Οι νέοι στρατηγικοί προσανατολισμοί στις υπερπόντιες και μεμακρυσμένες επιχειρήσεις με εστίαση στην ταχύτητα ενέργειας και οι τεχνολογικές λύσεις που εφαρμόζονται άλλαξαν τελείως τη μορφή και φύση των δυνάμεων αμφίβιας και εναέριας εφόδου. Ωσαύτως, οφείλει να αλλάξει και η προσέγγιση του αμυνομένου, προκειμένου να...
μπορέσει να τις αντιμετωπίσει. Τα οπλοσυστήματα οφείλουν πλέον να έχουν οργανική δυνατότητα τρισδιάστατου αγώνα (με τη στοιχειακή και όχι με την ογκομετρική-γεωμετρική έννοια).
Η εποχή που μια άμυνα βασισμένη σε μέτριο, τυπικό μηχανοκίνητο πεζικό σε ΤΟΜΠ οπλισμένα με βαριά πολυβόλα των 12,7 χλστ. /99 (συνήθως BMG- Browning Machine Gun) ή των 14,5 χλστ./114 (συνήθως KPV) επί έστορος μπορούσε να προσδοκά, αν απλά επιβίωνε από τις αεροπορικές και ναυτικές προπαρασκευαστικές προσβολές, να πλήξει αποφασιστικά και να εξοντώσει τα ελαφρά οπλισμένα πρώτα κύματα εφόδου (αμφίβιας ή εναέριας) προκειμένου να καταπνίξει εν τη γενέσει της μια εισβολή, έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Ο αμφίβιος και ο εναέριος ελιγμός υψηλής ολοκλήρωσης καθιστούν παρωχημένες τις βασικές αμυντικές τεχνικές της οχύρωσης και της παγίδευσης, που επεδίωκαν να καθηλώσουν και να εκθέσουν τα ελαφρά οπλισμένα πρώτα κύματα απόβασης και αεραπόβασης υπό το σκοπευμένο πυρ πεδινού και βαρέως πυροβολικού μέσης ευκινησίας, (ρυμουλκούμενου ή αυτοκινούμενου). Επιπλέον, οι εφαρμογές τους περιπλέκονται, γενικώς μονοσήμαντα, με την εναέρια διάσταση να ενέχεται συχνά σε αμφίβια μέτωπα.
Πλέον, τα τυπικά ελικόπτερα εφόδου (Blackhawk, Battlehawk, Mi-17) έχουν σημαντική θωράκιση και ικανότατο οπλισμό αυξημένης εμβέλειας και ταχύτητας αντίδρασης, αποτελούμενο από πυροβόλα, ρουκέτες και πυραύλους.
Το πρόβλημα περιπλέκεται από επιθετικά και ένοπλα ελικόπτερα που επιχειρούν από τυπικά μέσου μεγέθους πλοία επιφανείας (AH-1W Super Cobra στο TDK, AH-6/AH-58 Prime Chance στο USN) αλλά κι από αμφίβια αεραποβατικά ελικόπτερα (UH-1N/Y) κι ελικόπτερα εφόδου (Ka-29, Mi-35).
Η νέα διάδοση σε διεθνές επίπεδο της πρακτικής επιχειρήσεων επιθετικών ελικοπτέρων από πλοία αμφιβίων επιχειρήσεων (δοκιμές των γαλλικών Tigre με την κλάση Mistral και των βρετανικών Apache Mk1 με την κλάση Ocean), στα πλαίσια που επί 30ετία το έπραττε το USMC με τα AH-1 SeaCobra και Super Cobra από πλοία κατηγοριών LPD/LPH, προσδίδουν μια διπλή παράμετρο αβεβαιότητας ως προς την διεύθυνση της επίθεσης, αλλά και ως προς το προσβαλλόμενο σημείο, που μπορεί πλέον να βρίσκεται σε μεγάλο βάθος εντός ενός Αρχιπελάγους.
Επιπλέον, κίνδυνοι προέρχονται από τυπικά ελικόπτερα Ναυτικής Συνεργασίας, που όμως πλέον διαθέτουν συστήματα στοχοποίησης ικανά για πρόσκτηση στόχων ξηράς (FLIR και ηλεκτροοπτικά νέας γενιάς) και αντίστοιχα βλήματα. Τα ΜΗ-60R του USN, οπλισμένα με βλήματα καθοδήγησης λέιζερ AGM-114M HELLFIRE (αλλά και με κάθε άλλο μοντέλο του βλήματος, ιδίως το θερμοβαρικό AGM- 114N και το διπλού ρόλου AGM-114K2-A) είναι χαρακτηριστική περίπτωση, και για τον λόγο αυτό έλαβαν τον κωδικό «ΜΗ-», αντί του «SH-» των ελικοπτέρων αμιγώς Ναυτικής Συνεργασίας. Φυσικά, άλλα ελικόπτερα της κατηγορίας, οπλισμένα με άλλα βλήματα, πχ SH-3G με AGM-65 Maverick είχαν παλαιόθεν τη δυνατότητα, τουλάχιστον θεωρητικά.
Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δοθεί στη βρετανική περίπτωση, καθώς τα μοντέλα Ναυτικής Συνεργασίας του AW-159 Lynx Wildcat (πρώην Future Lynx) πιθανότατα μπορούν να βάλουν HELLFIRE, που παράγονται επιτοπίως στη Βρετανία για τα Apache Mk1, πιθανόν δε και το βρετανικό έκδοχο χιλιοστομετρικού ενεργού ραντάρ Brimestone που θα οπλίσει κυρίως τα Harrier, Tornado και Typhoon. Αλλά χωρίς καν αυτή την προσθήκη, οπλισμένα με το νέο, αυξημένης εμβέλειας μοντέλο Mk2 καθοδήγησης ενεργού ραντάρ κι αδρα- νειακής μεσοπορείας του τυπικού τους όπλου, του Sea Skua, θα έχουν εξ ορισμού τη δυνατότητα προσβολής διαφόρων τύπων στόχων ξηράς -ιδίως στατικών- με κάθε καιρό.
Οι επιπλοκές από τα τουρκικά ναυτικά S-70Β νέας κατασκευής, αλλά και από πιθανή αναβάθμιση των AB-212, που φέρουν εδώ και 3 δεκαετίες το προηγούμενο μοντέλο Sea Skua Mk1 (και χρησιμοποιούνται εδώ και 15 χρόνια για αμφίβια κρούση από τους Ιταλούς επί των αποβατικών κλάσης San Giorgio για την υποστήριξη κυρίως του αμφίβιου συγκροτήματος San Marco) είναι προφανείς, ιδίως μετά τις στενές επαφές της χώρας με την Agusta Westland στα προγράμματα AW-139, T-129 και ίσως και T-149.
Η προμήθεια 14 ή περισσοτέρων Chinook CH-47F από την ΤΚΗΚ σημαίνει τη δυνατότητα εκφόρτωσης βαρέος υλικού στο αεροπρογεφύρωμα, όπως πυροβολικό (π.χ. Μ-114Α2 των 155 χλστ./23), αυτοκινούμενα αντιαεροπορικά μικρής εμβέλειας (Zipkin) ή ΑΑ πυροβόλα (GDF- 003 των 35 χλστ./228 της ΜΚΕΚ) αλλά και ελαφρά τεθωρακισμένα (Akrep).
Σε επόμενη δε φάση, η άφιξη εκατοντάδας ελικοπτέρων (πιθανότατα Τ-149, εκτουρκισμένη έκδοση του AW-149) θα αυξήσει δυσθεώρητα τις τουρκικές δυνατότητες, αφού κανένας τύπος δεν θα αποσυρθεί: Τόσο τα UH-1 όσο και τα UH-60 και τα Cougar πέρασαν ή περνούν πρόσφατα προγράμματα εκσυγχρονισμού.
Άλλωστε, το Τ-149 μάλλον υποκαθιστά τη δηλωμένη τουρκική ανάγκη για 100 ακόμη UH-60, που δεν υλοποιήθηκε λόγω της σύγκρουσης της Τουρκίας με την κατασκευάστρια Sikorsky (κάτι που εξηγεί και την πρόσφατη προτίμηση στο CH-47F της Boeing για το αντί του επί δεκαετίες προσδοκώμενου CH-53 της Sikorsky). Παρ’ όλα αυτά, μια εκτουρκισμένη έκδοση του S-70, το Τ-70, ανταγωνίζεται το Τ-147 κατά πάγια τουρκική πρακτική, αλλά οι πιθανότητές του είναι λίγες, ιδίως μετά την απόφαση της Sikorsky να μην εγκαταστήσει στην Τουρ- κία τη γραμμή παραγωγής των εξαγωγικών μοντέλων Blackhawk International, αλλά στην Πολωνία, ενώ δεν προσέφερε στην Τουρκία την άδεια εξαγωγής που προσφέρει η Agusta-Westland.
Διαβάστε το πλήρες άρθρο εδώ
μπορέσει να τις αντιμετωπίσει. Τα οπλοσυστήματα οφείλουν πλέον να έχουν οργανική δυνατότητα τρισδιάστατου αγώνα (με τη στοιχειακή και όχι με την ογκομετρική-γεωμετρική έννοια).
Η εποχή που μια άμυνα βασισμένη σε μέτριο, τυπικό μηχανοκίνητο πεζικό σε ΤΟΜΠ οπλισμένα με βαριά πολυβόλα των 12,7 χλστ. /99 (συνήθως BMG- Browning Machine Gun) ή των 14,5 χλστ./114 (συνήθως KPV) επί έστορος μπορούσε να προσδοκά, αν απλά επιβίωνε από τις αεροπορικές και ναυτικές προπαρασκευαστικές προσβολές, να πλήξει αποφασιστικά και να εξοντώσει τα ελαφρά οπλισμένα πρώτα κύματα εφόδου (αμφίβιας ή εναέριας) προκειμένου να καταπνίξει εν τη γενέσει της μια εισβολή, έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Ο αμφίβιος και ο εναέριος ελιγμός υψηλής ολοκλήρωσης καθιστούν παρωχημένες τις βασικές αμυντικές τεχνικές της οχύρωσης και της παγίδευσης, που επεδίωκαν να καθηλώσουν και να εκθέσουν τα ελαφρά οπλισμένα πρώτα κύματα απόβασης και αεραπόβασης υπό το σκοπευμένο πυρ πεδινού και βαρέως πυροβολικού μέσης ευκινησίας, (ρυμουλκούμενου ή αυτοκινούμενου). Επιπλέον, οι εφαρμογές τους περιπλέκονται, γενικώς μονοσήμαντα, με την εναέρια διάσταση να ενέχεται συχνά σε αμφίβια μέτωπα.
Πλέον, τα τυπικά ελικόπτερα εφόδου (Blackhawk, Battlehawk, Mi-17) έχουν σημαντική θωράκιση και ικανότατο οπλισμό αυξημένης εμβέλειας και ταχύτητας αντίδρασης, αποτελούμενο από πυροβόλα, ρουκέτες και πυραύλους.
Το πρόβλημα περιπλέκεται από επιθετικά και ένοπλα ελικόπτερα που επιχειρούν από τυπικά μέσου μεγέθους πλοία επιφανείας (AH-1W Super Cobra στο TDK, AH-6/AH-58 Prime Chance στο USN) αλλά κι από αμφίβια αεραποβατικά ελικόπτερα (UH-1N/Y) κι ελικόπτερα εφόδου (Ka-29, Mi-35).
Η νέα διάδοση σε διεθνές επίπεδο της πρακτικής επιχειρήσεων επιθετικών ελικοπτέρων από πλοία αμφιβίων επιχειρήσεων (δοκιμές των γαλλικών Tigre με την κλάση Mistral και των βρετανικών Apache Mk1 με την κλάση Ocean), στα πλαίσια που επί 30ετία το έπραττε το USMC με τα AH-1 SeaCobra και Super Cobra από πλοία κατηγοριών LPD/LPH, προσδίδουν μια διπλή παράμετρο αβεβαιότητας ως προς την διεύθυνση της επίθεσης, αλλά και ως προς το προσβαλλόμενο σημείο, που μπορεί πλέον να βρίσκεται σε μεγάλο βάθος εντός ενός Αρχιπελάγους.
Επιπλέον, κίνδυνοι προέρχονται από τυπικά ελικόπτερα Ναυτικής Συνεργασίας, που όμως πλέον διαθέτουν συστήματα στοχοποίησης ικανά για πρόσκτηση στόχων ξηράς (FLIR και ηλεκτροοπτικά νέας γενιάς) και αντίστοιχα βλήματα. Τα ΜΗ-60R του USN, οπλισμένα με βλήματα καθοδήγησης λέιζερ AGM-114M HELLFIRE (αλλά και με κάθε άλλο μοντέλο του βλήματος, ιδίως το θερμοβαρικό AGM- 114N και το διπλού ρόλου AGM-114K2-A) είναι χαρακτηριστική περίπτωση, και για τον λόγο αυτό έλαβαν τον κωδικό «ΜΗ-», αντί του «SH-» των ελικοπτέρων αμιγώς Ναυτικής Συνεργασίας. Φυσικά, άλλα ελικόπτερα της κατηγορίας, οπλισμένα με άλλα βλήματα, πχ SH-3G με AGM-65 Maverick είχαν παλαιόθεν τη δυνατότητα, τουλάχιστον θεωρητικά.
Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δοθεί στη βρετανική περίπτωση, καθώς τα μοντέλα Ναυτικής Συνεργασίας του AW-159 Lynx Wildcat (πρώην Future Lynx) πιθανότατα μπορούν να βάλουν HELLFIRE, που παράγονται επιτοπίως στη Βρετανία για τα Apache Mk1, πιθανόν δε και το βρετανικό έκδοχο χιλιοστομετρικού ενεργού ραντάρ Brimestone που θα οπλίσει κυρίως τα Harrier, Tornado και Typhoon. Αλλά χωρίς καν αυτή την προσθήκη, οπλισμένα με το νέο, αυξημένης εμβέλειας μοντέλο Mk2 καθοδήγησης ενεργού ραντάρ κι αδρα- νειακής μεσοπορείας του τυπικού τους όπλου, του Sea Skua, θα έχουν εξ ορισμού τη δυνατότητα προσβολής διαφόρων τύπων στόχων ξηράς -ιδίως στατικών- με κάθε καιρό.
Οι επιπλοκές από τα τουρκικά ναυτικά S-70Β νέας κατασκευής, αλλά και από πιθανή αναβάθμιση των AB-212, που φέρουν εδώ και 3 δεκαετίες το προηγούμενο μοντέλο Sea Skua Mk1 (και χρησιμοποιούνται εδώ και 15 χρόνια για αμφίβια κρούση από τους Ιταλούς επί των αποβατικών κλάσης San Giorgio για την υποστήριξη κυρίως του αμφίβιου συγκροτήματος San Marco) είναι προφανείς, ιδίως μετά τις στενές επαφές της χώρας με την Agusta Westland στα προγράμματα AW-139, T-129 και ίσως και T-149.
Η προμήθεια 14 ή περισσοτέρων Chinook CH-47F από την ΤΚΗΚ σημαίνει τη δυνατότητα εκφόρτωσης βαρέος υλικού στο αεροπρογεφύρωμα, όπως πυροβολικό (π.χ. Μ-114Α2 των 155 χλστ./23), αυτοκινούμενα αντιαεροπορικά μικρής εμβέλειας (Zipkin) ή ΑΑ πυροβόλα (GDF- 003 των 35 χλστ./228 της ΜΚΕΚ) αλλά και ελαφρά τεθωρακισμένα (Akrep).
Σε επόμενη δε φάση, η άφιξη εκατοντάδας ελικοπτέρων (πιθανότατα Τ-149, εκτουρκισμένη έκδοση του AW-149) θα αυξήσει δυσθεώρητα τις τουρκικές δυνατότητες, αφού κανένας τύπος δεν θα αποσυρθεί: Τόσο τα UH-1 όσο και τα UH-60 και τα Cougar πέρασαν ή περνούν πρόσφατα προγράμματα εκσυγχρονισμού.
Άλλωστε, το Τ-149 μάλλον υποκαθιστά τη δηλωμένη τουρκική ανάγκη για 100 ακόμη UH-60, που δεν υλοποιήθηκε λόγω της σύγκρουσης της Τουρκίας με την κατασκευάστρια Sikorsky (κάτι που εξηγεί και την πρόσφατη προτίμηση στο CH-47F της Boeing για το αντί του επί δεκαετίες προσδοκώμενου CH-53 της Sikorsky). Παρ’ όλα αυτά, μια εκτουρκισμένη έκδοση του S-70, το Τ-70, ανταγωνίζεται το Τ-147 κατά πάγια τουρκική πρακτική, αλλά οι πιθανότητές του είναι λίγες, ιδίως μετά την απόφαση της Sikorsky να μην εγκαταστήσει στην Τουρ- κία τη γραμμή παραγωγής των εξαγωγικών μοντέλων Blackhawk International, αλλά στην Πολωνία, ενώ δεν προσέφερε στην Τουρκία την άδεια εξαγωγής που προσφέρει η Agusta-Westland.
Διαβάστε το πλήρες άρθρο εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου