Τoυ Δημήτρη Καζάκη
Με την κ. Μέρκελ να προεξοφλεί ότι η Σύνοδος Κορυφής του Eurogroup στις 21.7 δεν πρόκειται να παραγάγει κανένα «εντυπωσιακό αποτέλεσμα», περιμένουμε για άλλη μια φορά τους ευρωκρατούντες να μας «σώσουν».
«Δεν πρόκειται να υπάρξει κανένα εντυπωσιακό βήμα» αυτή την εβδομάδα, είπε η κ. Μέρκελ σε δημοσιογράφους στο Ανόβερο της Γερμανίας την Τρίτη (19.7). «Αφορά αποκλειστικά τη δημιουργία μιας ελεγχόμενης, συνθετικής διαδικασίας σταδιακών βημάτων και μέτρων». Το τι εννοεί η κ. Μέρκελ με τη δήλωση αυτή, προσωπικά αμφιβάλλω αν γνωρίζει επακριβώς και η ίδια...
Κι αυτό γιατί το πρόβλημα του χρέους της Ελλάδας δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί εντός της ευρωζώνης.
Ούτε της Ιρλανδίας ούτε της Πορτογαλίας. Ιδίως από τη στιγμή που οι επιτοκιακές αποδόσεις των ομολόγων της Ισπανίας και της Ιταλίας έχουν αισίως ξεπεράσει κατά πολύ το 6%. Βρίσκονται δηλαδή στο επίπεδο που βρίσκονταν τα επιτόκια της Ελλάδας λίγο πριν από την προσφυγή στον «μηχανισμό στήριξης» και το μνημόνιο.
Μεθόδευση χρεοκοπίας
Δεν νομίζω ότι υπάρχει Έλληνας που να μην έχει πειστεί πια ότι η χώρα θα πτωχεύσει. Αργά ή γρήγορα. Απλώς οι ευρωκράτες και οι τραπεζίτες συζητούν τον τρόπο, τη μεθόδευση της πτώχευσης. Θα είναι σειρά «πιστωτικών επεισοδίων» ή «επιλεκτικών πτωχεύσεων», δηλαδή επιλεκτικής άρνησης πληρωμής σειράς υποχρεώσεων προς το εσωτερικό ή το εξωτερικό; Όπως και να έχει, με όποια μορφή κι αν έρθει, η πτώχευση για τον πληθυσμό, την κοινωνία και την οικονομία είναι μία. Οι μεθοδεύσεις μπορεί να αλλάζουν, αλλά το γεγονός παραμένει αναλλοίωτο, όπως κι αν το ονοματίσουν.
Κι όσο ο μέσος Έλληνας προσπαθεί να καταλάβει τι συμβαίνει, τόσο περισσότερο μπερδεύεται από έναν άγριο επικοινωνιακό πόλεμο που διεξάγεται ενάντια στην κοινή λογική του. Από τη μια, έχεις μια κυβέρνηση που δεν έχει επιβεβαιωθεί σε τίποτε, αλλά συνεχίζει να ισχυρίζεται ότι οι επιλογές της είναιμονόδρομος. Κι από την άλλη, ένα ολόκληρο σύστημα προπαγάνδας που θεωρεί «καταστροφολογία» οτιδήποτε ξεφεύγει από τα άνωθεν διατεταγμένα πλαίσια.
Διατεταγμένη ανοησία
Ας ξεφύγουμε από την αφόρητη ελαφρότητα της διατεταγμένης ανοησίας που σερβίρεται επίσημα εν είδει μουρουνέλαιου για πνευματικά ασθενείς και ας μιλήσουμε καθαρά. Η Ελλάδα είναι αδύνατον να ξεφύγει από την πτώχευση εντός της ευρωζώνης. Ό,τι κι αν σκαρφιστούν οι τραπεζίτες και οι ευρωκράτες. Κι αυτό γιατί είναι αδύνατον το χρέος να γίνει βιώσιμο και προπαντός διαχειρίσιμο εντός ευρωζώνης.
Είναι τόσο απλά τα πράγματα.
«Μην ανησυχείτε» διαβεβαιώνουν οι σώφρονες δημοσιογραφούντες επί παντός επιστητού. Έχουμε την επίσημη διαβεβαίωση της τρόικας, του ΔΝΤ, της Ε.Ε. και της ΕΚΤ ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να πτωχεύσει. Κι επομένως όποιος ισχυρίζεται κάτι διαφορετικό είναι «καταστροφολόγος» και «γραφικός». Δεν ξέρω αν έχετε παρακολουθήσει συζητήσεις «ειδημόνων», οι οποίοι, αφού επαναλάβουν όλα τα γνωστά και χιλιοειπωμένα κλισέ που ακούμε εδώ και δυο τουλάχιστον δεκαετίες για το σπάταλο κράτος και τις υπερβολικές απαιτήσεις της κοινωνίας, καταλήγουν στο εξής αμίμητο: «Δεν θα μας αφήσει η Ε.Ε. να πτωχεύσουμε!». Σε ιδιωτικές συζητήσεις, μάλιστα, κλείνουν και το μάτι πονηρά. Το «επιχείρημα» αυτό απογειώνει την απάντηση στο ερώτημα αν θα πτωχεύσει η Ελλάδα, από τη ζωντανή πραγματικότητα, στη σφαίρα της φαντασίας και της μεταφυσικής. Είναι το ίδιο με το να ακούς έναν γιατρό να σου λέει ότι η τύχη του ασθενούς βρίσκεται στα χέρια του Υψίστου. Μόνο που στη δική μας περίπτωση η χώρα βρίσκεται στα χέρια μιας συμμορίας από σκιτζήδες και τσαρλατάνους, που υπηρετούν τα πιο άνομα συμφέροντα της αγοράς.
Ο «μηχανισμός στήριξης»
Τι απέφερε ο «μηχανισμός στήριξης»; Μας έκανε καλό ή μας χαντάκωσε ακόμη περισσότερο; Ας δούμε τα δεδομένα. Το εκτεταμένο παιχνίδι με τις τοποθετήσεις στα ελληνικά ομόλογα προηγήθηκε του μνημονίου, πυροδοτώντας τεράστιους τζίρους. Οι κερδοσκόποι βγήκαν από αυτό το παιχνίδι των τοποθετήσεων μεκέρδη άνω των 17 δισ. ευρώ.
Με την επιβολή του μνημονίου, δίνεται η ευκαιρία στους μεγάλους κατόχους των ελληνικών ομολόγων να κρατήσουν τα πακέτα τους περιμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία για κερδοσκοπία υπό καθεστώς προστασίας του «μηχανισμού στήριξης». Αυτός είναι ο κύριος λόγος που ο τζίρος αγοραπωλησιών ελληνικών ομολόγων πέφτει ξαφνικά πολύ χαμηλά. Οι μεγάλες τράπεζες και οι επενδυτές κεφαλαίων βρήκαν μια θαυμάσια ευκαιρία να κερδίζουν από τα ελληνικά ομόλογα, «σορτάροντας» συγκεκριμένους τίτλους και αποκομίζοντας σημαντικά κέρδη. Με τον τρόπο αυτό δεν ένιωσαν και καμιά ιδιαίτερη πίεση να ξεφορτωθούν τα ομόλογα από την κατοχή τους.
Η τακτική αυτή οδήγησε σε μια εντυπωσιακή υποβάθμιση τα ελληνικά ομόλογα. Με το μνημόνιο και τον «μηχανισμό στήριξης» το επιτόκιο του 3ετούς ομολόγου από 7,80% τον Μάιο του 2010 εκτινάχθηκε στο23,67% τον Απρίλιο του 2011. Δηλαδή υπερτριπλασιάστηκε! Το επιτόκιο του 10ετούς ομολόγου το ίδιο χρονικό διάστημα εκτινάχθηκε από το 7,74% στο 15,59%, δηλαδή σχεδόν διπλασιάστηκε. Πώς είναι δυνατόν να θεωρεί κανείς ότι είχαμε «θετικά αποτελέσματα», όταν είχαμε μια τέτοια κατρακύλα; «Δεν ανταποκρίθηκαν οι αγορές» λέει η κυβέρνηση. Γιατί δεν ανταποκρίθηκαν; Ανταποκρίθηκαν μια χαρά.
Η αναδιάρθρωση
Η κυβέρνηση και η τρόικα προσέφεραν μια απίστευτη ευκαιρία στις αγορές να κερδοσκοπήσουν με τα ελληνικά ομόλογα και αυτές ανταποκρίθηκαν με το παραπάνω. Με άλλα λόγια, η περίοδος του μνημονίου όχι μόνο επιδείνωσε την εικόνα της Ελλάδας στις αγορές, αλλά οδήγησε τη χώρα πιο κοντά στην επίσημη πτώχευση.
Το γεγονός ότι τον Απρίλιο του 2011 το 3ετές ομόλογο είχε χάσει σχεδόν 40% της ονομαστικής αξίας του, το 10ετές σχεδόν το 44% της ονομαστικής αξίας του και το 30ετές σχεδόν το 50% της ονομαστικής αξίας του, δεν αφήνει πολλά περιθώρια στους μεγάλους κατόχους των ελληνικών ομολόγων να δεχτούν μια αναδιάρθρωση του χρέους. Κι αυτό γιατί σε αυτές τις συνθήκες θα αναγκαστούν να δεχτούν μεγάλο «κούρεμα». Γιατί να το κάνουν;
Αυτό που έχουν να κάνουν, είναι να εκβιάζουν για μια νέα χρηματοδοτική στήριξη προς την Ελλάδα, ώστε να συνεχίσουν να παίζουν τα παιχνίδια τους. Από ’κεί και πέρα κρατούν τα πακέτα των ομολόγων τους και ελπίζουν πως στο τέλος θα κατορθώσουν να αποσπάσουν μια πολύ καλή συμφωνία από τη χρεοκοπημένη Ελλάδα με τη βοήθεια της ΕΚΤ. Κι έτσι η τραγωδία της χρεοκοπίας θα συνεχίζεται μέχρις ότου η πτώχευση γίνει από τα ίδια τα πράγματα αναπόφευκτη.
Οι τράπεζες χρωστάνε
Το αναπόφευκτο της πτώχευσης συνδέεται γενικότερα και με την κατάσταση του εγχώριου πιστωτικού συστήματος. Παρά την άνοδο του εξωτερικού χρέους των τραπεζών, που το 2010 έφτασε τα 115,2 δισ. ευρώ, οι ανάγκες ρευστότητας εκτινάχθηκαν.
Το 2010 οι εγχώριες τράπεζες άντλησαν ρευστότητα από το ευρωσύστημα τουλάχιστον 87,1 δισ. ευρώ. Με τον τρόπο αυτό το συνολικό χρέος των τραπεζών έχει εκτιναχθεί για το 2010 άνω των 202,3 δισ. ευρώ. Αν σκεφτεί κανείς ότι το σύνολο των καταθέσεων ταμιευτηρίου και προθεσμίας που τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις έχουν τοποθετήσει στις εγχώριες τράπεζες το 2010 ανήλθαν σε 185,9 δισ. ευρώ, τότε τίθεται ένα σοβαρό ερώτημα για την ίδια τη βιωσιμότητα του τραπεζικού συστήματος.
Πώς θα αναχρηματοδοτήσουν οι τράπεζες το χρέος τους;
Οι καταθέσεις πέφτουν διαρκώς. Μόνο το 2010 έκαναν φτερά πάνω από 25 δισ. ευρώ καταθέσεις ταμιευτηρίου και προθεσμίας σε σχέση με το 2009. Ενώ το 2011 μειώνονται με ρυθμό 4-5 δισ. ευρώ ανά μήνα. Υπολογίζεται επίσης ότι περίπου το 30% των δανείων που έχουν χορηγήσει οι τράπεζες δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί σε τακτική βάση. Οι μεγάλες τράπεζες επιχείρησαν στα τέλη του περασμένου χρόνου να τιτλοποιήσουν μέρος των δανείων που έχουν χορηγήσει, με σκοπό να αντλήσουν ρευστότητα από τις αγορές. Όμως οι απανωτές υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής τους αξιοπιστίας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης απέτρεψαν αυτό το σχέδιο.
Μετά και τις τελευταίες υποβαθμίσεις οι τίτλοι των εγχώριων τραπεζών και του ελληνικού Δημοσίου δεν γίνονται πλέον δεκτοί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Έτσι ή αλλιώς η ΕΚΤ δεν είναι σε θέση πια νατροφοδοτήσει με ρευστότητα τις τράπεζες. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που ανεβάζει σταδιακά τα επιτόκια σαν αντικίνητρο προς τις τράπεζες. Ο μόνος τρόπος που έχει μείνει στις εγχώριες τράπεζες για να χρηματοδοτούνται είναι οι εγγυήσεις του ελληνικού Δημοσίου. Όμως το άνοιγμα είναι τεράστιο και πρέπει να αναχρηματοδοτηθεί άμεσα. Πώς θα γίνει αυτό; Κανείς δεν γνωρίζει.
Το πιθανότερο είναι να γίνει με τον τρόπο που το κάνει και η Ιρλανδία. Περνώντας δηλαδή τα χρέη των τραπεζών στον κρατικό προϋπολογισμό.
Μπορεί να γίνει αυτό με τα χάλια του δημόσιου χρέους που έχει το ελληνικό κράτος; Μάλλον όχι. Οι καθαρές δανειακές ανάγκες του Δημοσίου για το 2011 ανέρχονται σχεδόν σε 76 δισ. ευρώ. Από αυτά θα δοθούν από την τρόικα τα 46,5 δισ. ευρώ μέσα στον χρόνο. Αυτό αφήνει ένα έλλειμμα χρηματοδότησης περίπου στα 30 δισ. ευρώ. Πόθεν θα βρεθούν;
Ζοφερά σενάρια
Η έκθεση του ΔΝΤ προβλέπει σταδιακή επέκταση των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου μέσα στο 2011 σε εννιάμηνα και δωδεκάμηνα. Ακόμη κι αν θεωρήσουμε ότι μπορεί να αντληθεί ένα τέτοιο ποσό με έντοκα γραμμάτια, παρά το τεράστιο επιτοκιακό κόστος, το μόνο που θα κάνει είναι να το μετακυλίσει τους πρώτους μήνες του επόμενου χρόνου, του 2012. Με δεδομένη βέβαια την υπόθεση εργασίας ότι θα βρεθούν αγοραστές. Έτσι το 2012 θα πρέπει να αναχρηματοδοτηθεί αυτό το ποσό και να βρεθούν επιπλέον άλλα 77 δισ. ευρώ. Με την τρόικα να είναι σε θέση να χρηματοδοτήσει λιγότερο από 26 δισ. ευρώ. Πώς θα καλυφθούν τα υπόλοιπα; Η κυβέρνηση και οι εκθέσεις των ελεγκτών μιλούν για άνοιγμα της Ελλάδας στις αγορές. Την προοπτική αυτή την αποκλείουν σήμερα όλοι οι αναλυτές των αγορών μαζί και η κυβέρνηση.
Όμως ακόμη κι έτσι να είναι τα πράγματα, ακόμη κι αν η Ελλάδα κατορθώσει να βγει στις αγορές το 2012 και το 2013, τότε θα βρεθεί μπροστά σε μια ακόμη χειρότερη έκπληξη. Το 2014 οι καθαρές δανειακές ανάγκες του Δημοσίου εκτιμάται ότι θα ξεπεράσουν τα 103 δισ. ευρώ και το 2015 τα 135 δισ. ευρώ, δηλαδήπάνω από το 51% του εκτιμώμενου ΑΕΠ του ίδιου χρόνου. Είναι ποτέ δυνατόν για μια οικονομία να καλύψει δανειακές ανάγκες αυτού του ύψους; Ούτε κατά διάνοια.
Ωστόσο, ακόμη κι αν πάρουμε ως σωστό το πιο μετριοπαθές σενάριο που εκθέτει το ΔΝΤ για την πορεία των δανειακών αναγκών του Δημοσίου, τότε βλέπουμε να διαμορφώνεται ένας άλλος μεγάλος κίνδυνος: Ο δανεισμός των ιδιωτικών τραπεζών.
Μέσα στο 2011 οι τράπεζες θα πρέπει να χρηματοδοτήσουν δικές τους δανειακές ανάγκες της τάξης των 53 δισ. ευρώ. Από πού θα βρεθούν; Προφανώς τα 30 δισ. ευρώ εγγυήσεις του Δημοσίου που παραχωρήθηκαν προσφάτως σ’ αυτές, δεν φτάνουν να καλύψουν τις ανάγκες των τραπεζών. Εκτός αυτού, η κλιμάκωση έως το 2015 της ανάγκης αναχρηματοδότησης ιδίως του βραχυπρόθεσμου δανεισμού των τραπεζών θα τις οδηγήσει να αναζητούν μέσα στο 2013 πάνω από 116 δισ. ευρώ, δηλαδή το 47% του ετήσιου ΑΕΠ, το 2014 πάνω από 186 δισ. ευρώ, δηλαδή κοντά στο 74% του ΑΕΠ, ενώ το 2015 πάνω από 255 δισ. ευρώ, δηλαδή κοντά στο 96% του ΑΕΠ τον ίδιο χρόνο. Είναι ποτέ δυνατόν να βρεθούν αυτά τα δάνεια και μάλιστα σε βραχυπρόθεσμη βάση; Ούτε κατά διάνοια.
Τι σημαίνουν αυτοί οι αριθμοί σε απλά ελληνικά; Το ΔΝΤ έχει ήδη προβλέψει ότι θα υπάρξει κατάρρευση του εγχώριου τραπεζικού συστήματος έως το 2015, ακόμη κι αν το ελληνικό Δημόσιο κατορθώσει να καλύψει τις τρέχουσες δανειακές του ανάγκες την ίδια περίοδο. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα σε δυο συμπληγάδες που κάνουν αναπότρεπτη την πτώχευση. Είτε λόγω αθέτησης πληρωμών του ίδιου του Δημοσίου είτε λόγω κατάρρευσης του εγχώριου τραπεζικού συστήματος κάτω από το βάρος των δικών του χρεών. Το θέμα είναι μόνο πότε αυτό θα συμβεί.
Σχεδόν βέβαια τα πιστωτικά επεισόδια
Τα δεδομένα αυτά κάνουν το ενδεχόμενο «πιστωτικών επεισοδίων», δηλαδή καταρρεύσεων τραπεζών, εντός των επόμενων μηνών, σχεδόν βέβαιο. Το θέμα για τους τραπεζίτες και τους κυβερνώντες είναι να περιοριστούν τα «πιστωτικά επεισόδια» μόνο στις πιο «μικρές» τράπεζες, χωρίς σοβαρές επιπτώσεις εκτός Ελλάδας. Μάλιστα για ορισμένους επενδυτές και τραπεζίτες, ιδίως του εξωτερικού, τα «πιστωτικά επεισόδια» αυτά θεωρούνται ως μια αναγκαία «φυσική επιλογή» ώστε να απογυμνωθούν οι εγχώριες τράπεζες από τα τοξικά που κουβαλούν στα ενεργητικά τους και έτσι καθαρμένες να εκδοθούν στους επίδοξους αγοραστές τους από το εξωτερικό. Αρκεί οι επιπτώσεις να περιοριστούν στους εγχώριους καταθέτες και να μη δημιουργήσουν τσουνάμι για τις μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες.
Επιχειρούν να ρίξουν στάχτη στα μάτια του κόσμου
Με το εγχώριο τραπεζικό σύστημα στο παρά πέντε «πιστωτικού επεισοδίου», το μόνο που νοιάζει την κυβέρνηση είναι να ρίξει στάχτη στα μάτια του κόσμου. Αφενός με ένα νέο κύμα στημένων δοκιμών αντοχής (stress tests ), για τα οποία θα μιλήσουμε αναλυτικά σε επόμενο σημείωμα. Κι αφετέρου με παράταση της κυβερνητικής εγγύησης προς τους καταθέτες των εγχώριων τραπεζών μέχρι του ύψους των 100 χιλιάδων ευρώ. Με τη βοήθεια της διατεταγμένης δημοσιογραφίας, η εγγύηση αυτή πήρε χαρακτήρα θέσφατου. «Αφού το είπε η κυβέρνηση και το διαβεβαιώνει ο υπουργός, πώς είναι δυνατόν να αμφιβάλει κανείς» λένε και ξαναλένε τα παπαγαλάκια. Η αλήθεια είναι ότι εντός του ευρώ καμιά κατάθεση κανενός αποταμιευτή δεν είναι εγγυημένη. Κι αυτό γιατί, για να εγγυηθεί κάποιος τις καταθέσεις, θα πρέπει να το κάνει είτε με τον αμερικάνικο τρόπο, εξαναγκάζοντας τις τράπεζες να καταθέτουν ως εγγύηση μέρος της καταθετικής τους βάσης σε χρυσό, είτε να έχει το δικαίωμα της έκδοσης (κοπής) πρόσθετου νομίσματος. Ούτε το ένα ούτε το άλλο ισχύει στην ευρωζώνη.
Οπότε πώς σκέφτεται να εγγυηθεί η κυβέρνηση τις καταθέσεις των Ελλήνων; Με το ΤΕΚΕ (Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων). Στο Ταμείο αυτό συνεισφέρουν υποχρεωτικά οι τράπεζες με τον εξής τρόπο:
α) Ποσοστό 80% κατατίθεται από τα πιστωτικά ιδρύματα σε λογαριασμούς τρίμηνης προθεσμιακής κατάθεσης, τους οποίους τηρεί το ΤΕΚΕ στα ιδρύματα αυτά.
β) Το υπόλοιπο 20% της ετήσιας τακτικής εισφοράς κάθε πιστωτικού ιδρύματος καταβάλλεται στον τρεχούμενο λογαριασμό του ΤΕΚΕ στην Τράπεζα της Ελλάδος. Το ΤΕΚΕ επενδύει το ποσό αυτό εκ του νόμου σε βραχυπρόθεσμους τίτλους του ελληνικού Δημοσίου ή – έπειτα από απόφαση του Δ.Σ. του ΤΕΚΕ – σε άλλους τίτλους (ελληνικών ή αλλοδαπών εκδόσεων), εφόσον οι τοποθετήσεις αυτές παρέχουν ισοδύναμη ασφάλεια και ευχέρεια άμεσης ρευστοποίησης. Στην πράξη, το 80% της εγγύησης δεν υφίσταται γιατί οι τράπεζες χρειάστηκαν τη ρευστότητα αυτή και την αντικατέστησαν με τίτλους. Ενώ το άλλο 20% χρησιμοποιείται για την αγορά των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου. Στην καλύτερη περίπτωση, μια άμεση ρευστοποίηση των κεφαλαιακών διαθεσίμων του Ταμείου είναι ζήτημα αν θα αποφέρει περισσότερα από 2,5 δισ. ευρώ. Με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα υπάρχουν αγοραστές. Πράγμα εντελώς αμφίβολο σε συνθήκες «πιστωτικών επεισοδίων». Αν σκεφτεί κανείς ότι οι καταθέσεις των ελληνικών νοικοκυριών κινούνται γύρω στα 73 δισ. ευρώ, καταλαβαίνει ότι η εγγύηση των καταθέσεων είναι μόνο στα χαρτιά.
Με την κ. Μέρκελ να προεξοφλεί ότι η Σύνοδος Κορυφής του Eurogroup στις 21.7 δεν πρόκειται να παραγάγει κανένα «εντυπωσιακό αποτέλεσμα», περιμένουμε για άλλη μια φορά τους ευρωκρατούντες να μας «σώσουν».
«Δεν πρόκειται να υπάρξει κανένα εντυπωσιακό βήμα» αυτή την εβδομάδα, είπε η κ. Μέρκελ σε δημοσιογράφους στο Ανόβερο της Γερμανίας την Τρίτη (19.7). «Αφορά αποκλειστικά τη δημιουργία μιας ελεγχόμενης, συνθετικής διαδικασίας σταδιακών βημάτων και μέτρων». Το τι εννοεί η κ. Μέρκελ με τη δήλωση αυτή, προσωπικά αμφιβάλλω αν γνωρίζει επακριβώς και η ίδια...
Κι αυτό γιατί το πρόβλημα του χρέους της Ελλάδας δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί εντός της ευρωζώνης.
Ούτε της Ιρλανδίας ούτε της Πορτογαλίας. Ιδίως από τη στιγμή που οι επιτοκιακές αποδόσεις των ομολόγων της Ισπανίας και της Ιταλίας έχουν αισίως ξεπεράσει κατά πολύ το 6%. Βρίσκονται δηλαδή στο επίπεδο που βρίσκονταν τα επιτόκια της Ελλάδας λίγο πριν από την προσφυγή στον «μηχανισμό στήριξης» και το μνημόνιο.
Μεθόδευση χρεοκοπίας
Δεν νομίζω ότι υπάρχει Έλληνας που να μην έχει πειστεί πια ότι η χώρα θα πτωχεύσει. Αργά ή γρήγορα. Απλώς οι ευρωκράτες και οι τραπεζίτες συζητούν τον τρόπο, τη μεθόδευση της πτώχευσης. Θα είναι σειρά «πιστωτικών επεισοδίων» ή «επιλεκτικών πτωχεύσεων», δηλαδή επιλεκτικής άρνησης πληρωμής σειράς υποχρεώσεων προς το εσωτερικό ή το εξωτερικό; Όπως και να έχει, με όποια μορφή κι αν έρθει, η πτώχευση για τον πληθυσμό, την κοινωνία και την οικονομία είναι μία. Οι μεθοδεύσεις μπορεί να αλλάζουν, αλλά το γεγονός παραμένει αναλλοίωτο, όπως κι αν το ονοματίσουν.
Κι όσο ο μέσος Έλληνας προσπαθεί να καταλάβει τι συμβαίνει, τόσο περισσότερο μπερδεύεται από έναν άγριο επικοινωνιακό πόλεμο που διεξάγεται ενάντια στην κοινή λογική του. Από τη μια, έχεις μια κυβέρνηση που δεν έχει επιβεβαιωθεί σε τίποτε, αλλά συνεχίζει να ισχυρίζεται ότι οι επιλογές της είναιμονόδρομος. Κι από την άλλη, ένα ολόκληρο σύστημα προπαγάνδας που θεωρεί «καταστροφολογία» οτιδήποτε ξεφεύγει από τα άνωθεν διατεταγμένα πλαίσια.
Διατεταγμένη ανοησία
Ας ξεφύγουμε από την αφόρητη ελαφρότητα της διατεταγμένης ανοησίας που σερβίρεται επίσημα εν είδει μουρουνέλαιου για πνευματικά ασθενείς και ας μιλήσουμε καθαρά. Η Ελλάδα είναι αδύνατον να ξεφύγει από την πτώχευση εντός της ευρωζώνης. Ό,τι κι αν σκαρφιστούν οι τραπεζίτες και οι ευρωκράτες. Κι αυτό γιατί είναι αδύνατον το χρέος να γίνει βιώσιμο και προπαντός διαχειρίσιμο εντός ευρωζώνης.
Είναι τόσο απλά τα πράγματα.
«Μην ανησυχείτε» διαβεβαιώνουν οι σώφρονες δημοσιογραφούντες επί παντός επιστητού. Έχουμε την επίσημη διαβεβαίωση της τρόικας, του ΔΝΤ, της Ε.Ε. και της ΕΚΤ ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να πτωχεύσει. Κι επομένως όποιος ισχυρίζεται κάτι διαφορετικό είναι «καταστροφολόγος» και «γραφικός». Δεν ξέρω αν έχετε παρακολουθήσει συζητήσεις «ειδημόνων», οι οποίοι, αφού επαναλάβουν όλα τα γνωστά και χιλιοειπωμένα κλισέ που ακούμε εδώ και δυο τουλάχιστον δεκαετίες για το σπάταλο κράτος και τις υπερβολικές απαιτήσεις της κοινωνίας, καταλήγουν στο εξής αμίμητο: «Δεν θα μας αφήσει η Ε.Ε. να πτωχεύσουμε!». Σε ιδιωτικές συζητήσεις, μάλιστα, κλείνουν και το μάτι πονηρά. Το «επιχείρημα» αυτό απογειώνει την απάντηση στο ερώτημα αν θα πτωχεύσει η Ελλάδα, από τη ζωντανή πραγματικότητα, στη σφαίρα της φαντασίας και της μεταφυσικής. Είναι το ίδιο με το να ακούς έναν γιατρό να σου λέει ότι η τύχη του ασθενούς βρίσκεται στα χέρια του Υψίστου. Μόνο που στη δική μας περίπτωση η χώρα βρίσκεται στα χέρια μιας συμμορίας από σκιτζήδες και τσαρλατάνους, που υπηρετούν τα πιο άνομα συμφέροντα της αγοράς.
Ο «μηχανισμός στήριξης»
Τι απέφερε ο «μηχανισμός στήριξης»; Μας έκανε καλό ή μας χαντάκωσε ακόμη περισσότερο; Ας δούμε τα δεδομένα. Το εκτεταμένο παιχνίδι με τις τοποθετήσεις στα ελληνικά ομόλογα προηγήθηκε του μνημονίου, πυροδοτώντας τεράστιους τζίρους. Οι κερδοσκόποι βγήκαν από αυτό το παιχνίδι των τοποθετήσεων μεκέρδη άνω των 17 δισ. ευρώ.
Με την επιβολή του μνημονίου, δίνεται η ευκαιρία στους μεγάλους κατόχους των ελληνικών ομολόγων να κρατήσουν τα πακέτα τους περιμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία για κερδοσκοπία υπό καθεστώς προστασίας του «μηχανισμού στήριξης». Αυτός είναι ο κύριος λόγος που ο τζίρος αγοραπωλησιών ελληνικών ομολόγων πέφτει ξαφνικά πολύ χαμηλά. Οι μεγάλες τράπεζες και οι επενδυτές κεφαλαίων βρήκαν μια θαυμάσια ευκαιρία να κερδίζουν από τα ελληνικά ομόλογα, «σορτάροντας» συγκεκριμένους τίτλους και αποκομίζοντας σημαντικά κέρδη. Με τον τρόπο αυτό δεν ένιωσαν και καμιά ιδιαίτερη πίεση να ξεφορτωθούν τα ομόλογα από την κατοχή τους.
Η τακτική αυτή οδήγησε σε μια εντυπωσιακή υποβάθμιση τα ελληνικά ομόλογα. Με το μνημόνιο και τον «μηχανισμό στήριξης» το επιτόκιο του 3ετούς ομολόγου από 7,80% τον Μάιο του 2010 εκτινάχθηκε στο23,67% τον Απρίλιο του 2011. Δηλαδή υπερτριπλασιάστηκε! Το επιτόκιο του 10ετούς ομολόγου το ίδιο χρονικό διάστημα εκτινάχθηκε από το 7,74% στο 15,59%, δηλαδή σχεδόν διπλασιάστηκε. Πώς είναι δυνατόν να θεωρεί κανείς ότι είχαμε «θετικά αποτελέσματα», όταν είχαμε μια τέτοια κατρακύλα; «Δεν ανταποκρίθηκαν οι αγορές» λέει η κυβέρνηση. Γιατί δεν ανταποκρίθηκαν; Ανταποκρίθηκαν μια χαρά.
Η αναδιάρθρωση
Η κυβέρνηση και η τρόικα προσέφεραν μια απίστευτη ευκαιρία στις αγορές να κερδοσκοπήσουν με τα ελληνικά ομόλογα και αυτές ανταποκρίθηκαν με το παραπάνω. Με άλλα λόγια, η περίοδος του μνημονίου όχι μόνο επιδείνωσε την εικόνα της Ελλάδας στις αγορές, αλλά οδήγησε τη χώρα πιο κοντά στην επίσημη πτώχευση.
Το γεγονός ότι τον Απρίλιο του 2011 το 3ετές ομόλογο είχε χάσει σχεδόν 40% της ονομαστικής αξίας του, το 10ετές σχεδόν το 44% της ονομαστικής αξίας του και το 30ετές σχεδόν το 50% της ονομαστικής αξίας του, δεν αφήνει πολλά περιθώρια στους μεγάλους κατόχους των ελληνικών ομολόγων να δεχτούν μια αναδιάρθρωση του χρέους. Κι αυτό γιατί σε αυτές τις συνθήκες θα αναγκαστούν να δεχτούν μεγάλο «κούρεμα». Γιατί να το κάνουν;
Αυτό που έχουν να κάνουν, είναι να εκβιάζουν για μια νέα χρηματοδοτική στήριξη προς την Ελλάδα, ώστε να συνεχίσουν να παίζουν τα παιχνίδια τους. Από ’κεί και πέρα κρατούν τα πακέτα των ομολόγων τους και ελπίζουν πως στο τέλος θα κατορθώσουν να αποσπάσουν μια πολύ καλή συμφωνία από τη χρεοκοπημένη Ελλάδα με τη βοήθεια της ΕΚΤ. Κι έτσι η τραγωδία της χρεοκοπίας θα συνεχίζεται μέχρις ότου η πτώχευση γίνει από τα ίδια τα πράγματα αναπόφευκτη.
Οι τράπεζες χρωστάνε
Το αναπόφευκτο της πτώχευσης συνδέεται γενικότερα και με την κατάσταση του εγχώριου πιστωτικού συστήματος. Παρά την άνοδο του εξωτερικού χρέους των τραπεζών, που το 2010 έφτασε τα 115,2 δισ. ευρώ, οι ανάγκες ρευστότητας εκτινάχθηκαν.
Το 2010 οι εγχώριες τράπεζες άντλησαν ρευστότητα από το ευρωσύστημα τουλάχιστον 87,1 δισ. ευρώ. Με τον τρόπο αυτό το συνολικό χρέος των τραπεζών έχει εκτιναχθεί για το 2010 άνω των 202,3 δισ. ευρώ. Αν σκεφτεί κανείς ότι το σύνολο των καταθέσεων ταμιευτηρίου και προθεσμίας που τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις έχουν τοποθετήσει στις εγχώριες τράπεζες το 2010 ανήλθαν σε 185,9 δισ. ευρώ, τότε τίθεται ένα σοβαρό ερώτημα για την ίδια τη βιωσιμότητα του τραπεζικού συστήματος.
Πώς θα αναχρηματοδοτήσουν οι τράπεζες το χρέος τους;
Οι καταθέσεις πέφτουν διαρκώς. Μόνο το 2010 έκαναν φτερά πάνω από 25 δισ. ευρώ καταθέσεις ταμιευτηρίου και προθεσμίας σε σχέση με το 2009. Ενώ το 2011 μειώνονται με ρυθμό 4-5 δισ. ευρώ ανά μήνα. Υπολογίζεται επίσης ότι περίπου το 30% των δανείων που έχουν χορηγήσει οι τράπεζες δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί σε τακτική βάση. Οι μεγάλες τράπεζες επιχείρησαν στα τέλη του περασμένου χρόνου να τιτλοποιήσουν μέρος των δανείων που έχουν χορηγήσει, με σκοπό να αντλήσουν ρευστότητα από τις αγορές. Όμως οι απανωτές υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής τους αξιοπιστίας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης απέτρεψαν αυτό το σχέδιο.
Μετά και τις τελευταίες υποβαθμίσεις οι τίτλοι των εγχώριων τραπεζών και του ελληνικού Δημοσίου δεν γίνονται πλέον δεκτοί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Έτσι ή αλλιώς η ΕΚΤ δεν είναι σε θέση πια νατροφοδοτήσει με ρευστότητα τις τράπεζες. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που ανεβάζει σταδιακά τα επιτόκια σαν αντικίνητρο προς τις τράπεζες. Ο μόνος τρόπος που έχει μείνει στις εγχώριες τράπεζες για να χρηματοδοτούνται είναι οι εγγυήσεις του ελληνικού Δημοσίου. Όμως το άνοιγμα είναι τεράστιο και πρέπει να αναχρηματοδοτηθεί άμεσα. Πώς θα γίνει αυτό; Κανείς δεν γνωρίζει.
Το πιθανότερο είναι να γίνει με τον τρόπο που το κάνει και η Ιρλανδία. Περνώντας δηλαδή τα χρέη των τραπεζών στον κρατικό προϋπολογισμό.
Μπορεί να γίνει αυτό με τα χάλια του δημόσιου χρέους που έχει το ελληνικό κράτος; Μάλλον όχι. Οι καθαρές δανειακές ανάγκες του Δημοσίου για το 2011 ανέρχονται σχεδόν σε 76 δισ. ευρώ. Από αυτά θα δοθούν από την τρόικα τα 46,5 δισ. ευρώ μέσα στον χρόνο. Αυτό αφήνει ένα έλλειμμα χρηματοδότησης περίπου στα 30 δισ. ευρώ. Πόθεν θα βρεθούν;
Ζοφερά σενάρια
Η έκθεση του ΔΝΤ προβλέπει σταδιακή επέκταση των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου μέσα στο 2011 σε εννιάμηνα και δωδεκάμηνα. Ακόμη κι αν θεωρήσουμε ότι μπορεί να αντληθεί ένα τέτοιο ποσό με έντοκα γραμμάτια, παρά το τεράστιο επιτοκιακό κόστος, το μόνο που θα κάνει είναι να το μετακυλίσει τους πρώτους μήνες του επόμενου χρόνου, του 2012. Με δεδομένη βέβαια την υπόθεση εργασίας ότι θα βρεθούν αγοραστές. Έτσι το 2012 θα πρέπει να αναχρηματοδοτηθεί αυτό το ποσό και να βρεθούν επιπλέον άλλα 77 δισ. ευρώ. Με την τρόικα να είναι σε θέση να χρηματοδοτήσει λιγότερο από 26 δισ. ευρώ. Πώς θα καλυφθούν τα υπόλοιπα; Η κυβέρνηση και οι εκθέσεις των ελεγκτών μιλούν για άνοιγμα της Ελλάδας στις αγορές. Την προοπτική αυτή την αποκλείουν σήμερα όλοι οι αναλυτές των αγορών μαζί και η κυβέρνηση.
Όμως ακόμη κι έτσι να είναι τα πράγματα, ακόμη κι αν η Ελλάδα κατορθώσει να βγει στις αγορές το 2012 και το 2013, τότε θα βρεθεί μπροστά σε μια ακόμη χειρότερη έκπληξη. Το 2014 οι καθαρές δανειακές ανάγκες του Δημοσίου εκτιμάται ότι θα ξεπεράσουν τα 103 δισ. ευρώ και το 2015 τα 135 δισ. ευρώ, δηλαδήπάνω από το 51% του εκτιμώμενου ΑΕΠ του ίδιου χρόνου. Είναι ποτέ δυνατόν για μια οικονομία να καλύψει δανειακές ανάγκες αυτού του ύψους; Ούτε κατά διάνοια.
Ωστόσο, ακόμη κι αν πάρουμε ως σωστό το πιο μετριοπαθές σενάριο που εκθέτει το ΔΝΤ για την πορεία των δανειακών αναγκών του Δημοσίου, τότε βλέπουμε να διαμορφώνεται ένας άλλος μεγάλος κίνδυνος: Ο δανεισμός των ιδιωτικών τραπεζών.
Μέσα στο 2011 οι τράπεζες θα πρέπει να χρηματοδοτήσουν δικές τους δανειακές ανάγκες της τάξης των 53 δισ. ευρώ. Από πού θα βρεθούν; Προφανώς τα 30 δισ. ευρώ εγγυήσεις του Δημοσίου που παραχωρήθηκαν προσφάτως σ’ αυτές, δεν φτάνουν να καλύψουν τις ανάγκες των τραπεζών. Εκτός αυτού, η κλιμάκωση έως το 2015 της ανάγκης αναχρηματοδότησης ιδίως του βραχυπρόθεσμου δανεισμού των τραπεζών θα τις οδηγήσει να αναζητούν μέσα στο 2013 πάνω από 116 δισ. ευρώ, δηλαδή το 47% του ετήσιου ΑΕΠ, το 2014 πάνω από 186 δισ. ευρώ, δηλαδή κοντά στο 74% του ΑΕΠ, ενώ το 2015 πάνω από 255 δισ. ευρώ, δηλαδή κοντά στο 96% του ΑΕΠ τον ίδιο χρόνο. Είναι ποτέ δυνατόν να βρεθούν αυτά τα δάνεια και μάλιστα σε βραχυπρόθεσμη βάση; Ούτε κατά διάνοια.
Τι σημαίνουν αυτοί οι αριθμοί σε απλά ελληνικά; Το ΔΝΤ έχει ήδη προβλέψει ότι θα υπάρξει κατάρρευση του εγχώριου τραπεζικού συστήματος έως το 2015, ακόμη κι αν το ελληνικό Δημόσιο κατορθώσει να καλύψει τις τρέχουσες δανειακές του ανάγκες την ίδια περίοδο. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα βρίσκεται ανάμεσα σε δυο συμπληγάδες που κάνουν αναπότρεπτη την πτώχευση. Είτε λόγω αθέτησης πληρωμών του ίδιου του Δημοσίου είτε λόγω κατάρρευσης του εγχώριου τραπεζικού συστήματος κάτω από το βάρος των δικών του χρεών. Το θέμα είναι μόνο πότε αυτό θα συμβεί.
Σχεδόν βέβαια τα πιστωτικά επεισόδια
Τα δεδομένα αυτά κάνουν το ενδεχόμενο «πιστωτικών επεισοδίων», δηλαδή καταρρεύσεων τραπεζών, εντός των επόμενων μηνών, σχεδόν βέβαιο. Το θέμα για τους τραπεζίτες και τους κυβερνώντες είναι να περιοριστούν τα «πιστωτικά επεισόδια» μόνο στις πιο «μικρές» τράπεζες, χωρίς σοβαρές επιπτώσεις εκτός Ελλάδας. Μάλιστα για ορισμένους επενδυτές και τραπεζίτες, ιδίως του εξωτερικού, τα «πιστωτικά επεισόδια» αυτά θεωρούνται ως μια αναγκαία «φυσική επιλογή» ώστε να απογυμνωθούν οι εγχώριες τράπεζες από τα τοξικά που κουβαλούν στα ενεργητικά τους και έτσι καθαρμένες να εκδοθούν στους επίδοξους αγοραστές τους από το εξωτερικό. Αρκεί οι επιπτώσεις να περιοριστούν στους εγχώριους καταθέτες και να μη δημιουργήσουν τσουνάμι για τις μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες.
Επιχειρούν να ρίξουν στάχτη στα μάτια του κόσμου
Με το εγχώριο τραπεζικό σύστημα στο παρά πέντε «πιστωτικού επεισοδίου», το μόνο που νοιάζει την κυβέρνηση είναι να ρίξει στάχτη στα μάτια του κόσμου. Αφενός με ένα νέο κύμα στημένων δοκιμών αντοχής (stress tests ), για τα οποία θα μιλήσουμε αναλυτικά σε επόμενο σημείωμα. Κι αφετέρου με παράταση της κυβερνητικής εγγύησης προς τους καταθέτες των εγχώριων τραπεζών μέχρι του ύψους των 100 χιλιάδων ευρώ. Με τη βοήθεια της διατεταγμένης δημοσιογραφίας, η εγγύηση αυτή πήρε χαρακτήρα θέσφατου. «Αφού το είπε η κυβέρνηση και το διαβεβαιώνει ο υπουργός, πώς είναι δυνατόν να αμφιβάλει κανείς» λένε και ξαναλένε τα παπαγαλάκια. Η αλήθεια είναι ότι εντός του ευρώ καμιά κατάθεση κανενός αποταμιευτή δεν είναι εγγυημένη. Κι αυτό γιατί, για να εγγυηθεί κάποιος τις καταθέσεις, θα πρέπει να το κάνει είτε με τον αμερικάνικο τρόπο, εξαναγκάζοντας τις τράπεζες να καταθέτουν ως εγγύηση μέρος της καταθετικής τους βάσης σε χρυσό, είτε να έχει το δικαίωμα της έκδοσης (κοπής) πρόσθετου νομίσματος. Ούτε το ένα ούτε το άλλο ισχύει στην ευρωζώνη.
Οπότε πώς σκέφτεται να εγγυηθεί η κυβέρνηση τις καταθέσεις των Ελλήνων; Με το ΤΕΚΕ (Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων). Στο Ταμείο αυτό συνεισφέρουν υποχρεωτικά οι τράπεζες με τον εξής τρόπο:
α) Ποσοστό 80% κατατίθεται από τα πιστωτικά ιδρύματα σε λογαριασμούς τρίμηνης προθεσμιακής κατάθεσης, τους οποίους τηρεί το ΤΕΚΕ στα ιδρύματα αυτά.
β) Το υπόλοιπο 20% της ετήσιας τακτικής εισφοράς κάθε πιστωτικού ιδρύματος καταβάλλεται στον τρεχούμενο λογαριασμό του ΤΕΚΕ στην Τράπεζα της Ελλάδος. Το ΤΕΚΕ επενδύει το ποσό αυτό εκ του νόμου σε βραχυπρόθεσμους τίτλους του ελληνικού Δημοσίου ή – έπειτα από απόφαση του Δ.Σ. του ΤΕΚΕ – σε άλλους τίτλους (ελληνικών ή αλλοδαπών εκδόσεων), εφόσον οι τοποθετήσεις αυτές παρέχουν ισοδύναμη ασφάλεια και ευχέρεια άμεσης ρευστοποίησης. Στην πράξη, το 80% της εγγύησης δεν υφίσταται γιατί οι τράπεζες χρειάστηκαν τη ρευστότητα αυτή και την αντικατέστησαν με τίτλους. Ενώ το άλλο 20% χρησιμοποιείται για την αγορά των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου. Στην καλύτερη περίπτωση, μια άμεση ρευστοποίηση των κεφαλαιακών διαθεσίμων του Ταμείου είναι ζήτημα αν θα αποφέρει περισσότερα από 2,5 δισ. ευρώ. Με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα υπάρχουν αγοραστές. Πράγμα εντελώς αμφίβολο σε συνθήκες «πιστωτικών επεισοδίων». Αν σκεφτεί κανείς ότι οι καταθέσεις των ελληνικών νοικοκυριών κινούνται γύρω στα 73 δισ. ευρώ, καταλαβαίνει ότι η εγγύηση των καταθέσεων είναι μόνο στα χαρτιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου