Του ΖΑΚ ΣΑΠΙΡ*
Η Ισπανία αντιμετωπίζει σήμερα πρωτοφανή τραπεζική κρίση, η οποία αποτελεί άμεση και έμμεση συνέπεια της συμμετοχής της στο ευρώ.
Το ευρώ συνέβαλε στην επιτάχυνση της αποβιομηχάνισης της ισπανικής οικονομίας, η οποία στράφηκε προς τον τομέα των υπηρεσιών και των ακινήτων. Οι τράπεζες χρηματοδότησαν απεριόριστα τον τομέα των...
ακινήτων χορηγώντας δάνεια τόσο στους εμπόρους ακινήτων, τους κτηματομεσίτες και τους εργολάβους, όσο και στα νοικοκυριά. Οι επαγγελματίες ήταν οι πρώτοι που επηρεάστηκαν ,όντας ανίκανοι να πουλήσουν τα προϊόντα τους, τόσο στους τουρίστες, που απομακρύνθηκαν από την Ισπανία–με εξαίρεση τους πλουσιότερους – εξ αιτίας του υψηλού κόστους και της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ, όσο και στους πολίτες . Η δυναμική στον κατασκευαστικό τομέα αντιστράφηκε απότομα. Περάσαμε από την κατασκευή ενός εκατομμυρίου κατοικιών ανά έτος σε περίπου 80.000 σήμερα, ήτοι σε διαίρεση με συντελεστή το 12! Εξ ου και η έκρηξη της ανεργίας.
[1] E. Cluzin, «L'agence Fitch dégrade l'Espagne de trois crans», AFP, 7/06/2012.
[2] Η κυβέρνηση θα πληρώσει 17 δις καθυστερούμενες οφειλές των περιφερειών ,για προμήθειες στον τομέα της υγείας. Πηγή: Reuters.
* Ο Jacques Sapir γεννήθηκε το 1954 στο Puteaux της Γαλλίας και είναι οικονομολόγος. Δίδαξε στο Πανεπιστήμιο Paris-X Nanterre,και έγινε διευθυντής μελετών στο EHESS το 1996. Διευθύνει από το 1996 το κέντρο μελετών Centre d'études des modes d'industrialisation (CEMI-EHESS).Ειδικεύεται στα προβλήματα της ρώσικης οικονομίας και σε ζητήματα στρατηγικής . Πήρε δημόσια θέση για την «απο-παγκοσμιοποίηση» και σήμερα αμφισβητεί το μέλλον της Ευρωζώνης ενώ συζητά το ενδεχόμενο της ανάγκης εξόδου της Γαλλίας από το ευρώ.
πηγη
Η Ισπανία αντιμετωπίζει σήμερα πρωτοφανή τραπεζική κρίση, η οποία αποτελεί άμεση και έμμεση συνέπεια της συμμετοχής της στο ευρώ.
Το ευρώ συνέβαλε στην επιτάχυνση της αποβιομηχάνισης της ισπανικής οικονομίας, η οποία στράφηκε προς τον τομέα των υπηρεσιών και των ακινήτων. Οι τράπεζες χρηματοδότησαν απεριόριστα τον τομέα των...
ακινήτων χορηγώντας δάνεια τόσο στους εμπόρους ακινήτων, τους κτηματομεσίτες και τους εργολάβους, όσο και στα νοικοκυριά. Οι επαγγελματίες ήταν οι πρώτοι που επηρεάστηκαν ,όντας ανίκανοι να πουλήσουν τα προϊόντα τους, τόσο στους τουρίστες, που απομακρύνθηκαν από την Ισπανία–με εξαίρεση τους πλουσιότερους – εξ αιτίας του υψηλού κόστους και της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ, όσο και στους πολίτες . Η δυναμική στον κατασκευαστικό τομέα αντιστράφηκε απότομα. Περάσαμε από την κατασκευή ενός εκατομμυρίου κατοικιών ανά έτος σε περίπου 80.000 σήμερα, ήτοι σε διαίρεση με συντελεστή το 12! Εξ ου και η έκρηξη της ανεργίας.
Η ραγδαία συρρίκνωση στον τομέα των κατασκευών είχε ως αποτέλεσμα την κάμψη όλης της οικονομίας. Είχε σημαντικό αντίκτυπο στη συνολική φερεγγυότητα της χώρας
Tα νοικοκυριά, που πλήττονται από την αυξανόμενη ανεργία, η οποία αγγίζει πλέον το 24,4% του ενεργού πληθυσμού, δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να αντιμετωπίσουν τους τόκους των χρεών τους και οι καθυστερούμενες οφειλές έχουν συσσωρευτεί. Αυτό μεταφράζεται σε τόκους υπερημερίας ύψους 8,3% επί του ενεργητικού των τραπεζών. Ένας απλός τρόπος για να γίνει μια εκτίμηση του ύψους των τραπεζικών υποχρεώσεων είναι να εξεταστεί το απόθεμα των 3 εκατομμυρίων ακατοίκητων σπιτιών, που σημαίνει 2,5 εκατ. πέραν αυτού που θεωρείται «φυσιολογικό» από τους κτηματομεσίτες. Αν εκτιμήσουμε τη μέση τιμή των κατοικιών στα 100. 000 ευρώ ,ένα απόθεμα 2,5 εκατομμυρίων από τις κατοικίες οδηγεί σε ένα σύνολο 250 δις "παγωμένων" υποχρεώσεων .Όντας βέβαια κάποιος αισιόδοξος μπορεί να πει ότι, με την πάροδο του χρόνου (σε δύο έως τρία χρόνια) και κατεβάζοντας την τιμή κατά το ήμισυ, αυτά τα σπίτια μπορούν να βρουν αγοραστές. Αυτό θα σήμαινε, ωστόσο, ότι θα υπάρξουν τουλάχιστον 125 δις ευρώ σε απώλειες μόνο από τον τομέα των ακινήτων. Σε αυτές πρέπει να προστεθούν και οι ζημίες που προκύπτουν από την οικονομική κρίση που προκάλεσαν τα διάφορα προγράμματα λιτότητας.
Tα νοικοκυριά, που πλήττονται από την αυξανόμενη ανεργία, η οποία αγγίζει πλέον το 24,4% του ενεργού πληθυσμού, δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να αντιμετωπίσουν τους τόκους των χρεών τους και οι καθυστερούμενες οφειλές έχουν συσσωρευτεί. Αυτό μεταφράζεται σε τόκους υπερημερίας ύψους 8,3% επί του ενεργητικού των τραπεζών. Ένας απλός τρόπος για να γίνει μια εκτίμηση του ύψους των τραπεζικών υποχρεώσεων είναι να εξεταστεί το απόθεμα των 3 εκατομμυρίων ακατοίκητων σπιτιών, που σημαίνει 2,5 εκατ. πέραν αυτού που θεωρείται «φυσιολογικό» από τους κτηματομεσίτες. Αν εκτιμήσουμε τη μέση τιμή των κατοικιών στα 100. 000 ευρώ ,ένα απόθεμα 2,5 εκατομμυρίων από τις κατοικίες οδηγεί σε ένα σύνολο 250 δις "παγωμένων" υποχρεώσεων .Όντας βέβαια κάποιος αισιόδοξος μπορεί να πει ότι, με την πάροδο του χρόνου (σε δύο έως τρία χρόνια) και κατεβάζοντας την τιμή κατά το ήμισυ, αυτά τα σπίτια μπορούν να βρουν αγοραστές. Αυτό θα σήμαινε, ωστόσο, ότι θα υπάρξουν τουλάχιστον 125 δις ευρώ σε απώλειες μόνο από τον τομέα των ακινήτων. Σε αυτές πρέπει να προστεθούν και οι ζημίες που προκύπτουν από την οικονομική κρίση που προκάλεσαν τα διάφορα προγράμματα λιτότητας.
Πρέπει επίσης να λογαριάσουμε ότι στο τραπεζικό σύστημα, ''οι ζημίες γεννούν ζημίες''.
Πιο συγκεκριμένα, τα χρέη που μόλις αποδείχτηκαν επισφαλή χρησιμεύουν
ως εγγύηση στις διαπραγματεύσεις , οι οποίες αποσταθεροποιούνται με την
αποκάλυψη αυτών των απωλειών και προστίθενται στο αρχικό απόθεμα των
ζημιών. Αλλά η υποτίμηση του νέου ενεργητικού με τη σειρά της οδηγεί
στην αποσταθεροποίηση των νέων διαπραγματεύσεων , έτσι ώστε η πρόβλεψη
του τελικού συνολικού ποσού αποτελεί μια άσκηση τουλάχιστον τυχαία.
Με αυτό τον τρόπο ο
οίκος Fitch πέρασε από μια πρόβλεψη απαιτούμενων κεφαλαίων ύψους 30 δις
ευρώ σε μια άλλη ύψους 60 έως 100 δις ευρώ και λογικά υποβάθμισε την
Ισπανία σε ΒΒΒ [1]. Ωστόσο, ακόμη και αυτή η εκτίμηση είναι
κατώτερη της πραγματικότητας και σίγουρα θα αξιολογηθεί προς τα πάνω
μετά από ένα ή δύο μήνες.
Συγκεκριμένα,
η Ισπανία θα πρέπει , μέχρι το Δεκέμβριο του 2012, να βρει 82 δις για
να χρηματοδοτήσει το χρέος της, και 16 δις ευρώ για την χρηματοδότηση
των περιφερειών της (οι οποίες έχουν χάσει την πρόσβασή τους στις
κεφαλαιαγορές κατά τη διάρκεια του 2011),ήτοι ένα συνολικό ποσό 98 δις
ευρώ.
Οι
συνολικές ανάγκες της Ισπανίας, μόνο για τη σταθεροποίηση του
τραπεζικού συστήματος , είναι σίγουρα κοντά στα 250 – 300 δις ευρώ, εκ
των οποίων τουλάχιστον τα μισά θα χρειαστούν μέχρι το τέλος του 2012.
Αν βασιστούμε στα 125 δις ευρώ (το ελάχιστο ποσό) των υποχρεώσεων που
''αποκαλύφτηκαν'' κατά τη διάρκεια του 2012, αυτό σημαίνει ότι οι
ανάγκες χρηματοδότησης θα είναι τουλάχιστον μέχρι το Δεκέμβριο στα 223
δις(125+ 98)ευρώ. Στην πραγματικότητα, το ποσό των 16 δις για τη στήριξη
των περιφερειών είναι υποτιμημένο. Ένα ποσό του ύψους των 30 δις ευρώ
είναι σχεδόν βέβαιο.
Αυτό θα σήμαινε ότι η Ισπανία πρέπει να βρει μέσα στους τελευταίους έξι μήνες του έτους, 237 δις ευρώ.
Επομένως, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η άνοδος των επιτοκίων
αποκλείει την Ισπανία από της χρηματιστηριακές αγορές. Θα αναγκαστεί
σύντομα να ζητήσει βοήθεια από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (MES)
και είναι γεγονός ότι έχει ήδη ζητήσει τη συνδρομή της Ευρώπης στις 9
Ιουνίου 2012.
Το δημόσιο έλλειμμα για το έτος 2012 , ανεξάρτητα από υποθέσεις που μπορεί να γίνονται, είναι έτοιμο να πετάξει στα ύψη.[2]
Οι
διαπραγματευτές έχουν ήδη προβλέψει αυτή την κατάσταση και αυτό εξηγεί
τα οξύτατα προβλήματα, που αντιμετωπίζει η Ισπανία για τη χρηματοδότησή
της στις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Ωστόσο,
πίσω από την Ισπανία τώρα δεσπόζει καθαρά το πρόβλημα της Ιταλίας, το
οποίο οφείλεται σε δύο λόγους: ένα χρέος που αντιπροσωπεύει το 120% του
ΑΕΠ και μια πολύ χαμηλή ανάπτυξη, επί σειρά ετών, η οποία χτυπήθηκε από
τα μέτρα που πήρε ο κ. Mario Monti, όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του ως
πρωθυπουργός.
Η
πολιτική του Mario Monti, αποτελεί σήμερα μια αποτυχία: όχι μόνο χτύπησε
την ανάπτυξη και βύθισε τη χώρα στην ύφεση, αλλά επιπλέον προκαλεί –
μέσω μιας σκληρής δημοσιονομικής αυστηρότητας, και ενώ το κράτος είναι
εμφανώς κακοπληρωτής – σημαντική επιδείνωση στην κατάσταση των
μικρομεσαίων επιχειρήσεων και βιομηχανιών (ΜΜΕ / ΜΜΒ). Τα φορολογικά έσοδα, που αυξήθηκαν τον Απρίλιο, άρχισαν να υποχωρούν το Μάιο.
Όπως ήταν λοιπόν προβλέψιμο, η
πολιτική της δημοσιονομικής πειθαρχίας, ωθούμενη στα άκρα, προκάλεσε
ασφυξία στην οικονομία, η οποία με τη σειρά της προκάλεσε μείωση των
φορολογικών εσόδων. Η Ιταλία δεν θα μπορέσει τηρήσει τους στόχους για το
έλλειμμα το 2012.
Το
πρόβλημα συνδέεται άμεσα με την αυξημένη δυσπιστία των ιταλικών
τραπεζών και επιχειρήσεων απέναντι στην πολιτική του κ. Mario Monti.
Η δυσπιστία αυτή εκδηλώνεται με μεγάλες εκροές κεφαλαίων (με κατεύθυνση
την Ελβετία, τη Γερμανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες) και κυρίως με τη
μείωση της διάθεσης των αποταμιεύσεων έναντι Τίτλων του Ιταλικού
Δημοσίου. Το αποτέλεσμα είναι η σταθερή αύξηση των επιτοκίων από το
Μάρτιο. Είναι τώρα στα επίπεδα που βρισκόταν στο τέλους του καλοκαιριού
του 2011, επίπεδα που είναι σαφώς δυσβάσταχτα για τη χώρα. Συνεπώς,
αναμένεται εντός των προσεχών εβδομάδων ταχεία υποβάθμιση της ιταλικής
οικονομίας , η οποία θα πρέπει να οδηγήσει την κυβέρνηση της Ρώμης ,να
ζητήσει στο τέλος του καλοκαιριού του 2012, με τη σειρά της, βοήθεια από
την ευρωζώνη.
Ωστόσο,
το ύψος του ιταλικού χρέους είναι πολύ μεγαλύτερο από εκείνο του
γαλλικού χρέους, και υπολογίζεται περίπου στα 2.000 δις ευρώ. Αν η
Ιταλία αντιμετωπίσει μια κρίση ρευστότητας, θα είναι στο ύψος του χρέους
της και οι ανάγκες χρηματοδότησης μπορεί να κυμαίνονται μεταξύ 500 και
850 δις ευρώ.
Βλέπουμε
ότι τα ποσά αυτά ξεπερνούν τις δυνατότητες του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού
Στήριξης . Το ισπανικό δράμα, όσο θεαματικό και αν είναι σήμερα, δεν
πρέπει να επισκιάζει το γεγονός ότι το ουσιαστικό πρόβλημα είναι εκείνο
του ιταλικού χρέους.
Εφόσον η Ισπανία χάσει την εμπιστοσύνη των αγορών (κάτι που έχει ήδη συμβεί) η κερδοσκοπία θα μεταφερθεί στην Ιταλία. Και καθώς η ευρωπαϊκή βοήθεια είναι στην πραγματικότητα , χαμηλότερη από τις ανάγκες της Ισπανίας, η κατάσταση στην Ιταλία θα επιδεινωθεί με ραγδαίους ρυθμούς.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ [1] E. Cluzin, «L'agence Fitch dégrade l'Espagne de trois crans», AFP, 7/06/2012.
[2] Η κυβέρνηση θα πληρώσει 17 δις καθυστερούμενες οφειλές των περιφερειών ,για προμήθειες στον τομέα της υγείας. Πηγή: Reuters.
* Ο Jacques Sapir γεννήθηκε το 1954 στο Puteaux της Γαλλίας και είναι οικονομολόγος. Δίδαξε στο Πανεπιστήμιο Paris-X Nanterre,και έγινε διευθυντής μελετών στο EHESS το 1996. Διευθύνει από το 1996 το κέντρο μελετών Centre d'études des modes d'industrialisation (CEMI-EHESS).Ειδικεύεται στα προβλήματα της ρώσικης οικονομίας και σε ζητήματα στρατηγικής . Πήρε δημόσια θέση για την «απο-παγκοσμιοποίηση» και σήμερα αμφισβητεί το μέλλον της Ευρωζώνης ενώ συζητά το ενδεχόμενο της ανάγκης εξόδου της Γαλλίας από το ευρώ.
πηγη
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου