Παρασκευή 16 Μαρτίου 2012

Όταν οι Αγωνιστές της ΕΟΚΑ ετοίμαζαν αντάρτικο στη Βόρειο Ήπειρο


Το 1959 μια ομάδα Κυπρίων Αγωνιστών της ΕΟΚΑ βρέθηκε σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη για να συνεχίσουν τις σπουδές τους που είχαν διακόψει την περίοδο του Απελευθερωτικού Αγώνα ενάντια των Άγγλων αποικιοκρατών.

Μέσα σε ένα επαναστατικό κλίμα, με μεγάλα όνειρα που είχαν ωριμάσει σε έναν ηρωικό αγώνα έριχναν το βλέμμα τους μακριά, σ’ άλλους αγώνες του Ελληνισμού. Γι’ αυτό συνέστησαν τον Πανσπουδαστικό Σύνδεσμο Αγωνιστών Κύπρου (ΠΣΑΚ)
.

Πρώτος στόχος του Συνδέσμου ήταν να μεταφέρουν τη φλόγα και το επαναστατικό κλίμα του Αγώνα του 1955 - ΄59 από το ακριτικό νησί της Αφροδίτης σε μία άλλη ακριτική περιοχή του σκλαβωμένου Ελληνισμού, τη Βόρειο Ήπειρο.

Η Κύπρος το μαρτυρικό νησί, ανοικτό πάντα απέναντι στους ανέμους και τους κινδύνους επαγρυπνεί στις επάλξεις του έθνους.
Η Κύπρος άκουγε πάντα τη φωνή της ανάγκης και έσπευδε πρώτη να προσφέρει γενναιόδωρα τη δική της βοήθεια στα σκλαβωμένα αδέρφια. Είναι γνωστή η προσφορά της στους Βαλκανικούς Αγώνες του 1912 - ΄13, στον θρυλικό αγώνα του 1940 και σε άλλες κρίσιμες στιγμές.

Η υπόθεση των αλύτρωτων αδερφών ήταν από τα σοβαρά θέματα που απασχολούσαν σε συζητήσεις τους Αγωνιστές της ΕΟΚΑ στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως των Εγγλέζων, στα κρησφύγετα και σε άλλες δραστηριότητες τους.
Οι Κύπριοι φοιτητές σκληροπυρηνικά στελέχη του Αγώνα και εμπειροπόλεμοι θέλησαν έτσι να μιμηθούν τους Κρητικούς αντάρτες οι οποίοι στις αρχές του 20ου αιώνα ενίσχυσαν μαζικά τον Μακεδονικό Αγώνα, κάνοντας μεγάλες θυσίες για την απελευθέρωση της Μακεδονίας.

Την πρωτοβουλία για την προετοιμασία της εισόδου ενόπλων Κυπρίων στα αλβανοκρατούμενα εδάφη την είχε αναλάβει ο ιστορικός Γιάννης Σπανός.

Η ομάδα συναντήθηκε με τον θρυλικό αρχηγό της ΕΟΚΑ, Στρατηγό Γεώργιο Γρίβα – Διγενή, ο οποίος είχε κατευθύνει με επιτυχία τον Αγώνα του κυπριακού λαού.
Ο Διγενής ήταν μία μεγάλη φυσιογνωμία, η φήμη είχε ξεπεράσει προ καιρού τα σύνορα της μεγαλονήσου και δεν τον αμφισβητούσαν ούτε οι εχθροί του.
Και μια βρετανική εφημερίδα τον είχε αποκαλέσει «ο μεγαλύτερος ηγέτης ανταρτών όλων των εποχών».

Του ζήτησαν λοιπόν να ηγηθεί μιας διείσδυσης Αγωνιστών της ΕΟΚΑ στα βορειοηπειρωτικά εδάφη. Όπως θυμάται ο κ. Γιάννης Σπανός «ο γέρος συγκινήθηκε και μας ζήτησε να κρατήσουμε πλήρη μυστικότητα».
Τους ζήτησε χρόνο για να σκεφτεί και τους συμβούλευσε «στο μεταξύ να δράτε με ιδιαίτερη προσοχή αφού δεν υπάρχει λόγος να κοινοποιηθεί αυτή η απόφαση».

Η ΠΣΑΚ ανέθεσε τους ρόλους στα μέλη της γι’ αυτούς που θα ήταν στην πρώτη γραμμή και θα διείσδυαν ένοπλοι στη Βόρειο Ήπειρο και για εκείνους που θα έμεναν στη δεύτερη γραμμή για την ενίσχυση του Αγώνα, με εφοδιοπομπές και εκστρατεία στον διπλωματικό τομέα.
Κέντρα ήταν η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, ενώ αντιμετώπιζαν σοβαρό πρόβλημα με τα Ιωάννινα, ενόσω δεν υπήρχαν κυπριακοί σύνδεσμοι, στη μεθόριο των αλβανικών συνόρων.

Στο μεταξύ πραγματοποιώντας κι άλλες επαφές με τον Αρχηγό εκείνος κάποια μέρα τους είπε: «παιδιά ας περιμένουμε γιατί όπως φαίνεται δεν θα πάμε πάνω αλλά θα πάμε κάτω».
Είχε πλέον καταστεί βέβαιο ότι οι Τούρκοι προετοίμαζαν την τουρκανταρσία με τον εξοπλισμό παραστρατιωτικών ομάδων. Η υπόθεση της απελευθέρωσης της Βορείου Ηπείρου με τη διοργάνωση αντάρτικου από Κύπριους Αγωνιστές της ΕΟΚΑ παρέμεινε απραγματοποίητη γιατί «το χρέος μας κάλεσε να έρθουμε εδώ για να αμυνθούμε και να εμποδίσουμε τις νέες τουρκικές δολιότητες».

Νέες προκλήσεις, νέες ηρωικές σελίδες θα έγραφαν οι περισσότεροι από τους Αγωνιστές που μετείχαν στην ομάδα για την απελευθέρωση της Βορείου Ηπείρου, οι οποίοι ηγήθηκαν στην κάθοδο των εθελοντικών τμημάτων των φοιτητών στην Κύπρο το 1963 - ΄64.

Μερικοί από τους πρωταγωνιστές είναι σήμερα προσωπικότητες με διεθνή φήμη «και δεν είχαν κανένα λόγο να προβούν σε αποκαλύψεις για μια υπόθεση που διακόπηκε εν τη γεννέση της», αναφέρει ο κ. Σπανός.


Πέτρος Τσερκέζης, 15 Μαϊου 2006
(από την εφημερίδα "Ταχυδρόμος της Ηπείρου")