Με τη Ρωσία να στέλνει στόλο ώστε να αποθαρρύνει μια ξένη επέμβαση στη Συρία, και την Κίνα να εμπλέκεται όλο και πιο πολύ στην διαμάχη του Ιράν με την Δύση, η «πολιτική των μεγάλων...
δυνάμεων» επιστρέφει και πάλι στην Μέση Ανατολή. Μετά από την αποχώρηση της Ρωσίας από την περιοχή, με το τέλος του ψυχρού πολέμου, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί της είχαν να αντιμετωπίσουν πολύ λιγότερους αντιπάλους στην προσπάθειά τους να ασκήσουν επιρροή. Μόλις όμως η Αμερική άρχισε να αποτραβιέται από το Ιράκ, οι αναδυόμενες οικονομικές δυνάμεις που σχηματίζουν τον νέο κόσμο, άρχισαν και αυτές να παρασύρονται από την δίνη του Περσικού Κόλπου, εξαιτίας των ενεργειακών τους αναγκών. Όπως λέει ο Waleed Hazbun, διευθυντής του Center for Arab and Middle Eastern Studies της Βηρυτού, «βλέπουμε πως οι ΗΠΑ έχασαν την δυνατότητα που είχαν να διαμορφώνουν τα γεγονότα στην περιοχή, άσχετα αν παραμένουν η αδιαμφισβήτητη στρατιωτική υπερδύναμη… κάποιοι άλλοι προσπαθούν τώρα να καλύψουν το κενό που δημιουργείται». Σύμφωνα με τους ειδικούς, θα ξαναζήσουμε στιγμές του 19ου και του 20ου αιώνα, όταν διάφορες δυνάμεις έσπευδαν να κερδίσουν πόρους, εδάφη, και επιρροή. Ο καθηγητής Hayat Alvi του αμερικανικού Naval War College σημειώνει πως «σε τελική ανάλυση, έχουμε σήμερα πολλούς παίκτες…. Η Μ. Ανατολή ήταν ανέκαθεν το πεδίο ενός μεγαλύτερου παιχνιδιού… οι αναδυόμενες δυνάμεις βλέπουν να δημιουργούνται ευκαιρίες και πλεονεκτήματα, και άρχισαν να φέρονται όπως οι παλιότερες αποικιοκρατικές δυνάμεις». Αν και σε γενικές γραμμές, η Μόσχα και το Πεκίνο, κρατήθηκαν στην άκρη στους πολέμους του Ιράκ το 1991 και το 2003, ακόμη και στη περσινή μάχη της Λιβύης, σήμερα αρχίζουν να δείχνουν πως θέλουν η φωνή τους να ακουστεί. Και οι δύο έχουν ξεκαθαρίσει πως δεν θέλουν μια αλλαγή καθεστώτος στη Συρία. Μάλιστα, η αποστολή πολεμικού στόλου από την Μόσχα στο συριακό λιμάνι Ταρτούς, μιλάει από μόνη της. Αν και αρκετοί Ρώσοι αξιωματούχοι υποβαθμίζουν αυτήν την επίσκεψη, άλλοι επιμένουν πως πρόκειται για ξεκάθαρο μήνυμα. Τα πλοία έχουν πλέον συνεχίσει την πορεία τους, και καθώς η βία στην Συρία κλιμακώνεται, οι Ρώσοι δέχονται πιέσεις προκειμένου να αποστασιοποιηθούν από τον άλλοτε σύμμαχό τους. Εν τω μεταξύ, η επιτυχία των αμερικανικών και ευρωπαϊκών κυρώσεων εναντίον του Ιράν, θα εξαρτηθεί κυρίως από τον βαθμό στον οποίο θα συμμετάσχει το Πεκίνο, το οποίο βλέπει το Ιράν σαν ένα εργαλείο αποπροσανατολισμού της Αμερικής από την Νοτιοανατολική Ασία. Η Ινδία είναι κι αυτή διστακτική στο να ταυτιστεί με την Δύση έναντι του Ιράν, και θεωρείται από τους ανερχόμενους αστέρες στην παγκόσμια πολιτική σκηνή. Παρά όμως το σκηνικό που διαμορφώνεται, υπάρχουν αρκετές διαφορές με την παλιά εποχή της αποικιοκρατίας. Οι εξωτερικοί παίκτες έχουν να αντιμετωπίσουν τοπικές δυνάμεις, όπως είναι η Τουρκία, η Σαουδική Αραβία, και το ίδιο το Ιράν, που θέλουν να καλύψουν το κενό που αφήνουν πίσω τους οι ΗΠΑ. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ήρθε και η αραβική άνοιξη, η οποία ανακατέταξε όλα τα δεδομένα που υπήρχαν όσον αφορά στη πολιτική σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής, καθώς και στη δυνατότητα των αραβικών κυβερνήσεων να ελέγχουν την κατάσταση. Σύμφωνα με τον καθηγητή μεσανατολικών θεμάτων του πανεπιστημίου του Τελ Αβίβ Asher Susser, «τα πράγματα γίνονται όλο και πιο δύσκολο να διαχειριστούν, και η περιοχή βυθίζεται σε κοινωνικοοικονομικά προβλήματα… οι τοπικές τάσεις είναι αυτές που αναγκάζουν τις μεγάλες δυνάμεις να δώσουν προσοχή, και όχι το αντίστροφο». Μάλιστα, η νέα και πιο «μυώδης» πολιτική του Πεκίνου και της Μόσχας μοιάζουν να συνδέονται άμεσα με τις νέες παγκόσμιες βλέψεις τους. Η ρωσική στήριξη προς το καθεστώς Άσαντ, μοιάζει να θέλει να διατηρήσει την πρόσβαση της Μόσχας στη Δαμασκό, που ίσχυε από εποχής ψυχρού πολέμου, καθώς και να εμποδίσει μια λιβυκού τύπου στρατιωτική επέμβαση. Λόγω των επερχόμενων προεδρικών εκλογών, ο πρωθυπουργός της Ρωσίας Β. Πούτιν θέλει να δείξει ότι τα βάζει με την Δύση, και ότι βλέπει και πέραν των ρωσικών συνόρων. Με τους δικούς τους λαούς να διαμαρτύρονται, τόσο οι Ρώσοι όσο και οι Κινέζοι δεν θέλουν να δουν την ανατροπή ενός ακόμη απολυταρχικού ηγέτη. Και αν το Κρεμλίνο ενδώσει στην πρόταση του Αραβικού Συνδέσμου (προς το Σ. Α. του ΟΗΕ) να παραδώσει ο Άσαντ την εξουσία, θα το κάνει με μεγάλο δισταγμό, και απαιτώντας να μην χρησιμοποιηθεί στρατιωτική βία. Η Μόσχα διαθέτει απεριόριστους φυσικούς πόρους, οπότε και δεν έχει ανάγκη να έχει με το μέρος της τις χώρες που παράγουν ενέργεια στη περιοχή. Όμως η κινεζική εξάρτηση από το πετρέλαιο και το αέριο της Μ. Ανατολής, αναμένεται να αυξηθεί στο μέλλον, τραβώντας όλο και πιο πολύ το Πεκίνο στις εξελίξεις, είτε το θέλει είτε όχι. Αν η Αμερική καταφέρει να γίνει πιο ενεργειακά αυτάρκης χάρη στην τεχνολογία, και αποσυρθεί από την Μ. Ανατολή, πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι ο νέος μεγάλος παίκτης θα είναι η Κίνα, που θα ανταγωνίζεται την Ινδία, η οποία θα παρασυρθεί κι αυτή στη δίνη των εξελίξεων, εξαιτίας των ενεργειακών της αναγκών. Βραχυπρόθεσμα, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι η όλη κόντρα με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, έχει να κάνει με βαθύτερες γεωπολιτικές αντιζηλίες μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Στην Κίνα συμφέρει αυτή η διαμάχη των ΗΠΑ με τη Τεχεράνη, διότι κρατάει μακριά τους Αμερικάνους από την δική της περιοχή. Οι Κινέζοι μπορεί να θέλουν να εκμεταλλευτούν τις κυρώσεις για να πετύχουν καλύτερες τιμές για το ιρανικό πετρέλαιο, αλλά δεν πρόκειται να σταματήσουν να το αγοράζουν, ακόμη κι αν η Σ. Αραβία καλύψει την διαφορά. «Κάθε φορά που η Δύση σφίγγει τα λουριά, το Πεκίνο καταφέρνει και χαλαρώνει το δέσιμό …», λέει ο αναλυτής Thomas Barnett. Η Ουάσιγκτον και το Τελ Αβίβ ανησυχούν μήπως ένα πιο διεκδικητικό Πεκίνο (και Μόσχα) αποδειχθούν παράγοντες αποσταθεροποίησης, προσφέροντας παράταση ζωής σε καθεστώτα που η Δύση θέλει να απομονώσει και να εξασθενήσει οριστικά. Ειδικά για το Ισραήλ, που αποτελεί τον παλαιότερο σύμμαχο των ΗΠΑ στη περιοχή, τώρα που έχει να αντιμετωπίσει μια όλο και πιο διεκδικητική Τουρκία, η όλη κατάσταση αποδεικνύεται περίεργη. Σύμφωνα με την Μόσχα και το Πεκίνο, ο σκοπός τους είναι να διατηρηθεί η ειρήνη, και να αποφευχθούν οι συγκρούσεις. Ειδικά η Κίνα, θέλει απεγνωσμένα να διατηρηθεί η ομαλή ροή πετρελαίου από τον Κόλπο, και να μην υπάρξουν οι οικονομικές συνέπειες ενός τοπικού πολέμου. Από τη δική τους σκοπιά, οι κινήσεις της Δύσης δεν προωθούν την σταθερότητα στην περιοχή. Ένας προληπτικός πόλεμος στον Περσικό Κόλπο, λένε, θα ήταν εξίσου επικίνδυνος με ένα πυρηνικό Ιράν. Η αραβική άνοιξη ήταν εν μέρει μια απόρριψη της αμερικανικής πολιτικής στις «υποτελείς» της χώρες, για αυτό και πολλοί, ακόμη και Αμερικάνοι, πιστεύουν πως οι απόψεις των Ρώσων και των Κινέζων βρίσκουν σύμφωνους και τους αραβικούς πληθυσμούς. Όπως λένε κάποιοι, το κοινό της Μ. Ανατολής είναι κουρασμένο από την συνεχή κυριαρχία της ίδιας ξένης δύναμης. Έτσι, μπορεί να φανεί φιλόξενο απέναντι στους Κινέζους! Κάποιοι άλλοι όμως θεωρούν πρόωρη μια αμερικανική απόσυρση. Τουλάχιστον όσο οι ΗΠΑ παραμένουν στρατιωτικά παντοδύναμες, και αποτελούν την μεγαλύτερη εγγύηση της ασφάλειας πολλών χωρών της περιοχής. Κατά τον Robert Satloff, του Washington Institute for Near East Policy, η όλη συζήτηση για την παγκόσμια παρακμή της Αμερικής είναι υπέρμετρα διογκωμένη. Όπως λέει, «όταν θα δω Άραβες να στήνονται σε ουρές έξω από την κινεζική πρεσβεία για να πάρουν βίζα, ή όταν θα αρχίσουν να στέλνουν τα παιδιά τους για σπουδές στο Πεκίνο, ή όταν θα αρχίσουν να προτιμούν τα κινεζικά αεροπλανοφόρα, και τα πυραυλικά τους συστήματα, τότε θα αρχίσω να σκέφτομαι σοβαρά την αμερικανική παρακμή…».
www.dailystar.com.lb
Απόδοση: S.A.
Πηγη
δυνάμεων» επιστρέφει και πάλι στην Μέση Ανατολή. Μετά από την αποχώρηση της Ρωσίας από την περιοχή, με το τέλος του ψυχρού πολέμου, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί της είχαν να αντιμετωπίσουν πολύ λιγότερους αντιπάλους στην προσπάθειά τους να ασκήσουν επιρροή. Μόλις όμως η Αμερική άρχισε να αποτραβιέται από το Ιράκ, οι αναδυόμενες οικονομικές δυνάμεις που σχηματίζουν τον νέο κόσμο, άρχισαν και αυτές να παρασύρονται από την δίνη του Περσικού Κόλπου, εξαιτίας των ενεργειακών τους αναγκών. Όπως λέει ο Waleed Hazbun, διευθυντής του Center for Arab and Middle Eastern Studies της Βηρυτού, «βλέπουμε πως οι ΗΠΑ έχασαν την δυνατότητα που είχαν να διαμορφώνουν τα γεγονότα στην περιοχή, άσχετα αν παραμένουν η αδιαμφισβήτητη στρατιωτική υπερδύναμη… κάποιοι άλλοι προσπαθούν τώρα να καλύψουν το κενό που δημιουργείται». Σύμφωνα με τους ειδικούς, θα ξαναζήσουμε στιγμές του 19ου και του 20ου αιώνα, όταν διάφορες δυνάμεις έσπευδαν να κερδίσουν πόρους, εδάφη, και επιρροή. Ο καθηγητής Hayat Alvi του αμερικανικού Naval War College σημειώνει πως «σε τελική ανάλυση, έχουμε σήμερα πολλούς παίκτες…. Η Μ. Ανατολή ήταν ανέκαθεν το πεδίο ενός μεγαλύτερου παιχνιδιού… οι αναδυόμενες δυνάμεις βλέπουν να δημιουργούνται ευκαιρίες και πλεονεκτήματα, και άρχισαν να φέρονται όπως οι παλιότερες αποικιοκρατικές δυνάμεις». Αν και σε γενικές γραμμές, η Μόσχα και το Πεκίνο, κρατήθηκαν στην άκρη στους πολέμους του Ιράκ το 1991 και το 2003, ακόμη και στη περσινή μάχη της Λιβύης, σήμερα αρχίζουν να δείχνουν πως θέλουν η φωνή τους να ακουστεί. Και οι δύο έχουν ξεκαθαρίσει πως δεν θέλουν μια αλλαγή καθεστώτος στη Συρία. Μάλιστα, η αποστολή πολεμικού στόλου από την Μόσχα στο συριακό λιμάνι Ταρτούς, μιλάει από μόνη της. Αν και αρκετοί Ρώσοι αξιωματούχοι υποβαθμίζουν αυτήν την επίσκεψη, άλλοι επιμένουν πως πρόκειται για ξεκάθαρο μήνυμα. Τα πλοία έχουν πλέον συνεχίσει την πορεία τους, και καθώς η βία στην Συρία κλιμακώνεται, οι Ρώσοι δέχονται πιέσεις προκειμένου να αποστασιοποιηθούν από τον άλλοτε σύμμαχό τους. Εν τω μεταξύ, η επιτυχία των αμερικανικών και ευρωπαϊκών κυρώσεων εναντίον του Ιράν, θα εξαρτηθεί κυρίως από τον βαθμό στον οποίο θα συμμετάσχει το Πεκίνο, το οποίο βλέπει το Ιράν σαν ένα εργαλείο αποπροσανατολισμού της Αμερικής από την Νοτιοανατολική Ασία. Η Ινδία είναι κι αυτή διστακτική στο να ταυτιστεί με την Δύση έναντι του Ιράν, και θεωρείται από τους ανερχόμενους αστέρες στην παγκόσμια πολιτική σκηνή. Παρά όμως το σκηνικό που διαμορφώνεται, υπάρχουν αρκετές διαφορές με την παλιά εποχή της αποικιοκρατίας. Οι εξωτερικοί παίκτες έχουν να αντιμετωπίσουν τοπικές δυνάμεις, όπως είναι η Τουρκία, η Σαουδική Αραβία, και το ίδιο το Ιράν, που θέλουν να καλύψουν το κενό που αφήνουν πίσω τους οι ΗΠΑ. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ήρθε και η αραβική άνοιξη, η οποία ανακατέταξε όλα τα δεδομένα που υπήρχαν όσον αφορά στη πολιτική σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής, καθώς και στη δυνατότητα των αραβικών κυβερνήσεων να ελέγχουν την κατάσταση. Σύμφωνα με τον καθηγητή μεσανατολικών θεμάτων του πανεπιστημίου του Τελ Αβίβ Asher Susser, «τα πράγματα γίνονται όλο και πιο δύσκολο να διαχειριστούν, και η περιοχή βυθίζεται σε κοινωνικοοικονομικά προβλήματα… οι τοπικές τάσεις είναι αυτές που αναγκάζουν τις μεγάλες δυνάμεις να δώσουν προσοχή, και όχι το αντίστροφο». Μάλιστα, η νέα και πιο «μυώδης» πολιτική του Πεκίνου και της Μόσχας μοιάζουν να συνδέονται άμεσα με τις νέες παγκόσμιες βλέψεις τους. Η ρωσική στήριξη προς το καθεστώς Άσαντ, μοιάζει να θέλει να διατηρήσει την πρόσβαση της Μόσχας στη Δαμασκό, που ίσχυε από εποχής ψυχρού πολέμου, καθώς και να εμποδίσει μια λιβυκού τύπου στρατιωτική επέμβαση. Λόγω των επερχόμενων προεδρικών εκλογών, ο πρωθυπουργός της Ρωσίας Β. Πούτιν θέλει να δείξει ότι τα βάζει με την Δύση, και ότι βλέπει και πέραν των ρωσικών συνόρων. Με τους δικούς τους λαούς να διαμαρτύρονται, τόσο οι Ρώσοι όσο και οι Κινέζοι δεν θέλουν να δουν την ανατροπή ενός ακόμη απολυταρχικού ηγέτη. Και αν το Κρεμλίνο ενδώσει στην πρόταση του Αραβικού Συνδέσμου (προς το Σ. Α. του ΟΗΕ) να παραδώσει ο Άσαντ την εξουσία, θα το κάνει με μεγάλο δισταγμό, και απαιτώντας να μην χρησιμοποιηθεί στρατιωτική βία. Η Μόσχα διαθέτει απεριόριστους φυσικούς πόρους, οπότε και δεν έχει ανάγκη να έχει με το μέρος της τις χώρες που παράγουν ενέργεια στη περιοχή. Όμως η κινεζική εξάρτηση από το πετρέλαιο και το αέριο της Μ. Ανατολής, αναμένεται να αυξηθεί στο μέλλον, τραβώντας όλο και πιο πολύ το Πεκίνο στις εξελίξεις, είτε το θέλει είτε όχι. Αν η Αμερική καταφέρει να γίνει πιο ενεργειακά αυτάρκης χάρη στην τεχνολογία, και αποσυρθεί από την Μ. Ανατολή, πολλοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι ο νέος μεγάλος παίκτης θα είναι η Κίνα, που θα ανταγωνίζεται την Ινδία, η οποία θα παρασυρθεί κι αυτή στη δίνη των εξελίξεων, εξαιτίας των ενεργειακών της αναγκών. Βραχυπρόθεσμα, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι η όλη κόντρα με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, έχει να κάνει με βαθύτερες γεωπολιτικές αντιζηλίες μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Στην Κίνα συμφέρει αυτή η διαμάχη των ΗΠΑ με τη Τεχεράνη, διότι κρατάει μακριά τους Αμερικάνους από την δική της περιοχή. Οι Κινέζοι μπορεί να θέλουν να εκμεταλλευτούν τις κυρώσεις για να πετύχουν καλύτερες τιμές για το ιρανικό πετρέλαιο, αλλά δεν πρόκειται να σταματήσουν να το αγοράζουν, ακόμη κι αν η Σ. Αραβία καλύψει την διαφορά. «Κάθε φορά που η Δύση σφίγγει τα λουριά, το Πεκίνο καταφέρνει και χαλαρώνει το δέσιμό …», λέει ο αναλυτής Thomas Barnett. Η Ουάσιγκτον και το Τελ Αβίβ ανησυχούν μήπως ένα πιο διεκδικητικό Πεκίνο (και Μόσχα) αποδειχθούν παράγοντες αποσταθεροποίησης, προσφέροντας παράταση ζωής σε καθεστώτα που η Δύση θέλει να απομονώσει και να εξασθενήσει οριστικά. Ειδικά για το Ισραήλ, που αποτελεί τον παλαιότερο σύμμαχο των ΗΠΑ στη περιοχή, τώρα που έχει να αντιμετωπίσει μια όλο και πιο διεκδικητική Τουρκία, η όλη κατάσταση αποδεικνύεται περίεργη. Σύμφωνα με την Μόσχα και το Πεκίνο, ο σκοπός τους είναι να διατηρηθεί η ειρήνη, και να αποφευχθούν οι συγκρούσεις. Ειδικά η Κίνα, θέλει απεγνωσμένα να διατηρηθεί η ομαλή ροή πετρελαίου από τον Κόλπο, και να μην υπάρξουν οι οικονομικές συνέπειες ενός τοπικού πολέμου. Από τη δική τους σκοπιά, οι κινήσεις της Δύσης δεν προωθούν την σταθερότητα στην περιοχή. Ένας προληπτικός πόλεμος στον Περσικό Κόλπο, λένε, θα ήταν εξίσου επικίνδυνος με ένα πυρηνικό Ιράν. Η αραβική άνοιξη ήταν εν μέρει μια απόρριψη της αμερικανικής πολιτικής στις «υποτελείς» της χώρες, για αυτό και πολλοί, ακόμη και Αμερικάνοι, πιστεύουν πως οι απόψεις των Ρώσων και των Κινέζων βρίσκουν σύμφωνους και τους αραβικούς πληθυσμούς. Όπως λένε κάποιοι, το κοινό της Μ. Ανατολής είναι κουρασμένο από την συνεχή κυριαρχία της ίδιας ξένης δύναμης. Έτσι, μπορεί να φανεί φιλόξενο απέναντι στους Κινέζους! Κάποιοι άλλοι όμως θεωρούν πρόωρη μια αμερικανική απόσυρση. Τουλάχιστον όσο οι ΗΠΑ παραμένουν στρατιωτικά παντοδύναμες, και αποτελούν την μεγαλύτερη εγγύηση της ασφάλειας πολλών χωρών της περιοχής. Κατά τον Robert Satloff, του Washington Institute for Near East Policy, η όλη συζήτηση για την παγκόσμια παρακμή της Αμερικής είναι υπέρμετρα διογκωμένη. Όπως λέει, «όταν θα δω Άραβες να στήνονται σε ουρές έξω από την κινεζική πρεσβεία για να πάρουν βίζα, ή όταν θα αρχίσουν να στέλνουν τα παιδιά τους για σπουδές στο Πεκίνο, ή όταν θα αρχίσουν να προτιμούν τα κινεζικά αεροπλανοφόρα, και τα πυραυλικά τους συστήματα, τότε θα αρχίσω να σκέφτομαι σοβαρά την αμερικανική παρακμή…».
www.dailystar.com.lb
Απόδοση: S.A.
Πηγη
Όλοι μιλανε και επιδιώκουν γεωπολιτική ισχύ. Εμείς τι κάνουμε? Μπορούμε να αναβαθμιστούμε γεωπολιτικά? Εμείς έχουμε να προτείνουμε μια ιδέα:
ΑπάντησηΔιαγραφήΕΣΩΤΕΡΙΚΟΙ ΚΑΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΜΑΣ ΣΥΡΡΙΚΝΩΝΟΥΝ. ΕΜΕΙΣ ΔΙΔΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟ ΠΛΑΝΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ.
ΠΛΑΝΗΤΙΚΗ ΕΛΛΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΙΣΧΥΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ, ΔΙΑ ΠΛΑΝΗΤΙΚΟΎ ΔΙΚΤΥΟΥ ΠΌΛΕΩΝ ΚΟΙΝΟΤΉΤΩΝ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΏΝ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΏΝ.
http://diktyoellinwn.wordpress.com/