Αντιγράφουμε από την επίσημη εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUR-Lex – – EL) την περίληψη της προσφυγής της Ελληνικής Δημοκρατίας (!) με την οποία ζητάει την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής για την παράνομη επιδότηση της ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΡΥΣΟΣ .
Υπενθυμίζεται ότι με την απόφαση αυτή η Επιτροπή έκρινε ότι το εξαιρετικά χαμηλό τίμημα των 11 εκατομμυρίων ευρώ που πλήρωσε η ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΡΥΣΟΣ για τα Μεταλλεία Κασσάνδρας (που δεν πήγαν στο Ελληνικό Δημόσιο αλλά στην...
προηγούμενη εταιρεία TVX) ισοδυναμούσε με παράνομη κρατική ενίσχυση. Το ποσό της παράνομης ενίσχυσης υπολογίστηκε από την Επιτροπή στα 15,4 εκατ. ευρώ, τα οποία πρέπει η ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΡΥΣΟΣ να επιστρέψει στο Δημόσιο. Κατά αυτής της απόφασης προσέφυγε η Ελλάδα (τρομάρα μας!), που ούτε τα 11 εκατ. του “τιμήματος” πήρε, ούτε τα 15,4 εκατ. επιθυμεί να εισπράξει!ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΑ: η προσφυγή έχει ημερομηνία 28 Απριλίου ενώ οι προσφυγές της ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΡΥΣΟΣ και της EUROPEAN GOLDFIELDS κατατέθηκαν στις 20 Μαΐου. Αυτό σημαίνει ότι η Ελληνική Δημοκρατία προσέφυγε για την ακύρωση της απόφασης πριν ακόμα και από την ενδιαφερόμενη εταιρεία που πρόκειται να πληρώσει τα λεφτά!!! Τέτοιος υπερβάλλων ζήλος για να μην εισπράξει τίποτα το Δημόσιο!!!
Μόλις έχουμε πρισσότερα στοιχεία θα επανέλθουμε γιατί η υπόθεση βρωμάει…
Προσφυγή της 28ης Απριλίου 2011 — Ελληνική Δημοκρατία κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-233/11)
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Ελληνική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: Β. Ασημακόπουλος, Γ. Κανελλόπουλος, Α. Ιωσηφίδου και Π. Μυλωνόπουλος)
Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Αιτήματα της προσφεύγουσας
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
- Να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και
- Να καταδικάσει την Επιτροπή στην καταβολή των δικαστικών εξόδων.
Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα
Με την παρούσα προσφυγή η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση της απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 23ης Φεβρουαρίου 2011, Ε(2011) 1006 τελικό, σχετικά με την κρατική ενίσχυση αριθ. C 48/2008 (πρώην ΝΝ 61/2008), που εφάρμοσε η Ελλάδα υπέρ της Ελληνικός Χρυσός Α.Ε.
Η προσφεύγουσα προβάλλει τους εξής λόγους ακύρωσης:
Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται, πρώτον, ότι η καθής παραβίασε τις διατάξεις των Συνθηκών (άρθρα 107, παράγραφος 1 και 108, παράγραφος 2 ΣΛΕΕ, πρώην άρθρα 87, παράγραφος 1, και 88, παράγραφος 2, ΕΚ) ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντάς τες εσφαλμένα, κατά πλάνη περί τη συνδρομή και την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών σχετικά με την έννοια των κρατικών ενισχύσεων.
Προς στήριξη του πρώτου σκέλους του λόγου αυτού, σε σχέση με το μέτρο κρατικής ενίσχυσης αρ. 1 (πώληση των μεταλλείων Κασσάνδρας σε τιμή χαμηλότερη της αγοραίας αξίας τους) προβάλλεται: (α) εσφαλμένη εκτίμηση σε σχέση με το υποστατό της ενίσχυσης, εκ της πρόδηλης πλάνης ως προς την ιδιότητα του Δημοσίου ως απλού διαμεσολαβητή και την απουσία εμπλοκής κρατικών πόρων κατά την επίμαχη μεταβίβαση, (β) (επικουρικά) εσφαλμένη εκτίμηση ως προς την εφαρμογή του κριτηρίου του ιδιώτη επενδυτή, (γ) (άλλως, επικουρικά) πεπλανημένη εκτίμηση ως προς τη χορήγηση πλεονεκτήματος, εκ του προδήλως εσφαλμένου υπολογισμού της αξίας των μεταλλείων, της γης και του αποθέματος συμπυκνωμάτων, καθώς και της δήθεν πραγματικής, κατά το χρόνο της πώλησης, λειτουργίας των μεταλλείων, (δ) (άλλως, επικουρικά) πεπλανημένη εκτίμηση σχετικά με τη νόθευση του ανταγωνισμού και τον επηρεασμό των συναλλαγών των κρατών μελών.
Προς στήριξη του δεύτερου σκέλους του πρώτου λόγου, σε σχέση με το μέτρο κρατικής ενίσχυσης αρ. 2 (απαλλαγή καταβολής φόρων μεταβίβασης) προβάλλεται εσφαλμένη εκτίμηση του αποδιδόμενου πλεονεκτήματος, καθώς και της αποδιδόμενης νόθευσης του ανταγωνισμού και του επηρεασμού των συναλλαγών των κρατών μελών.
Βάσει του δεύτερου λόγου ακύρωσης, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η καθής παραβίασε τις διατάξεις του άρθρου 14, παράγραφος 1, εδάφιο β’, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 [1] σχετικά με την απαίτηση ανάκτησης της ενίσχυσης, κατά παράβαση των αρχών της αναλογικότητας, της καλόπιστης συνεργασίας, της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.
Προς στήριξη του λόγου τούτου προβάλλεται, ότι υπό το φως των αρχών αυτών η καθής έσφαλε κατά την επιχειρηθείσα στάθμιση μεταξύ της απειλούμενης νόθευσης του ανταγωνισμού και του οφέλους από τη συνέχιση της δραστηριότητας των επίμαχων μεταλλείων.
Τέλος, βάσει του τρίτου λόγου ακύρωσης, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι η καθής παραβίασε τους κανόνες αιτιολογίας (άρθρο 296 ΣΛΕΕ, πρώην άρθρο 253 ΕΚ), σχετικά με την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης, καθώς και σχετικά με το συμβατό της προς την εσωτερική αγορά.
Προς στήριξη του λόγου τούτου προβάλλεται, ότι η καθής δεν εξήγησε γιατί το προερχόμενο καθαρά από ιδιωτικούς πόρους τίμημα της πώλησης των μεταλλείων Κασσάνδρας συνιστά άμεση ή έμμεση απώλεια κρατικών πόρων που να μπορεί να καταλογιστεί στο Δημόσιο, ούτε γιατί θεώρησε ως καταβλητέους στην προκειμένη περίπτωση αμφότερους τους φόρους μεταβίβασης μεταλλείων και μεταβίβασης γης, και όχι μόνον το φόρο μεταλλείων. Επί πλέον, για τον υπολογισμό της αξίας των μεταλλείων, της γης και του αποθέματος μεταλλευμάτων, η καθής δεν εξήγησε τη χορήγηση πλεονεκτήματος, στηριζόμενη επιλεκτικά εν μέρει στην έκθεση Behre Dolbear και εν μέρει σε δική της αυθαίρετη επιχειρηματολογία την οποία επίσης αντιφατικά εφάρμοσε σε σχέση με την αρνητική αξία των αργούντων μεταλλείων.
[1] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της Συνθήκης ΕΚ.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου