Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2011

Πώς οδηγούμαστε σε παγκόσμιο πόλεμο και οικονομική κατάρρευση


Του Paul Craig Roberts

Η 23η μέρα του Νοεμβρίου, παραμονή της αργίας των Ευχαριστιών, έφερε τρεις έκτακτες ειδήσεις μαζί. Η πρώτη είδηση αφορούσε στην προεκλογική εκστρατεία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Η δεύτερη ήταν η δήλωση του Ρώσου Προέδρου στην οποία εξέφραζε την αντίδρασή του στην ανάπτυξη πυραυλικών βάσεων από την Ουάσιγκτον γύρω από τη.....

χώρα του. Και η τρίτη ήταν η είδηση ότι η δημοπρασία ομολόγων της Γερμανίας ήταν από τις χειρότερες στην ιστορία.

Αφού τα μέσα μαζικής ενημέρωσης δεν μας διαφωτίζουν για τη σημασία αυτών των τριών εξελίξεων, επιτρέψτε μου να επιχειρήσω μια μικρή ανόλυση.

Ας αρχίσουμε από το πρώτο θέμα. Με εξαίρεση τον Ron Paul, τον μοναδικό υποψήφιο από τα δύο μεγάλο κόμματα που διαθέτει τα προσόντα για να γίνει Πρόεδρος των ΗΠΑ, οι υπόλοιποι υποψήφιοι από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα είναι χειρότεροι ακόμη και από τον Ομπάμα, έναν πρόεδρο που είχε τον λαό με το μέρος του, αλλά την έχασε όταν τον ξεπούλησε στα μεγάλα συμφέροντα.

Κανείς άλλος νεοεκλεγείς πρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ, ούτε ο John F. Kennedy, ούτε ο Ronald Reagan, δεν είχε την εκπληκτική ανταπόκριση που είχε στις περασμένες εκλογές ο Barack Obama. O αριθμός των πολιτών που αψήφησαν το κρύο για να παρακολουθήσουν την τελετή ορκωμοσίας του έσπασε όλα τα ρεκόρ. To εθνικό πάρκο Mall της Washington, αν και αρκετά μακριά από το Καπιτώλιο, όπου έγινε η εκδήλωση, ήταν ασφυκτικά γεμάτο, και ο κόσμος που αυθόρμητα πήγε να την ακούσει, αλλά δεν μπορούσε να την δει παρά μόνο σε γιγαντοοθόνες, σχημάτιζε ουρές χιλιομέτρων.

Ο Obama είχε πείσει το εκλογικό σώμα ότι θα έβαζε τέλος στους πολέμους, ότι θα σταματούσε τις παραβιάσεις του Συντάγματος που είχαν κάνει οι προηγούμενες κυβερνήσεις των ΗΠΑ, ότι θα καταργούσε το καθεστώς των παράνομων βασανιστηρίων, θα έκλεινε τις διαβόητες φυλακές του Γουαντάναμο, και θα έστρεφε την προσοχή του στις πραγματικές ανάγκες του αμερικανικού λαού, αντί να γεμίζει τις τσέπες του στρατιωτικού κατεστημένου και αυτού της εθνικής ασφάλειας με τα χρήματα των φορολογούμενων.

Αντίθετα, με το που ανέλαβε την εξουσία, ο Obama ανανέωσε και επέκτεινε τους πολέμους που άρχισαν οι νεοσυντηρητικοί Bush και Cheney.

Έφερε τροπολογίες στο Κογκρέσο ώστε να νομιμοποιηθούν όλες οι επιθέσεις του καθεστώτος Bush εναντίον του Συντάγματος των ΗΠΑ. Ανέθεσε την εποπτεία και διαχείριση της αμερικανικής οικονομικής πολιτικής στην Wall Street, αθώωσε το καθεστώς Bush για τα εγκλήματα που είχε διαπράξει και έριξε στους ώμους του αμερικανικού λαού το οικονομικό κόστος που απαιτείται ώστε να διατηρηθεί η οικονομική ευμάρεια των πολύ εύπορων τάξεων.

Η πρώτη σκέψη που θα έκανε κανείς είναι ότι ένας τόσο αποτυχημένος πρόεδρος εύκολα θα έχανε την επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Και όμως, παρά την δεδομένη ιστορική ευκαιρία, με εξαίρεση την υποψηφιότητα του Ron Paul, που δεν έχει την υποστήριξη του κόμματος, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα έχει θέσει στη διάθεση του εκλογικού σώματος την πιο απίστευτα ανεγκέφαλη και άθλια λίστα επιλογών που έχουν αντικρύσει ποτέ οι Αμερικανοί ψηφοφόροι.

Στην τηλεοπτική αναμέτρηση που έγινε στις 22 Νοεμβρίου, οι Ρεπουμπλικάνοι υποψήφιοι, με εξαίρεση τον Ron Paul, που απουσίαζε, αποκαλύφθηκαν στο κοινό. Ήταν μια ομάδα απληροφόρητων πολεμοκάπηλων που υποστηρίζουν το αστυνομικό κράτος. Οι Gingrich και Cain μας επανέλαβαν το παλιό παραμύθι ότι οι μουσουλμάνοι "θέλουν να μας σκοτώσουν όλους" και ότι "θα είμαστε όλοι σε κίνδυνο για το υπόλοιπο της ζωής μας".

Ο δε Bachmann δήλωσε ότι το κράτος-μαριονέτα των Αμερικανών, το Πακιστάν, είναι "κάτι παραπάνω από μια υπαρξιακή απειλή". Ο Bachmann, που δεν έχει ιδέα τι είναι αυτό το "κάτι παραπάνω από μια υπαρξιακή απειλή".

Ωστόσο, πέταξε τη βαριά ατάκα, έτσι για να πει κάτι το πνευματώδες, σαν υποψήφιος που ήταν κι αυτός, για να παραβγεί με την προηγούμενη δήλωση, ενός άλλου υποψήφιου, ο οποίος μας δήλωσε, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι η από καιρό καταργηθείσα Σοβιετική Ένωση "αποτελεί σημερινή απειλή για τις ΗΠΑ".

Δυστυχώς για τους Αμερικανούς και τον υπόλοιπο κόσμο, το εκλογικό σώμα των ΗΠΑ δεν διαθέτει την πολιτική ωριμότητα και ευαισθητοποίηση που απαιτούνται για να κατανοήσει την δεινή κατάσταση της χώρας και των κατοίκων της, οι οποίοι έχουν μετατραπεί σε πολίτες αστυνομικού κράτους, ώστε να εκλέξει τελικά τον Ron Paul, τον τελευταίο υπέρμαχο του Συντάγματος μαζί με τον Δημοκρατικό Dennis Kucinich. Παρ' όλα αυτά, ίσως και να υπάρξει μια φωτεινή αχτίδα ελπίδας μέσα από την πιθανότητα εκλογής στο αξίωμα του προέδρου της "μοναδικής υπερδύναμης" ενός από τους ανεγκέφαλους του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Μόλις ο υπόλοιπος κόσμος συνειδητοποιήσει ότι ένας πολεμοχαρής ηλίθιος έχει πλησιάσει το δάχτυλό του κοντά στο κουμπί του πυρηνικού ολέθρου, ίσως να οργανωθεί και να αφοπλίσει τη φρίκη που ετοιμάζει η Ουάσιγκτον, προλαμβάνοντας έτσι την καταστραφή της ζωής στον πλανήτη.

Οποιοσδήποτε νοήμων Αμερικανός παρακολούθησε ή διάβασε για την τηλεοπτική αναμέτρηση των Ρεπουμπλικανών υποψηφίων για την προεδρία σίγουρα αναρωτιέται για ποιό πράγμα πρέπει να ευχαριστήσουμε τον Θεό, παραμονές της τετραήμερης αργίας.

Η Ρωσική Κυβέρνηση, η οποία προτιμά να χρησιμοποιεί τους πόρους της για την οικονομική ανάπτυξη και όχι για αμυντικές σπατάλες, έχει αποφασίσει ότι έχει ήδη διακινδυνεύσει αρκετά στο όνομα της ειρήνης. Την παραμονή της αργίας των Ευχαριστιών, λοιπόν, ο Ρώσος Πρόεδρος Dmitri Medvedev δήλωσε σε τηλεοπτικό διάγγελμά του προς τον ρωσικό λαό ότι, εάν η Ουάσιγκτον προχωρήσει τα σχέδιά της για την ανάπτυξη πυραυλικών βάσεων γύρω από τη χώρα του, η Ρωσία θα απαντήσει με νέους πυρηνικούς πυραύλους δικής της τεχνολογίας, οι οποίοι θα έχουν ως στόχο τις αμερικανικές βάσεις και τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.

Ο Πρόεδρος της Ρωσίας δήλωσε επίσης ότι η Ρωσική Κυβέρνηση έχει απαιτήσει από την Ουάσιγκτον νομικά δεσμευτικές εγγυήσεις ότι οι αμερικανικές βάσεις πυραύλων δεν προορίζονται ως απειλή για τη Ρωσία, πλην όμως η Ουάσινγκτον έχει αρνηθεί να δώσει αυτές τις εγγυήσεις.

Η δήλωση του Medvedev προκαλεί ερωτηματικά. Τι εννοούσε με το "εάν η Ουάσιγκτον προχωρήσει;" Οι πυραυλικές βάσεις και οι βάσεις ραντάρ των Αμερικανών λειτουργούν ήδη. Η Ρωσία είναι ήδη περικυκλωμένη. Είναι δυνατόν ο Medvedev μόλις πρόσφατα να πληροφορήθηκε για αυτά που έχουν ήδη εγκαταστήσει οι Αμερικανοί;

Η καθυστερημένη απάντηση της Ρωσίας και της Κίνας στην επιθετικότητα της Ουάσιγκτον μπορεί να γίνει κατανοητή μόνο στο πλαίσιο της εμπειρίας που βίωσαν οι δύο χώρες στα χρόνια του κομμουνισμού. Οι δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι Ρώσοι και οι Κινέζοι εκείνη την εποχή ήταν ακραίες, και αρκετοί από τους σκεπτόμενους πολίτες αυτών των χωρών θεωρούσαν την Αμερική ως πρότυπο πολιτικής ζωής. Αυτή η αυταπάτη συνεχίζει να διέπει τη νοοτροπία αρκετών προοδευτικών στοχαστών στη Ρωσία και την Κίνα. Και θα μπορούσε να αποδειχθεί καταστροφικό για τη Ρωσία και την Κίνα το γεγονός ότι και στις δύο χώρες υπάρχουν πολίτες οι οποίοι ευθυγραμμίζονται με την πολιτική των ΗΠΑ.

Η πίστη στην αξιοπιστία της Ουάσιγκτον είναι αισθητή ακόμα και στους κόλπους της Ρωσικής Κυβέρνησης, η οποία, προφανώς, σύμφωνα με δήλωση του Medvedev, θα μείνει ικανοποιημένη από μια "νομικά δεσμευτική εγγύηση" από την πλευρά της Ουάσιγκτον. Μετά τα τεράστια ψέματα που ακούστηκαν από την Ουάσιγκτον στις αρχές του 21ου αιώνα - "όπλα μαζικής καταστροφής", "διασυνδέσεις με Αλ Κάιντα", "πυρηνικά του Ιράν" - γιατί να ελπίζει κανείς ότι θα υπάρξει αξιοπιστία από μέρους της υπό τη μορφή μιας "νομικά δεσμευτικής εγγύησης"; Η εγγύηση δεν θα σήμαινε τίποτε. Ακόμα και αν δινόταν, πώς θα μπορούσε να εφαρμοστεί; Μια τέτοια εγγύηση θα ήταν απλά άλλη μια απάτη, μέσο που αγιάζεται από τις επιδιώξεις της Ουάσιγκτον για παγκόσμια ηγεμονία.

Η τρίτη σημαντική εξέλιξη που έφερε η παραμονή της ημέρας των Ευχαριστιών ήταν η αποτυχία της γερμανικής κυβέρνησης να πουλήσει ομόλογα του δημοσίου, ένα γεγονός τεράστιας σημασίας.

Για ποιό λόγο, αναρωτηθήκαμε, η Γερμανία, το μόνο μέλος της ΕΕ με δημοσιονομική ακεραιότητα, δεν είναι σε θέση να πωλήσει το 35% της προσφοράς των 10ετούς ισχύος ομολόγων της; Η Γερμανία δεν έχει προβλήματα χρέους και η οικονομία της αναμένεται από την ΕΕ και τις αμερικανικές αρχές να λάβει την μερίδα του λέοντος από τα πακέτα διάσωσης των χωρών-μελών της ΕΕ που πραγματικά έχουν πρόβλημα δημοσιονομικής ακεραιότητας.

Υποψιάζομαι ότι η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι ότι η αποτυχία της δημοπρασίας ομολόγων της γερμανικής κυβέρνησης ήταν ενορχηστρωμένη από τις ΗΠΑ και τις αρχές της ΕΕ, ιδιαίτερα δε την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και κάποιες μεγάλες ιδιωτικές τράπεζες, προκειμένου να τιμωρήσουν τη Γερμανία για την παρακώλυση της αγοράς του δημόσιου χρέους των χωρών-μελών της ΕΕ από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Η Γερμανική Κυβέρνηση προσπαθεί να υπερασπιστεί τους όρους βάσει των οποίων η Γερμανία εγκατέλειψε τον έλεγχο του δικού της νομίσματος και προσχώρησε στην ΕΕ. Με το να επιμένει ως προς τη νομιμότητα των συμφωνιών, η Γερμανία έχει σταθεί εμπόδιο στα σχέδια της ΕΚΤ, παίζοντας τον ρόλο της αμερικανικής Federal Reserve, και βγάζοντας κέρδος από το δημόσιο χρέος χωρών-μελών της ΕΕ.

Από τις απαρχές της, και παρά τις κοινές δοξασίες, η ΕΕ ήταν μια συνωμοσία κατά της Γερμανίας. Εάν η Γερμανία παραμείνει στην ΕΕ, θα καταστραφεί. Θα χάσει την πολιτική και οικονομική κυριαρχία της, και η οικονομία της θα υποστεί αφαίμαξη από τα χρέη των δημοσιονομικά ανεύθυνων μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Και αν οι Έλληνες αρνούνται να υποκύψουν στην τυραννία, γιατί θα πρέπει να υποκύψουν οι Γερμανοί;
για το ιστολόγιο Counterpunch