Η κρίση στα έντυπα ΜΜΕ, δεν είναι ελληνική είναι παγκόσμια. Την παρακμή του Τύπου μπορούμε να την διαπιστώσουμε ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 και να την δούμε να κορυφώνεται στις μέρες μας χωρίς να μπορούμε να δούμε στον ορατό ορίζοντα κάποια σημάδια ανάκαμψης...
Την ίδια περίοδο έχουμε δυο κοσμοϊστορικά γεγονότα. Την εξαφάνιση του Ανατολικού Μπλοκ και την εξαέρωση του ρευστού κομμουνισμού, όπως επίσης την επανάσταση του υπαρκτού καπιταλισμού που δίνει σχεδόν παγκοσμίως όλη την εξουσία στο 1% του πλούτου και μετατρέπει τους επαγγελματίες πολιτικούς σε εργολάβους του κεφαλαίου. Όλα αυτά δεν είναι άσχετα μεταξύ τους.
Για την κρίση του Τύπου έχουν γραφτεί πολλά. Άλλοι την αποδίδουν στον ανταγωνισμό των FREE PRESS. Άλλοι στην τηλεόραση ή ακόμα στο ΄Ιντερνετ. Αυτά όσο αφορά την πτώση της κυκλοφορίας τους. Η πτώση των κερδών αποδίδεται κυρίως στην μείωση των διαφημίσεων που ήταν βασικό έσοδο και που δεν μπόρεσε να αντικατασταθεί με τις προσφορές. Και μπαίνουμε σε ένα φαύλο κύκλο. Οι προσφορές κατά κανόνα στοιχίζουν πολύ παραπάνω από όσο πουλιούνται.
Αλλά οι εκδότες ελπίζουν να ανεβάσουν την κυκλοφορία των φύλλων τους. Και αυτό με τη σειρά τους θα τους δώσει μεγαλύτερο κομμάτι από τη διαφημιστική πίτα, άρα και περισσότερα κέρδη.
Μπορεί να ισχύουν όλα αυτά, αλλά δεν βρίσκω εδώ τη βασική αιτία της μείωσης της κυκλοφορίας των εντύπων ΜΜΕ. Πριν από την πτώση της κυκλοφορίας τους, είχε προηγηθεί η πτώση της αξιοπιστίας τους.
Κατά κανόνα, αυτό που λέμε μεγάλος καθημερινός Τύπος, ανήκει σε επιχειρηματικούς ομίλους που έχουν εμπορική δραστηριότητα και σε άλλους τομείς. Όπως π.χ. ο Αλαφούζος της «Καθημερινής» είναι εφοπλιστής. Ο Μπόμπολας του «Έθνους» είναι υπερεργολάβος δημοσίων έργων. Και ας σταματήσουμε ενδεικτικά εδώ και να μην προχωρήσουμε στην τηλεόραση.
Αναγκαστικά λοιπόν τα συμφέροντά τους, είναι αυτά του υπαρκτού νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού και όχι αυτά των αναγνωστών. Και όταν κάποιος αγοράζει με τα λεφτουδάκια του μια εφημερίδα και βλέπει πως τον λοιδωρεί, δεν έχει άλλη λύση από το να πάψει να την αγοράζει. Και έτσι κατά την άποψή μου χάνονται φύλλα.
Όλοι έχουμε διαπιστώσει πως και στις δύο προεκλογικές περιόδους σχεδόν το σύνολο των ΜΜΕ, είχαν την ίδια απολύτως γραμμή, χωρίς καμιά παρέκληση. Και σε κανέναν δεν θα έκανε εντύπωση, αν κάτω από τον τίτλο της «Καθημερινής» του «Βήματος» ή του «Έθνους» έγραφαν «Όργανο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης τύπου Μέρκελ».
Πιστεύω πως ο «Ριζοσπάστης» δεν θα είχε αντίρρηση να του κλέψουν την ιδέα. Μια εξαίρεση σε αυτήν την ανάποδη «κομμουνιστικοποίηση» ήταν η «Ελευθεροτυπία» που ήταν η μόνη μεγάλη καθημερινή εφημερίδα που σίγουρα έκοβε το αυγολέμονο αυτής της μιντιακής σούπας. Και γι’ αυτό την άφησαν να βουλιάζει στα δικά της προβλήματα. Και κατά την άποψή μου, αν ποτέ κυκλοφορήσει ξανά η εφημερίδα με νέο ιδιοκτησιακό καθεστώς, δεν θα είναι η ίδια εφημερίδα. Θα μπει και αυτή στο κλαμπ. Υπάρχει επενδυτής που θα πάει εναντίον των συμφερόντων του;
Και όμως υπάρχουν εφημερίδες που επιβίωσαν σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη. Ήταν αυτές που σχημάτισαν έναν συνεταιρισμό, ενίοτε και με συνδυασμό κεφαλαίου, εξέλεξαν μια συντακτική επιτροπή, και αποφάσισαν πως η εφημερίδα τους θα είναι των αναγνωστών και όχι των συμφερόντων του αρπαχτικού καπιταλισμού.
Κορυφαίο παράδειγμα αυτών των πειραμάτων είναι η ΜΟNDE DIPLOMATIQUE,που πουλάει περίπου 2,5 εκατομμύρια φύλα και μεταφράζεται σε 27 γλώσσες. Δεν δέχεται διαφήμιση, δεν έχει προσφορές και πουλάει αυτό που πρέπει να πουλήσει κάθε εφημερίδα που σέβεται τον εαυτό της. Κείμενα, πληροφορίες, αναλύσεις. Δηλαδή, να κάνει τη γνώση προσιτή σε αυτούς που την χρειάζονται για να είναι υπεύθυνοι πολίτες. Και αυτοί οι αναγνώστες δεν χάνονται.
Πάνω από δύο δεκαετίες συντάκτης στην «Ελευθεροτυπία», όταν προ τριετίας είχε φανεί η κρίση της εφημερίδας, πρότεινα στη γενική συνέλευση των εργαζομένων αυτό το μοντέλο. Πρέπει να παραδεχτώ πως δεν με πήραν με τις πέτρες. Αλλά ήταν σαν να μιλούσα στον εαυτό μου.
Πήρα τηλέφωνο την διεύθυνση της εφημερίδας με σκοπό να προτείνω αυτήν την ιδέα, αλλά τα αφεντικά δεν απάντησαν ποτέ. Υποθέτω στη βάση της αρχής, δεν είμαστε όλοι ίσιοι και όμοιοι. Και όταν άρχισε η καταστροφή της εφημερίδας από τον περασμένο Αύγουστο, ξαναμπήκε, από άλλη πλευρά, η ιδέα μια εφημερίδας εργαζομένων. Και κέρδισε την πλειοψηφία. Πρώτο βήμα ήταν να εκδοθεί πειραματικά η «Ελευθεροτυπία» των απεργών.
Και υπήρχαν δύο δρόμοι. Κατάληψη του κτιρίου και του τυπογραφείου, να χρησιμοποιηθεί ο τίτλος της εφημερίδας με μια προσθήκη που να δηλώνει σαφώς πως είναι η εφημερίδα των εργαζομένων. Αλλά υπήρχε ένα νομικό κώλυμα. Ο τίτλος δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί, οι συντάκτες δεν θα μπορούσαν να υπογράψουν τα άρθρα τους, γιατί θα σήμαινε απόλυση χωρίς αποζημίωση και το απεργιακό φύλλο δεν θα μπορούσε να βγαίνει σε τακτά χρονικά διαστήματα. Υπήρχαν, λοιπόν, δύο λύσεις. Μια πολιτική και μία νομική. Επιλέχθηκε η δεύτερη.
Και οι συντάχτες της εφημερίδας έβγαλαν τα πρώτα δύο απεργιακά φύλλα. Στη συνέχεια αποφασίστηκε η δημιουργία συνεταιρισμού για την έκδοση νέας καθημερινής εφημερίδας με αρχικό κεφάλαιο τις συνεισφορές των μελών. Η συμμετοχή σε αυτό το εγχείρημα ήταν εθελοντική, όπως γίνεται με όλους τους συνεταιρισμούς.
Και ενώ ο συνεταιρισμός προχωρούσε στην συγκρότησή του, είδαμε ξαφνικά στα περίπτερα την παλιά «Ελευθεροτυπία» με υπότιτλο «Απεργιακή έκδοση των εργαζομένων» που έπεισε τους αναγνώστες της εφημερίδας πως όντως είναι απεργιακή. Και όλα τα νομικά κωλύματα που εμπόδισαν την χρησιμοποίηση του τίτλου της εφημερίδας, τις υπογραφές των συντακτών και την τακτική έκδοση, πώς ξεπεράστηκαν;
Και εδώ μπορούμε να κάνουμε δύο υποθέσεις. Ή η ιδιοκτησία αποφάσισε να προσχωρήσει στους απεργούς ή οι απεργοί προσχώρησαν στην ιδιοκτησία με την ελπίδα πως η εφημερίδα θα επιβιώσει. Ιδιοκτησία και εργαζόμενοι να απεργούν μαζί είναι μια λύση που μόνο η ΔΗΜΑΡ θα μπορούσε να την προτείνει. Μένει να μάθουμε εναντίον ποιού απεργούν.
Ο καθένας είναι ελεύθερος να κάνει τις επιλογές του. Αλλά ο Τσίπρας και άλλοι παράγοντες της Αριστεράς, γιατί έσπευσαν να επαινέσουν μια εφημερίδα που είναι ακόμα στα χέρια της ίδιας ιδιοκτησία που έχει αφήσει απλήρωτο το προσωπικό της, εδώ και ένα χρόνο περίπου, δημιουργώντας τεράστια οικογενειακά δράματα;
Ας ελπίσουμε κακή πληροφόρηση. Πάντως καλό θα ήταν στο επιτελείο του Τσίπρα να προστεθεί και κάποιος νομικός για να αποφευχθούν στο μέλλον τέτοια τραγικά λάθη. Όπως και να έχει το θέμα, το προσωπικό της «Ελευθεροτυπίας» είναι διασπασμένο. Και υπάρχει ακόμα και μια τρίτη κατηγορία που είναι ουδέτερη.
Πέρα από το πρόβλημα της «Ελευθεροτυπίας» υπάρχει ένα ακόμα μείζον θέμα που αφορά την όλη Αριστερά και ιδιαίτερα το ΣΥΡΙΖΑ. Πώς επικοινωνεί με τους 1.655.053 ανθρώπους που τον ψήφισαν; Αν προσθέσουμε τον αριθμό κυκλοφορίας όλων των εντύπων που εκδίδουν οι συνιστώσες του, ζήτημα είναι αν φτάνουν τις δέκα χιλιάδες και αυτό μόνο κάθε Κυριακή.
Αν υπολογίσουμε τώρα, πως υπάρχουν άνθρωποι που αγοράζουν και την «Αυγή» και το «Δρόμο» και την «Εποχή» ταυτόχρονα, τότε το νούμερο μειώνεται.
Η «Αυγή» η μόνη καθημερινή εφημερίδα της Αριστεράς και με την ιστορικότητα που διαθέτει, θα μπορούσε να ήταν μια μεγάλη καθημερινή εφημερίδα, αντίπαλο δέος, όλων των άλλων.
Με τον Νίκο Φίλη, όταν είμαστε στο Μορφωτικό Ίδρυμα της ΕΣΗΕΑ, είχαμε κάνει πολλές συζητήσεις για το πώς η «Αυγή», αν είχε αξιοποιήσει το δυναμικό της Αριστεράς, θα μπορούσε άνετα να είχε ξεπεράσει, το τότε καθημερινό «Βήμα». Αλλά δεν έγινε τίποτα. Και η «Αυγή» παραμένει, όσο αφορά τα κομματικά της, ένας λάϊτ «Ριζοσπάστης» και όσο αφορά τα υπόλοιπα θα μπορούσες να τα διαβάσεις οπουδήποτε αλλού.
Να εξαιρέσω κάποια καλά άρθρα και αναλύσεις, όπως και κάποια ρεπορτάζ. Αλλά αυτά δεν φτάνουν. Μια εφημερίδα πρέπει να διαβάζεται όλη. Κυριολεκτικά να ξεκοκαλίζεται. Αλλά το θέμα είναι μεγάλο και θα επανέλθουμε.
Perkor2a@gmail.com
(Το άρθρο δημοσιεύτηκε την Κυριακή 8/7/2012, στην «Εποχή»)
πηγη
Την ίδια περίοδο έχουμε δυο κοσμοϊστορικά γεγονότα. Την εξαφάνιση του Ανατολικού Μπλοκ και την εξαέρωση του ρευστού κομμουνισμού, όπως επίσης την επανάσταση του υπαρκτού καπιταλισμού που δίνει σχεδόν παγκοσμίως όλη την εξουσία στο 1% του πλούτου και μετατρέπει τους επαγγελματίες πολιτικούς σε εργολάβους του κεφαλαίου. Όλα αυτά δεν είναι άσχετα μεταξύ τους.
Για την κρίση του Τύπου έχουν γραφτεί πολλά. Άλλοι την αποδίδουν στον ανταγωνισμό των FREE PRESS. Άλλοι στην τηλεόραση ή ακόμα στο ΄Ιντερνετ. Αυτά όσο αφορά την πτώση της κυκλοφορίας τους. Η πτώση των κερδών αποδίδεται κυρίως στην μείωση των διαφημίσεων που ήταν βασικό έσοδο και που δεν μπόρεσε να αντικατασταθεί με τις προσφορές. Και μπαίνουμε σε ένα φαύλο κύκλο. Οι προσφορές κατά κανόνα στοιχίζουν πολύ παραπάνω από όσο πουλιούνται.
Αλλά οι εκδότες ελπίζουν να ανεβάσουν την κυκλοφορία των φύλλων τους. Και αυτό με τη σειρά τους θα τους δώσει μεγαλύτερο κομμάτι από τη διαφημιστική πίτα, άρα και περισσότερα κέρδη.
Μπορεί να ισχύουν όλα αυτά, αλλά δεν βρίσκω εδώ τη βασική αιτία της μείωσης της κυκλοφορίας των εντύπων ΜΜΕ. Πριν από την πτώση της κυκλοφορίας τους, είχε προηγηθεί η πτώση της αξιοπιστίας τους.
Κατά κανόνα, αυτό που λέμε μεγάλος καθημερινός Τύπος, ανήκει σε επιχειρηματικούς ομίλους που έχουν εμπορική δραστηριότητα και σε άλλους τομείς. Όπως π.χ. ο Αλαφούζος της «Καθημερινής» είναι εφοπλιστής. Ο Μπόμπολας του «Έθνους» είναι υπερεργολάβος δημοσίων έργων. Και ας σταματήσουμε ενδεικτικά εδώ και να μην προχωρήσουμε στην τηλεόραση.
Αναγκαστικά λοιπόν τα συμφέροντά τους, είναι αυτά του υπαρκτού νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού και όχι αυτά των αναγνωστών. Και όταν κάποιος αγοράζει με τα λεφτουδάκια του μια εφημερίδα και βλέπει πως τον λοιδωρεί, δεν έχει άλλη λύση από το να πάψει να την αγοράζει. Και έτσι κατά την άποψή μου χάνονται φύλλα.
Όλοι έχουμε διαπιστώσει πως και στις δύο προεκλογικές περιόδους σχεδόν το σύνολο των ΜΜΕ, είχαν την ίδια απολύτως γραμμή, χωρίς καμιά παρέκληση. Και σε κανέναν δεν θα έκανε εντύπωση, αν κάτω από τον τίτλο της «Καθημερινής» του «Βήματος» ή του «Έθνους» έγραφαν «Όργανο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης τύπου Μέρκελ».
Πιστεύω πως ο «Ριζοσπάστης» δεν θα είχε αντίρρηση να του κλέψουν την ιδέα. Μια εξαίρεση σε αυτήν την ανάποδη «κομμουνιστικοποίηση» ήταν η «Ελευθεροτυπία» που ήταν η μόνη μεγάλη καθημερινή εφημερίδα που σίγουρα έκοβε το αυγολέμονο αυτής της μιντιακής σούπας. Και γι’ αυτό την άφησαν να βουλιάζει στα δικά της προβλήματα. Και κατά την άποψή μου, αν ποτέ κυκλοφορήσει ξανά η εφημερίδα με νέο ιδιοκτησιακό καθεστώς, δεν θα είναι η ίδια εφημερίδα. Θα μπει και αυτή στο κλαμπ. Υπάρχει επενδυτής που θα πάει εναντίον των συμφερόντων του;
Και όμως υπάρχουν εφημερίδες που επιβίωσαν σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη. Ήταν αυτές που σχημάτισαν έναν συνεταιρισμό, ενίοτε και με συνδυασμό κεφαλαίου, εξέλεξαν μια συντακτική επιτροπή, και αποφάσισαν πως η εφημερίδα τους θα είναι των αναγνωστών και όχι των συμφερόντων του αρπαχτικού καπιταλισμού.
Κορυφαίο παράδειγμα αυτών των πειραμάτων είναι η ΜΟNDE DIPLOMATIQUE,που πουλάει περίπου 2,5 εκατομμύρια φύλα και μεταφράζεται σε 27 γλώσσες. Δεν δέχεται διαφήμιση, δεν έχει προσφορές και πουλάει αυτό που πρέπει να πουλήσει κάθε εφημερίδα που σέβεται τον εαυτό της. Κείμενα, πληροφορίες, αναλύσεις. Δηλαδή, να κάνει τη γνώση προσιτή σε αυτούς που την χρειάζονται για να είναι υπεύθυνοι πολίτες. Και αυτοί οι αναγνώστες δεν χάνονται.
Πάνω από δύο δεκαετίες συντάκτης στην «Ελευθεροτυπία», όταν προ τριετίας είχε φανεί η κρίση της εφημερίδας, πρότεινα στη γενική συνέλευση των εργαζομένων αυτό το μοντέλο. Πρέπει να παραδεχτώ πως δεν με πήραν με τις πέτρες. Αλλά ήταν σαν να μιλούσα στον εαυτό μου.
Πήρα τηλέφωνο την διεύθυνση της εφημερίδας με σκοπό να προτείνω αυτήν την ιδέα, αλλά τα αφεντικά δεν απάντησαν ποτέ. Υποθέτω στη βάση της αρχής, δεν είμαστε όλοι ίσιοι και όμοιοι. Και όταν άρχισε η καταστροφή της εφημερίδας από τον περασμένο Αύγουστο, ξαναμπήκε, από άλλη πλευρά, η ιδέα μια εφημερίδας εργαζομένων. Και κέρδισε την πλειοψηφία. Πρώτο βήμα ήταν να εκδοθεί πειραματικά η «Ελευθεροτυπία» των απεργών.
Και υπήρχαν δύο δρόμοι. Κατάληψη του κτιρίου και του τυπογραφείου, να χρησιμοποιηθεί ο τίτλος της εφημερίδας με μια προσθήκη που να δηλώνει σαφώς πως είναι η εφημερίδα των εργαζομένων. Αλλά υπήρχε ένα νομικό κώλυμα. Ο τίτλος δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί, οι συντάκτες δεν θα μπορούσαν να υπογράψουν τα άρθρα τους, γιατί θα σήμαινε απόλυση χωρίς αποζημίωση και το απεργιακό φύλλο δεν θα μπορούσε να βγαίνει σε τακτά χρονικά διαστήματα. Υπήρχαν, λοιπόν, δύο λύσεις. Μια πολιτική και μία νομική. Επιλέχθηκε η δεύτερη.
Και οι συντάχτες της εφημερίδας έβγαλαν τα πρώτα δύο απεργιακά φύλλα. Στη συνέχεια αποφασίστηκε η δημιουργία συνεταιρισμού για την έκδοση νέας καθημερινής εφημερίδας με αρχικό κεφάλαιο τις συνεισφορές των μελών. Η συμμετοχή σε αυτό το εγχείρημα ήταν εθελοντική, όπως γίνεται με όλους τους συνεταιρισμούς.
Και ενώ ο συνεταιρισμός προχωρούσε στην συγκρότησή του, είδαμε ξαφνικά στα περίπτερα την παλιά «Ελευθεροτυπία» με υπότιτλο «Απεργιακή έκδοση των εργαζομένων» που έπεισε τους αναγνώστες της εφημερίδας πως όντως είναι απεργιακή. Και όλα τα νομικά κωλύματα που εμπόδισαν την χρησιμοποίηση του τίτλου της εφημερίδας, τις υπογραφές των συντακτών και την τακτική έκδοση, πώς ξεπεράστηκαν;
Και εδώ μπορούμε να κάνουμε δύο υποθέσεις. Ή η ιδιοκτησία αποφάσισε να προσχωρήσει στους απεργούς ή οι απεργοί προσχώρησαν στην ιδιοκτησία με την ελπίδα πως η εφημερίδα θα επιβιώσει. Ιδιοκτησία και εργαζόμενοι να απεργούν μαζί είναι μια λύση που μόνο η ΔΗΜΑΡ θα μπορούσε να την προτείνει. Μένει να μάθουμε εναντίον ποιού απεργούν.
Ο καθένας είναι ελεύθερος να κάνει τις επιλογές του. Αλλά ο Τσίπρας και άλλοι παράγοντες της Αριστεράς, γιατί έσπευσαν να επαινέσουν μια εφημερίδα που είναι ακόμα στα χέρια της ίδιας ιδιοκτησία που έχει αφήσει απλήρωτο το προσωπικό της, εδώ και ένα χρόνο περίπου, δημιουργώντας τεράστια οικογενειακά δράματα;
Ας ελπίσουμε κακή πληροφόρηση. Πάντως καλό θα ήταν στο επιτελείο του Τσίπρα να προστεθεί και κάποιος νομικός για να αποφευχθούν στο μέλλον τέτοια τραγικά λάθη. Όπως και να έχει το θέμα, το προσωπικό της «Ελευθεροτυπίας» είναι διασπασμένο. Και υπάρχει ακόμα και μια τρίτη κατηγορία που είναι ουδέτερη.
Πέρα από το πρόβλημα της «Ελευθεροτυπίας» υπάρχει ένα ακόμα μείζον θέμα που αφορά την όλη Αριστερά και ιδιαίτερα το ΣΥΡΙΖΑ. Πώς επικοινωνεί με τους 1.655.053 ανθρώπους που τον ψήφισαν; Αν προσθέσουμε τον αριθμό κυκλοφορίας όλων των εντύπων που εκδίδουν οι συνιστώσες του, ζήτημα είναι αν φτάνουν τις δέκα χιλιάδες και αυτό μόνο κάθε Κυριακή.
Αν υπολογίσουμε τώρα, πως υπάρχουν άνθρωποι που αγοράζουν και την «Αυγή» και το «Δρόμο» και την «Εποχή» ταυτόχρονα, τότε το νούμερο μειώνεται.
Η «Αυγή» η μόνη καθημερινή εφημερίδα της Αριστεράς και με την ιστορικότητα που διαθέτει, θα μπορούσε να ήταν μια μεγάλη καθημερινή εφημερίδα, αντίπαλο δέος, όλων των άλλων.
Με τον Νίκο Φίλη, όταν είμαστε στο Μορφωτικό Ίδρυμα της ΕΣΗΕΑ, είχαμε κάνει πολλές συζητήσεις για το πώς η «Αυγή», αν είχε αξιοποιήσει το δυναμικό της Αριστεράς, θα μπορούσε άνετα να είχε ξεπεράσει, το τότε καθημερινό «Βήμα». Αλλά δεν έγινε τίποτα. Και η «Αυγή» παραμένει, όσο αφορά τα κομματικά της, ένας λάϊτ «Ριζοσπάστης» και όσο αφορά τα υπόλοιπα θα μπορούσες να τα διαβάσεις οπουδήποτε αλλού.
Να εξαιρέσω κάποια καλά άρθρα και αναλύσεις, όπως και κάποια ρεπορτάζ. Αλλά αυτά δεν φτάνουν. Μια εφημερίδα πρέπει να διαβάζεται όλη. Κυριολεκτικά να ξεκοκαλίζεται. Αλλά το θέμα είναι μεγάλο και θα επανέλθουμε.
Perkor2a@gmail.com
(Το άρθρο δημοσιεύτηκε την Κυριακή 8/7/2012, στην «Εποχή»)
πηγη
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου