Πρίν διαβάσετε το κείμενο που είναι καθαρά μια προπαγάνδα υπερ των τραπεζών και του ξεπουλήματος,να σας πούμε οτι και ο Eυθύμιος Χριστοδούλου είναι της λέσχης.Ποιάς λέσχης; Μα της Bilderberg φυσικά...
«Στο σημερινό μεταβαλλόμενο περιβάλλον, η δική μας υποχρέωση, η τελευταία μας ευκαιρία, είναι να επικεντρωθούμε στο να πάψουμε να είμαστε παράδειγμα προς αποφυγή για τους άλλους Ευρωπαίους και να αποκαταστήσουμε την αξιοπιστία μας σε διεθνές επίπεδο, ως ισότιμοι συνομιλητές που επιδιώκουν μια συνολική λύση στην ευρωπαϊκή κρίση και όχι ως η έκφραση ενός προβλήματος. Αυτό τόνισε μεταξύ άλλων ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Τράπεζας Eurobank Ergasias κ. Ευθύμιος Χριστοδούλου μιλώντας στην Ετήσια Γενική Συνέλευση των μετόχων.
Ο κ. Χριστοδούλου αναφερόμενος στο σχηματισμό της νέας κυβέρνησης επεσήμανε πως «αναλαμβάνει το δυσκολότερο ίσως έργο της μεταπολεμικής περιόδου στη χώρα μας: να αντιμετωπίσει με επιτυχία τα μείζονα προβλήματα της χειμαζόμενης ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας και να προωθήσει τις μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές που αποτελούν αναγκαία προϋπόθεση για την έξοδο από την κρίση. Αλλαγές, οι οποίες πρέπει να δρομολογηθούν άμεσα και αποφασιστικά, διότι δεν έχουμε πλέον περίοδο χάριτος ούτε και περιθώρια για παλινωδίες και καθυστερήσεις. Η εκφρασμένη πλέον βούληση της ελληνικής κοινωνίας να διαφυλάξει τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της Χώρας, αποτελεί βασικό στοιχείο και σημαντικότατο πλεονέκτημα για οποιαδήποτε απόφαση πολιτικής».
«Τη στιγμή λοιπόν» συνέχισε ο πρόεδρος της Eurobank «που στην Ευρώπη διαμορφώνονται όλες αυτές οι νέες τάσεις, η Ελλάδα καλείται να ολοκληρώσει την προσαρμογή της οικονομίας της, όπως έχει δεσμευθεί άλλωστε στο πλαίσιο του Μνημονίου.
Είναι ωστόσο γεγονός, ότι στην Ελλάδα, το Μνημόνιο αντί να αποτελέσει αντικείμενο ψυχρής και σωστής αντιμετωπίσεως, έγινε σε μεγάλο βαθμό, αντικείμενο συναισθηματικής αντιδράσεως, χωρίς ποτέ να γίνει μέχρι σήμερα, ο αναγκαίος διαχωρισμός του δημοσιονομικού από το θεσμικό σκέλος. Βέβαια, μια επίμονη, μονομερής και ανελαστική εφαρμογή του μνημονίου μπορεί να οδηγήσει τελικά σε ένα «φαύλο οικονομικό κύκλο», στο «αρνητικό σπιράλ» σύμφωνα με τη γλώσσα των οικονομολόγων. Γι’ αυτό και η ρεαλιστική λύση σήμερα είναι η λύση της αναδιαπράγματευσης των αρχών του Μνημονίου, στη βάση διαμόρφωσης ενός πιο ανεκτού κοινωνικά προγράμματος, εφαρμόσιμου στην πράξη το οποίο να δημιουργεί προοπτική ενίσχυσης της πραγματικής οικονομίας».
Από την πλευρά του ο Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank κ. Νικόλαος Νανόπουλος τόνισε πως: «Το σημείο καμπής που μπορεί να αντιστρέψει την αρνητική δυναμική στην οποία έχει εμπλακεί η χώρα μας, είναι η διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος δημοσιονομικής σταθερότητας και η δέσμευση σε ένα πλαίσιο μεταρρυθμιστικής πολιτικής, σε συμφωνία με τους Ευρωπαίους εταίρους μας». Η αντιμετώπιση της κρίσης σύμφωνα με τον κ. Νανόπουλο «απαιτεί άμεσα, συνεπή συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής, σε συνδυασμό με ένα νέο αναπτυξιακό πρόγραμμα μακράς πνοής για την ανάταξη της οικονομίας, με βάση δύο άξονες. Αφενός, τις μεγάλες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις -συμπεριλαμβανομένης και της ορθολογικής ανακεφαλαιοποίησης του τραπεζικού συστήματος. Αφετέρου, την αλλαγή του οικονομικού μοντέλου της χώρας, με την ενίσχυση της εξωστρέφειας και την ανάδειξη της υγιούς ιδιωτικής επιχειρηματικότητας και της καινοτομίας σε μοχλό επανεκκίνησης της οικονομίας.
Ειδικότερα σε ότι αφορά στο θέμα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank ανέφερε πως: «Ένα από τα κρίσιμα στρατηγικά θέματα είναι ασφαλώς η διασφάλιση του ιδιωτικού χαρακτήρα των τραπεζών στο πλαίσιο της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω της διαμόρφωσης ενός κατάλληλου πλαισίου για την προσέλκυση και συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων. Η συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων στο πρόγραμμα ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών είναι μεγάλης σημασίας, καθώς θα περιορίσει τα απαιτούμενα κεφάλαια και επομένως, το ύψος της επίσημης βοήθειας, με προφανή οφέλη για τον Έλληνα φορολογούμενο.
Από την άλλη πλευρά, η διατήρηση του ιδιωτικού χαρακτήρα των ελληνικών τραπεζών θα αποτελέσει εχέγγυο μεγαλύτερης διαφάνειας, χωρίς εξωγενείς παρεμβάσεις και πελατειακές νοοτροπίες, ενισχύοντας έτσι τον αναπτυξιακό ρόλο του τραπεζικού συστήματος».
Αναφερόμενος στις επιπτώσεις της δημοσιονομικής κρίσης για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα ο κ. Νανόπουλος επεσήμανε: «Στην Ελλάδα η κρίση είναι αποτέλεσμα των μεγάλων δημοσιονομικών ελλειμμάτων που συσσωρεύτηκαν τα τελευταία χρόνια και κατέστησαν μη βιώσιμα, διογκώνοντας σημαντικά το συνολικό δημόσιο χρέος. Γι’ αυτό και χρειάστηκε η χώρα μας να προσφύγει στη διαδικασία του PSI, στο οποίο οι εγχώριες τράπεζες συμμετείχαν εθελοντικά με ομόλογα και ομολογιακά δάνεια ύψους €50 δισ. περίπου. Η συμμετοχή αυτή, που αντιστοιχεί στο 25% της συνολικής περιμέτρου του προγράμματος, ήταν επιβεβλημένη από τις συνθήκες, και συνέβαλε καθοριστικά στην επιτυχία του εγχειρήματος. Η εθελοντική συμμετοχή των ελληνικών τραπεζών στο PSI έπληξε καίρια την κεφαλαιακή τους βάση, οδηγώντας σε εκτιμώμενες ζημίες προ φόρων ύψους €37 δισ., και υποχρεώνοντάς τες σε διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης, με τη στήριξη του Τ.Χ.Σ. Δυστυχώς για τη χώρα μας, ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός συνοδεύτηκε από κρίση εμπιστοσύνης και ρευστότητας, που κορυφώθηκε με τη δραματική μείωση των καταθέσεων. Για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος, το Ευρωσύστημα και το Δημόσιο ανέλαβαν μια σειρά πρωτοβουλιών. Το συνολικό ύψος των συνδυασμένων μέτρων που ελήφθησαν ανέρχεται σήμερα σε περίπου €145 δισ.
Το ποσό αυτό αφορά κατά 90% εγγυήσεις του Δημοσίου, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για την άντληση ρευστότητας από το Ευρωσύστημα, συνολικού ύψους €125 δισ. περίπου». Όπως είπε, «η παροχή των εγγυήσεων αυτών δεν απαιτεί την καταβολή «πραγματικού χρήματος» από το Δημόσιο προς τις τράπεζες, η οποία θα επιβάρυνε τον προϋπολογισμό και, συνεπώς, τους Έλληνες φορολογούμενους. Αντίθετα, έναντι της στήριξης αυτής, οι ελληνικές τράπεζες εκτιμάται ότι καταβάλλουν στο Δημόσιο προμήθειες πάνω από €1 δισ. ετησίως. Η σημαντική αυτή ένεση ρευστότητας ήταν αναγκαία για τη διασφάλιση των αποταμιεύσεων των πολιτών στις τράπεζες, αλλά και για να αποφευχθεί μια δραστική μείωση των δανείων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, που θα ήταν απαραίτητη για να καλυφθεί η απώλεια των καταθέσεων».
Εστιάζοντας στη συνέχεια στην στρατηγική της Eurobank στο πλαίσιο της κρίσης, ο κ. Νανόπουλος είπε: «Διαβλέποντας, τα προβλήματα και τις επιπτώσεις της βαθιάς ύφεσης και του PSI, η Τράπεζά μας αντέδρασε εγκαίρως υλοποιώντας ήδη με επιτυχία, μια πολύπλευρη στρατηγική οργανικής ενίσχυσης των κεφαλαίων της αλλά και της ρευστότητάς της, χωρίς δηλαδή να προσφύγει στους μετόχους της για άντληση κεφαλαίων. Συγκεκριμένα, το πρώτο τρίμηνο του 2012, προχωρήσαμε σε επαναγορά υβριδικών τίτλων και τίτλων μειωμένης εξασφάλισης, με θετική επίπτωση στα κεφάλαιά μας κατά €250 εκ. (ήτοι 60 μ.β.), ενώ παράλληλες ενέργειες διαχείρισης ενεργητικού και παθητικού βελτίωσαν περαιτέρω τα κεφάλαιά μας κατά €100 εκ. το δεύτερο τρίμηνο του 2012. Τον Απρίλιο του 2012, ολοκληρώσαμε την πώληση της θυγατρικής μας στην Πολωνία.
Η θετική επίπτωση στα κεφάλαιά μας από την εξαιρετικά επιτυχημένη πώληση της Polbank, ανέρχεται σε €450 εκ., (ή 100 μ.β.), ενώ παράλληλα ενισχύεται η ρευστότητά μας κατά €2,9 δισ. Επίσης, δρομολογήσαμε την πώληση της Eurobank Tekfen, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί το Γ’ τρίμηνο του 2012, ενισχύοντας περαιτέρω τα κεφάλαιά μας κατά €300 εκ. περίπου (ήτοι 60 μ.β.) Συνολικά, οι οργανικές αυτές ενέργειες ισοδυναμούν με ενίσχυση των Βασικών Κυρίων Κεφαλαίων (Core Tier I) κατά €1,1 δισ. (ή κατά 245 μ.β.). Στη σημερινή συγκυρία, η κεφαλαιακή ενίσχυση από την ολοκλήρωση των συναλλαγών αυτών έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς μειώνει ισόποσα τις κεφαλαιακές ανάγκες της Τράπεζας ενόψει της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης. Μετά την ολοκλήρωση των στρατηγικών κινήσεων που προανέφερα, η ρευστότητά μας θα βελτιωθεί κατά περίπου €3,7 δισ..
Σε ότι αφορά ειδικότερα στις επιπτώσεις του PSI στην κεφαλαιακή διάρθρωση της Eurobank όπως διευκρίνισε ο κ. Νανόπουλος ο Δείκτης Βασικών Ιδίων Κεφαλαίων (Core Tier I), χωρίς το PSI θα είχε διαμορφωθεί στο 9,8% στο τέλος του 2011, δηλαδή αρκετά πάνω από το 9% που απαιτεί η Τράπεζα της Ελλάδος.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας στην προσπάθεια συγκράτησης του κόστους. Όπως είπε: «Ξεπερνώντας τους αρχικούς μας στόχους, η μείωση των λειτουργικών δαπανών έφθασε το 2011 το 6,4% για τον Όμιλο και το 8,8% για την Ελλάδα. Περαιτέρω, στο πρώτο τρίμηνο του 2012, οι συνολικές δαπάνες υποχώρησαν κατά 4,6% σε ετήσια βάση. Για το 2012, έχουν ήδη δρομολογηθεί σημαντικές πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση αυτή με στόχο να προσεγγίσουμε διψήφιο ποσοστό μείωσης. Η συνολική μείωση των δαπανών στην τετραετία της κρίσης 2008-2012 υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσει σημαντικά το 20%, και θα ανέλθει γύρω στα €300 εκ. για την τετραετία, στο τέλος του 2012».
Τέλος, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας αναφέρθηκε στις προτεραιότητες του Ομίλου για το τρέχον έτος επισημαίνοντας ότι παραμένουν προσαρμοσμένες στις ανάγκες και τις προκλήσεις που δημιουργεί. Όπως είπε η προσπάθεια παραμένει εστιασμένη:
*Στην περαιτέρω ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης της Τράπεζας, με οργανικά μέσα που δεν έχουν ακόμη αξιοποιηθεί, και στον περιορισμό των κεφαλαιακών αναγκών, ενόψει και της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης.
* Στην προσπάθεια διασφάλισης του ιδιωτικού χαρακτήρα της Τράπεζας.
* Στη διασφάλιση επαρκούς ρευστότητας, με τη μείωση της εξάρτησης από την ΕΚΤ και την αξιοποίηση εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης, καθώς επίσης και την περαιτέρω ενίσχυση της αυτόνομης χρηματοδότησης των θυγατρικών του εξωτερικού.
* Στην αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων
* Στη στοχευμένη ανάπτυξη των εργασιών των θυγατρικών του εξωτερικού
* Στην περαιτέρω μείωση του λειτουργικού κόστους. Επιδίωξη για το 2012, είναι, να επιτευχθεί διψήφιο ποσοστό μείωσης.
* Στη συνέχιση της πολιτικής ανάπτυξης των δεξιοτήτων του προσωπικού, και της διατήρησης του θετικού πνεύματος και της μαχητικότητάς του.
* Στη σταθερή στήριξη των πελατών
* Στην ενεργό και αποτελεσματική συμβολή στην προσπάθεια της χώρας να εξέλθει από την κρίση, και να επανέλθει σε αναπτυξιακή τροχιά.
Καταλήγοντας ο κ. Νανόπουλος τόνισε: «Πιστεύουμε ακράδαντα, ότι η ελληνική οικονομία, μπορεί να απεμπλακεί οριστικά από το δραματικό υφεσιακό κύκλο των ανατροφοδοτούμενων ελλειμμάτων και του χρέους, να γίνει παραγωγική και ανταγωνιστική, να ανακτήσει την εμπιστοσύνη που έχει χαθεί, και να εισέλθει σε ένα νέο ενάρετο κύκλο βιώσιμης ανάπτυξης, απασχόλησης και ευημερίας. Σ’ αυτήν την προσπάθεια, ο τραπεζικός μας Όμιλος παραμένει ενεργά παρών. Είμαστε ικανοί και αποφασισμένοι να αναλάβουμε την ευθύνη που μας αναλογεί, και διαμορφώνουμε τη στρατηγική και τις επιλογές μας, σε απόλυτη συνάρτηση με αυτό που πιστεύουμε πως είναι το συμφέρον και το μέλλον της οικονομίας και της χώρας».
Η Γενική Συνέλευση των Μετόχων σε απαρτία και κατά πλειοψηφία ενέκρινε όλα τα θέματα ημερησίας διάταξης. Συγκεκριμένα, ενέκρινε τις Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις χρήσεως 2011 και τις Εκθέσεις του Διοικητικού Συμβουλίου καθώς και την τροποποίηση του άρθρου 1 του Καταστατικού της Τράπεζας περί επωνυμίας. Η επωνυμία της Τράπεζας στο εξής θα είναι Τράπεζα Eurobank Ergasias AE και στην αγγλική γλώσσα Eurobank Ergasias. Επίσης, η συνέλευση έλαβε γνώση για τον ορισμό του εκπροσώπου του Ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ), κ. Χρήστου Γκλαβάνη, ως πρόσθετου μέλους του Δ.Σ., σύμφωνα με το ν. 3864/2010 και ενημερώθηκε ότι κατόπιν αιτήματος του ΕΤΧΣ, ο κ. Γκλαβάνης ορίστηκε μέλος της Επιτροπής Κινδύνων, της Εποπτικής Επιτροπής Αποδοχών, της Επιτροπής Ανωτάτων Στελεχών και της Επιτροπής Ελέγχου της Τράπεζας, με την από 26/6/2012 απόφαση του Δ.Σ. της Τράπεζας με την οποία συμφώνησαν άπαντες οι παρευρισκόμενοι μέτοχοι.
«Στο σημερινό μεταβαλλόμενο περιβάλλον, η δική μας υποχρέωση, η τελευταία μας ευκαιρία, είναι να επικεντρωθούμε στο να πάψουμε να είμαστε παράδειγμα προς αποφυγή για τους άλλους Ευρωπαίους και να αποκαταστήσουμε την αξιοπιστία μας σε διεθνές επίπεδο, ως ισότιμοι συνομιλητές που επιδιώκουν μια συνολική λύση στην ευρωπαϊκή κρίση και όχι ως η έκφραση ενός προβλήματος. Αυτό τόνισε μεταξύ άλλων ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Τράπεζας Eurobank Ergasias κ. Ευθύμιος Χριστοδούλου μιλώντας στην Ετήσια Γενική Συνέλευση των μετόχων.
Ο κ. Χριστοδούλου αναφερόμενος στο σχηματισμό της νέας κυβέρνησης επεσήμανε πως «αναλαμβάνει το δυσκολότερο ίσως έργο της μεταπολεμικής περιόδου στη χώρα μας: να αντιμετωπίσει με επιτυχία τα μείζονα προβλήματα της χειμαζόμενης ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας και να προωθήσει τις μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές που αποτελούν αναγκαία προϋπόθεση για την έξοδο από την κρίση. Αλλαγές, οι οποίες πρέπει να δρομολογηθούν άμεσα και αποφασιστικά, διότι δεν έχουμε πλέον περίοδο χάριτος ούτε και περιθώρια για παλινωδίες και καθυστερήσεις. Η εκφρασμένη πλέον βούληση της ελληνικής κοινωνίας να διαφυλάξει τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της Χώρας, αποτελεί βασικό στοιχείο και σημαντικότατο πλεονέκτημα για οποιαδήποτε απόφαση πολιτικής».
«Τη στιγμή λοιπόν» συνέχισε ο πρόεδρος της Eurobank «που στην Ευρώπη διαμορφώνονται όλες αυτές οι νέες τάσεις, η Ελλάδα καλείται να ολοκληρώσει την προσαρμογή της οικονομίας της, όπως έχει δεσμευθεί άλλωστε στο πλαίσιο του Μνημονίου.
Είναι ωστόσο γεγονός, ότι στην Ελλάδα, το Μνημόνιο αντί να αποτελέσει αντικείμενο ψυχρής και σωστής αντιμετωπίσεως, έγινε σε μεγάλο βαθμό, αντικείμενο συναισθηματικής αντιδράσεως, χωρίς ποτέ να γίνει μέχρι σήμερα, ο αναγκαίος διαχωρισμός του δημοσιονομικού από το θεσμικό σκέλος. Βέβαια, μια επίμονη, μονομερής και ανελαστική εφαρμογή του μνημονίου μπορεί να οδηγήσει τελικά σε ένα «φαύλο οικονομικό κύκλο», στο «αρνητικό σπιράλ» σύμφωνα με τη γλώσσα των οικονομολόγων. Γι’ αυτό και η ρεαλιστική λύση σήμερα είναι η λύση της αναδιαπράγματευσης των αρχών του Μνημονίου, στη βάση διαμόρφωσης ενός πιο ανεκτού κοινωνικά προγράμματος, εφαρμόσιμου στην πράξη το οποίο να δημιουργεί προοπτική ενίσχυσης της πραγματικής οικονομίας».
Από την πλευρά του ο Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank κ. Νικόλαος Νανόπουλος τόνισε πως: «Το σημείο καμπής που μπορεί να αντιστρέψει την αρνητική δυναμική στην οποία έχει εμπλακεί η χώρα μας, είναι η διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος δημοσιονομικής σταθερότητας και η δέσμευση σε ένα πλαίσιο μεταρρυθμιστικής πολιτικής, σε συμφωνία με τους Ευρωπαίους εταίρους μας». Η αντιμετώπιση της κρίσης σύμφωνα με τον κ. Νανόπουλο «απαιτεί άμεσα, συνεπή συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής, σε συνδυασμό με ένα νέο αναπτυξιακό πρόγραμμα μακράς πνοής για την ανάταξη της οικονομίας, με βάση δύο άξονες. Αφενός, τις μεγάλες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις -συμπεριλαμβανομένης και της ορθολογικής ανακεφαλαιοποίησης του τραπεζικού συστήματος. Αφετέρου, την αλλαγή του οικονομικού μοντέλου της χώρας, με την ενίσχυση της εξωστρέφειας και την ανάδειξη της υγιούς ιδιωτικής επιχειρηματικότητας και της καινοτομίας σε μοχλό επανεκκίνησης της οικονομίας.
Ειδικότερα σε ότι αφορά στο θέμα της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank ανέφερε πως: «Ένα από τα κρίσιμα στρατηγικά θέματα είναι ασφαλώς η διασφάλιση του ιδιωτικού χαρακτήρα των τραπεζών στο πλαίσιο της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω της διαμόρφωσης ενός κατάλληλου πλαισίου για την προσέλκυση και συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων. Η συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων στο πρόγραμμα ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών είναι μεγάλης σημασίας, καθώς θα περιορίσει τα απαιτούμενα κεφάλαια και επομένως, το ύψος της επίσημης βοήθειας, με προφανή οφέλη για τον Έλληνα φορολογούμενο.
Από την άλλη πλευρά, η διατήρηση του ιδιωτικού χαρακτήρα των ελληνικών τραπεζών θα αποτελέσει εχέγγυο μεγαλύτερης διαφάνειας, χωρίς εξωγενείς παρεμβάσεις και πελατειακές νοοτροπίες, ενισχύοντας έτσι τον αναπτυξιακό ρόλο του τραπεζικού συστήματος».
Αναφερόμενος στις επιπτώσεις της δημοσιονομικής κρίσης για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα ο κ. Νανόπουλος επεσήμανε: «Στην Ελλάδα η κρίση είναι αποτέλεσμα των μεγάλων δημοσιονομικών ελλειμμάτων που συσσωρεύτηκαν τα τελευταία χρόνια και κατέστησαν μη βιώσιμα, διογκώνοντας σημαντικά το συνολικό δημόσιο χρέος. Γι’ αυτό και χρειάστηκε η χώρα μας να προσφύγει στη διαδικασία του PSI, στο οποίο οι εγχώριες τράπεζες συμμετείχαν εθελοντικά με ομόλογα και ομολογιακά δάνεια ύψους €50 δισ. περίπου. Η συμμετοχή αυτή, που αντιστοιχεί στο 25% της συνολικής περιμέτρου του προγράμματος, ήταν επιβεβλημένη από τις συνθήκες, και συνέβαλε καθοριστικά στην επιτυχία του εγχειρήματος. Η εθελοντική συμμετοχή των ελληνικών τραπεζών στο PSI έπληξε καίρια την κεφαλαιακή τους βάση, οδηγώντας σε εκτιμώμενες ζημίες προ φόρων ύψους €37 δισ., και υποχρεώνοντάς τες σε διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης, με τη στήριξη του Τ.Χ.Σ. Δυστυχώς για τη χώρα μας, ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός συνοδεύτηκε από κρίση εμπιστοσύνης και ρευστότητας, που κορυφώθηκε με τη δραματική μείωση των καταθέσεων. Για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος, το Ευρωσύστημα και το Δημόσιο ανέλαβαν μια σειρά πρωτοβουλιών. Το συνολικό ύψος των συνδυασμένων μέτρων που ελήφθησαν ανέρχεται σήμερα σε περίπου €145 δισ.
Το ποσό αυτό αφορά κατά 90% εγγυήσεις του Δημοσίου, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για την άντληση ρευστότητας από το Ευρωσύστημα, συνολικού ύψους €125 δισ. περίπου». Όπως είπε, «η παροχή των εγγυήσεων αυτών δεν απαιτεί την καταβολή «πραγματικού χρήματος» από το Δημόσιο προς τις τράπεζες, η οποία θα επιβάρυνε τον προϋπολογισμό και, συνεπώς, τους Έλληνες φορολογούμενους. Αντίθετα, έναντι της στήριξης αυτής, οι ελληνικές τράπεζες εκτιμάται ότι καταβάλλουν στο Δημόσιο προμήθειες πάνω από €1 δισ. ετησίως. Η σημαντική αυτή ένεση ρευστότητας ήταν αναγκαία για τη διασφάλιση των αποταμιεύσεων των πολιτών στις τράπεζες, αλλά και για να αποφευχθεί μια δραστική μείωση των δανείων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, που θα ήταν απαραίτητη για να καλυφθεί η απώλεια των καταθέσεων».
Εστιάζοντας στη συνέχεια στην στρατηγική της Eurobank στο πλαίσιο της κρίσης, ο κ. Νανόπουλος είπε: «Διαβλέποντας, τα προβλήματα και τις επιπτώσεις της βαθιάς ύφεσης και του PSI, η Τράπεζά μας αντέδρασε εγκαίρως υλοποιώντας ήδη με επιτυχία, μια πολύπλευρη στρατηγική οργανικής ενίσχυσης των κεφαλαίων της αλλά και της ρευστότητάς της, χωρίς δηλαδή να προσφύγει στους μετόχους της για άντληση κεφαλαίων. Συγκεκριμένα, το πρώτο τρίμηνο του 2012, προχωρήσαμε σε επαναγορά υβριδικών τίτλων και τίτλων μειωμένης εξασφάλισης, με θετική επίπτωση στα κεφάλαιά μας κατά €250 εκ. (ήτοι 60 μ.β.), ενώ παράλληλες ενέργειες διαχείρισης ενεργητικού και παθητικού βελτίωσαν περαιτέρω τα κεφάλαιά μας κατά €100 εκ. το δεύτερο τρίμηνο του 2012. Τον Απρίλιο του 2012, ολοκληρώσαμε την πώληση της θυγατρικής μας στην Πολωνία.
Η θετική επίπτωση στα κεφάλαιά μας από την εξαιρετικά επιτυχημένη πώληση της Polbank, ανέρχεται σε €450 εκ., (ή 100 μ.β.), ενώ παράλληλα ενισχύεται η ρευστότητά μας κατά €2,9 δισ. Επίσης, δρομολογήσαμε την πώληση της Eurobank Tekfen, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί το Γ’ τρίμηνο του 2012, ενισχύοντας περαιτέρω τα κεφάλαιά μας κατά €300 εκ. περίπου (ήτοι 60 μ.β.) Συνολικά, οι οργανικές αυτές ενέργειες ισοδυναμούν με ενίσχυση των Βασικών Κυρίων Κεφαλαίων (Core Tier I) κατά €1,1 δισ. (ή κατά 245 μ.β.). Στη σημερινή συγκυρία, η κεφαλαιακή ενίσχυση από την ολοκλήρωση των συναλλαγών αυτών έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς μειώνει ισόποσα τις κεφαλαιακές ανάγκες της Τράπεζας ενόψει της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης. Μετά την ολοκλήρωση των στρατηγικών κινήσεων που προανέφερα, η ρευστότητά μας θα βελτιωθεί κατά περίπου €3,7 δισ..
Σε ότι αφορά ειδικότερα στις επιπτώσεις του PSI στην κεφαλαιακή διάρθρωση της Eurobank όπως διευκρίνισε ο κ. Νανόπουλος ο Δείκτης Βασικών Ιδίων Κεφαλαίων (Core Tier I), χωρίς το PSI θα είχε διαμορφωθεί στο 9,8% στο τέλος του 2011, δηλαδή αρκετά πάνω από το 9% που απαιτεί η Τράπεζα της Ελλάδος.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας στην προσπάθεια συγκράτησης του κόστους. Όπως είπε: «Ξεπερνώντας τους αρχικούς μας στόχους, η μείωση των λειτουργικών δαπανών έφθασε το 2011 το 6,4% για τον Όμιλο και το 8,8% για την Ελλάδα. Περαιτέρω, στο πρώτο τρίμηνο του 2012, οι συνολικές δαπάνες υποχώρησαν κατά 4,6% σε ετήσια βάση. Για το 2012, έχουν ήδη δρομολογηθεί σημαντικές πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση αυτή με στόχο να προσεγγίσουμε διψήφιο ποσοστό μείωσης. Η συνολική μείωση των δαπανών στην τετραετία της κρίσης 2008-2012 υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσει σημαντικά το 20%, και θα ανέλθει γύρω στα €300 εκ. για την τετραετία, στο τέλος του 2012».
Τέλος, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας αναφέρθηκε στις προτεραιότητες του Ομίλου για το τρέχον έτος επισημαίνοντας ότι παραμένουν προσαρμοσμένες στις ανάγκες και τις προκλήσεις που δημιουργεί. Όπως είπε η προσπάθεια παραμένει εστιασμένη:
*Στην περαιτέρω ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης της Τράπεζας, με οργανικά μέσα που δεν έχουν ακόμη αξιοποιηθεί, και στον περιορισμό των κεφαλαιακών αναγκών, ενόψει και της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης.
* Στην προσπάθεια διασφάλισης του ιδιωτικού χαρακτήρα της Τράπεζας.
* Στη διασφάλιση επαρκούς ρευστότητας, με τη μείωση της εξάρτησης από την ΕΚΤ και την αξιοποίηση εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης, καθώς επίσης και την περαιτέρω ενίσχυση της αυτόνομης χρηματοδότησης των θυγατρικών του εξωτερικού.
* Στην αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων
* Στη στοχευμένη ανάπτυξη των εργασιών των θυγατρικών του εξωτερικού
* Στην περαιτέρω μείωση του λειτουργικού κόστους. Επιδίωξη για το 2012, είναι, να επιτευχθεί διψήφιο ποσοστό μείωσης.
* Στη συνέχιση της πολιτικής ανάπτυξης των δεξιοτήτων του προσωπικού, και της διατήρησης του θετικού πνεύματος και της μαχητικότητάς του.
* Στη σταθερή στήριξη των πελατών
* Στην ενεργό και αποτελεσματική συμβολή στην προσπάθεια της χώρας να εξέλθει από την κρίση, και να επανέλθει σε αναπτυξιακή τροχιά.
Καταλήγοντας ο κ. Νανόπουλος τόνισε: «Πιστεύουμε ακράδαντα, ότι η ελληνική οικονομία, μπορεί να απεμπλακεί οριστικά από το δραματικό υφεσιακό κύκλο των ανατροφοδοτούμενων ελλειμμάτων και του χρέους, να γίνει παραγωγική και ανταγωνιστική, να ανακτήσει την εμπιστοσύνη που έχει χαθεί, και να εισέλθει σε ένα νέο ενάρετο κύκλο βιώσιμης ανάπτυξης, απασχόλησης και ευημερίας. Σ’ αυτήν την προσπάθεια, ο τραπεζικός μας Όμιλος παραμένει ενεργά παρών. Είμαστε ικανοί και αποφασισμένοι να αναλάβουμε την ευθύνη που μας αναλογεί, και διαμορφώνουμε τη στρατηγική και τις επιλογές μας, σε απόλυτη συνάρτηση με αυτό που πιστεύουμε πως είναι το συμφέρον και το μέλλον της οικονομίας και της χώρας».
Η Γενική Συνέλευση των Μετόχων σε απαρτία και κατά πλειοψηφία ενέκρινε όλα τα θέματα ημερησίας διάταξης. Συγκεκριμένα, ενέκρινε τις Ετήσιες Οικονομικές Καταστάσεις χρήσεως 2011 και τις Εκθέσεις του Διοικητικού Συμβουλίου καθώς και την τροποποίηση του άρθρου 1 του Καταστατικού της Τράπεζας περί επωνυμίας. Η επωνυμία της Τράπεζας στο εξής θα είναι Τράπεζα Eurobank Ergasias AE και στην αγγλική γλώσσα Eurobank Ergasias. Επίσης, η συνέλευση έλαβε γνώση για τον ορισμό του εκπροσώπου του Ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ), κ. Χρήστου Γκλαβάνη, ως πρόσθετου μέλους του Δ.Σ., σύμφωνα με το ν. 3864/2010 και ενημερώθηκε ότι κατόπιν αιτήματος του ΕΤΧΣ, ο κ. Γκλαβάνης ορίστηκε μέλος της Επιτροπής Κινδύνων, της Εποπτικής Επιτροπής Αποδοχών, της Επιτροπής Ανωτάτων Στελεχών και της Επιτροπής Ελέγχου της Τράπεζας, με την από 26/6/2012 απόφαση του Δ.Σ. της Τράπεζας με την οποία συμφώνησαν άπαντες οι παρευρισκόμενοι μέτοχοι.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου