Οι διαδοχικές αυξήσεις που καταγράφηκαν φέτος στον ειδικό φόρο κατανάλωσης (ΕΦΚ) και τον ΦΠΑ, σε συνδυασμό, μάλιστα με τη στασιμότητα (αν όχι την επιδείνωση) του εισοδήματος, αλλάζουν άρδην τις συνήθειες των Ελλήνων -ευχάριστες ή μη. Έτσι αρχίσαμε να οδηγούμε, να βγαίνουμε, να πίνουμε και να καπνίζουμε λιγότερο.
Η πιο αισθητή διαφορά φαίνεται στο πεδίο ...
....των τιμών των καυσίμων. Διαθέτουμε πλέον την ακριβότερη βενζίνη στην ΕΕ, αν και πέρυσι είχαμε την έβδομη φτηνότερη. Σύμφωνα με την Ομοσπονδία Βενζινοπωλών Ελλάδας (ΟΒΕ), από την αρχή της χρονιάς μόνο ο ΕΦΚ αυξήθηκε κατά 63% (περίπου 32 λεπτά). Το ίδιο διάστημα, ο ΦΠΑ αυξήθηκε επίσης κατά 21,05%. Πλέον, η επιβάρυνση σε κάθε λίτρο βενζίνης από τους δύο αυτούς φόρους αθροιστικά ξεπερνά το ένα ευρώ. Συνολικά, αν ληφθεί υπόψη και η αύξηση της τιμής του διυλιστηρίου, η βενζίνη ακρίβυνε από τον Ιανουάριο κατά περισσότερο από 41%. Ως εκ τούτου, οι καταναλωτές το σκέφτονται περισσότερο προτού πιάσουν το τιμόνι. Η ΟΒΕ υποστηρίζει ότι η μείωση στην κατανάλωση βενζίνης για το ίδιο χρονικό διάστημα ανέρχεται στο 30%. Ωστόσο, οι επιπτώσεις δεν περιορίζονται στη χρήση του ΙΧ. Η εκτόξευση της τιμής των καυσίμων δεν αφήνει ανεπηρέαστο το κόστος παραγωγής -παραγωγή και μεταφορές- πιέζοντας τις τιμές των αγαθών και των υπηρεσιών προς τα πάνω και πυροδοτώντας τον πληθωρισμό.
Τη μείωση στις μετακινήσεις με το ΙΧ δεν καρπώνονται, πάντως, τα ταξί. Με την επιβολή ΦΠΑ 11% στα κόμιστρα, το αυξημένο κόστος μετακίνησης με το συγκεκριμένο μέσο καθίσταται απαγορευτικό για τους πελάτες, οι οποίοι «ψηφίζουν» συχνότερα τα μέσα μαζικής μεταφοράς, ακόμα και εάν αυτό συνεπάγεται ταλαιπωρία γι’ αυτούς (έργα ΗΣΑΠ, καθυστερήσεις στα μπλε λεωφορεία κτλ.). Αν, πάντως, βιώσουμε προσεχώς την αύξηση των εισιτηρίων των ΜΜΜ, ή την ιδιωτικοποίησή τους (και μέσω αυτής, πάλι την αύξηση των εισιτηρίων, η οποία φαντάζει αναπόφευκτη με αμιγώς ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια), δεν αποκλείεται να δούμε στους δρόμους της Αθήνας να κυκλοφορούν περισσότερα ποδήλατα…
Από την άλλη μεριά, μία απλούστατη και ανέξοδη εναλλακτική για οποιονδήποτε, είναι να μη βγει καθόλου έξω. Η αύξηση του ΕΦΚ στο αλκοόλ μετακυλύει αναπόφευκτα στον καταναλωτή, ο οποίος, όμως, δεν είναι πρόθυμος να επωμιστεί αυτό το κόστος. Τα στοιχεία που μπορεί να αντλήσει κανείς από το Παρατηρητήριο Τιμών είναι άκρως διαφωτιστικά: τον Ιανουάριο (προτού επιβληθεί το πρώτο πακέτο αύξησης των έμμεσων φόρων) ένας καταναλωτής πλήρωνε περίπου 13,30 ευρώ για την αγορά μίας φιάλης βότκα 0,7 λίτρων. Από τον Ιούλιο πρέπει να πληρώσει 17,75 ευρώ. Η τιμή ενός μπουκαλιού ούζου δημοφιλούς μάρκας αυξήθηκε την ίδια περίοδο από τα 7,29 στα 9,39 ευρώ. Σε αυτό το πλαίσιο, οι καταναλωτές «μαζεύονται». Χαρακτηριστική είναι η εκτίμηση του Συνδέσμου Ελληνικών Αποσταγμάτων Οινοπνευματωδών Ποτών, σύμφωνα με την οποία η κατανάλωση ούζου φέτος έχει σημειώσει μείωση κατά περίπου 30% σε σύγκριση με πέρυσι. Τέτοιου είδους μειώσεις αφορούν τόσο την κατανάλωση στο σπίτι, όσο και την κατανάλωση εκτός σπιτιού: οι ιδιοκτήτες καφετεριών, μπαρ και λοιπών κέντρων διασκέδασης αναφέρουν πτώση του τζίρου τους που φτάνει μέχρι το 50%.
Από την εξίσωση δεν θα μπορούσε να απουσιάζει και ο καπνός. Σύμφωνα με έρευνα της MRB, η οποία πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της Ένωσης Επαγγελματιών Καπνοπωλών Περιπτερούχων, το 36% των ερωτώμενων καπνιστών δήλωσε ότι σκοπεύει να κόψει το κάπνισμα εξαιτίας της ανόδου της τιμής των τσιγάρων, ενώ το 28% δήλωσε ότι θα στραφεί σε φτηνότερες μάρκες και τον καπνό. Η αύξηση όμως των τιμών δεν επηρεάζει μόνο τους καπνιστές. Εξαιτίας της μείωσης των εσόδων τους (τα οποία στηρίζονται κατά 67% από την πώληση καπνικών), η οποία φτάνει μέχρι και το 30%, πολλά περίπτερα οδηγούνται σε «λουκέτο» -μόνο τον Μάιο έκλεισαν 100 από αυτά. Οι παράνομες πρακτικές μπορούν να εντατικοποιηθούν σε ένα τέτοιο κλίμα: στην ίδια έρευνα, το 12% των περιπτερούχων δήλωσε ότι το τελευταίο εξάμηνο τους προσεγγίζουν συχνότερα για να τους προωθήσουν λαθραία τσιγάρα. Οι συνέπειες των αυξημένων φόρων έχουν κάνει ήδη αισθητή την παρουσία τους στην αγορά μέσω της ανόδου των τιμών, της αύξησης των «λουκέτων» και της εντονότερης παρουσίας λαθραίων δραστηριοτήτων. Εξίσου σημαντικές, είναι, ωστόσο, οι συνέπειες στο μοτίβο συμπεριφοράς και την ψυχολογία του Έλληνα.
«Θύμα» της οικονομικής κρίσης στην χώρα μας αποτελεί και η γυναικεία λίμπιντο!
Κατακόρυφη πτώση της σεξουαλικής επιθυμίας έχει προκαλέσει στις Ελληνίδες η ύφεση και τα… παρελκόμενά της, όπως πχ το νέο ασφαλιστικό σύστημα, τα όρια συνταξιοδότησης, η εργασιακή ανασφάλεια, σύμφωνα με τα αποτελέσματα πρόσφατης έρευνας της Εταιρία Μελέτης Ανθρώπινης Σεξουαλικότητας (ΕΜΑΣ).
Επτά στις δέκα γυναίκες δηλώνουν ότι δεν έχουν καμία απολύτως ερωτική διάθεση καθώς και ότι μείωσαν τις ερωτικές τους επαφές λόγω της… περιρρέουσας οικονομικής ατμόσφαιρας.
Ο αντίκτυπος της οικονομικής κρίσης αποτιμήθηκε αρχικά στους άνδρες. Πρόσφατη έρευνα της ΕΜΑΣ είχε καταδείξει «επιδημία» στυτικής δυσλειτουργίας και έξαρση της συζυγικής απιστίας.
Εξίσου δυσάρεστα ήταν τα ευρήματα και της νέας έρευνας στον γυναικείο πληθυσμό. Τέσσερις στις δέκα γυναίκες ομολογούν πως η ψυχολογική τους κατάσταση επηρεάστηκε πολύ αρνητικά από τα νέα μέτρα για το ασφαλιστικό – το αντίστοιχο ποσοστό στους άνδρες ανερχόταν στο 26%.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου