Πέφτουν οι μάσκες στα Ιεροσόλυμα. Η πρόθεση του Θεόφιλου για αποπληρωμή δανείου, με παραχώρηση εκκλησιαστικού φιλέτου σε εβραϊκή εταιρία, είναι τα επίχειρα της κηδεμονίας του από τις κυβερνήσεις Καραμανλή και προσωπικά της Ντόρας Μπακογιάννη, η οποία συμμετείχε ενεργά και στην ανάκληση της άρσης της αναγνώρισής του από την Ιορδανία το 2007.
Γράφει ο Παναγιώτης Ζαρκάδας
Για όσους παρακολουθούν τα τεκταινόμενα στο παλαίφατο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, η είδηση της έγκριτης εφημερίδας «Η Καθημερινή», δεν ήταν κεραυνός εν..... αιθρία.
«Το ενδεχόμενο να πληρώσει δάνειο ύψους περίπου 2,5 εκατ. δολαρίων με ένα από τα ακίνητά του στα Ιεροσόλυμα, φαίνεται να εξετάζει σοβαρά ο κ. Θεόφιλος». Η συγκεκριμένη πληροφορία που είδε το φως της δημοσιότητας περιγράφει τη νοοτροπία και το ζοφερό κλίμα που επικρατεί στους Αγίους Τόπους από το 2005 και εντεύθεν. Στην ουσία πρόκειται για την αποθέωση του κοσμικού ρόλου της Σιωνίτιδας Εκκλησίας, που κατ’ επανάληψη δημιούργησε παροξυσμό στις ιστορικά άριστες σχέσεις της χώρας μας με τον αραβικό κόσμο και με σοβαρό κίνδυνο να εμπλακεί το Πατριαρχείο στην υφιστάμενη πολιτική διένεξη της περιοχής.[1]
«Το μοναδικό ζήτημα που θέσαμε με κάθε τρόπο στον κ. Θεόφιλο είναι τα ακίνητα της Ιερουσαλήμ. Υπάρχει έντονη φημολογία, πολλοί υποστηρίζουν πως ο ίδιος και ο δικηγόρος του έχουν κάνει σειρά συμφωνιών», δήλωνε ο πρίγκηπας Γάζι[2] σε αποκλειστική του συνέντευξη στην εφημερίδα «Η Καθημερινή» (3.6.2007).
Τι είχε τότε συμβεί;
Τον Μάρτιο του 2007, κατά την επίσκεψη του τότε υφυπουργού Εξωτερικών κ. Θ. Κασσίμη στην Ιορδανία, η τοποθέτηση κυβερνητικών παραγόντων ήταν σαφής: «Εάν εντός 30 ημερών ο κ. Θεόφιλος δεν υποβάλλει αναλυτική κατάσταση των ακινήτων και δεν υλοποιήσει τις δεσμεύσεις του, η κυβέρνηση θα προχωρήσει στην άρση της αναγνώρισής του». Πληροφορίες ανέφεραν ότι ο κ. Κασσίμης μετέφερε στον κ. Θεόφιλο τη θέση της Ιορδανίας («Η Καθημερινή», 20.5.2007).
Εκπρόσωποι και προβεβλημένα στελέχη των κοινοτήτων των Αράβων ορθοδόξων χριστιανών, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν την Τετάρτη 2 Μαΐου στο Αμμάν, αποφάσισαν να ζητήσουν από την Ιορδανία και την Παλαιστιανική Αρχή την άρση της αναγνώρισης του κ. Θεόφιλου. Σύμφωνα με πληροφορίες, προβληματίζονταν τους τελευταίους μήνες για το γεγονός ότι ο κ. Θεόφιλος δεν τους ενημέρωνε επαρκώς σχετικά με τη διαχείριση των ακινήτων. Την ανησυχία τους έκανε εντονότερη μία ανακοίνωση του κ. Ειρηναίου, στην οποία γινόταν λόγος για κακοδιαχείριση και νέες ενοικιάσεις ακινήτων σε τρίτους, επιρρίπτοντας ευθύνες στον στενό συνεργάτη του κ. Θεόφιλου, δικηγόρο κ. Μούγραμπι («Η Καθημερινή», 6.5.2007).
Η κίνηση του Ιορδανού υπουργού Εσωτερικών, καθώς και του πρίγκηπα Γάζι, αρμόδιου για θρησκευτικά ζητήματα στην Ιορδανία, να συναντηθούν για τρεις ώρες, αμέσως μετά τη λήψη της συγκεκριμένης απόφασης, με τους εκπροσώπους των Κοινοτήτων, καταδείκνυε το συνεχές ενδιαφέρον του Αμμάν για την κατάσταση που επικρατούσε στο Πατριαρχείο («Η Καθημερινή», 4.5.2007).
Με ανοιχτή επιστολή τους, που διένειμαν την Κυριακή 6 Μαΐου στους Ναούς της Παλαιστίνης, τρεις Άραβες κληρικοί του Πατριαρχείου συντάσσονταν ανοικτά με τους εκπροσώπους των Κοινοτήτων, που ζητούσαν την άρση της αναγνώρισης του κ. Θεόφιλου («Η Καθημερινή», 8.5.2007).
Η ατμόσφαιρα στο Πατριαρχείο μετά την πληροφορία ότι η κυβέρνηση της Ιορδανίας άφηνε ανοιχτό το ενδεχόμενο να άρει την αναγνώριση στον κ. Θεόφιλο, ήταν τεταμένη («Espresso», 10.5.2007).
Η υπουργός κ. Ντόρα Μπακογιάννη, από τη Σαγκάη όπου βρισκόταν, μετέφερε την έντονη ανησυχία της ελληνικής κυβέρνησης, με ένα αυστηρό τηλεφώνημα προς τον Ιορδανό ομόλογό της («Τα Νέα», 10.5.2007).
«Το Πατριαρχείο περισσότερο ανησυχεί για το τι θα γίνει με το θέμα της αναγνώρισης του κ. Θεόφιλου από την κυβέρνηση του Ισραήλ», έλεγε ο συνοδικός ιεράρχης του Πατριαρχείου, μητροπολίτης κ. Ησύχιος («Τα Νέα», 10.5.2007).
Υπενθυμίζεται ότι στις 21 Μαΐου αναμενόταν η απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου του Ισραήλ στην προσφυγή που είχε καταθέσει ο κ. Θεόφιλος κατά της Ισραηλινής κυβέρνησης, επειδή δεν αναγνώριζε την εκλογή του. Πάντως, στα σενάρια της επόμενης ημέρας, εκτός από αυτά της νέας εκλογής Πατριάρχη, της επαναφοράς του κ. Ειρηναίου ή της αραβοποίησης του Πατριαρχείου, θα έπρεπε να προστεθεί και αυτό της εξωκλιματικής τοποθέτησης. Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, κυβερνητικά στελέχη ζητούσαν από τον ηγούμενο της Μονής Βατοπεδίου Εφραίμ, να κατεβεί με τους 100 μοναχούς του, για να διασφαλιστεί η κάθαρση στο Πατριαρχείο και να επιτευχθεί ριζική ανανέωση («Αδέσμευτος Τύπος», 10.5.2007).
Αργά το βράδυ της 12ης Μαΐου, το υπουργικό συμβούλιο της Ιορδανίας αποφάσιζε την άρση της αναγνώρισης του κ. Θεόφιλου («Η Καθημερινή», 3.6.2007). Ενδεικτικό ήταν το ρεπορτάζ της αγγλόφωνης εφημερίδας «Jordan Times». Το ρεπορτάζ επικαλείτο ανώνυμη κυβερνητική πηγή, η οποία ανέφερε ότι «η απόφαση είχε στόχο να στείλει ένα πολύ ηχηρό μήνυμα, ότι το βασίλειο ήταν δυσαρεστημένο από την εκτέλεση των καθηκόντων του» (σ.σ. του κ. Θεόφιλου). Και συμπλήρωνε ότι μέσα σε δύο χρόνια «ο Πατριάρχης δεν έχει εκπληρώσει καμία από τις δεσμεύσεις του» («Τα Νέα», 15.5.2007).
Ενδεικτικό της σκλήρυνσης της στάσης των ιορδανικών αρχών έναντι του Πατριαρχείου, είναι ότι δεν επέτρεψαν στον μητροπολίτη Αβήλων Δωρόθεο να εισέλθει στην επικράτεια, το μεσημέρι της Κυριακής 13 Μαΐου, παρά το ότι διέθετε ιορδανικό διαβατήριο, και του συνέστησαν όταν θέλει να εισέρχεται στην Ιορδανία, να συνεννοείται προηγουμένως με το υπουργείο Εσωτερικών («Ελεύθερος Τύπος», 15.5.2007).
Ιδιαίτερες συναντήσεις με τους υπουργούς Εξωτερικών της Ιορδανίας και της Παλαιστινιακής Αρχής είχε χθες, 14 Μαΐου, η Ελληνίδα ΥΠ.ΕΞ. Ντόρα Μπακογιάννη,[3] στο περιθώριο του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων στις Βρυξέλλες, σε μια προσπάθεια εκτόνωσης της κρίσης στην υπόθεση του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων («Απογευματινή», 15.5.2007).
Όπως έγινε γνωστό, το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών ζήτησε από το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων –και την Εξαρχία του στην Ελλάδα– να μην τοποθετείται για την τότε τρέχουσα κρίση, καθώς το θέμα διευθετείτο σε διπλωματικό επίπεδο. Κύριος στόχος ήταν να πάρουν τη σύμφωνη γνώμη του βασιλιά Αμπντάλα, ώστε να μην συνυπογράψει την άρση αναγνώρισης («Απογευματινή», 15.5.2007).
Οι τελευταίες εξελίξεις στους Αγίους Τόπους βρέθηκαν στο επίκεντρο της συνάντησης που είχαν στο Μέγαρο Μαξίμου ο κ. Καραμανλής και η κ. Μπακογιάννη («Ελεύθερος Τύπος», 15.5.2007). Η συνάντηση έγινε με πρωτοβουλία του πρωθυπουργού, λίγο πριν ξεκινήσει η προγραμματισμένη Κυβερνητική Επιτροπή («Αδέσμευτος Τύπος», 17.5.2007).
Στις αρχές Ιουνίου, η κυρία Μπακογιάννη θα περιόδευε στη Μέση Ανατολή[4]-[5] («Ελεύθερος Τύπος», 17.5.2007). Ο γενικός γραμματέας του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών Χάρης Ροκανάς βρισκόταν στην περιοχή, προσπαθώντας να διαβουλευτεί με Ισραηλινούς και Ιορδανούς, για να εξασφαλιστεί η παραμονή Θεόφιλου στον πατριαρχικό θρόνο («Ριζοσπάστης», 17.5.2007).
Σχετικά με την αναμενόμενη απόφαση του ισραηλινού δικαστηρίου στην προσφυγή του κ. Θεόφιλου για την αναγνώρισή του από το Τελ Αβίβ, ορισμένοι παράγοντες στο Ισραήλ επεσήμαιναν ότι ανεξάρτητα από το πώς ενεργεί η Ιορδανία, με σκοπό να κατοχυρώσει δικαιώματα στη λειτουργία και διαχείριση του Πατριαρχείου, η κυβέρνηση Ολμερτ όφειλε να συνεχίσει τη δική της πίεση για να εξασφαλίσει στρατηγικά οφέλη στην παλιά πόλη της Ιερουσαλήμ και επομένως να εξακολουθήσει να κρατά σε εκκρεμότητα τον κ. Θεόφιλο. Άλλοι όμως στο Ισραήλ, πίστευαν ότι παρουσιαζόταν η ευκαιρία να προσφέρουν την αναγνώριση στον κ. Θεόφιλο, ως ένα άνοιγμα, το οποίο μπορούσε να τον φέρει πιο κοντά στην Ισραηλινή πολιτική («Ελεύθερος Τύπος», 18.5.2007).
Κρίσιμες λοιπόν θα ήταν οι αμέσως επόμενες ημέρες για το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, το οποίο βρισκόταν ανάμεσα στις «συμπληγάδες» της Ιορδανίας που «έπαιζε» με την άρση της αναγνώρισης του κ. Θεόφιλου και του Ισραήλ, που στάθμιζε τα νέα δεδομένα για να αποφασίσει αν θα τον αναγνωρίσει στον θρόνο του. Η δραματικότητα της κατάστασης επιβεβαιωνόταν και από την επίσκεψη που έσπευσε να κάνει ο κ. Θεόφιλος στο Φανάρι, για να συζητήσει με τον Οικουμενικό Πατριάρχη τις εξελίξεις.[6]-[7] Όλες τις ημέρες ήταν σε συνεχή επικοινωνία μαζί του και, όπως ο ίδιος ο Θεόφιλος δήλωνε, είχε τη στήριξη του κ. Βαρθολομαίου («Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», 20.5.2007).
Η υποψηφιότητα του κ. Θεόφιλου το 2005, λέγεται ότι αποτελούσε επιλογή του Οικουμενικού Πατριάρχη («Η Βραδυνή της Κυριακής», 20.5.2007).
Σε κάθε περίπτωση, το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα ασκούσε την επιρροή του προς όλες τις κατευθύνσεις για να διευκολύνει την άμβλυνση της έντασης που είχε δημιουργηθεί («Το Βήμα», 20.5.2007).
Μια αναβολή της απόφασης, πιθανόν θα εξυπηρετούσε τον κ. Θεόφιλο, προκειμένου να κερδίσει χρόνο, τα αποτελέσματα των κινήσεων που είχαν γίνει –εδώ υπεισέρχεται και ο διπλωματικός παράγοντας, καθώς το υπουργείο Εξωτερικών εκδήλωνε έντονη δραστηριότητα τις τελευταίες ημέρες, ενισχυμένο και από φίλιες δυνάμεις που βρίσκονταν εκτός επικράτειας και επεκτείνονταν και στην πέραν του Ατλαντικού όχθη– θα φαίνονταν τις επόμενες ημέρες («Κόσμος του Επενδυτή», 19 & 20.5.2007).
Παράταση 90 ημερών, προκειμένου να απαντήσει το Ισραήλ εάν αναγνωρίζει ή όχι τον κ. Θεόφιλο, ζήτησαν χτες οι εκπρόσωποι της Ισραηλινής κυβέρνησης, από το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ. Οι νομικοί σύμβουλοι της κυβέρνησης επικαλέστηκαν την απόφαση της Ιορδανίας, καθώς και την απομάκρυνση του Ισραηλινού υπουργού Εσωτερικών[8] από τη θέση του προέδρου της Επιτροπής που εξέταζε το θέμα. Όπως είπαν, το ζήτημα της αναγνώρισης χρήζει περαιτέρω προσεκτικής εξέτασης («Metropolis», 22.5.2007).
Χθες, το Πατριαρχείο επέβαλε ποινές στους τρεις αντάρτες Άραβες κληρικούς, για υποκίνηση διαμαρτυρίας σε βάρος του κ. Θεόφιλου από το ποίμνιο που έχουν υπό την επιρροή τους («Ελεύθερος Τύπος», 25.5.2007).
Την «ένθερμη υποστήριξη» του Οικουμενικού Πατριαρχείου προς τον κ. Θεόφιλο και στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων ως θεσμό, εξέφρασε ο κ. Βαρθολομαίος, κατά τη χτεσινή τους συνάντηση στο Φανάρι («City Press», 31.5.2007). Οι δυο τους θα αποφάσιζαν από κοινού τις πρωτοβουλίες που έπρεπε να αναληφθούν, τόσο έναντι του Ισραήλ, της Παλαιστινιακής Αρχής και της Ιορδανίας, όσο και στο εσωτερικό της Αγιοταφιτικής Αδελφότητας («Το Βήμα», 31.5.2007).
Όταν ο κ. Θεόφιλος επέστρεψε στην έδρα του, φανερά ικανοποιημένος από τις επαφές που είχε στην Κωνσταντινούπολη με τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο, βρήκε επάνω στο γραφείο του έναν κίτρινο φάκελο με τη σφραγίδα του Χασεμιτικού Βασιλείου της Ιορδανίας. Ο φάκελος περιείχε επιστολή του πρωθυπουργού δρος Μαρούφ Μπακχέτ, με την οποία κοινοποιούσε στον κ. Θεόφιλο και επισήμως την άρση της αναγνώρισής του από την Ιορδανική κυβέρνηση. Επίσης, του έκανε γνωστό πως στο εξής η επικοινωνία των δύο πλευρών θα γίνεται μέσω του μητροπολίτη Φιλαδελφείας κ. Βενέδικτου, που εδρεύει στο Αμμάν. Πρακτικά δηλαδή, το Χασεμιτικό Βασίλειο διέκοπτε κάθε σχέση με τον κ. Θεόφιλο, ενώ παράλληλα έδειχνε ότι για την ώρα δεν ήταν ευπρόσδεκτος στη χώρα («Η Καθημερινή», 2.6.2007).
Στο πλαίσιο των εντατικών διπλωματικών διεργασιών που βρίσκονταν σε εξέλιξη, εντασσόταν η αιφνιδιαστική επίσκεψη στο Τελ Αβίβ του υφυπουργού Εξωτερικών κ. Θ. Κασσίμη και η άτυπη συνάντησή του με τον κ. Θεόφιλο στις 5 Ιουνίου («Ελεύθερος Τύπος», 8.6.2007).
Κατά την χτεσινή συνάντησή της με τον κ. Θεόφιλο, η κ. Μπακογιάννη (η οποία πραγματοποιούσε επίσημη επίσκεψη στη Μέση Ανατολή), έδωσε την διαβεβαίωση ότι η Ελληνική κυβέρνηση στηρίζει τον κ. Θεόφιλο και τον θεσμό του Πατριαρχείου. Από την πλευρά του, ο κ. Θεόφιλος ευχαρίστησε την υπουργό Εξωτερικών για το ενδιαφέρον της κυβέρνησης και την τίμησε με το Σταυρό του Παναγίου Τάφου («City Press», 12.6.2007).
Αίσια έκβαση είχε στο Αμμάν η κρίση Ιορδανίας-Πατριαρχείου Ιεροσολύμων. Το υπουργικό συμβούλιο της χώρας, κατά τη χθεσινή συνεδρίασή του, ανακάλεσε την προηγούμενη απόφασή του, με την οποία είχε άρει την αναγνώριση του κ. Θεόφιλου. Η θετική εξέλιξη σημειώθηκε ακριβώς την ημέρα της άφιξης της υπουργού Εξωτερικών, Ντόρας Μπακογιάννη, στο Αμμάν, όπου θα είχε προγραμματισμένες συναντήσεις με την ηγεσία της χώρας («Απογευματινή», 13.6.2007).
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Α», σημαντικό ρόλο στις θετικές για την Ελλάδα εξελίξεις, φαίνεται ότι διαδραμάτισε και το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης και συγκεκριμένα ο κ. Βαρθολομαίος. Πάντως, άγνωστο παραμένει το ακριβές περιεχόμενο των πιέσεων που δέχθηκε η κ. Μπακογιάννη κατα τις συναντήσεις που είχε με την Ισραηλινή πολιτική ηγεσία στην Ιερουσαλήμ, σχετικά με τα ζητήματα που αφορούν στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων[9] («Η Αξία», 16.6.2007).
Υ.Γ. Η κυβέρνηση της ΝΔ και το Οικουμενικό Πατριαρχείο νόμισαν ότι μπορούν να αλλάξουν τον Πατριάρχη Ειρηναίο, όπως αλλάζουν π.χ. τον ληξίαρχο Ευρυτανίας. Και να το αποτέλεσμα. Αθήνα και Φανάρι επιδόθηκαν το 2007 σε έντονες παρασκηνιακές κινήσεις και παζάρια με τους εκπροσώπους της Ιορδανίας, της Παλαιστίνης και του Ισραήλ, για να επιτευχθεί η αναγνώριση του Θεόφιλου από τη μία (Ισραήλ) και για να μην αρθεί η αναγνώρισή του από την άλλη (Ιορδανία-Παλαιστίνη). Μια υπόθεση καθαρά θρησκευτική που έγινε πολιτική, μέσω απίστευτων χειρισμών μιας επονείδιστης περιόδου[10]. Και δεν είναι τόσο θέμα των ατόμων που πρωταγωνίστησαν. Αυτό που παραμένει και είναι μείζον, έγκειται στη νομιμοποίηση της σκευωρίας, της οποίας υπήρξε θύμα ο νόμιμος και κανονικός Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Ειρηναίος. Μια ανομολόγητη δολοπλοκία που εξυφάνθηκε σε πολλά επίπεδα σχέσεων, ιδιαίτερα κατά την τελευταία και δραματική χρονιά της ποιμαντορίας του στην Εκκλησία της Αγίας Σιών το 2005.
Υποσημειώσεις:
--------------------------------------------------------------------------------
[1] Η εκχώρηση στρεμμάτων στην περιοχή Ταλπιότ της δυτικής Ιερουσαλήμ προκάλεσε ανήμερα τα Χριστούγεννα μεγάλη συγκέντρωση διαμαρτυρίας Αράβων έξω από το Ναό της Γέννησης στη Βηθλεέμ, «δεδομένου ότι σε μία υποτιθέμενη λύση του Παλαιστινιακού, έχει τεράστια σημασία αν το Πατριαρχείο πωλεί γη και ακίνητη περιουσία σε Άραβες ή σε Εβραίους, αφού ο αραβικός ή ο εβραϊκός χαρακτήρας των τμημάτων της Ιερουσαλήμ θα κριθεί ανά οικοδομικό τετράγωνο» («Έθνος», 15.5.2007).
[2] Ο κ. Θεόφιλος, σε δηλώσεις του το 2007 στην τηλεόραση του Ant1, απέδιδε ανοιχτά τη σύγκρουση με την Ιορδανία σε Ιορδανό επιχειρηματία πρίγκηπα. Για τους γνωρίζοντες, ο κ. Θεόφιλος φωτογράφιζε τον πρίγκηπα Γάζι, εξάδελφο του βασιλιά Αμπντάλα, ο οποίος κατά τις πληροφορίες ενδιαφερόταν έντονα για την ανάπτυξη του θρησκευτικού και προσκυνηματικού τουρισμού στην περιοχή του Ιορδάνη ποταμού («Η Βραδυνή της Κυριακής», 20.5.2007).
[3] Η υπουργός Εξωτερικών κυρία Ντόρα Μπακογιάννη, εκτός από τις συναντήσεις που είχε στις Βρυξέλλες με τους ομολόγους της από την Ιορδανία και την Παλαιστινιακή Αρχή, επικοινώνησε τηλεφωνικά και με την Ισραηλινή ομόλογό της κυρία Τζίπι Λίβνι («Το Βήμα», 20.5.2007).
[4] Η επίσκεψη Μπακογιάννη στη Μέση Ανατολή πραγματοποιήθηκε κατόπιν απαίτησης του Μεγάρου Μαξίμου, το οποίο θεώρησε υπεύθυνο για την πρωτοφανή αρχική αδράνεια του υπουργείου Εξωτερικών τον υφυπουργό Εξωτερικών κ. Θεόδωρο Κασσίμη, στον οποίο χρεώθηκαν ευθύνες για υπόγειες συνεννοήσεις, που ωφελούσαν τελικά το Ισραήλ («Η Αξία», 16.6.2007).
[5] «Όπως αναφέρουν καλά πληροφορημένες πηγές, ο υφυπουργός Εξωτερικών κ. Θ. Κασσίμης, στις διαδοχικές επισκέψεις στο Ισραήλ που είχε τους τελευταίους μήνες, συναντήθηκε στα Ιεροσόλυμα με επιφανείς δικηγόρους ακροδεξιών οργανώσεων και με τον Ισραηλινό υπουργό Ράφι Εϊτάν, με σκοπό να δημιουργηθεί Επιτροπή Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων του Πατριαρχείου, για να διευκολύνονται οι συναλλαγές του Τελ Αβίβ με το Πατριαρχείο. Για πρόεδρο της Επιτροπής λέγεται ότι ο κ. Κασσίμης είχε προτείνει τον εαυτό του και αντάλλαγμα της ίδρυσης της Επιτροπής αυτής θα ήταν η αναγνώριση του Θεόφιλου από τους Ισραηλινούς. Επίσης, λέγεται ότι πριν από δύο μήνες περίπου, υπεγράφη, με τη σύμφωνη γνώμη του κ. Κασσίμη και εν αγνοία της Συνόδου του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, με απλό πληρεξούσιο του κ. Θεόφιλου προς τους δικηγόρους του Μούγραμπι και Βάινροτ, συμφωνία με την εβραϊκή κτηματική εταιρεία του Δημοσίου, πολυετής ανανέωση της μίσθωσης της γης του Πατριαρχείου στα Ιεροσόλυμα (Recharia), στην οποία βρίσκονται πολλά κυβερνητικά κτίρια» («Το Παρόν της Κυριακής», 20.5.2007).
[6] Αν η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου θα ήταν αρνητική, τότε ενδεχομένως και η Σύνοδος του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων θα κρατούσε αποστάσεις από το πρόσωπο του κ. Θεόφιλου, θέτοντάς τον ουσιαστικά υπό αμφισβήτηση («Αδέσμευτος Τύπος», 20.5.2007).
[7] Είναι ενδεικτικό πως η Ισραηλινή κυβερνητική επιτροπή, που ήταν επιφορτισμένη να εξετάσει το ζήτημα προσφυγής του κ. Θεόφιλου κατά του Ισραηλινού κράτους για τη μη αναγνώριση της εκλογής του, επέμενε στην αμετακίνητη στάση της, απορρίπτοντας με 5 έναντι 3 ψήφων την αναγνώριση της εκλογής του κ. Θεόφιλου («Η Καθημερινή», 24-25.3.2007).
[8] Ο νομικός σύμβουλος της κυβέρνησης του Ισραήλ κ. Μαζούζ, οδήγησε σε παραίτηση από την προεδρία της Κυβερνητικής Επιτροπής τον υπουργό Εσωτερικών κ. Ρόνι Μπαρόν, διότι σύμβουλός του βρέθηκε να είναι μέτοχος στις offshore εταιρείες που εμπλέκονταν σε μακροχρόνιες μισθώσεις ακινήτων του Πατριαρχείου στην Παλιά Πόλη των Ιεροσολύμων. Η γνώμη του κ. Μπαρόν έτεινε στην αναγνώριση του κ. Θεόφιλου, επειδή ο κ. Θεόφιλος δεν έκανε καμία απολύτως κίνηση για την ακυρότητα αυτών των συμφωνιών, ενώ αντιθέτως ο Πατριάρχης Ειρηναίος είχε υποβάλει αγωγή ακυρώσεως, ως ανυπόστατων, των συμφωνιών αυτών ήδη από τις 30 Αυγούστου 2005 («Το Παρόν της Κυριακής», 20.5.2007).
[9] Αυτό που προέκυψε είναι ότι οι εκπρόσωποι της Ισραηλινής κυβέρνησης, αφού πίεσαν, διεκδίκησαν και διαπραγματεύτηκαν σκληρά, με βάση την ολοκλήρωση των εκκρεμών αγοραπωλησιών και αφού διασφάλισαν ότι θα δρομολογηθούν και νέες με παρόμοιο χαρακτήρα και αντικείμενο, τότε και μόνον τότε ενέδωσαν και προχώρησαν στην αναγνώριση του Θεόφιλου («Το Παρόν της Κυριακής», 23.12.2007).
[10] Το έναυσμα της κρίσεως ήλθε από την Αθήνα, κυρίως από δημοσιογραφικά και τηλεοπτικά μέσα, με κύρια αφορμή δημοσίευμα της εφημερίδας «Maariv». Ωστόσο, τα αποδιδόμενα στον Πατριάρχη Ειρηναίο οικονομικά σκάνδαλα, που σχετίζονταν με το ιδιοκτησιακό καθεστώς του Πατριαρχείου, δεν αποδείχτηκαν. Έμειναν –και είναι μέχρι σήμερα– στη σφαίρα των δημοσιογραφικών εντυπώσεων και των βεβιασμένων ενεργειών εις βάρος του («Το Παρόν της Κυριακής», 6.1.2008).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου