico si trova anche la Grotta e la fonte santificata da san Giovanni Theristis (sec. X). Nel dicembre del 1994 il Consiglio Regionale della Calabria ha dichiarato all'unanimità l'area bizantina sita tra i fiumi Stilaro e Assi sacra per consentirvi il ristabilimento dei monaci ortodossi. Il 24 febbraio 1995 il Comune di Bivongi ha consegnato ufficialmente il Monastero all'Arcidiocesi Ortodossa d'Italia, contribuendo così al ripristino degli antichi legami intercorsi tra il monachesimo italo-greco e quello athonita. Il monastero celebra la propria festa il 24 febbraio, ricorrenza di san Giovanni Theristis.
LA LOCALITA
Il monastero di San Giovanni Theristis, si trova nelle campagne del Comune di Bivongi, in una vallata sovrastata dalle ripide pareti del monte Consolino, denominata Vallata bizantina dello Stilaro. E' una zona nella quale tutto parla di monachesimo e di mondo bizantino. L'area monastica è compresa in un ristretto pianoro a cavallo tra le fiumare dello Stilaro e dell'Assi. E' possibile raggiungerla dopo pochi minuti di macchina lasciando la provinciale per Bivongi ed imboccando il grande ponte che la sovrasta. Il piccolo monastero con alcune celle , rimane a sinistra del grande portale granitico attraverso il quale si accede al cortile e quindi alla basilica. In fondo al cortile rimangono i ruderi del vecchio monastero. La basilica, dedicata a San Giovanni Theristis, risale alla fine dell'XI secolo. Tracce d'un preesistente luogo di culto sono riscontrabili presso l'attuale nartece (il vano in fondo alla navata della basilica). Il monastero fa parte degli insediamenti ascetici posti sulle pendici del Consolino e delle colline circostanti. Tali insediamenti erano abitati da diversi monaci così forniti di cultura, spiritualità e ascetismo, da far definire questa zona la Terrasanta del monachesimo greco - ortodosso in Calabria. Dal 1994 vivono stabilmente nel monastero pregando, studiando e lavorando, alcuni monaci greco-ortodossi provenienti dal Monte Athos (Grecia). Essi sono tornati in questa località rimasta così a lungo abbandonata, spinti dalla fede e dalle memorie storiche, per elevare le loro preghiere a Dio, esattamente come tanti loro confratelli di più di mille anni fa. Questo è il primo monastero italiano fondato da monaci athoniti.
BIZANTINI E NORMANNI
Nel periodo che va dal VI all'XI secolo, le regioni dell' Italia meridionale appartennero all'Impero Romano d'Oriente. In questo torno di tempo, alcuni avvenimenti causarono una massiccia emigrazione di monaci orientali verso la Sicilia e la Calabria. Nel VII secolo, il sorgere della potenza arabo-musulmana mise in fuga molti anacoreti dimoranti nei deserti della Siria, della Palestina, dell'Egitto e della Libia. La persecuzione iconoclasta, avviata dall'Imperatore Leone Isaurico, diede origine, nel secolo successivo, ad un esodo massiccio di asceti che fuggirono portando appresso le sacre icone. Infine, dal IX secolo emigrarono in Calabria i monaci siciliani lasciando alle loro spalle l'occupazione araba. Nella parte interna della regione, lontano da grossi insediamenti umani, questi asceti crearono eremi, laure e cenobi, diffondendo la lingua e la cultura dell'Oriente ortodosso cristiano e arrecando notevole beneficio economico alla gente del luogo. Nel 1030, i Normanni, soldati di ventura già al soldo del Principe di Salerno, cominciarono a guadagnar terra autonomamente, entrando in conflitto con molti signori e con Papa Leone IX che, nel 1053, venne fatto prigioniero a Civitate in Puglia. Dopo la separazione tra la Chiesa d'Oriente e quella d'Occidente avvenuta nel 1054, il Papa si rappacificò con i Normanni e ne riconobbe le conquiste: la Calabria (1059), l'Italia meridionale (1071) e successivamente la Sicilia. Divenuti difensori del Papa, i Normanni ne assecondarono l'opera di latinizzazione volta a sottrarre all'Ortodossia bizantina le diocesi greche dell'Italia meridionale. Quest'operazione fu condotta con prudenza evitando di esasperare i rapporti con le popolazioni di tradizione greca. I Normanni furono pure molto prudenti nei riguardi dei monaci greci ma sostennero palesemente le fondazioni latine. Nel 1091, Papa Urbano II fece venire in Calabria il celebre S. Brunone di Colonia che, nelle Serre, fondò la Certosa di S. Stefano del Bosco. A questa nuova fondazione, Ruggero il Normanno fece donazione nel 1094 dei beni del monastero greco dell'Arsafia sul fiume d'Assi, comprendente diversi casali, tra cui Bivongi. Fino a quel tempo Bivongi era appartenuta al monastero degli Apostoli (il grande rudere che oggi si nota salendo la strada per raggiungere il monastero di S. Giovanni).
SAN GIOVANNI E IL MONASTERO
Nel piccolo insediamento monastico posto tra le fiumare dell'Assi e dello Stilaro, visse nell IX secolo San Giovanni, un umile monaco nato nella Palermo occupata dagli Arabi. Ancora ragazzo scappò da Palermo su suggerimento della madre ridotta in schiavitù dopo una razzia araba nelle campagne di Stilo. Egli raggiunse la terra dei suoi padri e divenne cristiano ricevendo il battesimo. Giovanni, divenuto monaco, visse santamente giungendo addirittura ad operare miracoli. Il più noto è quello della mietitura del grano a Maroni, un fondo verso la marina, che gli valse il titolo di Theristis (Mietitore). La fama dei miracoli di San Giovanni giunse fino alla corte del Conte Ruggero il Normanno il quale concesse al monastero generose elargizioni. Venne così costruito un edificio più grande. Il Katholikon - l'attuale basilica bizantino-normanna - fu edificato in memoriam di San Giovanni Theristis. Avviatosi alla latinizzazione, il cenobio alternò periodi di grande fervore religioso ad altri di rilassatezza. Nel 1457 il Visitatore Apostolico inviato dal Papa ne constatava la decadenza. Nel 1579, con la costituzione dell'Oriente Basiliano d'Italia, il monastero divenne uno dei principali cenobi della nuova congregazione religiosa. Ancora nel secolo successivo risultava sede del noviziato ed era il principale convento basiliano della Calabria meridionale. Il monastero, fornito d'una ricca biblioteca, ha avuto illustri abati tra i quali il dotto Apollinare Agresta della vicina Mammola. Le difficoltà create nel XVII secolo da una banda di briganti, determinarono l'abbandono del cenobio da parte dei monaci che si trasferirono nel 1662 a Stilo, nel grande convento di San Giovanni Theristis fuori le mura (San Giovanni Nuovo), dove vennero traslate le reliquie di San Giovanni e dei santi asceti Nicola e Ambrogio. Per il vecchio monastero cominciò l'abbandono. Al principio del secolo scorso, in seguito alle leggi napoleoniche, il convento divenne demanio del Comune di Bivongi e, dopo l'unità d'Italia, venne venduto a diversi proprietari. Questi lo trasformarono adattandolo alle loro esigenze agricole. Infine nel 1980 i loro eredi lo donarono al Comune. I lavori di restauro sono stati avviati nel 1990 e vengono completati verso la fine del 2002 con la riedificazione del katolikon.Sua Santità il Patriarca Ecumenico Bartolomeo I , nell' ambito della sua storica visita - pellegrinaggio nella Calabria bizantina , ha visitato il monastero il 21 Marzo 2001 , portando una piccola reliquia di San Giovanni Theristis dal omonima basilica di Stilo.
IL KATHOLIKON
Costruita nella seconda metà dell'XI secolo, la basilica costituisce una chiara testimonianza architettonica di transizione dall'epoca bizantina a quella latina. Infatti presenta frammisti tra loro, elementi architettonici bizantini e normanni. La basilica si presenta come chiesa bizantina, ma con dimensioni normanne. Elementi dell'architettura normanna si notano all'intero, nei quattro pilastri angolari chiusi da quattro archi che sorreggono la cupola: quello della navata e quello del presbiterio sono a sesto acuto (gotici). La cupola, poggia su una base cubica contornata da due file di denti di sega e diventa, all'altezza delle 4 finestrelle, ottagonale, a causa di quattro nicchiette che smussano gli angoli del cubo. Sul prisma ottagonale s'innesta il cilindro della cupola coperto da una calotta ribassata. Lo stile bizantino è invece evidente nell'esterno della basilica, nei muri perimetrali costruiti con strati di pietra concia e con cotto alternati, contornati da lesene di mattoni posti di piatto e di coltello che in alto si chiudono ad arco, nelle lesene all'esterno dell'abside che, intersecandosi, formano archi ogivali ed insieme a tutto tondo arieggianti motivi dell'architettura araba. Tracce di affreschi denotano come i muri della basilica, fossero un tempo affrescati. Le absidiole esterne e quella principale, gli spioventi delle stesse e dei bracci del transetto, la cupola, con il tamburo contornato da 16 sottili colonnine a mezzo tondo in cotto, che tutto sovrasta, offrono nell'insieme la visione di una struttura protesa verso l'alto. Contemplando la basilica nel silenzio della campagna, l'animo avverte, con un gran senso di pace, l'invito ad elevare lo sguardo e lo spirito al cielo. 
Κείμενο του ηγουμενεύοντος μοναχού Κοσμά
για την Ορθόδοξη παρουσία στη Μεγάλη Ελλάδα


Όλοι λίγο-πολύ ακούσαμε για τις αποικίες των αρχαίων Ελλήνων στη νότιο Ιταλία και τη Σικελία. Πόλεις όπως η Ελέα, ο Τάρας, η Σύβαρις, ο Κρότων, οι Επιζεφύριοι Λοκροί, το Ρήγιον, η Μεσσήνη, η Κατάνη και κυρίως οι Συρακούσες είναι πολύ γνωστές σε αυτούς που μελετούν την αρχαία ιστορία. Πνευματικά αναστήματα του ύψους ενός Αισχύλου, ενός Ηροδότου κι ενός Πυθαγόρα άφησαν την τελευταία τους πνοή εδώ. Φιλόσοφοι νόες, όπως αυτοί του Εμπεδοκλή από τον Ακράγαντα και του Παρμενίδη από την Ελέα προκαλούν και σήμερα το δέος. Ένας μεγάλος ποιητής, ο Πίνδαρος, γνώρισε καλά την προστασία του τυράννου των Συρακουσών "εν πολυμάλω Σικελία", όπως γράφει στον Πυθιόνικο. Ο Πλάτων, αργότερα, ταξίδεψε τρεις φορές στην ίδια πόλη για να πραγματώσει τα πολιτικά του δράματα. Εκεί ο λιτοδίαιτος Αθηναίος ξαφνιάστηκε από τον σικελικό πλούτο· "Ελθόντα δε με ο ταύτη λεγόμενος αυ βίος ευδαίμων, Ιταλιωτών τε και Συρακουσίων τραπεζών πλήρης, ουδαμή ουδαμώς ήρεσεν". (Επιστολή Ζ').
Οι Ρωμαίοι με την κατάκτηση και τη λεηλασία των Συρακουσών στα 212 π.Χ. εδραίωσαν την κατοχή της Μ. Ελλάδος. Φρόντισαν όμως να σκοτώσουν τον Αρχιμήδη. Ήταν η μοναδική προσφορά τους στον τομέα της επιστήμης... Σίγουρα η περιοχή ήταν ο τόπος, όπου οι Ρωμαίοι ήρθαν σε επαφή με τον ελληνικό πολιτισμό και δεν χρειάζεται να επαναλάβουμε τη γνωστή φράση του Οράτιου τη σχετική με τον εξελληνισμό της Ρώμης. Οφείλουμε όμως να τονίσουμε ότι ο Ελληνισμός μετέφερε και το Χριστιανισμό στη Δύση. Η επιστολή του αποστόλου Παύλου προς Ρωμαίους γράφτηκε στα Ελληνικά, η αρχική εκκλησιαστική γλώσσα της Ρώμης ήταν η ελληνική, όπως μαρτυρούν και οι κατακόμβες της. Κι εδώ η Μεγάλη Ελλάδα στάθηκε πολύτιμος αγωγός και πέρασμα γιά τον εκπολιτισμό της Εσπερίας. Ο άγιος Μαρκιανός π.χ. στάλθηκε από την Ελληνική Αντιόχεια, από τον απόστολο Πέτρο, ως επίσκοπος στις Συρακούσες.
Ο Ελληνισμός, χριστιανικός πια, άντεξε και μετά τις γοτθικές επιδρομές του 5ου αι. μ.Χ. Όταν τον επόμενο αιώνα ο Ιουστινιανός έστειλε το στρατηγό Βελισσάριο να ανακτήσει την περιοχή από τους βαρβάρους "αυτώ (Βελισσαρίω) προσεχώρουν οσημέραι οι ταύτη άνθρωποι", γιατί ανήκαν στο ίδιο Γένος και γι' αυτό οι Ρωμηοί φυσιολογικά επιβλήθηκαν επί αιώνες. Οι Φράγκοι ιστορικοί μιλούν για "εκβυζανπσμό" της περιοχής, αφού προηγουμένως φρόντισαν να υψώσουν αδιαπέραστα τείχη μεταξύ των διαφόρων ιστορικών περιόδων. Δεν έχουμε, εξ άλλου, καμία μάχη των "Βυζαντινών" εναντίον των Καλαβρών, γιατί απλούστατα δεν μπορούσαν να πολεμήσουν εναντίον του λαού τους!
Γύρω στο 580, όμως οι Λογγοβάρδοι, ένα γερμανικό φύλο, έφθασαν μέχρι τον Τάραντα. Έτσι οι Ρωμηοί έδωσαν τ' όνομα της αρχαίας Καλαβρίας (Απουληίας) στη σημερινή ομώνυμη περιοχή για λόγους κύρους, επειδή έχασαν εκεί πολλά μέρη από τους εισβολείς.
Η εξάπλωση του Μονοφυσιτισμού στη Μέση Ανατολή ανάγκασε πολλούς ορθοδόξους μοναχούς να καταφύγουν στη Μ. Ελλάδα. Η φυγή συνεχίσθηκε κι όταν οι Άραβες τον 7ο αι. κατέκτησαν την Παλαιστίνη και τη Συρία. Όμως το πιο μεγάλο πλήθος των μοναχών έφθασε εδώ με την Εικονομαχία. Ολόκληρες μοναστικές αδελφότητες ήρθαν σ' αυτές τις εικονόφιλες περιοχές, φέρνοντας μαζί τους βαθειά εκκλησιαστική και θύραθεν παιδεία, κτιτορικά και μοναστικά τυπικά, πολύτιμα χειρόγραφα, εικόνες και άγια λείψανα. Στα 732/33 ο αυτοκράτωρ Λέων Γ' ο Ίσαυρος, αντιδρώντας στην εικονόφιλη στάση του Πάπα Ρώμης, υπήγαγε τη Μ. Ελλάδα εκκλησιαστικά στην Κωνσταντινούπολη, γεγονός το οποίο έμελλε να έχει βαρύνουσες επιπτώσεις στον εκκλησιαστικό και τον εν γένει πολιτισμό της περιοχής. Ολόκληρος ο βίος διαποτίζεται από την ανατολική πνευματικότητα, τα μοναστήρια ανέρχονται σ' εκατοντάδες κι αναδεικνύονται μεγάλες οσιακές μορφές· ο όσιος Ηλίας ο Σικελιώτης, ο όσιος Ηλίας ο Σπηλαιώτης, ο όσιος Φιλάρετος, ο όσιος Νείλος, ο όσιος Ιωάννης ο Θεριστής και ο όσιος Νικόδημος είναι μερικοί απ' αυτούς. Στην Καλαβρία κατέφυγαν τον 9ο και 10ο αι. μοναχοί από τη Σικελία, όταν οι Άραβες της Αφρικής πέρασαν στα 827 μ.Χ. στο νησί κι άρχισαν να το κατακτούν.
Εκείνο, όμως, που αλλάζει οριστικά την κατάσταση είναι η Σύνοδος του Μέλφι (1059). Κατ' αυτή οι τυχοδιώκτες Νορμανδοί έδωσαν όρκο πίστεως στον Πάπα και υποσχέθηκαν να υποτάξουν τη Μεγάλη Ελλάδα. Με την κατάληψη του Παλέρμο (Πανόρμου) και του Μπάρι (Βάρεως) στα 1071 οι κατακτητές προχώρησαν στην επί βάσεων εκκλησιαστική αναδιοργάνωση των κτήσεών τους. Στη Σικελία εύκολα τοποθέτησαν Φράγκους επισκόπους, αλλά στην Καλαβρία δυσκολεύτηκαν πολύ. Εδώ ο εκλατινισμός, πολλές φορές βίαιος, διήρκεσε επί πολύ, γιατί η αντίσταση των Ορθοδόξων ήταν σθεναρή. Στο Ρήγιο αντικατέστησαν τον αρχιεπίσκοπο Βασίλειο μ' έναν νεαρό στα 1089. Σώζεται η επιστολή του αρχιεπισκόπου, όπου διαφαίνεται καθαρά η βία των κατακτητών και της Ρώμης. Μνημονεύουμε απλώς εδώ την περίπτωση δύο μεγάλων ομολογητών, μετά το Σχίσμα του 1054, του οσίου Λουκά (†1114) και του οσίου Βαρθολομαίου (†1131) που διασώθηκαν θαυματουργικά από τις φλόγες που άναψαν οι Φραγκολατίνοι. Η βαθμιαία απομάκρυνση από την ορθόδοξη Ανατολή, ο επιτεινόμενος έλεγχος στον ορθόδοξο μοναχισμό και οι διαρκείς κατακτήσεις από διάφορα έθνη οδήγησαν στην παρακμή του χριστιανικού Ελληνισμού. Στον Ιέρακα (Gerace) αντικατέστησε το ορθόδοξο τυπικό με το λατινικό ο πρώην αγιορείτης Αθανάσιος Χαλκεόπουλος, στα 1480, ως λατίνος επίσκοπος της πόλης, ενώ στη Βούα (Bova) το άλλαξε ο αρμενοκύπριος Ιούλιος Σταυριανός στα 1572.
Η παρακμή των ελληνορρύθμων πια μοναστηριών ήταν εμφανής. Στα 1579 ο Πάπας για να επιτύχει τον απόλυτο εκλατινισμό οργάνωσε όλους τους Έλληνες μοναχούς της Μ. Ελλάδας σε τάγμα, κατά τα δυτικά πρότυπα, στο γνωστό τάγμα των Βασιλειανών. Στις αρχές του 19ου αι. από τα ελάχιστα ελληνόρρυθμα που είχαν απομείνει, ο Πάπας κατήργησε 13 στην Καλαβρία. Όσον αφορά την περιουσία, αυτή καταπατήθηκε με διάφορους τρόπους, όπως με την commenda, δηλαδή δια της παραδόσεως αυτών σε διάφορα λαϊκά πρόσωπα - ευγενείς που "έπαιρναν" τα εισοδήματα. Εξ άλλου, αρχής γενομένης από τους Νορμανδούς, οι διάφοροι κατακτητές δώριζαν μοναστήρια ολόκληρα στα φραγκολατινικά που ίδρυσαν οι ίδιοι.
Μέσα στον γενικό εκλατινισμό διασώθηκαν δύο γλωσσικές νησίδες, τα γνωστά ελληνόφωνα χωριά της Καλαβρίας και τα εννέα της Απουλίας. Οι κάτοικοι τους μέχρι σήμερα μιλούν μια διάλεκτο από αρχαία, μεσαιωνικά και νεότερα γλωσσικά στοιχεία, τεκμήριο εναργές της αδιάσπαστης ελληνικής παρουσίας.
Φάνηκε για λίγο ότι θα μπορούσαν ν' ανασχέσουν αυτήν την παρακμή οι πολυάριθμοι Έλληνες και αλβανόφωνοι που κατέφθασαν από τον Μοριά και την Ήπειρο μετά την τουρκική πρόελαση κατά τον 15ο αι. Τελικά η παπική εκκλησία αναγκάσθηκε στα 1919 να ιδρύσει την Ουνίτικη επισκοπή του Λούγκρο για τους αλβανόφωνους της Καλαβρίας. Για τους αλβανόφωνους της Σικελίας ιδρύθηκε άλλη όμοια επισκοπή στην Piana dei Greci, έξω από το Παλέρμο.
Κι ενώ όλα έδειχναν ότι η Μεγάλη Ελλάδα αποτελούσε μόνο υπόθεση της Αρχαιολογίας μια και όλη η περιοχή είναι κατάσπαρτη από ερείπια ναών, μοναστηριών, σπηλαίων και ορθοδόξων τοπωνυμιών, αγιορείτες μοναχοί εγκατεστάθηκαν στο ερειπωμένο μοναστήρι του οσίου Ιωάννη του Θεριστή το φθινόπωρο του 1994. Έκτοτε νεοχειροτονηθέντες αυτόχθονες ιερείς τελούν ιερές Ακολουθίες στις πόλεις Λέτσε της Απουλίας, Ρήγιο και Καταντσάρο της Καλαβρίας καθώς και στη Μεσσήνη, Κατάνη της ανατολικής Σικελίας όπου διαμένουν πολλοί φοιτητές μας, μόνιμα εγκατεστημένοι Έλληνες και άλλοι ομόδοξοι αλλοεθνείς.
Πρόσφατα τελείωσε και η ανέργεση μικρού ναΐσκου στο ελληνόφωνο χωριό του Γαλλιτσιανού για τις ανάγκες των "γκρεκάνων" Ορθόδοξων. Τον Αύγουστο του 2000 η κοινότητα του Μαντανίτσι μας παρεχώρησε τη Μονή του Ευαγγελισμού (Αν. Σικελία). Αξιοσημείωτη και συγκινητική είναι η προσέλευση των εξ Ελλάδος προσκυνητών, οι οπoίoι συμπαρίστανται ηθικά και υλικά στη διακονία αυτή. Η όλη προσπάθεια τελεί υπό την ευλογία του οικείου Μητροπολίτου Ιταλίας κ. Γενναδίου. Έτσι το όντως "Τείχος του Αίσχους" που χώριζε τις δύο ακτές του Ιονίου κατέρρευσε στο τέλος της ληγούσης χιλιετίας, αφού είχε ορθωθεί αδιαπέραστο στις αρχές της. Αυτός ο τόπος χάρισε στη Δύση δύο οικουμενικής σημασίας πολιτισμούς ΜΟΝΟΝ όταν είχε επαφές με την Ανατολή. Δίκαια αποκλήθηκε η Καλαβρία χώρα της Δύσης στραμμένη προς την Ανατολή "terra d' occidente volta verso l' oriente". Τα καράβια των αρχαίων αποίκων, οι μοναχοί και οι άγιες εικόνες που κατέπλεαν θαυματουργικά στις ακτές της έσμιγαν ειρηνικά τις δύο ακτές. Οι σημερινοί προσκυνητές φέρνουν εικόνες, κεριά, λιβάνι, λείψανα, βιβλία των "σχισματικών" Ελλήνων, το δίλεπτο της χήρας και τα δάκρυα. Οι ιεροί τόποι άρχισαν, τολμούμε να πούμε προς δόξαν Θεού, να αναδίδουν ουράνιες ευωδιές...
Τρεις είναι οι παράγοντες που επέτρεψαν και προκάλεσαν την επιστροφή της Ορθοδοξίας στη Μ. Ελλάδα. Ο πρώτος ήταν η έντονη επιθυμία μερικών πεφωτισμένων Καλαβρών, οι οποίοι ανέπτυξαν σχέσεις με την Ελλάδα και ιδιαίτερα με το Άγιον Όρος. Ο δεύτερος είναι η Ενωμένη Ευρώπη, η οποία επιτρέπει άνετη και απρόσκοπτη κίνηση μεταξύ των πολιτών των κρατών - μελών της. Είτε το θέλουμε είτε όχι, καλούμαστε να ζήσουμε στην εποχή μας, όπου γίνεται πολύς λόγος για παγκοσμιοποίηση, διασπορά, μειονότητες, ανθρώπινα δικαιώματα και πολυπολιτισμικότητα. Ο τρίτος παράγοντας είναι η αποϊεροποίηση του Δυτικού κόσμου, ο οποίος εναγωνίως αναζητά το ιερό ακόμη και στις επικίνδυνες σέκτες και τις αποκρυφιστικές θρησκείες. Η παρουσία μας σ' έναν τόπο που είχε τραφεί με φιλοκαλικά κείμενα κατά το παρελθόν είναι ευπρόσδεκτη και προκαλεί ποικίλες συζητήσεις, καλές περιέργειες και ενδιαφέρουσες αναζητήσεις.
Κοντά σ' όλα αυτά πρέπει να προσθέσουμε ότι ο περιφρονημένος ιταλικός Νότος αρχίζει να κατανοεί ότι με τον Ελληνισμό γίνεται σεβαστός. Σε μια εποχή που η φιλοκαλία και άλλα ασκητικά ορθόδοξα κείμενα γνωρίζουν απανωτές εκδόσεις, κυρίως στον Βορρά (!), η ορθόδοξη παρουσία σ' έναν τόπο που κάποτε "παρήγαγε" τέτοιου είδους πνευματικότητα έχει βαρύνουσα σημασία. Την ιστορία πρέπει να τη μελετούμε. Λαοί χωρίς μνήμη είναι καταδικασμένοι να εξαφανισθούν μέσα στη σύγχρονη τηλεοπτική και καταναλωτική ισοπέδωση. Για να εξηγήσουμε το παρόν, πρέπει να σπουδάζουμε το παρελθόν. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε όμηροί του. Αν δεν επικοινωνήσουμε με την εποχή μας, η παρουσία μας εδώ είναι μια τουριστική περιπλάνηση. Για μας ο τόπος δεν είναι μόνο ανάμνηση, δεν είναι μουσείο, γιατί μουσείο είναι η ληξιαρχική πράξη ταφής ενός πολιτισμού. Παραφράζοντας τον ψαλμικό στίχο μπορούμε να πούμε ότι "η Ιστορία μου ενώπιόν μου εστί διαπαντός". Το παρελθόν είναι μια διαρκώς κινούμενη πραγματικότητα, ρευστή, ακαθόριστη και απρόβλεπτη. Ο τόπος εμπνέει για νέες δημιουργίες. Τα παλιά είναι καινούργια κι επίκαιρα, αφού τα διαπερνάει το πνεύμα της Εκκλησίας.
Στην μακραίωνη πνευματική του διαδρομή ο Ελληνισμός μεγαλούργησε, όταν ανοίχθηκε, όταν συναντήθηκε με άλλους πολιτισμούς. Πρέπει πάντοτε να έχουμε υπ' όψιν το σημαντικό ρόλο που έπαιξαν οι αποικίες, κατά την αρχαιότητα, όπως επίσης και την οικουμενικότητα της ορθοδόξου αυτοκρατορίας.
Η Μεγάλη Ελλάδα με το πλούσιο παρελθόν της, με μια σύγχρονη και ορθόδοξη παρουσία, με τις δυνατότητες και τις ευκαιρίες που παρέχει η Pax Europea μπορεί να αποτελέσει ένα ανοιχτό βήμα απ' όπου μπορούμε να μιλούμε και να συζητούμε συνεχώς. Το διαρκώς αυξανόμενο ενδιαφέρον των Ιταλών για την ορθόδοξη πνευματικότητα και την εικόνα είναι ενδεικτικό του ότι ο Χριστιανικός Ελληνισμός είναι επίκαιρος.
Άραγε εμείς οι Ελλαδικοί θα συλλάβουμε τα μηνύματα των καιρών;
Ν.Α. άποψη του καθολικού της μονής. Διακρίνεται η "πύλη", μεταγενέστερη προσθήκη των Νορμανδών.

Οι Άγιοι Νικόλαος, Αμβρόσιος και Ιωάννης Θεριστής. Τα ιερά λείψανά τους βρίσκονται στην γειτονική κωμόπολη του Στύλου. 
Ο Όσιος Ιωάννης ο Θεριστής επ' ονόματι του οποίου τιμάται το ομώνυμο μοναστήρι στις 24 Φεβρουαρίου. 

1 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

οι χριστιανοί είναι οι μεγαλύτερη δολοφονεί και βαρβαρει που έσφαξαν όλους τούς ΕΛΛΗΝΕΣ και το ΑΡΧΑΊΟ ΙΕΡΑΤΙΟ ΝΤΡΟΠΉΗΗΗΗΗΗΗ