Παρασκευή 3 Αυγούστου 2012

Πώς γίνονται οι ιδιωτικοποιήσεις οι καλές


του Άγγελου Τσέκερη

«Πείτε μας επιτέλους μια ιδιωτικοποίηση στην οποία δεν είστε αντίθετοι…»


Σχέδιο του Δημήτρη Μεγαλίδη (από το βιβλίο «Αλιβέρι», έκδ. της ΔΕΗ, 1950). Από το μπλογκ του πενταθέσιου δημοτικού σχολείου Αγίου Ιωάννη Αλιβερίου (dim-ag-ioann.eyv.sch.gr).

Στην πολυκατοικία μας αποφασίσαμε να αναμετρηθούμε με τις ...
μεγάλες ιστορικές προκλήσεις και να ιδιωτικοποιήσουμε τον ανελκυστήρα.

Τις εποχές που ζούσαμε πάνω από τις δυνατότητές μας, ο ανελκυστήρας ήταν δημόσιο αγαθό. Αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν τζάμπα. Τον πληρώναμε κάθε μήνα στα κοινόχρηστα, για να βγουν τα έξοδα λειτουργίας και συντήρησης. Ο διαχειριστής, ο κ. Πουρνάρας, μας άνοιξε τα μάτια. Η παραχώρηση της λειτουργίας του ανελκυστήρα σε ιδιώτες ήταν μια συμφέρουσα αναπτυξιακή πρόταση. Θα μας γλύτωνε από μια μέση μηνιαία επιβάρυνση της τάξης των 20 ευρώ ανά διαμέρισμα, που αντιστοιχεί σε τρία πακέτα μακαρόνια, δύο μπουκάλια γάλα και μια κάρτα κινητής τηλεφωνίας για κάθε οικογένεια. Ταυτόχρονα θα καλύπταμε το έλλειμμα της πολυκατοικίας, δημιουργημένο από αντιπαραγωγικές καταστάσεις του παρελθόντος, από τις οποίες βασικός ωφελημένος ήταν ο ίδιος ο κ. Πουρνάρας.

Στην επικύρωση της απόφασης συνέβαλλε και η καλοπροαίρετη αδιαφορία των ενοίκων. Ούτε η μείωση του ελλείμματος, ούτε η προοπτική να γλυτώνουμε κάνα εικοσάρικο από τα κοινόχρηστα μας δυσαρεστούσε. Έτσι η ιδιωτικοποίηση προχώρησε με ελάχιστες αντιδράσεις. Για να γίνει μάλιστα ανταγωνιστικός ο ανελκυστήρας, και να προσελκύσει το ενδιαφέρον των επενδυτών, αποφασίσαμε να εκχωρήσουμε μόνο τη λειτουργία και να κρατήσουμε υπό δημόσιο έλεγχο τη συντήρηση.

Αποτίμηση της ιδιωτικοποίησης

Μετά λύπης μας είμαστε αναγκασμένοι να αποδεχτούμε ότι η ιδιωτικοποίηση του ανελκυστήρα δεν έχει αποδώσει μέχρι στιγμής[1] τα αναμενόμενα οφέλη. Τα ελλείμματα της πολυκατοικίας παραμένουν αμετάβλητα.[2] Αυτό αποδίδεται μάλλον στους εξής λόγους:

α) Λόγω της γενικευμένης οικονομικής κρίσης, το τίμημα εξαγοράς ήταν αρκετά χαμηλότερο από το προσδοκώμενο.

β) Ένα μέρος του τιμήματος πήγε ως νόμιμη προμήθεια στην εταιρεία η οποία εκδίδει τα κοινόχρηστα της πολυκατοικίας μας, και η οποία ανέλαβε να διεκπεραιώσει όλες τις σχετικές διαδικασίες την πώλησης. Δηλαδή την αποτίμηση της αξίας του ανελκυστήρα, την προσέλκυση των επενδυτών, την αξιολόγηση των προσφορών και την κατάρτιση της σύμβασης. Α, σημειωτέον ότι αυτή η εταιρεία αγόρασε κιόλας τον ανελκυστήρα, μέσω μιας θυγατρικής την οποία συνέστησε γι αυτόν ακριβώς τον σκοπό.

γ) Ένα άλλο ποσόν από το τίμημα, δαπανήθηκε για την ανακαίνιση του διαμερίσματος του κ. Πουρνάρα. Ο ίδιος, όταν τον κάναμε τσακωτό, ισχυρίστηκε ότι η ανακαίνιση ήταν εκτός της συμφωνίας αγοράς, ένα συμβολικό δώρο του επενδυτή για την επικύρωση των σχέσεων καλής συνεργασίας. Κάποιοι του επεσήμαναν ότι θα μπορούσε να αρνηθεί την προσφορά και να ζητήσει να συνυπολογιστεί το κόστος στο τελικό ποσόν της πώλησης, αλλά ο κ. Πουρνάρας τους συνέστησε σε πολύ αυστηρό ύφος να μην είναι αυθάδεις και αλαζονικοί.

δ) Ένα άλλο μέρος του τιμήματος συμψηφίστηκε με το «Έργο καθαρισμού της δεξαμενής καυσίμου», το οποίο βάσει της σύμβασης που υπογράψαμε ανέλαβε χωρίς διαγωνισμό ο ίδιος ο επενδυτής. Ήταν κραυγαλέα υπερκοστολογημένο, αν και οι δύο συμπαθέστατοι μαροκινοί εργαζόμενοι που το εκτέλεσαν, πληρώνονται 15 ευρώ ημερομίσθιο (και οι δύο μαζί) με μπλοκάκι από το ΤΕΒΕ.

ε) Με την ίδια ακριβώς λογική, ένα κομμάτι της αξίας του ανελκυστήρα θα καταβληθεί από τον επενδυτή υπό μορφή πρόσθετων υπηρεσιών προς την πολυκατοικία, όπως η μετακίνηση δύο φίκων στην είσοδο, και η τοποθέτηση πινακίδας αποτροπής για τους διανομείς διαφημιστικού υλικού.[3] Προβλέπεται επίσης η διοργάνωση σεμιναρίων για τους ενοίκους με θέμα την διαφάνεια, στο πρότυπο του εξωδικαστικού συμβιβασμού του ελληνικού κράτους με την Siemens.

στ) Το υπόλοιπο ποσόν θα καταβληθεί σε δόσεις εντός της επόμενης εξαετίας, φυσικά με ρήτρα κερδοφορίας, δηλαδή εφ’ όσον ο επενδυτής έχει βγάλει από την χρήση του ανελκυστήρα τα χρήματα με τα οποία θα μας πληρώσει. Το ποσόν θα αποδίδεται με βάση τα καθαρά και όχι τα ακαθάριστα κέρδη, δηλαδή αφού ο επενδυτής εξαφανίσει λογιστικά μερικά από τα χρήματα που βγάζει, παρουσιάζοντάς τα ως έξοδα σε ψεύτικες ενδοομιλικές συναλλαγές. Εδώ ακολουθήθηκε το επιτυχημένο παράδειγμα της Αττικής Οδού.

Οι κοινωνικές επιπτώσεις

Με την υπογραφή της σύμβασης, η εταιρεία ανέλαβε αμέσως την λειτουργία του ανελκυστήρα, και έβαλε εισιτήριο. Το ύψος του κομίστρου καθορίστηκε με κοινωνικά κριτήρια, και συγκεκριμένα με την ζωτική κοινωνική ανάγκη του επενδυτή για γρήγορη απόσβεση της επένδυσης.

Από την πλευρά του ο κ. Πουρνάρας ανακοίνωσε ότι «είχαμε απόκλιση από την αρχική πρόβλεψη για την πορεία των ελλειμμάτων», και δεδομένου μάλιστα ότι απολαμβάναμε τα χαμηλότερα κοινόχρηστα στην γειτονιά,[4] έπρεπε να δείξουμε υπευθυνότητα. Έτσι, στη θέση του κόστους λειτουργίας του ασανσέρ, που είχε φύγει από τα κοινόχρηστα (αλλά όχι από εμάς), θα πληρώναμε 15 ευρώ το μήνα ως «εισφορά αλληλεγγύης».[5] Εξακολουθούσαμε φυσικά να καταβάλλουμε και τα έξοδα συντήρησης, τα οποία είχαν εξαιρεθεί από την ιδιωτικοποίηση, και τα οποία για κάποιον λόγο έδειχναν ανησυχητικές τάσεις υπερτιμολόγησης εν σχέσει με την προηγούμενη περίοδο. Πιθανώς επειδή, βάσει της σύμβασης, τη συντήρηση μας την έκανε πλέον ο επενδυτής, σε φιλική (γι’ αυτόν) τιμή.

Το αποτέλεσμα είναι ότι ο κόσμος σταμάτησε να χρησιμοποιεί τον ανελκυστήρα. Εκτός φυσικά από αυτούς που δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς.

Ως απάντηση, η εταιρεία ανέβασε το κόμιστρο[6] προκειμένου να κρατήσει ψηλά τα περιθώρια κέρδους. Αυτό όμως δημιούργησε νέα μείωση στη ζήτηση.

Τότε ο κ. Πουρνάρας εμφανίστηκε πολύ ανήσυχος. Η ύφεση έδειχνε επικίνδυνα τα δόντια της. Αν η εταιρεία δεν εισέπραττε, δεν θα μπορούσε να πληρώσει τις υποχρεώσεις της έναντι της πολυκατοικίας, και όλο το σύστημα θα κινδύνευε να καταρρεύσει.[7] Η βρώμα θα μας καταλάμβανε, το ρεύμα στους διαδρόμους θα κοβόταν, τα σπασμένα τζάμια δεν θα μπορούσαν να αντικατασταθούν, και άστεγοι θα τρύπωναν στα υπόγειά μας. Για αυτό, ο κ. Πουρνάρας ήταν αναγκασμένος να προχωρήσει σε έναν επώδυνο αλλά αναγκαίο μέτρο: να βάλει διόδια και στις σκάλες, προκειμένου να χρηματοδοτήσει τα ελλείμματα. Οι σταθμοί πληρωμής τοποθετήθηκαν ανά όροφο, και την διαχείριση του συστήματος ανάλαβε μια εταιρεία η οποία… (ναι, ναι, έχετε μπει εντελώς στο νόημα).

Η απόφαση του κ Πουρνάρα χαιρετήθηκε ως μέτρο ευθύνης, που γρήγορα θα αναζωογονούσε την επιχειρηματικότητα και τον ανταγωνισμό. Πράγματι, βρίσκοντας διόδια στο κλιμακοστάσιο, αρκετός κόσμος στράφηκε ξανά, έστω και βρίζοντας, στη χρήση του ανελκυστήρα. Τότε η ιδιοκτήτρια εταιρεία ανακοίνωσε αύξηση του κομίστρου, λόγω εκτίναξης του κόστους λειτουργίας, της γενικευμένης ανασφάλειας που επικρατεί στις διεθνείς αγορές κλπ. Λίγες μέρες αργότερα πληροφορηθήκαμε ότι τα διόδια στις σκάλες συμπαρασύρονται από τις «διακυμάνσεις»[8] του εισιτηρίου στο ασανσέρ, προκειμένου να αποφεύγεται ο αθέμιτος ανταγωνισμός. Δηλαδή αυξήθηκαν επίσης. Όταν κάποιοι διαμαρτυρήθηκαν, ο κ. Πουρνάρας, τους είπε σε αυστηρό ύφος να πάνε στη Βόρεια Κορέα.

Προοπτικές

Τώρα δεν έχουμε δωρεάν τρόπο να φτάσουμε μέχρι την πόρτα μας. Αυτά που πληρώναμε έχουν αυξηθεί στο τριπλάσιο και θα συνεχίσουν να αυξάνονται εσαεί. Αλλά όπως λέει και η κυρία Αναγνώστου δίπλα, τουλάχιστον έχει ησυχάσει το κεφάλι μας από το κοριτσάκι του 4ου, που του άρεσε να χοροπηδάει και να φωνάζει στον θάλαμο του ασανσέρ, και να μελετά την αντήχηση στο φρεάτιο σηκώνοντας στο πόδι την πολυκατοικία. Τέλος πια με τις βολεμένες συντεχνίες. Μια νέα εποχή έχει αρχίσει.



[1] Εδώ το «μέχρι στιγμής» υπονοεί ότι η ιδιωτικοποίηση μπορεί να αποδώσει στο μέλλον.

[2] Το τρίτο πρόσωπο υπαινίσσεται ότι η ιδιωτικοποίηση «δεν απέδωσε» και τα ελλείμματα «παραμένουν αμετάβλητα» εξαιτίας κάποιας προσωπικής τους παραξενιάς.

[3] Σε πολύ αυστηρό ύφος και υπερσύγχρονης τεχνολογίας, από εκτυπωτή laser.

[4] Συγκριμένα στοιχεία δεν παρατέθηκαν, αλλά όλοι νοιώσαμε ένοχοι.

[5] Δεν πρόκειται για αλληλεγγύη σε κάποιον, αλλά για έναν όρο που κάνει πιο ελκυστικό το χαράτσι. Μια «εισφορά δυσκοιλιότητας» στο ίδιο ύψος, θα προκαλούσε μεγαλύτερες αντιδράσεις.

[6] Το παράδοξο είναι ότι με βάση τα ιερά κείμενα του νεοφιλελευθερισμού, η μείωση της ζήτησης θα έπρεπε κανονικά να ρίξει την τιμή, όπως διαπίστωσε εργαστηριακά ο Μίλτον Φρίντμαν, μελετώντας δύο απολύτως ισοδύναμους παγωτατζήδες σε απολύτως ουδέτερο περιβάλλον.

[7] Η λήψη έκτακτων μέτρων από τον διαχειριστή βασίστηκε σε στοιχεία από έκθεση αξιολόγησης, που εκπονήθηκε με έξοδα της πολυκατοικίας, από ανεξάρτητη εταιρεία, συμφερόντων ξέρετε ποιανού.

[8] Το λέμε «διακυμάνσεις του εισιτηρίου», ώστε να δημιουργεί την εντύπωση ότι το εισιτήριο μπορεί κάποτε και να μειωθεί.