Στην προ-Jumbo εποχή εμείς οι, γύρω στα 30 και πάνω, είχαμε το Μινιόν. Το κεντρικό κτίριο επί της Πατησίων ήταν η χαρά του παιδιού τότε που δεν υπήρχαν videogames, παραμύθια σε dvd και tablets. Πλήθος κόσμου από την επαρχία κατέφθανε στην πρωτεύουσα μόνο και μόνο για να ένα πέρασμα από το θρυλικό Μινιόν.
Όταν πλησίαζαν οι γιορτές, δεν περιμέναμε άλλο ένα....
δώρο αλλά ΤΟ δώρο που φυσικά θα διαλέγαμε από τον επίγειο παράδεισο των παιχνιδιών στο κέντρο της Αθήνας: το Μινιόν ήταν η δική μας παραμυθούπολη. Απόδειξη; Η φωτογραφία- ντοκουμέντο που κρατά ως αναμνηστικό η μαμά στο συρτάρι από το καθιερωμένο μας ραντεβού με τον Άγιο Βασίλη.
Το πρώτο πολυκατάστημα στην Αθήνα έγινε συνώνυμο με τα γιορτινά ψώνια και την πραγματική παιδική χαρά χάρη στον ευεργέτη του. Ο λόγος για την «ψυχή» του Μινιόν, τον φτωχό βιοπαλαιστή Γιάννη Γεωργακά που εξελίχθηκε σε μία από σημαντικότερες επιχειρηματικές φυσιογνωμίες της χώρας.
Ήταν μόλις 13 ετών το 1926 όταν ανέβηκε από το χωριό του, τη Μεσσηνιακή Τριφυλία, στην Αθήνα για να δουλέψει στο μπακάλικο του θείου του, πλασιέ, σερβιτόρος και μικροπωλητής σε περίπτερα.
Κάπως έτσι, ο αεικίνητος μικροπωλητής πιάνει παρτίδες με τον ιδιοκτήτη του περιπτέρου «Μινιόν» στην Ομόνοια, Άγγελο Σεραφειμίδη και καταλήγουν συνέταιροι. Χάρη στο επιχειρηματικό δαιμόνιο του νεαρού Πελοποννήσιου και την εμπειρία του συνεργάτη του, το μικροσκοπικό «Μινιόν» υιοθετεί πρωτοποριακές στρατηγικές ενώ επεκτείνεται με ένα δεύτερο περίπτερο: «Πουλούσαμε πακετάκια με δέκα λάμες, αντί να πουλάμε ένα-ένα τα ξυραφάκια, σε καλές τιμές. Για τον κοσμάκη, αυτό ήταν μεγάλη οικονομία» ανέφερε χαρακτηριστικά στην αυτοβιογραφία του ο Γεωργακάς.
Μετά το τέλος της Κατοχής, οι δύο συνέταιροι κάνουν το μεγάλο βήμα ανοίγοντας το κατάστημα Μινιόν στην οδό Πατησίων. Απέναντι ακριβώς τους αντιγράφει το «Μπιζού» αλλά όχι με ιδιαίτερη επιτυχία. Σ
τα επόμενα δέκα χρόνια, ο Σεραφειμίδης θα έχει αποχωρήσει από την επιχείρηση ενώ ο «αυτοκράτορας» πια του Μινιόν, Γεωργακάς θα ενισχύσει το μονοπώλιο του, παίρνοντας άδεια εξαγωγής ελληνικών προϊόντων και εισαγωγής ξένων και αγοράζοντας ένα μπλοκ πέντε δεκαώροφων κτιρίων στο τετράγωνο Πατησίων και Σατωβριάνδου.
Βαθιά δημοκρατικός και διψασμένος για γνώση, ο Γεωργακάς- απέκτησε δύο πανεπιστημιακά διπλώματα στα 45 και στα 83 του χρόνια- προσφέρει καταφύγιο επί Χούντας σε φοιτητές δίνοντας τους να φορέσουν την υπαλληλική φορεσιά για να γλιτώσουν τη σύλληψη. Η μετάβαση στη μεταπολίτευση βρίσκει το Μινιόν στην ενδέκατη θέση των σύγχρονων πολυκαταστημάτων της Ευρώπης.
Από ξυραφάκια και τρόφιμα μέχρι ηλεκτρικές συσκευές και αυτοκίνητα, το Μινιόν έχει τα πάντα και είναι αυτή η πρωτοποριακή πληθώρα προϊόντων που κάνει Αθηναίους και επαρχιώτες να συρρέουν σωρηδόν στο επιβλητικό κτίριο της Ομόνοιας.
Για την ιστορία, το Μινιόν κατοχύρωσε τα δικά του επιτεύγματα στην αγοραστική δύναμη της πόλης: για πρώτη φορά συναντούσες κυλιόμενες σκάλες μέσα σε κατάστημα, η διαφήμιση πέρασε στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο, καθιερώθηκε η λίστα γάμου και οι εκπτωτικές κάρτες μέλους, τα παζάρια ήταν απαγορευμένα ενώ εντός του κτιρίου λειτούργησε καφετέρια, κομμωτήριο αλλά και ταξιδιωτικό γραφείο.
Η ίδια, δηλαδή, εμπορική στρατηγική που ακολουθούν τα σύγχρονα εμπορικά κέντρα όπως το Mall και το Golden Hall με τον Γεωργακά να αποδεικνύεται μπροστά από την εποχή του.
Κάθε Χριστούγεννα το «μεγαλύτερο μεγάλο κατάστημα» όπως χαρακτηριστικά το αποκαλούσε ο «πατέρας» του, φορούσε τα καλά του και άνοιγε τον τελευταίο όροφο αποκλειστικά και μόνο για τους λιλιπούτειους πελάτες του. Παιδιά κάθε ηλικίας τραβούσαν από το χέρι τους γονείς τους για να χαζέψουν τις στολισμένες βιτρίνες, να φωτογραφηθούν με τον Άγιο Βασίλη και να δουν από κοντά τους ήρωες της φαντασίας τους.
Το εορταστικό πνεύμα, ωστόσο, αμαυρώθηκε με ένα τραγικό συμβάν που έμελλε να σηματοδοτήσει τη σταδιακή πτώση της παντοκρατορίας του Μινιόν. Ήταν παραμονές Χριστουγέννων,19 Δεκεμβρίου 1980 όταν η φωτιά που ξέσπασε εντός του πολυκαταστήματος προκάλεσε ζημιές ύψους 2 δις δραχμών.
Ο Γεωργακάς κάνει τα πάντα ώστε το «παιδί» του να αναγεννηθεί μέσα από τις στάχτες του όμως τίποτα δεν είναι πια όπως παλιά. Χαρακτηριζόμενο ως «προβληματική επιχείρηση», το Μινιόν περνά το 1983 στα χέρια του κράτους και ακόμα και όταν ,σε μια ύστατη προσπάθεια, ο καταβεβλημένος πια εμπνευστής του ξαναπαίρνει τον έλεγχο, όλα δείχνουν ότι το θρυλικό πολυκατάστημα της Αθήνας έχει χάσει πια την αίγλη του.
Οι τίτλοι τέλους για το χρεοκοπημένο Μινιόν πέφτουν το 1998 και κάπως έτσι η παιδική μας χαρά από το κεντρικό πολυώροφο μπαίνει μια για πάντα στο χρονοντούλαπο των αναμνήσεων μας.
Και μπορεί η επωνυμία της επιχείρησης να χάθηκε από τον αγοραστικό χάρτη της Αθήνας ωστόσο το θρυλικό κτίριο αγοράστηκε το 2000 από την οικογένεια Φάις της Elmec Sport με σκοπό να το επαναλειτουργήσει. Τα δεδομένα της ανέγερσης του πολυκαταστήματος άλλαξαν όμως όταν η Elmec Sport πουλήθηκε στον όμιλο Folli Follie, στα χέρια του οποίου τελικά κατέληξε το θρυλικό brand name.
«Το Μινιόν αποτελεί μεγάλο asset της εταιρίας μας. Είναι το μοναδικό κτίριο της Αθήνας που χτίστηκε με προδιαγραφές πολυκαταστήματος και θα είναι ένα κόσμημα για το ιστορικό κέντρο, λειτουργώντας και με ένα διαφοροποιημένο concept» υποστήριζε πριν από δύο χρόνια ο διευθύνων σύμβουλος της Folli Follie Group, Τζώρτζης Κουτσολιούτσος ωστόσο τα μεγαλεπήβολα σχέδια παραμένουν μέχρι και σήμερα στα χαρτιά.
Ο λόγος φυσικά δεν είναι άλλος από το γενικότερο δυσχερές οικονομικό κλίμα της χώρας που «μπλοκάρει» τις εργασίες ανακατασκευής. Ωστόσο η εταιρία δεν έχει παρατήσει τα σχέδια της και μόλις παρθούν οι σχετικές αποφάσεις, το ιστορικό πολυκατάστημα θα είναι και πάλι στις επάλξεις μέσα σε διάστημα 16 έως 18 μηνών. Για να δούμε…
ΠΗΓΗ: cosmo.gr
Όταν πλησίαζαν οι γιορτές, δεν περιμέναμε άλλο ένα....
δώρο αλλά ΤΟ δώρο που φυσικά θα διαλέγαμε από τον επίγειο παράδεισο των παιχνιδιών στο κέντρο της Αθήνας: το Μινιόν ήταν η δική μας παραμυθούπολη. Απόδειξη; Η φωτογραφία- ντοκουμέντο που κρατά ως αναμνηστικό η μαμά στο συρτάρι από το καθιερωμένο μας ραντεβού με τον Άγιο Βασίλη.
Το πρώτο πολυκατάστημα στην Αθήνα έγινε συνώνυμο με τα γιορτινά ψώνια και την πραγματική παιδική χαρά χάρη στον ευεργέτη του. Ο λόγος για την «ψυχή» του Μινιόν, τον φτωχό βιοπαλαιστή Γιάννη Γεωργακά που εξελίχθηκε σε μία από σημαντικότερες επιχειρηματικές φυσιογνωμίες της χώρας.
Ήταν μόλις 13 ετών το 1926 όταν ανέβηκε από το χωριό του, τη Μεσσηνιακή Τριφυλία, στην Αθήνα για να δουλέψει στο μπακάλικο του θείου του, πλασιέ, σερβιτόρος και μικροπωλητής σε περίπτερα.
Κάπως έτσι, ο αεικίνητος μικροπωλητής πιάνει παρτίδες με τον ιδιοκτήτη του περιπτέρου «Μινιόν» στην Ομόνοια, Άγγελο Σεραφειμίδη και καταλήγουν συνέταιροι. Χάρη στο επιχειρηματικό δαιμόνιο του νεαρού Πελοποννήσιου και την εμπειρία του συνεργάτη του, το μικροσκοπικό «Μινιόν» υιοθετεί πρωτοποριακές στρατηγικές ενώ επεκτείνεται με ένα δεύτερο περίπτερο: «Πουλούσαμε πακετάκια με δέκα λάμες, αντί να πουλάμε ένα-ένα τα ξυραφάκια, σε καλές τιμές. Για τον κοσμάκη, αυτό ήταν μεγάλη οικονομία» ανέφερε χαρακτηριστικά στην αυτοβιογραφία του ο Γεωργακάς.
Μετά το τέλος της Κατοχής, οι δύο συνέταιροι κάνουν το μεγάλο βήμα ανοίγοντας το κατάστημα Μινιόν στην οδό Πατησίων. Απέναντι ακριβώς τους αντιγράφει το «Μπιζού» αλλά όχι με ιδιαίτερη επιτυχία. Σ
τα επόμενα δέκα χρόνια, ο Σεραφειμίδης θα έχει αποχωρήσει από την επιχείρηση ενώ ο «αυτοκράτορας» πια του Μινιόν, Γεωργακάς θα ενισχύσει το μονοπώλιο του, παίρνοντας άδεια εξαγωγής ελληνικών προϊόντων και εισαγωγής ξένων και αγοράζοντας ένα μπλοκ πέντε δεκαώροφων κτιρίων στο τετράγωνο Πατησίων και Σατωβριάνδου.
Βαθιά δημοκρατικός και διψασμένος για γνώση, ο Γεωργακάς- απέκτησε δύο πανεπιστημιακά διπλώματα στα 45 και στα 83 του χρόνια- προσφέρει καταφύγιο επί Χούντας σε φοιτητές δίνοντας τους να φορέσουν την υπαλληλική φορεσιά για να γλιτώσουν τη σύλληψη. Η μετάβαση στη μεταπολίτευση βρίσκει το Μινιόν στην ενδέκατη θέση των σύγχρονων πολυκαταστημάτων της Ευρώπης.
Από ξυραφάκια και τρόφιμα μέχρι ηλεκτρικές συσκευές και αυτοκίνητα, το Μινιόν έχει τα πάντα και είναι αυτή η πρωτοποριακή πληθώρα προϊόντων που κάνει Αθηναίους και επαρχιώτες να συρρέουν σωρηδόν στο επιβλητικό κτίριο της Ομόνοιας.
Για την ιστορία, το Μινιόν κατοχύρωσε τα δικά του επιτεύγματα στην αγοραστική δύναμη της πόλης: για πρώτη φορά συναντούσες κυλιόμενες σκάλες μέσα σε κατάστημα, η διαφήμιση πέρασε στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο, καθιερώθηκε η λίστα γάμου και οι εκπτωτικές κάρτες μέλους, τα παζάρια ήταν απαγορευμένα ενώ εντός του κτιρίου λειτούργησε καφετέρια, κομμωτήριο αλλά και ταξιδιωτικό γραφείο.
Η ίδια, δηλαδή, εμπορική στρατηγική που ακολουθούν τα σύγχρονα εμπορικά κέντρα όπως το Mall και το Golden Hall με τον Γεωργακά να αποδεικνύεται μπροστά από την εποχή του.
Κάθε Χριστούγεννα το «μεγαλύτερο μεγάλο κατάστημα» όπως χαρακτηριστικά το αποκαλούσε ο «πατέρας» του, φορούσε τα καλά του και άνοιγε τον τελευταίο όροφο αποκλειστικά και μόνο για τους λιλιπούτειους πελάτες του. Παιδιά κάθε ηλικίας τραβούσαν από το χέρι τους γονείς τους για να χαζέψουν τις στολισμένες βιτρίνες, να φωτογραφηθούν με τον Άγιο Βασίλη και να δουν από κοντά τους ήρωες της φαντασίας τους.
Το εορταστικό πνεύμα, ωστόσο, αμαυρώθηκε με ένα τραγικό συμβάν που έμελλε να σηματοδοτήσει τη σταδιακή πτώση της παντοκρατορίας του Μινιόν. Ήταν παραμονές Χριστουγέννων,19 Δεκεμβρίου 1980 όταν η φωτιά που ξέσπασε εντός του πολυκαταστήματος προκάλεσε ζημιές ύψους 2 δις δραχμών.
Ο Γεωργακάς κάνει τα πάντα ώστε το «παιδί» του να αναγεννηθεί μέσα από τις στάχτες του όμως τίποτα δεν είναι πια όπως παλιά. Χαρακτηριζόμενο ως «προβληματική επιχείρηση», το Μινιόν περνά το 1983 στα χέρια του κράτους και ακόμα και όταν ,σε μια ύστατη προσπάθεια, ο καταβεβλημένος πια εμπνευστής του ξαναπαίρνει τον έλεγχο, όλα δείχνουν ότι το θρυλικό πολυκατάστημα της Αθήνας έχει χάσει πια την αίγλη του.
Οι τίτλοι τέλους για το χρεοκοπημένο Μινιόν πέφτουν το 1998 και κάπως έτσι η παιδική μας χαρά από το κεντρικό πολυώροφο μπαίνει μια για πάντα στο χρονοντούλαπο των αναμνήσεων μας.
Και μπορεί η επωνυμία της επιχείρησης να χάθηκε από τον αγοραστικό χάρτη της Αθήνας ωστόσο το θρυλικό κτίριο αγοράστηκε το 2000 από την οικογένεια Φάις της Elmec Sport με σκοπό να το επαναλειτουργήσει. Τα δεδομένα της ανέγερσης του πολυκαταστήματος άλλαξαν όμως όταν η Elmec Sport πουλήθηκε στον όμιλο Folli Follie, στα χέρια του οποίου τελικά κατέληξε το θρυλικό brand name.
«Το Μινιόν αποτελεί μεγάλο asset της εταιρίας μας. Είναι το μοναδικό κτίριο της Αθήνας που χτίστηκε με προδιαγραφές πολυκαταστήματος και θα είναι ένα κόσμημα για το ιστορικό κέντρο, λειτουργώντας και με ένα διαφοροποιημένο concept» υποστήριζε πριν από δύο χρόνια ο διευθύνων σύμβουλος της Folli Follie Group, Τζώρτζης Κουτσολιούτσος ωστόσο τα μεγαλεπήβολα σχέδια παραμένουν μέχρι και σήμερα στα χαρτιά.
Ο λόγος φυσικά δεν είναι άλλος από το γενικότερο δυσχερές οικονομικό κλίμα της χώρας που «μπλοκάρει» τις εργασίες ανακατασκευής. Ωστόσο η εταιρία δεν έχει παρατήσει τα σχέδια της και μόλις παρθούν οι σχετικές αποφάσεις, το ιστορικό πολυκατάστημα θα είναι και πάλι στις επάλξεις μέσα σε διάστημα 16 έως 18 μηνών. Για να δούμε…
ΠΗΓΗ: cosmo.gr
Πολύ καλό άρθρο με ταξίδεψε για λίγο στην παιδική μου ηλικία ....
ΑπάντησηΔιαγραφή