Η αρχαία Ελληνική αρχιτεκτονική των ναών.
Στις παλιότερες περιόδους της ελληνική ιστορίας (π.χ. στη μινωική ) δεν υπήρχαν ξεχωριστοί ναοί και η λατρεία των θεών γινόταν στα ιερά που βρίσκονταν ή μέσα στα ανάκτορα ή στις επαύλεις. Μετά τα γεωμετρικά χρόνια και.... αφού οι Έλληνες γνώρισαν τους πολιτισμούς των ανατολικών λαών και επηρεάστηκαν από αυτούς, άρχισαν να κτίζουν ξεχωριστά οικήματα, τους ναούς, για να λατρεύουν εκεί τους θεούς τους. Μέσα στο ναό δεν υπήρχε τίποτα άλλο εκτός από το άγαλμα του θεού ή της θεάς. Ο κόσμος παρέμενε γύρω από το ναό. Εξάλλου ο βωμός για τη θυσία βρισκόταν κι αυτός έξω από το ναό, εκτός από σπάνιες εξαιρέσεις. Μετά την ξεχωριστή φροντίδα που έδειχναν για την κατασκευή του αγάλματος φρόντιζαν και την εμφάνιση του ναού.
Για τους αρχαίους Έλληνες κι ο ναός ήταν κι αυτός ένα «άγαλμα». Άλλωστε η λέξη άγαλμα σημαίνει αυτό που κάνει το θεό να αγάλλεται, να χαίρεται. Στην αρχή οι πρώτοι ναοί είναι ξύλινοι, αργότερα όμως, γίνονται από μάρμαρο. Η κατεύθυνση ενός ναού είναι από την Ανατολή προς τη Δύση, σ' αντίθεση με τους χριστιανικούς ναούς που έχουν κατεύθυνση από τη Δύση προς την Ανατολή.
Τα μέρη του ναού.
Ο ναός χωρίζεται σε τρία μέρη:
- Ο πρόναος. Είναι ένας μικρός χώρος που το συναντάμε στο μπροστινό μέρος του ναού.
- Ο σηκός. Είναι το κυρίως μέρος του ναού. Εδώ ήταν τοποθετημένο το άγαλμα του θεού.
- Ο οπισθόδομος. Είναι ένας χώρος που βρίσκεται στο πίσω μέρος του ναού.
- Ο οπισθόναος. Σε μερικούς ναούς, όπως στον Παρθενώνα, υπάρχει και ένας τέταρτος χώρος πίσω από τον οπισθόδομο που λέγεται οπισθόναος.
Σε πολλές περιπτώσεις γύρω - γύρω από το ναό υπάρχουν κίονες (κολόνες) που δημιουργούν το πτερόν ή περιστύλιο. Όταν ο ναός περιβάλλεται από μια σειρά κιόνων, λέγεται περίπτερος. Όταν περιβάλλεται από δύο σειρές κιόνων λέγεται δίπτερος.
Σύμφωνα με όσα είπαμε παραπάνω ο Παρθενώνας είναι περίπτερος αμφιπρόστυλος ναός.
Τυπολογικά
α. "Ναός εν παραστάσι": Οι δύο μακροί τοίχοι του σηκού καθώς καταλήγουν στις στενές πλευρές σχηματίζουν δύο παραστάδες, ανάμεσα στις οποίες παρεμβάλλονται κίονες (από δύο ως έξι)
β. "Ναός πρόστυλος": Όταν σε ένα εν παραστάσι ναό αντικατασταθούν οι δύο πλευρικές παραστάδες με κίονες. Δηλαδή, μπροστά από το σηκό έχουμε μια απλή σειρά κιόνων.
γ. "Ναός αμφιπρόστυλος": Όταν και οι δύο στενές πλευρές είναι διαμορφωμένες όπως στον πρόστυλο.
δ. "Ναός εν παραστάσι περίπτερος": Όταν σε ένα ναό εν παραστάσι προστεθεί περιμετρικά κιονοστοιχία (πτερό).
ε. "Ναός διπλός εν παραστάσι, περίπτερος": Όταν σε ένα ναό του οποίου και οι δύο στενές πλευρές είναι διαμορφωμένες εν παραστάσι, προστεθεί περιμετρικά και κιονοστοιχία (πτερό).
στ. Ναός αμφιπρόστυλος περίπτερος: Όταν σε ένα αμφιπρόστυλο ναό προστεθεί περιμετρικά κιονοστοιχία (πτερό).
ζ. Ναός δίπτερος: Όταν υπάρχει περιμετρικά διπλή κιονοστοιχία.
Η ανωδομή ενός ναού
Στην αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική υπήρχαν δύο ρυθμοί ναών. Ο δωρικός και ο ιωνικός. Έχουν σχεδόν τα ίδια τεχνικά εκτός από κάποιες διαφορές. Ο δωρικός είναι λιτός και αυστηρός με βαριές αναλογίες, ενώ αντίθετα ο ιωνικός χαρακτηρίζεται από ανάλαφρες αναλογίες και περισσότερη διακοσμητικότητα.
Τα αρχιτεκτονικά μέλη που απαρτίζουν έναν αρχαίο ναό είναι τα εξής:
α) Η κρηπίδα και ο στυλοβάτης. Την κρηπίδα αποτελούν τρεις βαθμίδες (σκαλάκια) πάνω στις οποίες στηρίζονται οι κίονες. Η τελευταία βαθμίδα ονομάζεται στυλοβάτης, γιατί πάνω της "βαίνουν οι στύλοι". Εντυπωσιακή τεχνική λεπτομέρεια του στυλοβάτη είναι η "καμπύλωση" που τη συναντάμε για πρώτη φορά στο ναό του Απόλλωνα στην Κόρινθο (540 π.Χ.) για να φτάσει στην τελειότητα με τον Παρθενώνα. Με την καμπύλωση εννοούμε ότι ο στυλοβάτης δεν είναι απολύτως οριζόντια επιφάνεια, αλλά στο μέσο της κάθε πλευράς είναι λίγο υψηλότερος από τα άκρα. Στον Παρθενώνα, για παράδειγμα, στις μακριές πλευρές η καμπύλωση φτάνει τα 11 εκατοστά και στις στενές τα 7 εκατοστά.
β) Η βάση: Η βάση αποτελεί χαρακτηριστικό μόνο του ιωνικού ρυθμού. Βρίσκεται στο στυλοβάτη και πάνω της στηρίζεται ο κίονας.
γ) Ο κίονας: Ο κίονας στον ιωνικό ρυθμό αποτελείται από ραβδώσεις που καταλήγουν σε καμπύλες, ενώ στο δωρικό ρυθμό οι ραβδώσεις καταλήγουν σε ακμές (μύτες). Ο αριθμός των ραβδώσεων ποικίλλει από 16 ως 20. Το βάθος των ραβδώσεων μπορεί να διαφέρει κι έτσι άλλοτε οι ραβδώσεις είναι βαθύτερες στο πάνω μέρος του κίονα (Παρθενώνας), άλλοτε είναι βαθύτερες στο κάτω μέρος (Ναός του Ποσειδώνα στο Σούνιο, Ναός της Αφαίας στην Αίγινα) κι άλλοτε το βάθος παραμένει το ίδιο (Προπύλαια, Ηφαιστείο-Θησείο). Σκοπός των ραβδώσεων είναι ο τονισμός του κυκλικού σχήματος του κίονα και φυσικά η αίσθηση που δημιουργείται από τις φωτοσκιάσεις.
Οι κίονες, τις περισσότερες φορές, και ιδίως στο δωρικό ρυθμό, αποτελούνται από κομμάτια, τους σπόνδυλους, οι οποίοι δεν ήταν ορατοί μετά το τέλος των εργασιών, γιατί καλύπτονταν με ελαφρό επίχρισμα (σοβά). Χαρακτηριστικό των κιόνων είναι η ένταση, δηλαδή η ελαφριά καμπύλωση που παρατηρείται στον κίονα. Στην κλασική περίοδο η μέγιστη τιμή της έντασης διαπιστώνεται στα 2/5 του ύψους του κίονα. Η ένταση δεν ήταν σε καμιά περίπτωση μεγαλύτερη από τη διάμετρο της βάσης του κίονα. Χαρακτηριστικό επίσης των κιόνων είναι η μείωση, δηλαδή ο κίονας καθώς ανεβαίνει γίνεται όλο και λεπτότερος. Για να το πούμε με άλλα λόγια η διάμετρος του κίονα στην κορυφή είναι μικρότερη της διαμέτρου του κίονα στη βάση. Στο τέλος του κίονα, στο σημείο που ενώνεται με το κιονόκρανο υπάρχουν οι δακτύλιοι εγκοπής, τρεις ή τέσσερις. Δακτύλιους παρατηρούμε στα αρχαϊκά χρόνια (Ναός Αφαίας στην Αίγινα). Στα κλασικά έχουμε μόνο ένα, ενώ στα ελληνιστικά χρόνια καταργείται.
Σύμφωνα με το συνηθέστερο τυπικό, ο αριθμός των κιόνων στη μακριά πλευρά είναι διπλάσιος συν ένα των κιόνων της στενής πλευράς. (2α+1). Αν για παράδειγμα ένας ναός έχει 6 κίονες στη στενή, τότε στη μακριά θα έχει 6Χ2+1 = 13. Σημαντικό στοιχείο των κιόνων είναι και η κλίση προς το σηκό, δηλαδή δεν ήταν κατακόρυφοι. Οι τέσσερις γωνιακοί είχαν κλίση προς τη διαγώνιο. Αυτό σημαίνει ότι ο ναός δε σχημάτιζε ένα ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο αλλά μια διάταξη πυραμοειδή.
δ) Το κιονόκρανο: Ο κίονας καταλήγει στο κιονόκρανο. Στο δωρικό ρυθμό αποτελείται από τον εχίνο και τον άβακα, ενώ στον ιωνικό από τις έλικες και τον άβακα. Το κιονόκρανο του δωρικού είναι πιο "βαρύ" ενώ του ιωνικού περισσότερο χαριτωμένο.
ε) Το επιστύλιο: Το επιστύλιο είναι ένα παραλληλόγραμμο κομμάτι μαρμάρου που συνδέει τους κίονες και λέγεται έτσι γιατί βρίσκεται "επί των στύλων". Στα μικρότερα μνημεία το επιστύλιο μπορεί να είναι ολόσωμο, δηλαδή να αποτελείται από ένα συμπαγές κομμάτι μαρμάρου. Σε μεγαλύτερα μνημεία αποτελούνταν από δυο στοιχεία ή ακόμη και τρία, όπως στον Παρθενώνα. Το κομμάτι που ήταν τοποθετημένο στο εσωτερικό του μνημείου λέγεται αντίθημα. Το επιστύλιο δεν είχε καμιά διακόσμηση εκτός από το ναό της Άσσου που είχε ανάγλυφα θέματα και κάποια πρώιμα σικελικά κτίρια που είχαν επενδύσεις από τερρακότα. Στον Παρθενώνα, εκ των υστέρων είχαν αναρτήσει χάλκινες ασπίδες και επιγραφές. Το μόνο στοιχείο που υπήρχε στο επιστύλιο ήταν οι σταγόνες, έξι συνήθως, που θα μπορούσε να θεωρηθεί ως στοιχείο των υπερκείμενων μετοπών. Τέλος, δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι στο επιστύλιο παρουσιάζεται η ίδια καμπύλωση με την κρηπίδα.
στ) Τα τρίγλυφα και οι μετόπες - Η ζωφόρος: Στο δωρικό ρυθμό μετά από το επιστύλιο έχουμε τα τρίγλυφα και τις μετόπες. Τρίγλυφο είναι μια ορθογώνια πλάκα μαρμάρου, η οποία έχει 3 κατακόρυφες γλυφές, δύο ολόκληρες και δύο ημιγλυφές δεξιά και αριστερά. Μετόπη είναι μια ορθογώνια πλάκα μαρμάρου, η οποία μπορεί να έχει ανάγλυφη ή γραπτή διακόσμηση. Στο τμήμα που βρίσκεται ανάμεσα σε δύο κίονες αντιστοιχούν 2 μετόπες και 3 τρίγλυφα. Στον ιωνικό ρυθμό μετά το επιστύλιο έχουμε τη ζωφόρο, δηλαδή μια ζώνη από ανάγλυφες πλάκες. Ονομάζεται ζωφόρος επειδή φέρει ζωή.
ζ) Το γείσο: Το γείσο προεξέχει και προστατεύει από το νερό της βροχής τα τρίγλυφα και τις μετόπες ή τη ζωφόρο. Κάτω από το γείσο υπάρχουν οι πρόμοχθοι με τις σταγόνες. Κάθε πρόμοχθος έχει πλάτος ίσο με τα τρίγλυφα και τις μετόπες και φέρει 18 συνήθως σταγόνες σε τρεις σειρές (3Χ6). Υπάρχουν βεβαίως και μνημεία με λιγότερες σταγόνες (3Χ4) η (3Χ3) ή ακόμη και (3Χ5)
Το επιστύλιο, τα τρίγλυφα και οι μετόπες ή η ζωφόρος και το γείσο αποτελούν το θριγκό.
η) Το αέτωμα ή τύμπανο: Πρόκειται για το τριγωνικό τμήμα στο πάνω μέρος της πρόσοψης ενός ναού. Ονομάστηκε αέτωμα γιατί το σχήμα του παραπέμπει σε αετό με ανοιγμένα τα φτερά.
Τέλος δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι οι αρχαίοι έβαφαν τους ναούς (εκτός από τους κίονες και το επιστύλιο) με έντονα χρώματα, κυρίως κυανό και κόκκινο, όπως άλλωστε έβαφαν και τα αγάλματα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου