Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2012

Το έλλειμμα παιδείας και η εθνική ανεξαρτησία


1. Αναζήτηση της ρίζας του κακού
Η Ελλάδα ως χώρα δίνει την εντύπωση ότι έχει εισέλθει σε ένα καταληκτικό στάδιο παρακμής, η οποία προβάλλει ως μη αντιστρέψιμη. Πολιτικό σύστημα, διοίκηση, οικονομία και...
εκπαιδευτικό σύστημα βρίσκονται σε κατάσταση διαλύσεως.
Η μόνη δύναμη που μπορεί να αποτρέψει την συνολική διάλυση της χώρας μας και να την οδηγήσει σε μία πορεία αναγεννήσεως, είναι ο λαός μας.
Βεβαίως υπάρχουν λύσεις που μπορούν να μας βγάλουν από το οικονομικό αδιέξοδο, όπως:
- η επαναδιαπραγμάτευση του χρέους με βάση και τις νεότερες ευνοϊκές εξελίξεις, αφού η κρίση έχει γίνει πλέον ευρωπαϊκή.
- η κεφαλαιοποίηση των δικαιωμάτων της ελληνικής ΑΟΖ και
- οι διακρατικές κοινοπραξίες οικονομικής ακόμη και αμυντικής συνεργασίας, όπως έχει προτείνει ο Μίκης Θεοδωράκης.
Όμως οι κινήσεις αυτές απαιτούν δύο βασικές προϋποθέσεις, οι οποίες δυστυχώς σήμερα δεν υπάρχουν:
- Ικανούς και πατριώτες πολιτικούς
- Μια ανεξάρτητη οικονομική, αμυντική και εξωτερική πολιτική.
Δυστυχώς η πατρίδα μας βρίσκεται σε μία κατάσταση διαχρονικής υποθηκεύσεως. Δεν είναι μόνο τα χρέη, είναι το βαθύτερο γεγονός ότι η πατρίδα μας απέκτησε το 1828 την ελευθερία της αλλά υπό τον όρο ότι θα λειτουργεί ως προτεκτοράτο.
Απόρροια αυτής της εξαρτήσεως ήταν η διαμόρφωση ενός ατύπου δόγματος το οποίο κυριάρχησε στην πολιτική μας ζωή (τόσο την δεξιά όσο και την αριστερή), ότι η Ελλάδα είναι πολύ μικρή χώρα για να έχει δική της εξωτερική πολιτική.

Οι πολιτικοί μας βολεύτηκαν σε μία κατάσταση που ήθελε την Ελλάδα να είναι μονίμως το καλό παιδί, ακόμη και εις βάρος των συμφερόντων της, αλλά και ο λαός μας έμαθε να αδρανεί, καλυπτόμενος πίσω από την δικαιολογία – κατηγορία: «Άλλοι αποφασίζουν για μας».
Τα δάνεια λοιπόν και η εθνική παραλυσία μας έφεραν στα σημερινά μας χάλια.

2. Μπορούμε να σωθούμε;
Ο Εμμανουήλ Ροΐδης έλεγε επιγραμματικά ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα της Ελλάδας είναι οι Έλληνες. Ένα βασικό αξίωμα της κοινωνιολογίας λέει ότι η γύρω μας πραγματικότητα αντανακλά την κατάσταση του εγκεφάλου μας. Δεν είναι δυνατόν ο εγκέφαλος μας (δηλ. ο νους και η συνείδησή μας) να είναι νοικοκυρεμένος και η κοινωνία μας να βρίσκεται στο χάος. Επίσης και το αντίθετο είναι αδύνατο.
Άρα το βαθύτερο, επομένως και το σημαντικότερο, επίπεδο πάνω στο οποίο παίζεται το μέλλον της Ελλάδας, είναι το μυαλό του ΜΕΣΟΥ ΕΛΛΗΝΑ, ανεξαρτήτως κομματικής τοποθετήσεως, κοινωνικής θέσεως και εκπαιδεύσεως.
Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει να λέγεται:
- αν στον τόπο αυτό έμενε άλλος λαός, η Ελλάδα θα ήταν παράδεισος
- ο λαός μας πάσχει από έλλειμμα παιδείας
- δεν έχουμε πρότυπα
- η Ελλάδα δεν πρόκειται να αλλάξει, διότι δεν αλλάζουν οι Έλληνες.
Άρα πρέπει να αλλάξει άρδην το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Όμως εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα φαύλο κύκλο: για να αλλάξει ποιοτικά το εκπαιδευτικό μας σύστημα, πρέπει να ανέβει κατακόρυφα το επίπεδο των πολιτικών μας και για να γίνει αυτό, πρέπει ο λαός μας να ζήσει μια πνευματική, κοινωνική και πολιτική μετάλλαξη.
Προσωπικά εκκινώ από την χειρότερη εκδοχή:
Ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα είναι «κλειδωμένο». Δηλ. τόσο οι εξωτερικές δυνάμεις που διαφεντεύουν τον τόπο μας, όσο και το μεταπραττικό πολιτικό μας σύστημα διαμορφώνουν το εκπαιδευτικό μας σύστημα κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μην υπάρξει ποτέ η δυνατότητα να ξυπνήσει ο λαός μας…
Τι κάνουμε τότε;
Διαμορφώνουμε μια τριπλή στρατηγική:
- Διαχωρίζουμε το συνολικό πρόβλημα της χώρας μας σε τρία επίπεδα: το επίπεδο της κυβερνητικής ευθύνης, το μακροπρόθεσμο επίπεδο του εκπαιδευτικού συστήματος και το επίπεδο της λαϊκής ευθύνης και πρωτοβουλίας.
- Αφήνουμε πίσω μας τις πολιτικές ευθύνες και την όποια κατάσταση του εκπαιδευτικού μας συστήματος και προχωρούμε σε ένα πρόγραμμα γενικής λαϊκής επιμορφώσεως, το οποίο θα είναι αυτοδύναμο και δεν θα ελέγχεται από τα κόμματα.
Υπάρχει ένα ιστορικό παράδειγμα, όπου επιχειρήθηκε να αλλάξει η νοοτροπία ενός ολόκληρου λαού σε σύντομο χρονικό διάστημα, παράλληλα και ανεξάρτητα από το εκπαιδευτικό σύστημα.
Πρόκειται για το σχέδιο αποναζιστικοποιήσεως και εκδημοκρατισμού των Γερμανών με πρωτοβουλία των Αμερικανών στις ζώνες της Δυτ. Γερμανίας,
Στην πρώτη φάση του σχεδίου ενισχύθηκαν οι ιδεολογικοί πυλώνες του νέου καθεστώτος: τα δύο μεγάλα πολιτικά κόμματα, οι Εκκλησίες, οι Δήμοι και τα Συνδικάτα.
Στην δεύτερη φάση βοηθήθηκαν αυτοί οι πυλώνες να λειτουργήσουν εστίες λαϊκής επιμορφώσεως. Έτσι γέμισε η Δυτ. Γερμανία από μικρές και μεγάλες ακαδημίες απ’ όπου πέρασε και περνά μεγάλο μέρος του πληθυσμού, για να διδαχθεί πως λειτουργεί η δημοκρατία και οι θεσμοί της, καθώς και για να μάθει να προβληματίζεται και να συζητεί τα θέματα που απασχολούν τον άνθρωπο από την πολιτική και την οικονομία μέχρι την θεολογία, την φιλοσοφία, την φύση, την κοινωνική ζωή, την οικογένεια, την εκπαίδευση, την ψυχολογία και τα κοινωνικά προβλήματα.
Έτσι το καθεστώς της Δυτ. Γερμανίας στηρίχθηκε πάνω σε μια στέρεη κοινωνία, η οποία με την σειρά της θεμελιώθηκε πάνω σε επεξεργασμένες και εμπεδωμένες ιδεολογικές και γνωστικές θέσεις.
Δυστυχώς στην Ελλάδα οι αγωνιστές της εθνικής ανεξαρτησίας είναι καταδικασμένοι να αγωνίζονται χωρίς να έχουν πρόσβαση στο εκπαιδευτικό μας σύστημα και έχοντας ως αντίπαλο το πολιτικό σύστημα και γενικά τις δυνάμεις της εξουσίας, στην προσπάθεια να ενημερώσουν, να αφυπνίσουν και να βοηθήσουν τον λαό να αυτο-οργανωθεί.
Θα είναι ένας δύσκολος και άχαρος αγώνας, διότι ουδείς μπορεί να εγγυηθεί το πότε θα επιτευχθούν οι στόχοι του. Μπορεί να χρειασθούν και 50 χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι ο αγώνας αυτός θα πρέπει να οργανωθεί τόσο καλά, ώστε να έχει συνέχεια και διάρκεια.
Θα πρέπει να αποφύγουμε το ψευδοδίλημμα του αν προέχει το μέτωπο του παρόντος ή το μέτωπο του μέλλοντος. Ο αγώνας αυτός είναι από τη φύση του διπλός. Το κομβικό σημείο του αγώνα είναι να αποκτήσει ο λαός μας ΟΡΑΜΑ. Το όραμα λειτουργεί και για το μέλλον και για το παρόν. Το όραμα γεννά την ελπίδα, η ελπίδα την αποφασιστικότητα και η αποφασιστικότητα την ομοψυχία και την αγωνιστικότητα του λαού.
Ας το πούμε ξεκάθαρα: για να έλθει η εθνική ανεξαρτησία, πρέπει πρώτα να επιτευχθεί η ιδεολογική και ψυχολογική ανεξαρτησία του λαού από την εξουσία.
Παράλληλα η προσπάθεια αυτή θα αποδίδει και στο παρόν. Η πίεση εκ των κάτω προς το πολιτικό σύστημα συνεχώς θα αυξάνει, όσο η εξουσία δεν θα μπορεί να θεωρεί τον λαό ως δεδομένο και να τον αντιμετωπίζει, όπως οι αποικιοκράτες τους ιθαγενείς.
Το ΚΑΠ έχει τις προδιαγραφές να αποτελέσει την πρωτοπορία αυτής της διαχρονικής εκστρατείας.