"...Στις 2 Δεκεμβρίου του 1942
παραιτείται ο Γ. Τσολάκογλου και πρωθυπουργός αναλαμβάνει ο μέχρι τότε
αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Παιδείας και Πρόνοιας,
(ιατρός - μαιευτήρας), Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος.
Οι γερμανικές Αρχές πολύ γρήγορα όμως διαπίστωσαν ότι ο Λογοθετόπουλος
παρά το επιστημονικό του κύρος δεν είχε ικανές δυνάμεις επιβολής στο
διαμορφωμένο πολιτικό σκηνικό και σε διάστημα μόλις λίγων μηνών
αναζητούσαν τον αντικαταστάτη του...
Την ίδια εκείνη εποχή κάποιοι απόστρατοι αξιωματικοί επικεφαλής των οποίων φέρονταν ο στρατηγός Θεόδωρος Πάγκαλος άρχισαν ν΄ ανησυχούν από την εντεινόμενη δραστηριότητα του ΕΑΜ και ειδικότερα μετά τη δημιουργία του στρατιωτικού του σκέλους ΕΛΑΣ,
θεωρώντας ότι αυτές, με το πρόσχημα της αντίστασης κατά των
κατακτητών, είχαν ήδη αρχίσει να διαβρώνουν τον λαό της υπαίθρου,
υπολογίζοντας ακόμα πως με τον εφοδιασμό τους με οπλισμό από τους
Άγγλους θα επικρατούσαν τελικά μετά την απελευθέρωση.
Έτσι μετά από πολλές συζητήσεις κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει η ίδια η Κυβέρνηση ν΄ αναλάβει μια ανεξαρτησία κινήσεων και δράσης επ' αυτού του ζητήματος ώστε να ματαιωθούν οι πόθοι αυτών των κομουνιστικών οργανώσεων που έτσι κι αλλιώς παρέμεναν εκτός νόμου. Παράλληλα ανέθεσαν στον φίλο του Πάγκαλου, Ιωάννη Βουλπιώτη ν΄ ανιχνεύσει επ' αυτού τις διαθέσεις των Γερμανών μέσω της φιλίας που διατηρούσε με τον πρώην στρατιωτικό ακόλουθο της Γερμανίας στην Αθήνα Κρίστιαν Φον Κλεμ. Όταν ο συνταγματάρχης Φον Κλεμ ενημερώθηκε σχετικά, και δι' αυτού ο Αρχηγός των Ες-Ες Ελλάδος φέρεται να μετέφερε θετική απάντηση όπου και στη συνέχεια ο Πάγκαλος, με σύμφωνη γνώμη και των άλλων αποστράτων, έσπευσε και ενημέρωσε σχετικά τον Ιωάννη Ράλλη, πείθοντάς τον τελικά ν΄ αναλάβει πρωθυπουργός, δηλώνοντάς του και την ακαταλληλότητά του γι΄ αυτή τη θέση εξαιτίας της προηγούμενης δικτατορίας του για την οποία και είχε διαβληθεί.
Έτσι μετά από πολλές συζητήσεις κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει η ίδια η Κυβέρνηση ν΄ αναλάβει μια ανεξαρτησία κινήσεων και δράσης επ' αυτού του ζητήματος ώστε να ματαιωθούν οι πόθοι αυτών των κομουνιστικών οργανώσεων που έτσι κι αλλιώς παρέμεναν εκτός νόμου. Παράλληλα ανέθεσαν στον φίλο του Πάγκαλου, Ιωάννη Βουλπιώτη ν΄ ανιχνεύσει επ' αυτού τις διαθέσεις των Γερμανών μέσω της φιλίας που διατηρούσε με τον πρώην στρατιωτικό ακόλουθο της Γερμανίας στην Αθήνα Κρίστιαν Φον Κλεμ. Όταν ο συνταγματάρχης Φον Κλεμ ενημερώθηκε σχετικά, και δι' αυτού ο Αρχηγός των Ες-Ες Ελλάδος φέρεται να μετέφερε θετική απάντηση όπου και στη συνέχεια ο Πάγκαλος, με σύμφωνη γνώμη και των άλλων αποστράτων, έσπευσε και ενημέρωσε σχετικά τον Ιωάννη Ράλλη, πείθοντάς τον τελικά ν΄ αναλάβει πρωθυπουργός, δηλώνοντάς του και την ακαταλληλότητά του γι΄ αυτή τη θέση εξαιτίας της προηγούμενης δικτατορίας του για την οποία και είχε διαβληθεί.
Στο
σημείο αυτό φαίνεται αφενός μεν πως η επιλογή του Ιωάννη Ράλλη έγινε
λόγω της απήχησης που είχε ως παλαιός βενιζελικός πολιτικός τόσο στη
Πρωτεύουσα, που χρόνια πολιτευόταν, όσο και στην επαρχία, του οποίου ο
αποτρεπτικός του λόγος για σύμπραξη των πολιτών με το ΚΚΕ
και τις οργανώσεις του θα ήταν περισσότερο αποτελεσματικός, παρά τις
υπόψη αντίθετες τότε υποδείξεις, που δεν έλειψαν, της ελληνικής
κυβέρνησης του Καΐρου και πρωτίστως των Άγγλων που για ίδιο όφελος
επιζητούσαν αντίσταση απ΄ όπου και να προέρχεται, αδιαφορώντας για τις
εσωτερικές εξελίξεις (αν όχι σκόπιμες). Αλλά και αφετέρου η «περίεργα»
άμεση σχεδόν αποδοχή του Ι. Ράλλη από τους Γερμανούς που συνέτειναν σ΄
αυτό εκτός των προτάσεων του Φον Κλεμ και άλλοι παράγοντες, ίσως και
εξωθεσμικές οργανώσεις.
Η
δημιουργία μιας ένοπλης δύναμης που σκοπό της θα είχε τη διατήρηση της
έννομης τάξης και την καταπολέμηση των κομμουνιστών του ΕΛΑΣ ήταν όρος
που έθεσε ο Ιωάννης Ράλλης προκειμένου να αναλάβει την πρωθυπουργία
μετά την παραίτηση του Λογοθετόπουλου.[1] Τη δημιουργία μιας τέτοιας δύναμης υποστήριξαν επίσης οι στρατιωτικοί Στυλιανός Γονατάς και Θεόδωρος Δ. Πάγκαλος, προκειμένου να εμποδίσουν μελλοντική επιστροφή του βασιλιά Γεώργιου Β' στην Ελλάδα.[2]
Από την πλευρά τους οι Γερμανοί είδαν ότι μια δύναμη κρούσης κατά της
αντίστασης αποτελούμενη από Έλληνες είχε πλεονεκτήματα, καθώς οι
ντόπιοι γνώριζαν καλύτερα το έδαφος, καθώς και τα πρόσωπα που
συμμετείχαν στην αντίσταση.[3]
Ως
αρχικοί σκοποί της ίδρυσης των Ταγμάτων αναφέρθηκαν η τήρηση της τάξης
σε περίπτωση κομμουνιστικών ενεργειών, καθώς και η παρεμπόδιση της
επιστροφής του βασιλιά.[4]
Ο δεύτερος στην πορεία εγκαταλείφθηκε και πιθανόν αποτελούσε τρόπο για
να πεισθούν να καταταχθούν στα Τάγματα οι Βενιζελικοί αξιωματικοί που
είχαν αποταχθεί ήδη από το 1936 επί καθεστώτος Μεταξά[5]
Από την πλευρά τους, όσοι ανέλαβαν τη συγκρότηση και διοίκηση Ταγμάτων
Ασφαλείας υποστήριξαν ότι το έκαναν προκειμένου να προφυλάξουν τον
πληθυσμό από τη δράση του ΕΑΜ. Η δημιουργία τους έγινε με νόμο που
ψηφίστηκε στις 7 Απριλίου του 1943 και η πρόσκληση για κατάταξη
ανακοινώθηκε δημόσια τον Ιούνιο του '43.
Η προσέλευση εθελοντών στα Τάγματα ήταν αρχικά ελάχιστη, κι έτσι πυρήνα της νέας δύναμης αποτέλεσε η φρουρά των ευζώνων του Άγνωστου Στρατιώτη, τον Ιούνιο του 1943.
..."
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου