Τρίτη 1 Μαΐου 2012

Η Μεσόγειος ως στρατηγικός ομφαλός


Ποια είναι σήμερα η πιο ισχυρή στρατιωτική δύναμη στη Μεσόγειο; Ένα εξω-μεσογειακό κράτος – οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, οι οποίες από το 1946 διατηρούν ανεπτυγμένο στη λεκάνη της Μεσογείου τον 6ο Αμερικανικό Στόλο – μια πυρηνική δύναμη κρούσης. Ποια είναι η δεύτερη δύναμη; Είναι το κράτος του Ισραήλ, το οποίο μέχρι το 1948 δεν υπήρχε καν στο χάρτη της Μεσογείου. Είναι και το Ισραήλ μια πυρηνική δύναμη, με ...
200 – 400 πυρηνικές κεφαλές στο οπλοστάσιό του. Το κράτος του Ισραήλ απέδειξε ότι διαθέτει την πολιτική βούληση να χρησιμοποιήσει τη συμβατική του ισχύ, ακόμη και την πυρηνική του, όταν αισθάνεται υπαρξιακή απειλή – κάτι που αποσοβήθηκε την ύστατη στιγμή, στην απαρχή του πολέμου του Οκτωβρίου του 1973. Τότε, για κάποιο χρονικό διάστημα η συνδυασμένη αιγυπτιακο-συριακή επίθεση απείλησε την καταστροφή του Τρίτου Ναού του Σολομώντα. Δόθηκε τότε η εντολή, από την πρωθυπουργό Γκόλντα Μαϊερ, να οπλισθούν τα ισραηλινά φάντομ με πυρηνικά όπλα. Όλες οι υπόλοιπες δυνάμεις στη Μεσόγειο, οι νατοϊκές δυνάμεις, Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα, Τουρκία, έπονται. Τρανή απόδειξη της σχετικής αδυναμίας των προαναφερθέντων δυνάμεων υπήρξε η πρόσφατη νατοϊκή επιδρομή κατά της Λιβύης. Χωρίς την αμερικανική υποστήριξη, ο Καντάφι μόνο με ένα αυθεντικό εσωτερικό πραξικόπημα μπορούσε να εξουδετερωθεί. Μία εσωτερική έκθεση του ΝΑΤΟ, που αποτιμά τη νατοϊκή εμπλοκή στον πόλεμο κατά της Λιβύης, αποσπάσματα της οποίας κυκλοφορούν τις μέρες αυτές στο Διαδίκτυο, συμπεραίνει ότι όλος ο νατοϊκός μηχανισμός, χωρίς τη στήριξη και την καθοδήγηση της Ουάσινγκτον, δεν είναι παρά χάρτινος πύργος. Ούτε την ικανότητα αεροπορικών ανεφοδιασμών μαχητικών αεροπλάνων δεν ήταν σε θέση να εκπληρώσουν οι Ευρωπαίοι εταίροι του ΝΑΤΟ κατά της Λιβύης. Η Μεσόγειος επανέκτησε τη χαμένη αρχαία της αίγλη ως ομφαλός του κόσμου στη μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο περίοδο, λόγω των ιδεολογικών αντιπαραθέσεων των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά και λόγω της γειτνίασής της με την ενεργειακά πλούσια Μέση Ανατολή. Από το 1944 Αμερικανοί σχεδιαστές μίας πιθανής μελλοντικής σύγκρουσης με τη Σοβιετική Ένωση θεωρούσαν τη Μεσόγειο και μαζί της τη Μέση Ανατολή μέχρι τον Περσικό Κόλπο ως ένα ενιαίο στρατηγικό θέατρο. Κατά τους σχεδιασμούς αυτούς το θέατρο αυτό έπρεπε να βρίσκεται υπό δυτικό, δηλαδή αμερικανικό έλεγχο, ή σε κάθε περίπτωση ν’ αποκλείεται από το θέατρο αυτό η παρουσία των Σοβιετικών μαζί με την κομμουνιστική τους ιδεολογία. Οι λόγοι ήταν από τότε προφανείς. Υπογραμμίζεται εδώ ότι ούτε η Ουάσινγκτον ούτε η Μόσχα είχαν ανάγκη το πετρέλαιο ως ενεργειακό αγαθό, αλλά ως πολιτικό όπλο. Έλεγχος από τους Σοβιετικούς θα ισοδυναμούσε με ομηρία της οικονομίας της Δυτικής Ευρώπης και στρατηγική ήττα των Αμερικανών. Ως προς τη Μεσόγειο υπήρχε συμφωνία μεταξύ των δύο Υπερδυνάμεων, ότι αυτή αποτελεί κλειστή θάλασσα (mare nostrum) για τους Αμερικανούς και τη Δύση. Λέγεται «Συμφωνία της Γιάλτας» (1945) για ζώνες επιρροής μεταξύ Ανατολής και Δύσης, κάτι που ο Στάλιν υπενθύμισε με επιστολή του στον πρόεδρο Τρούμαν, με αφορμή τις μεταπολεμικές κρίσεις σε Ελλάδα και Πολωνία, λέγοντας ότι «συμφωνήσαμε εσείς να έχετε το ελεύθερο στην Ελλάδα και εμείς στην Πολωνία». Χωρίς έλεγχο της Ελλάδας, που γεωστρατηγικά διεμβολίζει τη Μεσόγειο, ο δυτικός έλεγχος της τελευταίας ήταν φυσικά αδύνατος. Αντίθετα το καθεστώς της Μέσης Ανατολής, του ετέρου ήμισυ του προαναφερθέντος στρατηγικού θεάτρου, ήταν αδιευκρίνιστο. Ο χώρος εβρίσκετο μεν υπό Δυτική (αγγλο-γαλλική) επιρροή αλλά αυτό δεν ήταν μελλοντικά εξασφαλισμένο. Ως «γκρίζα περιοχή» η Μέση Ανατολή έγινε μεταπολεμικά επίκεντρο ιδεολογικού ανταγωνισμού μεταξύ Δύσης και Ανατολής, ενός ανταγωνισμού που ενέπλεκε, ταυτόχρονα, τις αυτόχθονες επαναστατικές δυνάμεις (Αίγυπτο, Συρία, Ιράν) με τα συντηρητικά (φιλοδυτικά) καθεστώτα της περιοχής. Επανέρχομαι εδώ στις ΗΠΑ και το Ισραήλ και τη στρατηγική τους σχέση με τη Μεσόγειο. Τον Μάρτιο του 1947, ένα χρόνο μετά την ανάπτυξη του 6ου Στόλου στη Μεσόγειο και τον ίδιο μήνα της διακήρυξης του πρωτόλειου Δόγματος Τρούμαν για την ανάσχεση (containment) της Σοβιετικής Ένωσης σε στρατηγικό επίπεδο, ο ForrestSherman, Vice ΑdmiralofΝavalΟperations, σε κλειστή συνεδρίαση του JointChiefsofStaffsτου Αμερικανικού Πενταγώνου υπογράμμισε ότι η Μεσόγειος δεν πρέπει να νοείται ως θάλασσα αλλά ως ένας «αυτοκινητόδρομος» για την προβολή αμερικανικής στρατιωτικής ισχύος «βαθιά στην καρδιά της Ευρασίας και της Αφρικής» («deep into the heart ofthe land-massofΕurasia and Αfrica»). Η πρώτη φάση υλοποίησης της στρατηγικής αυτής έγινε τη δεκαετία 1958 – 1968 όταν η πρώτη γενιά των αμερικανικών πυρηνικών υποβρυχίων Ρolarisαναπτύχθηκε στην Ανατολική Μεσόγειο, το μόνο σημείο του πλανήτη από το οποίο μπορούσαν να χτυπηθούν οι βιομηχανικές περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης, νοτίως της Μόσχας. Υποβρύχια Ρolarisαναπτύχθηκαν και στη Βόρεια Θάλασσα, αλλά ο πάγος τα αχρήστευε για εννέα μήνες το χρόνο. Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι τη δεκαετία 1958 – 1968, η Μεσόγειος και δη η ανατολική της λεκάνη ήταν το πιο σημαντικό στρατηγικό σημείο του πλανήτη. Για ν’ αντιμετωπίσει τον θανάσιμο γι’ αυτή κίνδυνο, η Μόσχα ανέπτυξε στη Μεσόγειο τον δικό της στόλο, την Εskandra, μ’ αποτέλεσμα κάποιες εποχές να συνωστίζονται πάνω από 160 πολεμικά πλοία στη Μεσόγειο, σ’ ένα «σιωπηρό» πόλεμο πάνω και κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Πολιτική βούληση Όσο καιρό η Τουρκία ταύτιζε απόλυτα τα συμφέροντά της με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, το γεωστρατηγικό περιβάλλον παρέμενε αμετάβλητο με την Τουρκία να διατηρεί βέτο στις Δυτικές Καγκελαρίες και την Ιερουσαλήμ αναφορικά με τα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό. Με μια Τουρκία σήμερα που αυτονομείται στρατηγικά από τη Δύση (η οποία δημογραφικά «ισλαμοποιείται») και που οι ηγέτες της, όπως οι Ερντογάν, Γκιουλ και Νταβούτογλου, διακηρύττουν ότι στόχος τους είναι να προσευχηθούν στο Τζαμί ΑlΑsqua στην ΑlQuds(Ιερουσαλήμ), δημιουργείται μία ανισορροπία στη Μεσόγειο, η οποία πρέπει να εξισορροπηθεί, εκ των πραγμάτων. Μόνο πολιτική βούληση χρειάζονται Αθήνα και Λευκωσία για να απελευθερωθούν από εθελοδουλικές αγκυλώσεις του παρελθόντος και να αξιοποιήσουν τη γεωστρατηγική τους θέση. Ο έλεγχος από Αμερικάνους και Ισραηλινούς Από τη σκοπιά του, το Ισραήλ (1948) θεωρούσε και θεωρεί την ελεύθερη πρόσβαση προς τη Μεσόγειο αναντικατάστατο πυλώνα της υψηλής του στρατηγικής για επιβίωση μέσα σ’ ένα κατά τ’ άλλα εχθρικό περιβάλλον. Αποτελεί η Μεσόγειος τον ομφάλιο λώρο του Ισραήλ προς τη Δύση. Αυτό απεδείχθη περίτρανα στον πόλεμο του 1973 όταν μία εκπληκτική αμερικανική αερογέφυρα από τις Ανατολικές Ακτές των ΗΠΑ (Νew Ηampshire) και με μοναδικό ενδιάμεσο σταθμό τις Πορτογαλικές Αζόρες στον Ατλαντικό, τροφοδότησε με πυρομαχικά τους Ισραηλινούς, προσφέροντάς τους πολύτιμο χρόνο ν’ αντεπιτεθούν και ν’ ακυρώσουν τα πλεονεκτήματα των Αράβων στο Σινά και τα Υψήπεδα του Γκολάν (Χωρίς την αμερικανική στήριξη, το επόμενο βήμα ήταν η χρήση πυρηνικών όπλων). Τη στρατηγική σημασία της Μεσογείου και συγκεκριμένα της ανατολικής της λεκάνης, αποτύπωσε εξαιρετικά ο Αμερικανο-εβραίος στρατηγιστής (και πρώην υψηλόβαθμο μέλος των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών) Εdward Luttwak, τον Μάρτιο του 1986 στο ΝationalΡublic Radio, όταν δήλωνε ότι «ο έλεγχος της Ανατολικής Μεσογείου από μη φιλικές προς το Ισραήλ δυνάμεις είναι ασύμβατος (incompatible) με την επιβίωση του Ισραήλ. Η στρατηγική σύζευξη μεταξύ Ουάσινγκτον και Ιερουσαλήμ είναι τοις πάσι γνωστή. Στη Μεσόγειο ταυτίζονται απόλυτα, με τους Αμερικανούς να οδεύουν ανατολικά και τους Ισραηλινούς δυτικά. Γεωπολιτικά, Ελλάδα και Κύπρος είναι οι τελευταίες δυτικές χώρες προς την Ανατολή και είναι οι πρώτες δυτικές χώρες προς τη Δύση. Μάριος Ευρυβιάδης / Φιλελεύθερος