Ο Ιησουϊτισμός γεννήθηκε στη δύση. Σ’ αυτήν ο Χριστιανισμός έγινε σύστημα εξουσίας και καθυπόταξης της σκέψης και κενώθηκε από το πνευματικό και μεταφυσικό του περιεχόμενο για να καταντήσει κατά το πρότυπο του Ιουδαϊσμού και του Ισλάμ,...
πολιτική θρησκεία, όπου η πολιτική εξουσία του Πάπα καθόριζε το πόσο αμαρτωλοί ή αιρετικοί ήταν οι Χριστιανοί πιστοί.
Ο Παππισμός λοιπόν πραγματοποίησε την πρώτη μεγάλη πολιτική
και πνευματική κωλοτούμπα στην παγκόσμια ιστορία. Οι χιλιάδες Χριστιανοί μάρτυρες και Άγιοι της εποχής των Χριστιανικών διωγμών, κατέληξαν έτσι να φαντάζουν άθελά τους θεμελιωτές της νέας κοινωνικής απολυταρχίας και της πνευματικής και εξουσιαστικής διαστροφής του Χριστιανισμού. Γι’ αυτό και το κομμουνιστικό κίνημα, που κι’ αυτό γεννήθηκε στην δύση, συνταύτισε τον Χριστιανισμό με τον καθολικισμό και τον αφόρισε, θεωρώντας τον πολιτική θρησκεία.
Ταυτόχρονα όμως υποκατέστησε ο ίδιος τον παππισμό με το απολυταρχικό όραμά του για την κοινωνία και με την παππική ταυτόχρονα πεποίθησή του πως ηθικοποιώντας τα μέσα παραγωγής και εξαλείφοντας τις κοινωνικές αντιθέσεις, θα ανέλισσε την ανθρώπινη φύση. Εξελίχθηκε έτσι ο κομμουνισμός σε μια χωρίς Θεό, άτυπη πολιτική θρησκεία, ανταγωνιστική εν πολλοίς του διαπλεκόμενου με την πολιτική εξουσία, Χριστιανοπαπισμού.
Ο Ιησουϊτισμός των μοναχικών ταγμάτων της Παπποσύνης συνδύασε πρώτος το πνεύμα της υποκρισίας που πολέμησε ο Ιησούς, με το Όνομά του, υποτάσσοντας την ουσία του Χριστιανικού λόγου στην θρησκευτική τυπολατρία, στην πειθαρχία και υποταγή στην εκκλησιαστική ιεραρχία και την επακόλουθη τούτων εξουσιολαγνεία.
Το πνεύμα πειθαρχίας λοιπόν της Δύσης υπέταξε εξ’ αρχής τον Θεό στον Καίσαρα, που απλώς περιεβλήθη την παππική τιάρα, σ’ αντίθεση με την πνευματικά ελεύθερη Ελληνορθόδοξη Ανατολή. Και όταν κάποτε η Θρησκευτική προτεσταντική μεταρρύθμιση θέλησε να περιορίσει την Παππική απολυταρχία, οδήγησε σε ένα άκρατο ατομικισμό και πνευματική αυθαιρεσία ως προς την ερμηνεία του Ευαγγελίου, ενώ η θέλησή του να υπερβεί την ηθική υποκρισία του καθολικισμού εξέθρεψε τα δεσμά ενός άτεγκτου κοινωνικού πουριτανισμού και τυπολατρικού ηθικισμού.
Βλέπουμε λοιπόν πως το ένα κακό γεννάει το άλλο και η προσπάθεια αντίδρασης οδηγεί συχνά σε χειρότερες καταστάσεις. Ο Καθολικός Ιησουϊτισμός και το πνεύμα του Προκρούστη μεταλαμπαδεύθηκαν έτσι και στους προτεστάντες και αργότερα στους υπεράνω θρησκειών, θεού και ανθρώπων, κοινωνικούς αναμορφωτές τόσον της Γαλλικής επανάστασης, όσο και της Ρωσικής αργότερα. Γι’ αυτό και οι επαναστάσεις αυτές πραγματοποίησαν νέες εντυπωσιακές κωλοτούμπες, απογοητεύοντας αυτούς που μάτωσαν γι’ αυτές και εναπόθεσαν σ’ αυτές τις ελπίδες τους.
Σαν γέννημα της προτεσταντικής ηθικής μπορούμε λοιπόν να δούμε στην οικονομία τον καπιταλισμό, εξατομικευμένο μεν, μα αυτοπειθαρχούμενο συγχρόνως και αυτοπεριοριζόμενο από τα εξηρτημένα ανακλαστικά του ρηχού ηθικισμού του.
Σαν αποτέλεσμα της υπερεθνικής συσσώρευσης κεφαλαίου μπορούμε παρόμοια να δούμε σήμερα τις ελεύθερες χρηματιστηριακές και διατραπεζικές αγορές σαν ένα νέο, οικονομικό αυτήν την φορά, Παπισμό, οι Ιησουΐτες του οποίου δεν είναι άλλοι από τους ανθρώπους του ΔΝΤ, που στο όνομα της οικονομικής αρωγής των θυμάτων τους, κατακρεουργούν τις κοινωνίες και παραδίδουν στην πυρά της ιεράς εξέτασης τους εργαζόμενους. Βλέπουμε δηλαδή στην οικονομία μία ανάστροφη πορεία, από αυτήν που είχαν ακολουθήσει οι προτεσταντικές κοινωνίες, που αποτινάσσοντας την πνευματική και πολιτική επικυριαρχία του Πάππα , κατέκτησαν διά των αγώνων την πολιτική και κοινωνική τους αυτεξουσιότητα. Τώρα χάνοντας την οικονομική αυτοδυναμία τους, επιστρέφουν στην απολυταρχία ενός οικονομικού κέντρου, που ελέγχεται από ένα σκοτεινό ολιγάνθρωπο οικονομικό διευθυντήριο, που δεν υπόκειται πρακτικά στον έλεγχο καμιάς πολιτικής εξουσίας, κανενός λαού, όσο ελεύθερη και αν είναι η κοινωνία του και όσο παλαιοί και κατοχυρωμένοι κι αν είναι οι δημοκρατικοί του θεσμοί.
Εμείς στην Ελλάδα που δεν έχουμε ζώσες αναμνήσεις από την εποχή του πρώτου πολιτικού και πνευματικού μεσαίωνα της δυτικής Ευρώπης, καλούμεθα να θυσιασθούμε σαν την γυναίκα του πρωτομάστορα για την θεμελίωση αυτού του νέου Πανευρωπαϊκού οικονομικού μεσαίωνος, που τώρα μόλις ανατέλλει.
Αναζητώντας λοιπόν οικονομική και πολιτική σταθερότητα σε μια διεθνή οικονομία, που φρόντισαν κάποιοι να μην έχει κανένα φραγμό, και να είναι ένας μονίμως ταραγμένος ωκεανός, καλούμεθα να υποταχθούμε στον νέο Πάππα των οίκων αξιολόγησης και να αυτοευνουχισθούμε εθνικά και πολιτικά, παραδιδόμενοι άνευ όρων στους σωτήρες μας, που για να μας σώσουν απαιτούν να καταστούμε πολιτικά φυτά.
Η πολιτική σταθερότητα χάριν της οικονομικής σταθερότητας είναι όμως σήμερα περισσότερο από ποτέ ουτοπική, καθώς η δεύτερη είναι παντελώς έξω από το πνεύμα των ελευθέρων αγορών και της διεθνούς κερδοσκοπίας. Η πολιτική σταθερότητα λοιπόν που υπόσχονται τα δύο κόμματα εξουσίας, που δεσμεύονται να ακολουθούν τους νόμους της αγοράς, παραιτούμενα από τα κεκτημένα νομικά και εθνικά τους δικαιώματα, από την εθνική τους κυριαρχία, ασυλία και το Ελληνικό δίκαιο, δεν εγγυάται καμμιά οικονομική σταθερότητα, το αντίθετο μάλιστα, το ότι δηλαδή η απροστάτευτη από την εθνική αυτοσυντήρηση και τα νομικά της εργαλεία, οικονομία, θα συνεχίσει να είναι το κλωτοσκούφι των διεθνών αγορών του χρήματος και των κερδοσκόπων.
Και όλα αυτά τα επαγγέλλονται χάριν της διατήρησης και μόνο του ισχυρού Ευρώ, που μπορεί να είναι χρήσιμο σαν νόμισμα αποπληρωμής του δημόσιου χρέους, καταστρέφει όμως ταυτόχρονα την ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής οικονομίας, που σαν αντιφάρμακο του γεγονότος αυτού, αποφασίσθηκε και συντελείται εν ψυχρώ το κάψιμο στην πυρά των μισθών και συντάξεων των Ελλήνων εργαζομένων, η εξαθλίωσή τους και η διά της βαρειάς φορολογίας δήμευση των περιουσιών τους.
Οι Έλληνες λοιπόν καλούνται να καταστούν πολιτικά φυτά και επιβραβεύοντας τα δύο καθεστωτικά τους κόμματα που τους οδήγησαν την τελευταία εικοσαετία στους δρόμους του νεοφιλελευθερισμού, που κατέστρεψε το όραμα της Ενιαίας Ευρώπης, να τα εμπιστευθούν εκ νέου.
Και αν δεν εμπιστεύονται τους κλέφτες και τους ψεύτες που τα στελεχώνουν, να εμπιστευθούν τους Γερμανούς που τους δωροδοκούσαν τόσα χρόνια και που θα κρατούν οι ίδιοι πια το τιμόνι της χώρας. Και αν πάλι είναι δύσπιστοι, υπάρχουν και άλλοι πρόθυμοι, για πιο καθάριο, σκληρό νεοφιλελευθερισμό, που δεν θα τον νοθεύουν άλλο με τις αναπόφευκτες κομματικές πελατειακές παροχές, τώρα ιδίως που το έθνος και η δημοκρατία ευρίσκονται στο λυκόφως τους. Όλοι οι δρόμοι λοιπόν της πολιτικής σταθερότητος οδηγούν στην Ρώμη, στον νέο παππισμό, στον νέο Αντίχριστο, στην καθολική ανεργία, στην κατάργηση των εργατικών νόμων και διεκδικήσεων, στην κατάργηση του συνδικαλισμού, μα και της ίδιας της ουσίας της πολιτικής και της δημοκρατίας, με την διατήρηση μόνο δημοκρατικής τυπολατρείας, που κατά το προηγούμενο του Ιησουϊτισμού, θα έχει χάσει κάθε περιεχόμενο.
ΤΑ ΔΥΟ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΤΙΚΑ ΡΕΥΜΑΤΑ
Απέναντι σ’ αυτήν την διεθνή οικονομική, κοινωνική και πολιτική λαίλαπα αναδύονται στην εγχώρια πολιτική σκηνή δύο αντιπολιτευτικά ρεύματα. Το ένα στον χώρο της δεξιάς, από αστούς και μικροαστούς που δεν είχαν αντιληφθεί τον πολιτικό κίνδυνο που κυοφορούσε ενάντια του έθνους, της δημοκρατίας, μα και της Ενωμένης Ευρώπης ακόμα, η ψευδεπίγραφη ελευθερία των αγορών και των ανοικτών προς την μετανάστευση κεφαλαίων και ανθρώπων, συνόρων.
Και το άλλο στον χώρο της αριστεράς, που και αυτή πιάστηκε στον ύπνο από τα διεθνιστικά ψευτοκηρύγματα ειρήνης και συνεργασίας των λαών του πολυεθνικού και υπερεθνικού εν κατακλείδι κεφαλαίου.
Εδώ όμως υπάρχει ένα εγχώριος μικρός Πάππας, κατάλοιπο και αντίγραφο εκείνου του μεγάλου, της πάλαι ποτέ ισχυράς Σοβιετίας, που αρνείται την συσπείρωση. Ο διεθνιστής αυτός Πάππας, που ποτέ του δεν πίστεψε σε έθνος, μα μόνο σε εργαζόμενους, νιώθει απόμακρος ιδεολογικά από τους πάλαι ποτέ ιδεολογικούς συντρόφους του, της άλλης αριστεράς, που πίστεψαν όχι τόσο στο όραμα της Ενιαίας Ευρώπης, όσο στην γέννηση μέσω αυτής, μιας ενιαίας πολιτιστικής και εθνικής μακροπρόθεσμα συνείδησης. Η γέννηση όμως ενός νέου Ευρωπαϊκού έθνους, έστω και μεγάλου, στην θέση πολλών μικροτέρων, δεν έπαυε να είναι αμάρτημα για έναν συνειδησιακά ταγμένο στην υπηρεσία της πολυεθνικής αυτοκρατορίας της Σοβιετίας.
Τώρα που το έθνος αυτό δολοφονήθηκε στην θερμοκοιτίδα του από την κυρία Μέρκελ και τις αγορές του χρήματος, οι ντόπιοι Πάππες παριστάνουν τους Προφήτες και τις Κασσάνδρες που δικαιώθηκαν. Παρ’ όλο όμως που αν και διεθνιστές, αρνούνται τον πολιτικό και οικονομικό διεθνισμό της Ενωμένης Ευρώπης, περιορίζοντας σε οικονομικούς τώρα και μόνο λόγους αυτήν τους την άρνηση, αρνούνται να συνδράμουν πολιτικά τους ντόπιους αστούς και μικροαστούς για την υπεράσπιση του εθνικού πολιτικού αναχώματος, μετά την ερήμην της θέλησης του Ελληνικού λαού άλωση της εθνικής κυριαρχίας του.
Στο θέμα αυτό ξαναγίνονται κατά περίεργο τρόπο ξανά διεθνιστές και αδιάφοροι. Η επιτυχία παράλληλα του ΚΚ να κατοχυρώσει τον τίτλο του και να τον απαλλάξει από το προσωνύμιο, του εξωτερικού, που του είχαν φορτώσει οι δημοσιογράφοι για να το διακρίνουν από το συνονόματό του, του Εσωτερικού, δεν το βοήθησε για να ‘ρθει πιο κοντά με τους άλλους αριστερούς. Αντίθετα ενίσχυσε τον απομονωτισμό και τον φαντασιακό ιδεολογικό του ηγεμονισμό. Βλέπουμε λοιπόν το Ελληνικό ΚΚ να γίνεται θεματοφύλακας της ιδεολογικής παράδοσης της πάλαι ποτέ πνευματικής του μητρόπολης, της Σοβιετίας, οδηγούμενο σε έναν πολιτικό και κοινωνικό αναχωρητισμό, που του επιτρέπει να αποφεύγει τους σκοπέλους της εξουσίας, μα και το μέλι της, που πιθανόν θα διέφθειρε τις συνειδήσεις των μελών του, καθώς και τους εσωτερικούς κομματικούς διχασμούς μπροστά στο τι μέλει κάθε φορά γενέσθαι.
Επιτυγχάνει έτσι το ΚΚ να τροφοδοτεί την αέναο πολιτική του κίνηση, χωρίς τριβές και κατοχυρώνει το Παππικό του αλάθητο και το δικαίωμά του να κρίνει τους πάντας, χωρίς άλλο να κρίνεται το ίδιο.
Και επιπλέον υπόσχεται έτσι στο λαό πως θα επιτύχει την πολιτική αθανασία που δεν πέτυχε ούτε η κολασμένη από την εξουσία της, Σοβιετία και ότι θα παραμείνει στην πολιτική ζωή, ακόμα κι’ αν δεν μείνουν Έλληνες, για να δεί και να χαρεί μια μέρα τον θάνατο του καπιταλισμού, που θα καταρρεύσει από την χρήση και την κατάχρηση της εξουσίας του, ή από υπερκόπωση, ειρηνικά και αβίαστα, σαν την Σοβιετία. Αλίμονο μόνο που δεν θα ζούμε για να δούμε αυτήν την μέρα και αυτήν την πύρρειο νίκη και εκδίκηση των πεθαμένων ενάντια στους ζωντανούς.
Αυτός όμως ο πολιτικός αναχωρητισμός του πάλαι ποτέ παθιασμένου για εξουσία κομμουνισμού, τον μετατρέπει σε μια προβλέψιμη πολιτική σταθερά του πολιτικού συστήματος, σε ένα σκύλο που όσο και να γαβγίζει δεν δαγκώνει, σε ένα ακίνδυνο πλέον επαναστατικό σαπρόφυτο που όχι μόνο δεν εγκυμονεί κινδύνους για το καταστημένο, μα αποτελεί την απαραίτητο για τη ανάπτυξή του μικροβιακή χλωρίδα. Όσοι λοιπόν θέλουν να δούν, όσο ζούν, κάτι να αλλάζει στον μάταιο κόσμο τους, καλόν είναι να μην αντλήσουν και πάλι από τα φυτά, μία παρόμοια της πολιτικής υποταγής των ψηφοφόρων των κομμάτων εξουσίας, πολιτική αυτήν την φορά υπομονή, μα να επαναστατήσουν εδώ και τώρα, εμπιστευόμενοι τον πρώτο Παπαφλέσσα, που θα κηρύξει με τους πύρινους λόγους του, το ελευθερία ή θάνατος.
Η πολύ λογική, όπως και η πολύ υποψία, έχουν αποδειχθεί πολλάκις στην ζωή πως βλάπτουν..
Και ας μην ξεχνά το ΚΚ πως και ο Λένιν στην ρωσσική επανάσταση, μεταφέρθηκε τράνζιτ στην Μόσχα, μέσα σε κλειστό βαγόνι των Γερμανών.
Απέναντι στον νέο διεθνικό ιησουϊτισμό, ο παλαιότερος εμφανίζει μια περίεργη υπομονετική προσαρμοστικότητα. Συναδελφική αλληλεγγύη άραγε, ή πολιτικό μόνο γήρας και σωφροσύνη, για να αποφύγουμε νέες μεγαλύτερες απογοητεύσεις; Σεβασμός γι’ αυτό αν μη τι άλλο στα περήφανα επαναστατικά γηρατειά.
πηγη
πολιτική θρησκεία, όπου η πολιτική εξουσία του Πάπα καθόριζε το πόσο αμαρτωλοί ή αιρετικοί ήταν οι Χριστιανοί πιστοί.
Ο Παππισμός λοιπόν πραγματοποίησε την πρώτη μεγάλη πολιτική
και πνευματική κωλοτούμπα στην παγκόσμια ιστορία. Οι χιλιάδες Χριστιανοί μάρτυρες και Άγιοι της εποχής των Χριστιανικών διωγμών, κατέληξαν έτσι να φαντάζουν άθελά τους θεμελιωτές της νέας κοινωνικής απολυταρχίας και της πνευματικής και εξουσιαστικής διαστροφής του Χριστιανισμού. Γι’ αυτό και το κομμουνιστικό κίνημα, που κι’ αυτό γεννήθηκε στην δύση, συνταύτισε τον Χριστιανισμό με τον καθολικισμό και τον αφόρισε, θεωρώντας τον πολιτική θρησκεία.
Ταυτόχρονα όμως υποκατέστησε ο ίδιος τον παππισμό με το απολυταρχικό όραμά του για την κοινωνία και με την παππική ταυτόχρονα πεποίθησή του πως ηθικοποιώντας τα μέσα παραγωγής και εξαλείφοντας τις κοινωνικές αντιθέσεις, θα ανέλισσε την ανθρώπινη φύση. Εξελίχθηκε έτσι ο κομμουνισμός σε μια χωρίς Θεό, άτυπη πολιτική θρησκεία, ανταγωνιστική εν πολλοίς του διαπλεκόμενου με την πολιτική εξουσία, Χριστιανοπαπισμού.
Ο Ιησουϊτισμός των μοναχικών ταγμάτων της Παπποσύνης συνδύασε πρώτος το πνεύμα της υποκρισίας που πολέμησε ο Ιησούς, με το Όνομά του, υποτάσσοντας την ουσία του Χριστιανικού λόγου στην θρησκευτική τυπολατρία, στην πειθαρχία και υποταγή στην εκκλησιαστική ιεραρχία και την επακόλουθη τούτων εξουσιολαγνεία.
Το πνεύμα πειθαρχίας λοιπόν της Δύσης υπέταξε εξ’ αρχής τον Θεό στον Καίσαρα, που απλώς περιεβλήθη την παππική τιάρα, σ’ αντίθεση με την πνευματικά ελεύθερη Ελληνορθόδοξη Ανατολή. Και όταν κάποτε η Θρησκευτική προτεσταντική μεταρρύθμιση θέλησε να περιορίσει την Παππική απολυταρχία, οδήγησε σε ένα άκρατο ατομικισμό και πνευματική αυθαιρεσία ως προς την ερμηνεία του Ευαγγελίου, ενώ η θέλησή του να υπερβεί την ηθική υποκρισία του καθολικισμού εξέθρεψε τα δεσμά ενός άτεγκτου κοινωνικού πουριτανισμού και τυπολατρικού ηθικισμού.
Βλέπουμε λοιπόν πως το ένα κακό γεννάει το άλλο και η προσπάθεια αντίδρασης οδηγεί συχνά σε χειρότερες καταστάσεις. Ο Καθολικός Ιησουϊτισμός και το πνεύμα του Προκρούστη μεταλαμπαδεύθηκαν έτσι και στους προτεστάντες και αργότερα στους υπεράνω θρησκειών, θεού και ανθρώπων, κοινωνικούς αναμορφωτές τόσον της Γαλλικής επανάστασης, όσο και της Ρωσικής αργότερα. Γι’ αυτό και οι επαναστάσεις αυτές πραγματοποίησαν νέες εντυπωσιακές κωλοτούμπες, απογοητεύοντας αυτούς που μάτωσαν γι’ αυτές και εναπόθεσαν σ’ αυτές τις ελπίδες τους.
Σαν γέννημα της προτεσταντικής ηθικής μπορούμε λοιπόν να δούμε στην οικονομία τον καπιταλισμό, εξατομικευμένο μεν, μα αυτοπειθαρχούμενο συγχρόνως και αυτοπεριοριζόμενο από τα εξηρτημένα ανακλαστικά του ρηχού ηθικισμού του.
Σαν αποτέλεσμα της υπερεθνικής συσσώρευσης κεφαλαίου μπορούμε παρόμοια να δούμε σήμερα τις ελεύθερες χρηματιστηριακές και διατραπεζικές αγορές σαν ένα νέο, οικονομικό αυτήν την φορά, Παπισμό, οι Ιησουΐτες του οποίου δεν είναι άλλοι από τους ανθρώπους του ΔΝΤ, που στο όνομα της οικονομικής αρωγής των θυμάτων τους, κατακρεουργούν τις κοινωνίες και παραδίδουν στην πυρά της ιεράς εξέτασης τους εργαζόμενους. Βλέπουμε δηλαδή στην οικονομία μία ανάστροφη πορεία, από αυτήν που είχαν ακολουθήσει οι προτεσταντικές κοινωνίες, που αποτινάσσοντας την πνευματική και πολιτική επικυριαρχία του Πάππα , κατέκτησαν διά των αγώνων την πολιτική και κοινωνική τους αυτεξουσιότητα. Τώρα χάνοντας την οικονομική αυτοδυναμία τους, επιστρέφουν στην απολυταρχία ενός οικονομικού κέντρου, που ελέγχεται από ένα σκοτεινό ολιγάνθρωπο οικονομικό διευθυντήριο, που δεν υπόκειται πρακτικά στον έλεγχο καμιάς πολιτικής εξουσίας, κανενός λαού, όσο ελεύθερη και αν είναι η κοινωνία του και όσο παλαιοί και κατοχυρωμένοι κι αν είναι οι δημοκρατικοί του θεσμοί.
Εμείς στην Ελλάδα που δεν έχουμε ζώσες αναμνήσεις από την εποχή του πρώτου πολιτικού και πνευματικού μεσαίωνα της δυτικής Ευρώπης, καλούμεθα να θυσιασθούμε σαν την γυναίκα του πρωτομάστορα για την θεμελίωση αυτού του νέου Πανευρωπαϊκού οικονομικού μεσαίωνος, που τώρα μόλις ανατέλλει.
Αναζητώντας λοιπόν οικονομική και πολιτική σταθερότητα σε μια διεθνή οικονομία, που φρόντισαν κάποιοι να μην έχει κανένα φραγμό, και να είναι ένας μονίμως ταραγμένος ωκεανός, καλούμεθα να υποταχθούμε στον νέο Πάππα των οίκων αξιολόγησης και να αυτοευνουχισθούμε εθνικά και πολιτικά, παραδιδόμενοι άνευ όρων στους σωτήρες μας, που για να μας σώσουν απαιτούν να καταστούμε πολιτικά φυτά.
Η πολιτική σταθερότητα χάριν της οικονομικής σταθερότητας είναι όμως σήμερα περισσότερο από ποτέ ουτοπική, καθώς η δεύτερη είναι παντελώς έξω από το πνεύμα των ελευθέρων αγορών και της διεθνούς κερδοσκοπίας. Η πολιτική σταθερότητα λοιπόν που υπόσχονται τα δύο κόμματα εξουσίας, που δεσμεύονται να ακολουθούν τους νόμους της αγοράς, παραιτούμενα από τα κεκτημένα νομικά και εθνικά τους δικαιώματα, από την εθνική τους κυριαρχία, ασυλία και το Ελληνικό δίκαιο, δεν εγγυάται καμμιά οικονομική σταθερότητα, το αντίθετο μάλιστα, το ότι δηλαδή η απροστάτευτη από την εθνική αυτοσυντήρηση και τα νομικά της εργαλεία, οικονομία, θα συνεχίσει να είναι το κλωτοσκούφι των διεθνών αγορών του χρήματος και των κερδοσκόπων.
Και όλα αυτά τα επαγγέλλονται χάριν της διατήρησης και μόνο του ισχυρού Ευρώ, που μπορεί να είναι χρήσιμο σαν νόμισμα αποπληρωμής του δημόσιου χρέους, καταστρέφει όμως ταυτόχρονα την ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής οικονομίας, που σαν αντιφάρμακο του γεγονότος αυτού, αποφασίσθηκε και συντελείται εν ψυχρώ το κάψιμο στην πυρά των μισθών και συντάξεων των Ελλήνων εργαζομένων, η εξαθλίωσή τους και η διά της βαρειάς φορολογίας δήμευση των περιουσιών τους.
Οι Έλληνες λοιπόν καλούνται να καταστούν πολιτικά φυτά και επιβραβεύοντας τα δύο καθεστωτικά τους κόμματα που τους οδήγησαν την τελευταία εικοσαετία στους δρόμους του νεοφιλελευθερισμού, που κατέστρεψε το όραμα της Ενιαίας Ευρώπης, να τα εμπιστευθούν εκ νέου.
Και αν δεν εμπιστεύονται τους κλέφτες και τους ψεύτες που τα στελεχώνουν, να εμπιστευθούν τους Γερμανούς που τους δωροδοκούσαν τόσα χρόνια και που θα κρατούν οι ίδιοι πια το τιμόνι της χώρας. Και αν πάλι είναι δύσπιστοι, υπάρχουν και άλλοι πρόθυμοι, για πιο καθάριο, σκληρό νεοφιλελευθερισμό, που δεν θα τον νοθεύουν άλλο με τις αναπόφευκτες κομματικές πελατειακές παροχές, τώρα ιδίως που το έθνος και η δημοκρατία ευρίσκονται στο λυκόφως τους. Όλοι οι δρόμοι λοιπόν της πολιτικής σταθερότητος οδηγούν στην Ρώμη, στον νέο παππισμό, στον νέο Αντίχριστο, στην καθολική ανεργία, στην κατάργηση των εργατικών νόμων και διεκδικήσεων, στην κατάργηση του συνδικαλισμού, μα και της ίδιας της ουσίας της πολιτικής και της δημοκρατίας, με την διατήρηση μόνο δημοκρατικής τυπολατρείας, που κατά το προηγούμενο του Ιησουϊτισμού, θα έχει χάσει κάθε περιεχόμενο.
ΤΑ ΔΥΟ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΤΙΚΑ ΡΕΥΜΑΤΑ
Απέναντι σ’ αυτήν την διεθνή οικονομική, κοινωνική και πολιτική λαίλαπα αναδύονται στην εγχώρια πολιτική σκηνή δύο αντιπολιτευτικά ρεύματα. Το ένα στον χώρο της δεξιάς, από αστούς και μικροαστούς που δεν είχαν αντιληφθεί τον πολιτικό κίνδυνο που κυοφορούσε ενάντια του έθνους, της δημοκρατίας, μα και της Ενωμένης Ευρώπης ακόμα, η ψευδεπίγραφη ελευθερία των αγορών και των ανοικτών προς την μετανάστευση κεφαλαίων και ανθρώπων, συνόρων.
Και το άλλο στον χώρο της αριστεράς, που και αυτή πιάστηκε στον ύπνο από τα διεθνιστικά ψευτοκηρύγματα ειρήνης και συνεργασίας των λαών του πολυεθνικού και υπερεθνικού εν κατακλείδι κεφαλαίου.
Εδώ όμως υπάρχει ένα εγχώριος μικρός Πάππας, κατάλοιπο και αντίγραφο εκείνου του μεγάλου, της πάλαι ποτέ ισχυράς Σοβιετίας, που αρνείται την συσπείρωση. Ο διεθνιστής αυτός Πάππας, που ποτέ του δεν πίστεψε σε έθνος, μα μόνο σε εργαζόμενους, νιώθει απόμακρος ιδεολογικά από τους πάλαι ποτέ ιδεολογικούς συντρόφους του, της άλλης αριστεράς, που πίστεψαν όχι τόσο στο όραμα της Ενιαίας Ευρώπης, όσο στην γέννηση μέσω αυτής, μιας ενιαίας πολιτιστικής και εθνικής μακροπρόθεσμα συνείδησης. Η γέννηση όμως ενός νέου Ευρωπαϊκού έθνους, έστω και μεγάλου, στην θέση πολλών μικροτέρων, δεν έπαυε να είναι αμάρτημα για έναν συνειδησιακά ταγμένο στην υπηρεσία της πολυεθνικής αυτοκρατορίας της Σοβιετίας.
Τώρα που το έθνος αυτό δολοφονήθηκε στην θερμοκοιτίδα του από την κυρία Μέρκελ και τις αγορές του χρήματος, οι ντόπιοι Πάππες παριστάνουν τους Προφήτες και τις Κασσάνδρες που δικαιώθηκαν. Παρ’ όλο όμως που αν και διεθνιστές, αρνούνται τον πολιτικό και οικονομικό διεθνισμό της Ενωμένης Ευρώπης, περιορίζοντας σε οικονομικούς τώρα και μόνο λόγους αυτήν τους την άρνηση, αρνούνται να συνδράμουν πολιτικά τους ντόπιους αστούς και μικροαστούς για την υπεράσπιση του εθνικού πολιτικού αναχώματος, μετά την ερήμην της θέλησης του Ελληνικού λαού άλωση της εθνικής κυριαρχίας του.
Στο θέμα αυτό ξαναγίνονται κατά περίεργο τρόπο ξανά διεθνιστές και αδιάφοροι. Η επιτυχία παράλληλα του ΚΚ να κατοχυρώσει τον τίτλο του και να τον απαλλάξει από το προσωνύμιο, του εξωτερικού, που του είχαν φορτώσει οι δημοσιογράφοι για να το διακρίνουν από το συνονόματό του, του Εσωτερικού, δεν το βοήθησε για να ‘ρθει πιο κοντά με τους άλλους αριστερούς. Αντίθετα ενίσχυσε τον απομονωτισμό και τον φαντασιακό ιδεολογικό του ηγεμονισμό. Βλέπουμε λοιπόν το Ελληνικό ΚΚ να γίνεται θεματοφύλακας της ιδεολογικής παράδοσης της πάλαι ποτέ πνευματικής του μητρόπολης, της Σοβιετίας, οδηγούμενο σε έναν πολιτικό και κοινωνικό αναχωρητισμό, που του επιτρέπει να αποφεύγει τους σκοπέλους της εξουσίας, μα και το μέλι της, που πιθανόν θα διέφθειρε τις συνειδήσεις των μελών του, καθώς και τους εσωτερικούς κομματικούς διχασμούς μπροστά στο τι μέλει κάθε φορά γενέσθαι.
Επιτυγχάνει έτσι το ΚΚ να τροφοδοτεί την αέναο πολιτική του κίνηση, χωρίς τριβές και κατοχυρώνει το Παππικό του αλάθητο και το δικαίωμά του να κρίνει τους πάντας, χωρίς άλλο να κρίνεται το ίδιο.
Και επιπλέον υπόσχεται έτσι στο λαό πως θα επιτύχει την πολιτική αθανασία που δεν πέτυχε ούτε η κολασμένη από την εξουσία της, Σοβιετία και ότι θα παραμείνει στην πολιτική ζωή, ακόμα κι’ αν δεν μείνουν Έλληνες, για να δεί και να χαρεί μια μέρα τον θάνατο του καπιταλισμού, που θα καταρρεύσει από την χρήση και την κατάχρηση της εξουσίας του, ή από υπερκόπωση, ειρηνικά και αβίαστα, σαν την Σοβιετία. Αλίμονο μόνο που δεν θα ζούμε για να δούμε αυτήν την μέρα και αυτήν την πύρρειο νίκη και εκδίκηση των πεθαμένων ενάντια στους ζωντανούς.
Αυτός όμως ο πολιτικός αναχωρητισμός του πάλαι ποτέ παθιασμένου για εξουσία κομμουνισμού, τον μετατρέπει σε μια προβλέψιμη πολιτική σταθερά του πολιτικού συστήματος, σε ένα σκύλο που όσο και να γαβγίζει δεν δαγκώνει, σε ένα ακίνδυνο πλέον επαναστατικό σαπρόφυτο που όχι μόνο δεν εγκυμονεί κινδύνους για το καταστημένο, μα αποτελεί την απαραίτητο για τη ανάπτυξή του μικροβιακή χλωρίδα. Όσοι λοιπόν θέλουν να δούν, όσο ζούν, κάτι να αλλάζει στον μάταιο κόσμο τους, καλόν είναι να μην αντλήσουν και πάλι από τα φυτά, μία παρόμοια της πολιτικής υποταγής των ψηφοφόρων των κομμάτων εξουσίας, πολιτική αυτήν την φορά υπομονή, μα να επαναστατήσουν εδώ και τώρα, εμπιστευόμενοι τον πρώτο Παπαφλέσσα, που θα κηρύξει με τους πύρινους λόγους του, το ελευθερία ή θάνατος.
Η πολύ λογική, όπως και η πολύ υποψία, έχουν αποδειχθεί πολλάκις στην ζωή πως βλάπτουν..
Και ας μην ξεχνά το ΚΚ πως και ο Λένιν στην ρωσσική επανάσταση, μεταφέρθηκε τράνζιτ στην Μόσχα, μέσα σε κλειστό βαγόνι των Γερμανών.
Απέναντι στον νέο διεθνικό ιησουϊτισμό, ο παλαιότερος εμφανίζει μια περίεργη υπομονετική προσαρμοστικότητα. Συναδελφική αλληλεγγύη άραγε, ή πολιτικό μόνο γήρας και σωφροσύνη, για να αποφύγουμε νέες μεγαλύτερες απογοητεύσεις; Σεβασμός γι’ αυτό αν μη τι άλλο στα περήφανα επαναστατικά γηρατειά.
πηγη
1 σχόλια:
Εξαίρετη ανάλυση απο έναν καθάριο και φωτεινό Νού.
12
Δημοσίευση σχολίου