Γράφει ο Δημήτρης Νατσιός
Δάσκαλος Κιλκίς
Δάσκαλος Κιλκίς
«Ο λαός μας έφτασε στην κορυφή της Αθανασίας, γιατί έφτασε στην άκρη της Θυσίας»
Βασίλης Ρώτας, ποιητής
Βασίλης Ρώτας, ποιητής
Οι Μεγάλες Ημέρες του Γένους μας. Η εθνική επέτειος του ’40.
Περασμένα μεγαλεία και....
διηγώντας τα, όχι μόνο να κλαις, αλλά, κυρίως, να καμαρώνεις. Λίγο να σηκωθούμε, μας έπνιξαν οι αναθυμιάσεις… το Μνημόνιο, η Τρόικα, ο Βενιζέλος, η Βάσω, η Άννα πτώματα άταφα, χαμένα πράγματα, καντιποτένιοι άνθρωποι. Στρεφόμαστε, γυρίζουμε προς την ιστορία, όχι σαν φυγάδες από το παρόν, μα για να αντικρίσουμε νηφαλιότερα το επερχόμενο μέλλον και να παρηγορηθούμε λίγο. Ιδίως τώρα που θόλωσε ο νους μας και μας βρήκε το κακό, το «πισωγύρισμα» στην ιστορία, (η καημένη η γλωσσα μας, τι τράβηξε από τους γλωσσοκόπανους της δήθεν «δημοτικιάς»), η μελέτη, λοιπόν, της ιστορίας φρονηματίζει, «διά το μηδεμίαν ετοιμοτέραν είναι τοις ανθρώποις διόρθωσιν της των προγεγενημένων πράξεων επιστήμης» κατά τον Πολύβιο. Οι πράξεις, τα κατορθώματα των περασμένων, δι-ορθώνουν τους απογόνους και όχι τα «ασκιά γιομάτ’ αγέρα», τα λόγια τα κούφια.Περασμένα μεγαλεία και....
Το βλέπω μες στην τάξη. Ενθουσιάζονται τα παιδιά και αποτυπώνεται στην μνήμη τους ανεξίτηλα η διήγηση μιας ιστορίας, στην οποία δεσπόζει ένα ωραίο και σπουδαίο πρόσωπο. Συναρπάζονται με αυθόρμητες, ζωντανές, αψιμυθίωτες αφηγήσεις. Πανηγύρι στην τάξη γίνεται όταν φέρνεις μπροστά τους ιστορίες χαρούμενες, «πεποικιλμένες» με ηρωισμό και θυσία.
Φέτος έχω χαρά μεγάλη, γιατί δεν έφτασαν ακόμη στην μικρή, ακριτική μας πόλη, τα βιβλία που η αβελτηρία (το σωστό αβελτερία εκ του α+βέλτερος) και η ευήθεια του ΥΠΠΔΒΜ (υπουργού «ποδοβολητό») στέρησε από τους Ελληνόπαιδες.
Δύο μήνες τώρα διδάσκω φωτοτυπώνοντας κείμενα έξοχα των κορυφαίων της λογοτεχνίας μας, πάλαι τε και επ’ εσχάτων. Από τον Αίσωπο και τον άγιο Χρυσόστομο έως τον Ελύτη. (Ομιλώ γιά τα γλωσσικά εγχειρίδια). Και πώς αλλιώς; Να είσαι, τώρα δασκάλα γ’ δημοτικού, να ανοίγεις το βιβλίο γλώσσας της τάξης (α’ τεύχος, σελίδα 79) και να διαβάζεις, ενώπιον των μαθητών σου, το αφιερωματικό κείμενο γιά το έπος του ’40. Αντί όμως γιά μαρτυρίες Ελλήνων στρατιωτών, των ηρώων που κρατούσαν όρθιοι τα διάσελα της Ιστορίας, «κείται» ένα κακόμοιρο, καταθλιπτικό κείμενο μιάς δεκάχρονης εβραιοπούλας από την Θεσσαλονίκη, της Ροζίνας. Γράφει στο ημερολόγιό της: «Τη Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 1940 δεν πήγαμε σχολείο. Είχε κηρυχτεί ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος. Αναστατωμένα ήμασταν εμείς τα παιδιά. Οι Ιταλοί βομβάρδισαν τη Θεσσαλονίκη. Στο μαγαζί του πατέρα μου γίνηκαν πολλές καταστροφές». Αυτό, τίποτε άλλο. Η γ’ τάξη δημοτικού, χιλιάδες Ελληνόπουλα, τέτοιες ηττοπαθείς γελοιότητες διδάσκονται γιά το ηρωϊκό ’40. Και στην Ε’ που διδάσκω φέτος (α’ τεύχος, σελ. 74) το επίκαιρο κείμενο τιτλοφορείται ως εξής : «Η Ιταλία μας κήρυξε τον πόλεμο» και υπότιτλο «και εμείς πήγαμε στο υπόγειο». Την 28η Οκτωβρίου 1940, όταν δόνησε την πατρίδα μας η είδηση της επιστράτευσης, υπήρχε έστω κι ένας Έλληνας που κρύφτηκε ορνιθοειδώς στο υπόγειό του; Ήταν πανηγύριεκείνη η μέρα, μέθυσε ο λαός μας με τ’ αθάνατο κρασί του Εικοσιένα, πού το βρήκαν τα δείλαια ανθρωπάκια του διαβίου το υπόγειο; Επιλογές αντάξιες μιας Δραγώνα, μιας Ρεπούση και της «υψηλοτάτης» διαβιοϋπουργού (χρυσοστόλιστο τίποτε μεγαλαυχίας …. και τίποτε άλλο).
Είναι γεγονός-παρενθέτω μία σκέψη- πως τα ασπόνδυλα προοδευτικά μαλάκια, ως θα έλεγε ο Ζουράρις, νιώθουν δυσφορία, μιάν «εσωτερική» ενόχληση και αδιαθεσία, όταν αναφέρονται στα πανηγύρια του Γένους και της Πίστης. Πουλημένες ψυχές, χωρίς ιθαγένεια τόπου, Γραικύλοι αληθινοί, δεν πιάνουν το νόημα της γιορτής, μετρούν τις χαμένες εργατώρες ή την «καθυστέρηση στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας». Θυμάμαι εκείνο το σπιθαμιαίου (πνευματικού) αναστήματος «πολιτικό ζώον», (αριστοτελικός ο όρος), ο Σημίτης, να πολιορκείται από δημοσιογραφικά μικρόφωνα, έξω από μία εκκλησία, ανήμερα των Θεοφανείων. (Τι μαρτύριο γιά κάτι τέτοιους ο εκκλησιασμός!). Τι δήλωσε ο… αθεόφοβος. «Τα Θεοφάνεια σηματοδοτούν την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας». Έτσι ακριβώς. Γι’ αυτό καταντήσαμε ζήτουλες της Οικουμένης…
Ας αφήσουμε όμως τα υποκείμενα και ας πιάσουμε τα κείμενα. Επεισόδια από εκείνες τις γιορτινές ημέρες του πολέμου. Να ξεθολώσει ο νους μας λίγο, να ξαποστάσουμε ακουμπώντας στις αετοράχες της Πίνδου και στα ψηλώματα της Βορείου Ηπείρου.
Το 1960 ομιλητής, κατά την εορτάσιμο ημέρα, στην Ακαδημία Αθηνών είναι ο Στρατής Μυριβήλης. Αντιγράφω: «Είχε οργανωθεί, κατά τη διάρκεια του αγώνος, υπηρεσία μεταγγίσεως αίματος απ’ τον Ερυθρό Σταυρό της Ελλάδος. Είχα ένα φίλο γιατρό σ’ αυτή την υπηρεσία και πήγαινα κάπου-κάπου να τον δω και να τα πούμε. Ο κόσμος έκαμε κάθε μέρα ουρά γιά να δώσει το αίμα του για τους τραυματίες μας. Ήταν εκεί νέοι, κοπέλες, γυναίκες, μαθητές, παιδιά που περίμεναν τη σειρά τους. Μία μέρα, λοιπόν, ο επί της αιμοδοσίας φίλος μου γιατρός, είδε μέσα στη σειρά των αιμοδοτών που περίμεναν, να στέκεται και ένα γεροντάκι.
– Εσύ, παππούλη, του είπε ενοχλημένος, τι θέλεις εδώ;
Ο γέρος απάντησε δειλά:
– Ήρθα κι εγώ, γιατρέ, να δώσω αίμα.
Ο γιατρός τον κοίταξε με απορία και συγκίνηση. Ο γέρος παρεξήγησε το δισταγμό του. Η φωνή του έγινε πιο ζωηρή.
– Μη με βλέπεις έτσι, γιατρέ μου. Είμαι γερός, το αίμα μου είναι καθαρό, και ακόμα ποτές μου δεν αρρώστησα. Είχα τρεις γιους. Σκοτώθηκαν και οι τρεις εκεί πάνω. Χαλάλι της πατρίδας. Όμως μου είπαν πως οι δύο, πήγαν από αιμορραγία. Λοιπόν, είπα στη γυναίκα μου, θα ‘ναι κι άλλοι πατεράδες, που μπορεί να χάσουν τα παλληκάρια τους, γιατί δεν θα έχουν οι γιατροί μας αίμα να τους δώσουν. Να πάω να δώσω κι εγώ το δικό μου. Άιντε, πήγαινε γέρο μου, μου είπε κι ας είναι γιά την ψυχή των παιδιών μας. Κι εγώ σηκώθηκα και ήρθα».
Αυτά δεν είναι ιστορίες. Είναι Συναξάρια. Εδώ δεν έχουμε ένα συμβάν ηρωισμού. Ανέβηκαν ψηλότερα ο γέρος και η χαροκαμένη γερόντισσα, η γυναίκα του. Τρία παιδιά χαλαλίζουν γιά την πατρίδα. Αγόγγυστα, χωρίς να τα βάζει με τον Θεό, με το κράτος, με τον πόλεμο ο λεβεντόγερος, προσέρχεται να δώσει, να αδειάσει το βασανισμένο, το πικραμένο του κορμί κι από το λιγοστό, δικό του αίμα. Το κοινότοπον «μέχρι τελευταίας ρανίδος του αίματος» εδώ το κατανοούμε.
Έφτασε πολύ ψηλά στην κλίμακα ο γεροέλληνας. Στην κορυφή της. Στο «ου λογίζεται το κακόν». Στο «πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει». Δεν έχουμε εδώ τον κανόνα της αρετής που μας παρέδωσε η αρχαία Ελλάδα. Δεν είναι μόνο η αρετή της ανδρείας. Είναι η αγάπη και «αύτη απόγνωσιν αναιρεί» (Κλίμαξ, Ιωάννου Σιναϊτου). «Ανδρείους μπορεί να βγάζει κάθε πατρίδα. Αγίους όμως μόνο η Ελλάδα».
– Ήρθα κι εγώ, γιατρέ, να δώσω αίμα.
Ο γιατρός τον κοίταξε με απορία και συγκίνηση. Ο γέρος παρεξήγησε το δισταγμό του. Η φωνή του έγινε πιο ζωηρή.
– Μη με βλέπεις έτσι, γιατρέ μου. Είμαι γερός, το αίμα μου είναι καθαρό, και ακόμα ποτές μου δεν αρρώστησα. Είχα τρεις γιους. Σκοτώθηκαν και οι τρεις εκεί πάνω. Χαλάλι της πατρίδας. Όμως μου είπαν πως οι δύο, πήγαν από αιμορραγία. Λοιπόν, είπα στη γυναίκα μου, θα ‘ναι κι άλλοι πατεράδες, που μπορεί να χάσουν τα παλληκάρια τους, γιατί δεν θα έχουν οι γιατροί μας αίμα να τους δώσουν. Να πάω να δώσω κι εγώ το δικό μου. Άιντε, πήγαινε γέρο μου, μου είπε κι ας είναι γιά την ψυχή των παιδιών μας. Κι εγώ σηκώθηκα και ήρθα».
Αυτά δεν είναι ιστορίες. Είναι Συναξάρια. Εδώ δεν έχουμε ένα συμβάν ηρωισμού. Ανέβηκαν ψηλότερα ο γέρος και η χαροκαμένη γερόντισσα, η γυναίκα του. Τρία παιδιά χαλαλίζουν γιά την πατρίδα. Αγόγγυστα, χωρίς να τα βάζει με τον Θεό, με το κράτος, με τον πόλεμο ο λεβεντόγερος, προσέρχεται να δώσει, να αδειάσει το βασανισμένο, το πικραμένο του κορμί κι από το λιγοστό, δικό του αίμα. Το κοινότοπον «μέχρι τελευταίας ρανίδος του αίματος» εδώ το κατανοούμε.
Έφτασε πολύ ψηλά στην κλίμακα ο γεροέλληνας. Στην κορυφή της. Στο «ου λογίζεται το κακόν». Στο «πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει». Δεν έχουμε εδώ τον κανόνα της αρετής που μας παρέδωσε η αρχαία Ελλάδα. Δεν είναι μόνο η αρετή της ανδρείας. Είναι η αγάπη και «αύτη απόγνωσιν αναιρεί» (Κλίμαξ, Ιωάννου Σιναϊτου). «Ανδρείους μπορεί να βγάζει κάθε πατρίδα. Αγίους όμως μόνο η Ελλάδα».
"Αγίους όμως μόνο η Ελλάδα..."
ΑπάντησηΔιαγραφήΕντάξει, παραπάει λίγο αυτό... Παρακάτω η γνώμη μου...
Ο Σκοπός της ύπαρξης όλων των ανθρώπων είναι η Αγιότης. Άγιος μπορεί να γίνει ο κάθε Ορθόδοξος, Έλλην ή μη. Και όχι μόνον αυτό, αλλά είμαστε υποχρεωμένοι, ο καθένας στο σημείο που μπορεί, να βοηθήσουμε τα άλλα έθνη προς αυτόν τον σκοπό.
Άλλο πράγμα είναι η δικαιολογημένη οργή προς τους δυνάστες μας, και άλλο να πέφτουμε στον λογισμό ότι για κάποιον λόγο είμαστε ο νέος περιούσιος λαός...
Ας μη ξεχνάμε και τον Απόστολο που μας λέει ξεκάθαρα, ότι μέσα στην Εκκλησία του Θεού, δεν υπάρχει Άρρεν, Θήλυ, Δούλος (Βάρβαρος), Εβραίος ή Έλλην: "ουκ ενί Ιουδαίος ουδέ Έλλην ούκ ενί δούλος ουδε ελεύθερος ούκ ενί άρσεν και θήλυ πάντες γαρ υμείς εις έστε εν Χριστώ Ιησού" (Γαλ 3:28)
Ο πατριωτισμός λοιπόν, πρέπει να έπεται της έμπρακτης Πίστης στον Θεό, και όχι το αντίθετο. Κάποιος γίνεται Άγιος, με την Χάρη του Θεού και μέσω της ταπείνωσης του και μετανοίας, και όχι επειδή είναι ή δεν είναι Έλλην. Καλό είναι να αγαπάμε την Πατρίδα, αλλά χωρίς αγάπη στον Θεό πρώτα, η αγάπη προς την πατρίδα καταλήγει να είναι πράγμα άρρωστο, ακόμα και σατανικό πολλές φορές.
Βέβαια, η Έλλάδα και οι Έλληνες έχουν ευλογηθεί και θα ευλογηθούν πολύ ακόμα. Αλλά το θέμα της σωτηρίας, είναι δώρο του Χριστού μας, προς όλους που Τον ακολουθούν. Αλλιώς δεν θα μας έλεγε ο Χριστός: "πορευθέντες ουν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη" (Ματθ. 28¨19). Δεν εμπαίζει ο Θεός, ούτε χαριτολογεί γιά να μας πεί κάτι χωρίς να το εννοεί. Ο απώτερος σκοπός της της ύπαρξής μας που είναι ή Αγιότης είναι, κατά τα λόγια Του, απώτερος σκοπός για "πάντα τα έθνη", και ως εκ τούτου, η δυνατότητα αυτή έχει δοθεί σε όλα τα έθνη. Αλλιώς, είναι σαν να λέμε ότι ο Θεός εμπαίζει όλους τους λαούς εκτός του Έλληνες... Και αυτό, είναι βλασφημία.
Η πατρίδα μας, από μόνη της, δεν είναι ικανή να βγάλει Αγίους. Ούτε μας υποσχέθηκε ο Θεός κάποια αποκλειστικότητα στην Αγιότητα... Ως μέλη λοιπόν του "Νέου Ισραήλ" δηλαδή την Αληθινή Εκκλησία, το Σώμα Του Χριστού που είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία, θεωρούμαστε ως πνευματικά τέκνα του Αβραάμ.
Ας θυμηθούμε λοιπόν, τι είπε ο Χριστός για το από πού μπορεί να δημιουργήσει παιδιά του Αβραάμ: "...ότι δύναται ο Θεός εκ των λίθων τούτων εγείραι τέκνα τω Αβραάμ" (Λουκ. 3: 8). Ας μείνουμε λοιπόν κοντά στον Θεό, διότι, η Ελλάς, χωρίς Αυτόν, δεν έχει καμία αξία. Όλη η αξία, όλη η σοφία και η γλώσσα μας ακόμα, από αρχαιότητας πριν ακόμη μας φανερωθεί ο Υιός Του, μας έχει δωριθεί από τον Θεό.
Ακριβώς έτσι Ανώνυμε Αδελφέ μου 6:25 μ.μ.....
ΑπάντησηΔιαγραφή...........
Δόξα τω Θεώ!
Σ'ευχαριστώ Θεέ μου που μας δίνεις φωτισμένους συντρόφους σε αυτό το δύσκολο αγώνα !
Όλοι οι Έλληνες που σε αγαπάμε γλυκύτατέ μας Κύριε Ιησού Χριστέ, σε παρακαλούμε πολύ,άν και δεν το αξίζουμε, να μας δώσεις και Φωτισμένους Αρχηγούς να οδηγήσουν την Ελλάδα μας στη Σωτηρία και στη Δόξα του Αγίου σου ονόματος!
Λυπήσου μας τους ανάξιους και δώσε μας Κύριε...που είμαστε κοπάδι χωρίς ποιμένες...
Πρεσβείες της Παναχράντου σου Μητρός,του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου,των Αγίων Ασωμάτων Δυνάμεων και Πάντων σου των Αγίων.....
ΕΛΕΗΣΟΝ ΗΜΑΣ Φιλάνθρωπε Δέσποτα
Δώσε μας και αρχηγούς...γρήγορα Κύριε...Αμήν