Το πιο αποτελεσματικό όπλο του νεοφιλελευθερισμού είναι η αποβλάκωση που έχει επιφέρει, η υποβάθμιση του δημόσιου λόγου κυρίως μέσω των ΜΜΕ σε επίπεδο πριν απ’ την αλφάβητο. Λες και, -λέγε-λέγε-λέγε- η ανθρωπότητα να έχασε τη μνήμη της, να ξεφορτώθηκε γνώσεις, φιλοσοφία...
επιστήμη και να μπορεί να συζητά ωσάν τα βασικά να ‘ναι τα αταβιστικά της, τα αρχετυπικά της ή το πολύ τα γκλαμουριάρικα νεαντερταλιανά της. Λόγου χάριν ο ανταγωνισμός! μια έννοια που εκλαμβάνουν ως χρήσιμη ακόμα και άνθρωποι καλών προθέσεων. Σου λένε, πρέπει μια επιχείρηση να ‘ναι ανταγωνιστική, έτσι θα αντέξει. Ας αντιπαρέλθουμε το κόστος της ανταγωνιστικότητας για τους μισθούς κι ας δεχθούμε ότι προσπορίζεται την ισχύ της από άλλους παράγοντες. Αν λοιπόν η ανταγωνιστικότητα βοηθήσει μια επιχείρηση να αντέξει (κατ’ αρχήν) αυτό σημαίνει ότι (στη συνέχεια) θα την οδηγήσει να κατισχύσει μιας άλλης ανταγωνιστικής επιχείρησης. Κι αυτό θα συνεχίζεται ώσπου να ‘ρθει η σειρά της «δικιάς μας» να φαγωθεί από μιαν άλλη που με τη σειρά της θα φαγωθεί από μιαν επόμενη – ζούγκλα κανονική. Ωσπου μια νέα τάξη μονοπωλιακή να επικρατήσει και να επιβληθεί επί όλων μόνη της ή με συμμάχους, τραστ. Κι όμως τριάντα χρόνια η συζήτηση έχει εφιαλτικά περιχαρακωθεί γύρω από έννοιες όπως ο ανταγωνισμός, ενώ κάθε άλλη συζήτηση για εναλλακτικές οικονομικές πολιτικές έχει εξ ορισμού εξορισθεί ου μην και στιγματισθεί. Αν αυτό δεν είναι αποβλάκωση… Ως πότε μία χώρα μπορεί να ζει με τη σπάθη του Δαμοκλή πάνω απ’ το κεφάλι της; Το ερώτημα δεν είναι θεωρητικό, είναι επείγον. Δεν μπορεί κάθε μέρα μα κάθε μέρα να περιμένει ένας ολόκληρος λαός, μια ολόκληρη κοινωνία ποιο κομμάτι του ουρανού θα πέσει στο κεφάλι της, ποια κεραμίδα θα φάει εσένα ή τον διπλανό σου, ποια τάξη, ποια ομάδα, ποιον κλάδο θα πάρει ο χάρος. Δεν μπορεί μια χώρα ολόκληρη, ένας λαός ολόκληρος να ζει διαρκώς με την αγωνία του «ξαφνικού θανάτου» μερικών μέσα στον «αργό θάνατο» όλων. Ποια κοινωνία μπορεί να αντέξει συνεχώς, δυο χρόνια τώρα, αλλά και για πολλά απ’ τα ερχόμενα έτη το σπαθί του Δαμοκλή πάνω απ’ το κεφάλι της, φάσγανο και φάουσα ζαριά, ποιος ζει και ποιος πεθαίνει και κορώνα γράμματα, σήμερα την έβγαλες, αύριο ίσως όχι. Δεν γίνεται να λειτουργήσει μια κοινωνία σε συνθήκες διαρκούς νευρικής κρίσης δεν μπορεί να κοιτάς τις σφαίρες προσπαθώντας να μαντέψεις ποια γράφει πάνω της το όνομά σου, το όνομα της γυναίκας σου – αίφνης άνεργη, το όνομα του παιδιού σου να φεύγει για την Αυστραλία. Δεν γίνεται!
Από πότε οι φόροι γίνανε τιμωρία για όσους έχουν παιδιά;
Από πότε μία κυβέρνηση μπορεί να στήνει στους πολίτες παγίδες σαν τον τελευταίο απατεώνα, όπως αυτή η κομπίνα με τους «εφέδρους» δημόσιους υπαλλήλους τους οποίους εμ στέλνει στην εφεδρεία, εμ κλέβει απ’ την ίδιαν τους την αποζημίωση, που θα πάρουν όταν εν τέλει απολυθούν, τα λεφτά που χρειάζεται για να τους πληρώνει στο μεταξύ τους γλίσχρους μισθούς τους;
Πού (ξανα)ακούσθηκε να σου πληρώνουν τον μισθό σου από τα ίδια σου τα δεδουλευμένα;
Ποιοι εγκέφαλοι σκέφτονται τέτοια πράγματα; τι είναι ο λαός; εχθρός στα απέναντι χαρακώματα
τη μια μέρα να τον φυσουνίζουν με χημικά οι μπάτσοι και την άλλη να του ρίχνει όλμους τα νέα μέτρα κατά ριπάς και κατά βούλησιν ο Βενιζέλος ή όποιος άλλος τυχάρπαστος σκεφθεί να βάλει καθάρσιο στις τυρόπιττες για να αυξήσει τα έσοδα των Βεσπασιανών;..
Δεν μπορεί, δεν γίνεται μια χώρα να ζει συνέχεια με το κεφάλι στον πάγκο του χασάπη, δεν μπορεί κάθε πρωί να πιάνει δουλειά η γκιλοτίνα
και να απολύεται φέρ’ ειπείν από τη Λυρική Σκηνή η κυρία Κωνσταντίνα Στ., ετών 31, η οποία πάσχει από σκλήρυνση κατά πλάκας (κι όμως άριστη στη δουλειά της) – μαζί της να
απολύονται ακόμα 250 ψυχές, κι όμως ο Μπενύτο να ανοίγει και δεύτερο Γραφείο, να προσλαμβάνει και νέους συμβούλους.
Δεν γίνεται να τρώνε οι κυβερνώντες του φτωχού τ’ αρνί, ζητώντας απ’ τον κ. Πέτρο Βλ., υπερήλικα και βαρειά άρρωστο, χαράτσι για ένα παλιοχώραφο – είκοσι χρόνια χέρσο, επειδή κάποιος καρεκλοκένταυρος του το βγάζει… οικοδομήσιμο.
Το δίλημμα του γέροντα είναι: να πάρει τα φάρμακά του ή να φάει; Διότι και τα δύο δεν μπορεί…
…κι εσείς, ω θρασείς, του λέτε ότι «μαζί τα φάγατε» και φέρε μας τώρα χαράτσι. Και γρήγορα, πριν να πεθάνεις!
Και πιστεύετε με όλα αυτά ότι δεν θα σας πάρει ο διάολος;
Λιμνάζουν 15 δισ. Ευρώ αναπορρόφητα στα ΕΣΠΑ και σεις ζητάτε από έναν πατέρα τριών ανήλικων, καρδιοπαθή με δύο εγχειρήσεις ανοιχτής καρδιάς, που ζει στην Αντίπαρο 143 Ευρώ
εισφορά κοινωνικής αλληλεγγύης σε ποιον; στον κοτερούχο, που ο καρδιακός τού φυλάει την έπαυλη; στον φοροφυγά που δίνει τα 143 Ευρώ που καλείται να πληρώσει ο φουκαράς για ένα σούσι
σαν αυτά που τρώει ο Γιωργάκης
όταν είναι στενοχωρημένος (που υποδούλωσε την Ελλάδα στους Τοκογλύφους);
Και πιστεύετε ότι με όλα αυτά και άλλα μύρια όσα κακά δεν θα
σας πάρει ο διάολος; Οτι δεν θα σας πάρει ο διάολος με τις πέτρες; με τα γιαούρτια, τα αυγά και τις λεμονόκουπες;
Θα σας πάρει, και θα σας σηκώσει! (χωρίς ελικόπτερο)…
επιστήμη και να μπορεί να συζητά ωσάν τα βασικά να ‘ναι τα αταβιστικά της, τα αρχετυπικά της ή το πολύ τα γκλαμουριάρικα νεαντερταλιανά της. Λόγου χάριν ο ανταγωνισμός! μια έννοια που εκλαμβάνουν ως χρήσιμη ακόμα και άνθρωποι καλών προθέσεων. Σου λένε, πρέπει μια επιχείρηση να ‘ναι ανταγωνιστική, έτσι θα αντέξει. Ας αντιπαρέλθουμε το κόστος της ανταγωνιστικότητας για τους μισθούς κι ας δεχθούμε ότι προσπορίζεται την ισχύ της από άλλους παράγοντες. Αν λοιπόν η ανταγωνιστικότητα βοηθήσει μια επιχείρηση να αντέξει (κατ’ αρχήν) αυτό σημαίνει ότι (στη συνέχεια) θα την οδηγήσει να κατισχύσει μιας άλλης ανταγωνιστικής επιχείρησης. Κι αυτό θα συνεχίζεται ώσπου να ‘ρθει η σειρά της «δικιάς μας» να φαγωθεί από μιαν άλλη που με τη σειρά της θα φαγωθεί από μιαν επόμενη – ζούγκλα κανονική. Ωσπου μια νέα τάξη μονοπωλιακή να επικρατήσει και να επιβληθεί επί όλων μόνη της ή με συμμάχους, τραστ. Κι όμως τριάντα χρόνια η συζήτηση έχει εφιαλτικά περιχαρακωθεί γύρω από έννοιες όπως ο ανταγωνισμός, ενώ κάθε άλλη συζήτηση για εναλλακτικές οικονομικές πολιτικές έχει εξ ορισμού εξορισθεί ου μην και στιγματισθεί. Αν αυτό δεν είναι αποβλάκωση… Ως πότε μία χώρα μπορεί να ζει με τη σπάθη του Δαμοκλή πάνω απ’ το κεφάλι της; Το ερώτημα δεν είναι θεωρητικό, είναι επείγον. Δεν μπορεί κάθε μέρα μα κάθε μέρα να περιμένει ένας ολόκληρος λαός, μια ολόκληρη κοινωνία ποιο κομμάτι του ουρανού θα πέσει στο κεφάλι της, ποια κεραμίδα θα φάει εσένα ή τον διπλανό σου, ποια τάξη, ποια ομάδα, ποιον κλάδο θα πάρει ο χάρος. Δεν μπορεί μια χώρα ολόκληρη, ένας λαός ολόκληρος να ζει διαρκώς με την αγωνία του «ξαφνικού θανάτου» μερικών μέσα στον «αργό θάνατο» όλων. Ποια κοινωνία μπορεί να αντέξει συνεχώς, δυο χρόνια τώρα, αλλά και για πολλά απ’ τα ερχόμενα έτη το σπαθί του Δαμοκλή πάνω απ’ το κεφάλι της, φάσγανο και φάουσα ζαριά, ποιος ζει και ποιος πεθαίνει και κορώνα γράμματα, σήμερα την έβγαλες, αύριο ίσως όχι. Δεν γίνεται να λειτουργήσει μια κοινωνία σε συνθήκες διαρκούς νευρικής κρίσης δεν μπορεί να κοιτάς τις σφαίρες προσπαθώντας να μαντέψεις ποια γράφει πάνω της το όνομά σου, το όνομα της γυναίκας σου – αίφνης άνεργη, το όνομα του παιδιού σου να φεύγει για την Αυστραλία. Δεν γίνεται!
Από πότε οι φόροι γίνανε τιμωρία για όσους έχουν παιδιά;
Από πότε μία κυβέρνηση μπορεί να στήνει στους πολίτες παγίδες σαν τον τελευταίο απατεώνα, όπως αυτή η κομπίνα με τους «εφέδρους» δημόσιους υπαλλήλους τους οποίους εμ στέλνει στην εφεδρεία, εμ κλέβει απ’ την ίδιαν τους την αποζημίωση, που θα πάρουν όταν εν τέλει απολυθούν, τα λεφτά που χρειάζεται για να τους πληρώνει στο μεταξύ τους γλίσχρους μισθούς τους;
Πού (ξανα)ακούσθηκε να σου πληρώνουν τον μισθό σου από τα ίδια σου τα δεδουλευμένα;
Ποιοι εγκέφαλοι σκέφτονται τέτοια πράγματα; τι είναι ο λαός; εχθρός στα απέναντι χαρακώματα
τη μια μέρα να τον φυσουνίζουν με χημικά οι μπάτσοι και την άλλη να του ρίχνει όλμους τα νέα μέτρα κατά ριπάς και κατά βούλησιν ο Βενιζέλος ή όποιος άλλος τυχάρπαστος σκεφθεί να βάλει καθάρσιο στις τυρόπιττες για να αυξήσει τα έσοδα των Βεσπασιανών;..
Δεν μπορεί, δεν γίνεται μια χώρα να ζει συνέχεια με το κεφάλι στον πάγκο του χασάπη, δεν μπορεί κάθε πρωί να πιάνει δουλειά η γκιλοτίνα
και να απολύεται φέρ’ ειπείν από τη Λυρική Σκηνή η κυρία Κωνσταντίνα Στ., ετών 31, η οποία πάσχει από σκλήρυνση κατά πλάκας (κι όμως άριστη στη δουλειά της) – μαζί της να
απολύονται ακόμα 250 ψυχές, κι όμως ο Μπενύτο να ανοίγει και δεύτερο Γραφείο, να προσλαμβάνει και νέους συμβούλους.
Δεν γίνεται να τρώνε οι κυβερνώντες του φτωχού τ’ αρνί, ζητώντας απ’ τον κ. Πέτρο Βλ., υπερήλικα και βαρειά άρρωστο, χαράτσι για ένα παλιοχώραφο – είκοσι χρόνια χέρσο, επειδή κάποιος καρεκλοκένταυρος του το βγάζει… οικοδομήσιμο.
Το δίλημμα του γέροντα είναι: να πάρει τα φάρμακά του ή να φάει; Διότι και τα δύο δεν μπορεί…
…κι εσείς, ω θρασείς, του λέτε ότι «μαζί τα φάγατε» και φέρε μας τώρα χαράτσι. Και γρήγορα, πριν να πεθάνεις!
Και πιστεύετε με όλα αυτά ότι δεν θα σας πάρει ο διάολος;
Λιμνάζουν 15 δισ. Ευρώ αναπορρόφητα στα ΕΣΠΑ και σεις ζητάτε από έναν πατέρα τριών ανήλικων, καρδιοπαθή με δύο εγχειρήσεις ανοιχτής καρδιάς, που ζει στην Αντίπαρο 143 Ευρώ
εισφορά κοινωνικής αλληλεγγύης σε ποιον; στον κοτερούχο, που ο καρδιακός τού φυλάει την έπαυλη; στον φοροφυγά που δίνει τα 143 Ευρώ που καλείται να πληρώσει ο φουκαράς για ένα σούσι
σαν αυτά που τρώει ο Γιωργάκης
όταν είναι στενοχωρημένος (που υποδούλωσε την Ελλάδα στους Τοκογλύφους);
Και πιστεύετε ότι με όλα αυτά και άλλα μύρια όσα κακά δεν θα
σας πάρει ο διάολος; Οτι δεν θα σας πάρει ο διάολος με τις πέτρες; με τα γιαούρτια, τα αυγά και τις λεμονόκουπες;
Θα σας πάρει, και θα σας σηκώσει! (χωρίς ελικόπτερο)…
ΣΤΑΘΗΣ Σ. 11.Χ.2011 stathis@enet.gr
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Τό είδαμε στο Olympia.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου