Tου Απόστολου Λυκεσά,
Ο συγγραφέας Πάνος Θεοδωρίδης απολύθηκε, πριν λίγες μέρες, από την εφημερίδα «Αγγελιοφόρος» …τηλεφωνικά! Έγραφε ένα μικρό χρονογράφημα στην τελευταία σελίδα της εφημερίδας και, εσχάτως, γέμιζε άλλη μία με ιστορικές αναφορές από την πολύχρονη διαδρομή της πόλης. Δεν θα είχε καμιά δυσκολία να προσφέρει και περισσότερη ύλη, καθ’ ότι πολυμαθής. Απολύθηκε όμως, και η αιτία της απόλυσής του είναι και αιτία γι’ αυτό το κείμενο...
.
Τι συνέβη; Σχολίασε δύο πρόσωπα της κεντρικής πολιτικής σκηνής: την κα Όλγα Κεφαλογιάννη και τον κο Κυριάκο Μητσοτάκη. Τα σχόλια αυτά («Η κυρία και η λαίδη», «Ο εξειδικευμένος») εύκολα μπορεί να εντοπίσει κανείς στο διαδίκτυο και να διαπιστώσει ότι τίποτα το φοβερό δεν περιείχαν. Ήταν μια δημοσιογραφική σχολιογραφική καταγραφή της δημόσιας δράσης τους, επενδεδυμένη με συγγραφική δεξιότητα κατά το κοινώς λεγόμενο. Και πολύ τους έπεφτε των δύο, που τους αφιέρωσε ο Θεοδωρίδης χρόνο, χώρο, λέξεις, και σίγουρα κάτι θα μάθαιναν από τις παρατηρήσεις του, πέραν της αρχικής ενόχλησης. Στην τελευταία αθηναϊκή εφημερίδα διαβάζει, οποιοσδήποτε, χειρότερα -και κακογραμμένα- σχολιάκια, χωρίς να δώσει σημασία κανείς, πέραν των γραφείων αποδελτιώσεως.
Αλλά στη Θεσσαλονίκη ένας άνθρωπος έχασε τη δουλειά του και τη γλισχρή –με μπλοκάκι φυσικά- αμοιβή του. Κανείς δεν φάνηκε να ενοχλείται. Ο Θεοδωρίδης δεν είναι μέλος της Ένωσης Συντακτών, οπότε δεν διαμαρτυρήθηκαν οι δημοσιογράφοι. Η Ένωση Λογοτεχνών δεν διαμαρτυρήθηκε, γιατί δεν είναι συνδικαλιστικό όργανο, άρα δεν της πέφτει κουβέντα. Όλα ωραία και καλά, τακτοποιημένα, ο καθείς και η ευθύνη του, το ξύδι του για τη σαλάτα ή η ζαχαρίτσα για το τσάι του. Για τη σκαστή περίπτωση Λογοκρισίας όμως δεν θα πούμε τίποτα; Κανέναν άραγε δεν ενδιαφέρει; Άκουσα και το «ας πρόσεχε ο Θεοδωρίδης τους φίλους του». Το θέμα όμως δεν είναι ο Θεοδωρίδης, αυτός είναι το πρόσχημα στην περίπτωσή μας. Δηλαδή η φράση που κοσμεί τα δημοσιογραφικά γραφεία, «σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις», ποιους αφορά; Καθότι εδώ οι λέξεις σταύρωσαν έναν άνθρωπο, που τις μεταχειρίστηκε, ως όφειλε, στον δημόσιο λόγο. Κι όμως με εξαίρεση ένα μπλογκ –αν δεν απατώμαι- ούτε μια λέξη έστω συμπάθειας δεν γράφτηκε. Οπότε, τι και πώς να απαιτήσεις από την ιδιοκτησία της εφημερίδας που τον απέλυσε;
Είναι πολλά τα χρόνια που η επιβεβλημένη άνωθεν σιωπή έχει μεταβληθεί σε παραδείσια μακαριότητα στη Θεσσαλονίκη. Λεξούλα δεν ξέφευγε για τον πρώην νομάρχη, πρώην περιφερειάρχη, πρώην δήμαρχο, πρώην υπουργό. Ίσα ίσα, άκουγαν και ακούνε τα εξ αμάξης όσοι είχαν μια άλλη αντίληψη για τον κόσμο, την πόλη, όσοι τολμούσαν να πάνε κόντρα στις εξουσιαστικές ιδέες και -πολύ περισσότερο- πράξεις. Κατά το κοινώς λεγόμενο, είχες πάντα την ελευθερία να τους εξυμνείς… Εκτός κι αν είχες καλή άκρη σε αθηναϊκό έντυπο, δηλαδή ανήκες στους τυχερούς, που μπορούσαν να γράψουν τουλάχιστον τον καημό τους.
Στη Θεσσαλονίκη -πιο φανερά- επικυριάρχησε ένα καινούργιο είδος, ένα τέρας που προήλθε από την παρά φύσιν ένωση καμηλοπαρδάλεων και ασβών. Από τον συναγελασμό των κορδωμένων Τίποτα με τους Βρωμερούς των υπόγειων συναλλαγών. Με τρεις τέσσερις δουλίτσες έκαστος και έτοιμοι πάντα για μια δοξολογία των προστατών τους και… το τσάπισμα των αγριόχορτων.
Οπότε, γιατί να απορούμε όταν μαθαίνουμε ότι ο Τύπος είναι τόσο αναξιόπιστος, ώστε οι δύο μεγάλες εφημερίδες της πόλης, τού ενός εκατομμυρίου διακοσίων χιλιάδων ανθρώπων, πουλάνε μετά βίας πέντε χιλιάδες φύλλα ημερησίως; Οπότε, πώς να μη μετρούν μέρα τη μέρα τον βίο τους, πολύ περισσότερο τώρα που τα μπερεκέτια σώθηκαν;
Για να το πω όσο πιο απλά γίνεται: συνάδελφοι, συν-γραφείς, σύντροφοι, αν δεν μιλήσουμε και τώρα για το δικαίωμα ενός ανθρώπου να μπορεί να γράφει με ελευθερία και παρρησία στον δημόσιο διάλογο, τότε -και επειδή ο χρόνος παραμένει άλλοτε εμπροσθοβαρής άλλοτε οπισθοβαρής- δεν θα έχουμε πια κανένα τρόπο ή τα κότσια να ψελλίσουμε καν μια ένσταση, πόσο μάλλον να τους εμποδίσουμε, όταν θα έρθουν να φτύσουν στους τάφους μας.
Σ.τ.Sky:
Τα δύο κείμενα του Πάνου Θεοδωρίδη, ο Αγγελιοφόρος φρόντισε να τα εξαφανίσει.(1 και 2) Βέβαια το google cache, φροντίζει να ξεβρακώνει τους ανόητους. Και με ένα απλό κοπυπάστωμα (που θα έλεγε και ο Νίκος Σαραντάκος) εξασφαλίζουμε αυτό που οι ανόητοι ήθελαν να αποφύγουν. Την αναδημοσίευση και διάδοση τους (όσο ακίνδυνα δια το καθεστώς και αν είναι)
Φυσικά και θα μπορούσε να είναι χειρότερα. Να μην υπήρχε καμία γυναίκα στην κυβέρνηση. Αλλά και οι δύο που απόμειναν είναι από άλλες φυλές. Μια τελείως άγνωστη στον κόσμο, στάθηκε τελευταία σειρά, και ορκίστηκε. Απεναντίας, η λαίδη Κεφαλογιάννη ήταν από πολλά χρόνια ένα είδος ειδικευόμενης σε ζητήματα τουρισμού, καθώς κάθε δήλωσή της ήταν ένα μίγμα κοινοτοπιών για τα φλέγοντα ζητήματα του κλάδου. Συμβολικώς, ως Κρητικοπούλα και ως αγέρωχης κατατομής, μοιάζει να έχει οργανωθεί για αυτόν το ρόλο. Ας ελπίσουμε να χάσει την καταγγελτική της ρητορική, καθώς οι ξενοδόχοι πωλούν φτηνά, αλλά όχι όλοι, έχουν καταστρατηγήσει την έννοια του μαθητευόμενου, αλλά όχι όλοι, και η χωριάτικη σαλάτα από καιρό θεωρείται προϊόν ενός ευαίσθητου χρηματιστηρίου αξιών, αλλά όχι από κάθε χωριό. Ο κλάδος μαστίζεται από μεσάζοντες περισσότερο κι από τους εμπόρους όπλων, ενώ, αν κάποιος ρίξει την ιδέα, μόλις οι έρμοι τουρίστες αγοράσουν ένα ελληνικό πακέτο, να τους προμηθεύουν με βαρέα υπνωτικά χάπια για να κοιμούνται στη διάρκεια των διακοπών τους, ώστε να μην ξοδεύεται πολύ η τουριστική μας βιομηχανία, αρκετοί επιχειρηματίες θα το έβρισκαν μια θαυμάσια ιδέα. Η λαίδη Κεφαλογιάννη θα χρειαστεί πολλήν εφευρετικότητα για να επιπλεύσει με το μινωικόν της προφίλ, καθώς οι πειρατές ελλοχεύουν. Καλή επιτυχία και στην άλλη κυρία, που καθόταν στην τελευταία σειρά.
Απεναντίας, με τρέλανε πάλι η άρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη να μην αποδεχτεί θέση αναπληρωτή υπουργού, με την αιτιολογία πως, όντας πολιτικό πρόσωπο, δεν μπορεί να τεθεί «υπό» έναν οσονδήποτε αξιόλογον ιδιώτη. Φυσικά, τα ελληνικά έχουν γλωσσικό πλούτο και ένας αναπληρωτής δεν είναι υφυπουργός, όπως ένας Κυριάκος Μητσοτάκης, παρά την απλότητα των τρόπων του, είναι αδύνατον να κρύψει το αφιλότιμο το σύμπλεγμα υπεροχής που διαθέτει. Η αίσθηση «υπηρετών την πατρίδα, εφρόντισα να ασκηθώ διδασκόμενος πολλής για το περιβάλλον, επομένως τι ξέρει από αυτά ο πολίτης Λιβιεράτος» μοιάζει με δικανική αποστροφή σε δίκες εποχής Ροβεσπιέρου. Ο υπουργός χρειάζεται πρώτα και κύρια την αίσθηση ότι έχει να μάθει πολλά και να υλοποιήσει περισσότερα κι από αυτά που ξέρει. Αυτό έχει τόσο γενική χρήση, που δε νομίζω να το αμφισβητήσει ένας γιατρός, ένας συνδικαλιστής, ένας ταβερνιάρης. Γιατί, λοιπόν, στεναχωριέται ο Κυριάκος Μητσοτάκης; Διότι πρέπει να έχει ο ποιητής το ροκάνι του. Επ” αυτού ομίλησε ο ποιητής Εγγονόπουλος, και αρνούμαι να ασχοληθώ περισσότερο με το νέο πολιτικό που η εκλογή του τον κάνει κατάλληλο για παραγωγή νομοθετικού έργου, ως προβλέπει το Σύνταγμα και η παλαιά διάκρισις των εξουσιών. Ηθελα να είμαι παρών, για να συλλάβω το ύφος του πρωθυπουργού ακούγοντας ωραίους λόγους για τη βαριά ευθύνη κ.λπ. έναντι του χειμαζομένου περιβάλλοντος.
Σημέίωση του Sky: Ο κατήφορος του τύπου συνεχίζεται με ιλιγγιώδεις πια, ταχύτητες στην πόλη του Πανίκα και του Παπαγεωργόπουλου Μπουτάρη. Όπως και παντού στην Ελλάδα. Όπως παντού όπου ανθούν οι δικτατορίες παντός τύπου.
πηγη
Ο συγγραφέας Πάνος Θεοδωρίδης απολύθηκε, πριν λίγες μέρες, από την εφημερίδα «Αγγελιοφόρος» …τηλεφωνικά! Έγραφε ένα μικρό χρονογράφημα στην τελευταία σελίδα της εφημερίδας και, εσχάτως, γέμιζε άλλη μία με ιστορικές αναφορές από την πολύχρονη διαδρομή της πόλης. Δεν θα είχε καμιά δυσκολία να προσφέρει και περισσότερη ύλη, καθ’ ότι πολυμαθής. Απολύθηκε όμως, και η αιτία της απόλυσής του είναι και αιτία γι’ αυτό το κείμενο...
.
Τι συνέβη; Σχολίασε δύο πρόσωπα της κεντρικής πολιτικής σκηνής: την κα Όλγα Κεφαλογιάννη και τον κο Κυριάκο Μητσοτάκη. Τα σχόλια αυτά («Η κυρία και η λαίδη», «Ο εξειδικευμένος») εύκολα μπορεί να εντοπίσει κανείς στο διαδίκτυο και να διαπιστώσει ότι τίποτα το φοβερό δεν περιείχαν. Ήταν μια δημοσιογραφική σχολιογραφική καταγραφή της δημόσιας δράσης τους, επενδεδυμένη με συγγραφική δεξιότητα κατά το κοινώς λεγόμενο. Και πολύ τους έπεφτε των δύο, που τους αφιέρωσε ο Θεοδωρίδης χρόνο, χώρο, λέξεις, και σίγουρα κάτι θα μάθαιναν από τις παρατηρήσεις του, πέραν της αρχικής ενόχλησης. Στην τελευταία αθηναϊκή εφημερίδα διαβάζει, οποιοσδήποτε, χειρότερα -και κακογραμμένα- σχολιάκια, χωρίς να δώσει σημασία κανείς, πέραν των γραφείων αποδελτιώσεως.
Αλλά στη Θεσσαλονίκη ένας άνθρωπος έχασε τη δουλειά του και τη γλισχρή –με μπλοκάκι φυσικά- αμοιβή του. Κανείς δεν φάνηκε να ενοχλείται. Ο Θεοδωρίδης δεν είναι μέλος της Ένωσης Συντακτών, οπότε δεν διαμαρτυρήθηκαν οι δημοσιογράφοι. Η Ένωση Λογοτεχνών δεν διαμαρτυρήθηκε, γιατί δεν είναι συνδικαλιστικό όργανο, άρα δεν της πέφτει κουβέντα. Όλα ωραία και καλά, τακτοποιημένα, ο καθείς και η ευθύνη του, το ξύδι του για τη σαλάτα ή η ζαχαρίτσα για το τσάι του. Για τη σκαστή περίπτωση Λογοκρισίας όμως δεν θα πούμε τίποτα; Κανέναν άραγε δεν ενδιαφέρει; Άκουσα και το «ας πρόσεχε ο Θεοδωρίδης τους φίλους του». Το θέμα όμως δεν είναι ο Θεοδωρίδης, αυτός είναι το πρόσχημα στην περίπτωσή μας. Δηλαδή η φράση που κοσμεί τα δημοσιογραφικά γραφεία, «σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις», ποιους αφορά; Καθότι εδώ οι λέξεις σταύρωσαν έναν άνθρωπο, που τις μεταχειρίστηκε, ως όφειλε, στον δημόσιο λόγο. Κι όμως με εξαίρεση ένα μπλογκ –αν δεν απατώμαι- ούτε μια λέξη έστω συμπάθειας δεν γράφτηκε. Οπότε, τι και πώς να απαιτήσεις από την ιδιοκτησία της εφημερίδας που τον απέλυσε;
Είναι πολλά τα χρόνια που η επιβεβλημένη άνωθεν σιωπή έχει μεταβληθεί σε παραδείσια μακαριότητα στη Θεσσαλονίκη. Λεξούλα δεν ξέφευγε για τον πρώην νομάρχη, πρώην περιφερειάρχη, πρώην δήμαρχο, πρώην υπουργό. Ίσα ίσα, άκουγαν και ακούνε τα εξ αμάξης όσοι είχαν μια άλλη αντίληψη για τον κόσμο, την πόλη, όσοι τολμούσαν να πάνε κόντρα στις εξουσιαστικές ιδέες και -πολύ περισσότερο- πράξεις. Κατά το κοινώς λεγόμενο, είχες πάντα την ελευθερία να τους εξυμνείς… Εκτός κι αν είχες καλή άκρη σε αθηναϊκό έντυπο, δηλαδή ανήκες στους τυχερούς, που μπορούσαν να γράψουν τουλάχιστον τον καημό τους.
Στη Θεσσαλονίκη -πιο φανερά- επικυριάρχησε ένα καινούργιο είδος, ένα τέρας που προήλθε από την παρά φύσιν ένωση καμηλοπαρδάλεων και ασβών. Από τον συναγελασμό των κορδωμένων Τίποτα με τους Βρωμερούς των υπόγειων συναλλαγών. Με τρεις τέσσερις δουλίτσες έκαστος και έτοιμοι πάντα για μια δοξολογία των προστατών τους και… το τσάπισμα των αγριόχορτων.
Οπότε, γιατί να απορούμε όταν μαθαίνουμε ότι ο Τύπος είναι τόσο αναξιόπιστος, ώστε οι δύο μεγάλες εφημερίδες της πόλης, τού ενός εκατομμυρίου διακοσίων χιλιάδων ανθρώπων, πουλάνε μετά βίας πέντε χιλιάδες φύλλα ημερησίως; Οπότε, πώς να μη μετρούν μέρα τη μέρα τον βίο τους, πολύ περισσότερο τώρα που τα μπερεκέτια σώθηκαν;
Για να το πω όσο πιο απλά γίνεται: συνάδελφοι, συν-γραφείς, σύντροφοι, αν δεν μιλήσουμε και τώρα για το δικαίωμα ενός ανθρώπου να μπορεί να γράφει με ελευθερία και παρρησία στον δημόσιο διάλογο, τότε -και επειδή ο χρόνος παραμένει άλλοτε εμπροσθοβαρής άλλοτε οπισθοβαρής- δεν θα έχουμε πια κανένα τρόπο ή τα κότσια να ψελλίσουμε καν μια ένσταση, πόσο μάλλον να τους εμποδίσουμε, όταν θα έρθουν να φτύσουν στους τάφους μας.
Σ.τ.Sky:
Τα δύο κείμενα του Πάνου Θεοδωρίδη, ο Αγγελιοφόρος φρόντισε να τα εξαφανίσει.(1 και 2) Βέβαια το google cache, φροντίζει να ξεβρακώνει τους ανόητους. Και με ένα απλό κοπυπάστωμα (που θα έλεγε και ο Νίκος Σαραντάκος) εξασφαλίζουμε αυτό που οι ανόητοι ήθελαν να αποφύγουν. Την αναδημοσίευση και διάδοση τους (όσο ακίνδυνα δια το καθεστώς και αν είναι)
ΣΤΗΛΗ ΓΝΩΜΕΣ
Φυσικά και θα μπορούσε να είναι χειρότερα. Να μην υπήρχε καμία γυναίκα στην κυβέρνηση. Αλλά και οι δύο που απόμειναν είναι από άλλες φυλές. Μια τελείως άγνωστη στον κόσμο, στάθηκε τελευταία σειρά, και ορκίστηκε. Απεναντίας, η λαίδη Κεφαλογιάννη ήταν από πολλά χρόνια ένα είδος ειδικευόμενης σε ζητήματα τουρισμού, καθώς κάθε δήλωσή της ήταν ένα μίγμα κοινοτοπιών για τα φλέγοντα ζητήματα του κλάδου. Συμβολικώς, ως Κρητικοπούλα και ως αγέρωχης κατατομής, μοιάζει να έχει οργανωθεί για αυτόν το ρόλο. Ας ελπίσουμε να χάσει την καταγγελτική της ρητορική, καθώς οι ξενοδόχοι πωλούν φτηνά, αλλά όχι όλοι, έχουν καταστρατηγήσει την έννοια του μαθητευόμενου, αλλά όχι όλοι, και η χωριάτικη σαλάτα από καιρό θεωρείται προϊόν ενός ευαίσθητου χρηματιστηρίου αξιών, αλλά όχι από κάθε χωριό. Ο κλάδος μαστίζεται από μεσάζοντες περισσότερο κι από τους εμπόρους όπλων, ενώ, αν κάποιος ρίξει την ιδέα, μόλις οι έρμοι τουρίστες αγοράσουν ένα ελληνικό πακέτο, να τους προμηθεύουν με βαρέα υπνωτικά χάπια για να κοιμούνται στη διάρκεια των διακοπών τους, ώστε να μην ξοδεύεται πολύ η τουριστική μας βιομηχανία, αρκετοί επιχειρηματίες θα το έβρισκαν μια θαυμάσια ιδέα. Η λαίδη Κεφαλογιάννη θα χρειαστεί πολλήν εφευρετικότητα για να επιπλεύσει με το μινωικόν της προφίλ, καθώς οι πειρατές ελλοχεύουν. Καλή επιτυχία και στην άλλη κυρία, που καθόταν στην τελευταία σειρά.
Ο εξειδικευμένος
Απεναντίας, με τρέλανε πάλι η άρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη να μην αποδεχτεί θέση αναπληρωτή υπουργού, με την αιτιολογία πως, όντας πολιτικό πρόσωπο, δεν μπορεί να τεθεί «υπό» έναν οσονδήποτε αξιόλογον ιδιώτη. Φυσικά, τα ελληνικά έχουν γλωσσικό πλούτο και ένας αναπληρωτής δεν είναι υφυπουργός, όπως ένας Κυριάκος Μητσοτάκης, παρά την απλότητα των τρόπων του, είναι αδύνατον να κρύψει το αφιλότιμο το σύμπλεγμα υπεροχής που διαθέτει. Η αίσθηση «υπηρετών την πατρίδα, εφρόντισα να ασκηθώ διδασκόμενος πολλής για το περιβάλλον, επομένως τι ξέρει από αυτά ο πολίτης Λιβιεράτος» μοιάζει με δικανική αποστροφή σε δίκες εποχής Ροβεσπιέρου. Ο υπουργός χρειάζεται πρώτα και κύρια την αίσθηση ότι έχει να μάθει πολλά και να υλοποιήσει περισσότερα κι από αυτά που ξέρει. Αυτό έχει τόσο γενική χρήση, που δε νομίζω να το αμφισβητήσει ένας γιατρός, ένας συνδικαλιστής, ένας ταβερνιάρης. Γιατί, λοιπόν, στεναχωριέται ο Κυριάκος Μητσοτάκης; Διότι πρέπει να έχει ο ποιητής το ροκάνι του. Επ” αυτού ομίλησε ο ποιητής Εγγονόπουλος, και αρνούμαι να ασχοληθώ περισσότερο με το νέο πολιτικό που η εκλογή του τον κάνει κατάλληλο για παραγωγή νομοθετικού έργου, ως προβλέπει το Σύνταγμα και η παλαιά διάκρισις των εξουσιών. Ηθελα να είμαι παρών, για να συλλάβω το ύφος του πρωθυπουργού ακούγοντας ωραίους λόγους για τη βαριά ευθύνη κ.λπ. έναντι του χειμαζομένου περιβάλλοντος.
Σημέίωση του Sky: Ο κατήφορος του τύπου συνεχίζεται με ιλιγγιώδεις πια, ταχύτητες στην πόλη του Πανίκα και του Παπαγεωργόπουλου Μπουτάρη. Όπως και παντού στην Ελλάδα. Όπως παντού όπου ανθούν οι δικτατορίες παντός τύπου.
πηγη
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου