Παρασκευή 16 Ιουλίου 2010

Τσαμουριά και Τσάμηδες


tsamhdesparamithiaph pal013 Paramithia Marketplace 1915 Τσαμουριά και Τσάμηδες
Τσάμηδες στην Παραμυθιά (Photo @ HellenicRevenge Blog)
Του Α. Μιχαλόπουλου*
ΤΙ ΕΙΝΑΙ η Τσαμουριά και ποιοι είναι οι Τσάμηδες; Δεδομένου ότι το σχετικό θέμα παίρνει, ακριβώς στις μέρες μας, μια- επικίνδυνη – επικαιρότητα, είναι αναγκαίες κάποιες διευκρινίσεις.
Τσαμουριά ονομαζόταν, κατά την Τουρκοκρατία, η...
... ζώνη της Ηπείρου που εκτεινόταν, παραλιακώς, από τις εκβολές του Αχέροντα ως τον Βουθρωτό και, ανατολικά, ως τις υπώρειες της Ολύτσικας. Ένα μικρό της τμήμα περιήλθε στην Αλβανία· το υπό λοιπο συμπίπτει, λίγο πολύ, με τη Θεσπρωτία. Εκεί, το 1923, ζού σαν 20.319 Μουσουλμάνοι οι οποίοι είχαν ως μητρική γλώσσα τα αλβανικά.
Οι Μουσουλμάνοι αυτοί είχαν σιωπηρώς εξαιρεθεί από την μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας ανταλλαγή των πληθυσμών που συμφωνήθηκε το 1923, μετά από ισχυρές ιταλικές πιέσεις προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο, επικεφαλής της Ελληνικής αντιπροσωπείας στη συνδιάσκεψη της Λωζάννης. Οι Μωαμεθανοί αυτοί ήταν τότε και παρέμειναν και στη συνέχεια γνωστοί ως Τσάμηδες.
Ο Βενιζέλος και η ελληνική κυβέρνηση δέχτηκαν την παρα μονή των Τσάμηδων στη χώρα μας, ενώ είχαν κάθε ευχέρεια να απαιτήσουν και να επιτύχουντην «έξοδο» τους από τη Θεσπρωτία, διότι μετά την ήττα στη Μικρά Ασία η Αθήνα επιζητούσε -αγωνιωδώς θα μπορούσε να πει κανείς – τη σύσφιγξη των σχέ σεων της με τη Ρώμη· αυτή η τελευταία, με τη σειρά της, ήθελε να «βοηθήσει» την Αλβανία, όπου ήδη ασκούσε επιρροή καθο ριστική. Το τίμημα όμως με το οποίο πληρώθηκε η επίδειξη εκείνη «καλής θέλησης» υπήρξε, όπως φάνηκε αμέσως μετά, βαρύτατο για την Ελλάδα.
Πράγματι, μόλις σχεδόν υπε γράφη η συνθήκη της Λωζάννης, η αλβανική κυβέρνηση άρχισε να κατηγορεί την ελληνική πως προσπαθούσε να «ξεφύγει» από τις υποχρεώσεις που είχε αναλά βει* οι Αλβανοί ισχυρίζονταν συγκεκριμένα ότι οι ελληνικές αρχές σκόπιμα «μπέρδευαν» του ς αλβανόφωνους Τσάμηδες με τους τουρκικής καταγωγής Μουσουλ μάνους με σκοπό να τους εξανα γκάσουν να φύγουν από την Ελλάδα.

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ εξετάστηκε, τον Δεκέμβριο του 1923 από το Συμβούλιο της Κοινωνίας των Εθνών, το οποίο απλώς επέστησε την προσοχή στο όλο θέμα της Μεικτής Επιτροπήςπου είχε συσταθεί βάσει του άρθρον 11 της σύμβασης της Λωζάννης Περί ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών. Η Μεικτή Επιτροπή άρχισε, από τα μέσα του 1924, να στέλνει διάφο ρους «εντολοδόχους» της στην Ήπειρο για να εξακριβώσουν ποιοί από τους εκεί Μωαμεθα νούς ήταν «όντως» Τσάμηδες και ποιοι Τούρκοι.
Η σύγχυση που επακολούθησε ήταν μεγάλη· σε αυτήν έβαλε τέρμα – με κάπως περίεργο τρόπο – ο Θεόδωρος Πάγκαλος, ο οποίος στις αρχές του 1926, λίγους μήνες δηλαδή μετά την πραξικοπηματική αναρρίχηση του στην εξουσία, δήλωσε ότι θεωρούσε Ολους ανεξαιρέτως τους Τσάμηδες ως μη ανταλλάξι μους. Έτσι, αυτοί οι τελευταίοι παρέμειναν στην Ελλάδα.
Ο Πάγκαλος έδωσε αυτή την απροσδόκητη λύση στο πρόβλη μα που – ατόπως – είχε δημιουργηθεί επειδή, για λόγους που δεν είναι δυνατόν να αναλυθούν εδώ, ήθελε να καλλιεργήσει κλίμα φιλίας στις μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας σχέσεις. Η αλβανική πλευρά, όμως, αντί να μείνει ευχαριστημένη από την τροπή που πήρε το θέμα καινα σταματήσει την αναμόχλευση του, πέρασε σε «δεύτερη φάση» ενεργειών, με στόχο, τώρα πια, τη δημιουργία, αφενός, ζητήματος «αλβανικής μειονότητας» στην Ελλάδα και, αφετέρου, τον διεθνή διασυρμό της χώρας μας λόγω της δήθεν «κακομεταχείρισης» της «μειο νότητας» αυτής από τις ελληνικές αρχές.
Ετσι, αληθινή χιονοστιβάδα αιτιάσεων άρχισε – ιδίως μετά την ανατροπή του Πάγκαλου, το καλοκαίρι του 1926 – να κατα κλύζει το Συιιβρΰλιο της Κοινωνίας των Εθνών άλλες απο αυτές υποβάλλονταν απευθείας από τα Τίρανα και κάλλες απο τσάμηδες, Έλληνες υπηκόους, τους οποίους υποκινούσαν τα Τίρανα. Τον Ιούνιο του 1928, το συμβούλιο  του διεθνούς οργανισμού εξέτασε και πάλι το ζήτημα των Τσάμηδων και πήρε απόφαση που, στην ουσία* δικαίωνε πλή ρως την ελληνική πλευρά και, νομικώς, έκλεινε το όλο θέμα.Συγκεκριμένα, οι κατηγορίες της αλβανικής κυβέρνησης κατά της ελληνικής όσον αφορά τους Μου σουλμάνους αυτούς δεν θεωρή θηκαν θέμα με το οποίο άξιζε να ασχοληθεί η  Κοινωνία των Εθνών και, επιπλέον, με τρόπο έμμεσο αλλά σαφέστατο, δεν αναγνωριζόταν στην Αλβανία δικαίωμα ενδιαφέροντος για αυ τούς. Από τότε το ζήτημα των Τσάμηδων περιήλθε σε ύφεση -ως τo 1939, οπότε ιταλικά στρα τεύματα εισέβαλαν στη γειτονική μας χώρα με αποτέλεσμα ο βασι λιάς της Ιταλίας Βίκτωρ Εμμα νουήλ ο Γ’ να πάρει και το αλβανικό στέμμα.

Ο λόγος ήταν απλός: οι Τσάμηδες ήταν πολύ λίγοι – και, κατά συνέπεια, οι Αλβανικές «αλυτρωτικές» βλέψεις δεν ευσταθούσαν. Πράγματι, οι Μωαμεθανοί αυτοί δεν ξεπερνούσαν, όπως είπαμε, τις 20.319 ψυχές το 1923 (σε σύνολο 60.705 κατοίκων της όλης περιοχής), ενώ σύμφωνα με την απογραφή του 1928 ήταν 17.008, το 1940, άλλωστε, αριθμούσαν μόνο 16.661 άτομα. Αξίζει να τονιστεί εδώ ό,τι η αλβανική κυβέρνηση δεν αμφισβήτησε, στην πραγματικότητα, τους αριθμούς αυτούς (βλ. ιδίως το έγγραφο0.765.1925.Ι της Κοινωνίας των Εθνών).ΟΙ ΙΤΑΛΟΙ, θέλοντας να γίνουν αρεστοί στους νέους υπηκόους του βασιλιά τους, τόνισαν τον αλβανικό αλυτρωτισμό, στα πλαίσια του οποί ου ενέταξαν και την Τσαμονριά, ‘Οταν όμως οι δυνάμεις του Άξονα κατέλαβαν, το 1941, την Ελλάδα, το γιουγκοσλαβικό Κοσσυφοπέδιο προσαρτήθηκε στην Αλβανία αλλά όχι και η Θεσπρωτία.
Επιπλέον, αν και τα Τίρανα ισχυρίζονταν πως επρόκειτο για «καθαρόαιμους Αλβανούς», η ελληνική άποψη ότι δεν ήταν παρά απόγονοι χριστιανών γαιο κτημόνων της Θεσπρωτίας, που εξισλαμίστηκαν μετά το κίνημα του Σκυλοσόφου (αρχές του ΙΖ’ αιώνα), για να διατηρήσουν τα κτήματα τους, δεν φαινόταν διόλου αβάσιμη, αντίθετα, ενισχύετο από την παντελή έλλειψη αλβανικής εθνικής συνείδησης που χαρακτήριζε τους Τσάμηδες τουλάχιστον ως το 1925 (βλ. έγγραφο C.434. Μ. 160.1925.1 της Κοινωνίας των Εθνών).
Όπως και να είναι, οι Μουσουλμάνοι αυτοί συ νεργάστηκαν, κατά τα έτη 1941-44, με τους Ιταλούς και τους Γερμανούς και, υποκινημένοι από τα Τίρανα, προσπάθησαν να αλλάξουν τη σύσταση του πληθυ σμού της Θεσπρωτίας υποβάλλοντας τους χριστιανούς συνοίκους τους σε απηνή διωγμό.
Το καλοκαίρι του 1944, μάλι στα, έδωσαν αληθινές μάχες εκ παρατάξεως εναντίον των Εθνι κών Ομάδων Ελλήνων Ανταρτών του ΕΔΕΣ και, όταν έγινε σαφές ότι οι γερμανικές δυνάμεις κατο χής θα αποχωρούσαν από την Ελλάδα, πέρασαν, παρά τις αντί θετες προτροπές του Ναπολέο ντος Ζέρβα, τα σύνορα και εγκαταστάθηκαν στην αλβανική επικράτεια – στην πεδιάδα της Μουζακιάς κατά κύριο λόγο. Η αιτία της «εξόδου» τους πρέπει να αναζητηθεί στον φόβο τους μήπως υποστούν συνέπειες της συνεργασίας τους με τα φασιστι κά και εθνικοσοσιαλιστικά στρα τεύματα.
Σήμερα, η αλβανική κυβέρνη ση προσπαθεί να χρησιμοποιήσει τους Τσάμηδες ως αντίβαρο στους Βορειοηπειρώτες. Η από­πειρα αυτή βασίζεται, κυρίως, στην άγνοια και λήθη που χαρα κτηρίζουν την ελληνική πλευρά. Τονίστηκε ποτέ από την Αθήνα ότι οι Έλληνες της Βορείου Ηπείρου αποτελούν εθνική και όχι γλωσσική ή θρησκευτική μειονότητα; Υπογραμμίστηκε πως οι Μουσουλμάνοι της Τσαμουριάς εξαιρέθηκαν από την ανταλλαγή tow πληθυσμών εξαι τίας της καλής θέλησης των ελλήνων ιθυνόντων; Ειπώθηκε με σαφήνεια ότι δεν υφίσταται ούτε μία διεθνής πράξη που να αναγνωρίζει τους Τσάμηδες ως μειονότητα;
Αν η ελληνική κυβέρνηση δεν τα έχει πει ακόμη όλα αυτά, τι περιμένει για να τα πει;
* Ο κ. Δημ. Μιχαλόπουλος είναι επίκουρος καθηγητής της Διπλωματικής Ιστορίας στο Πανεπιστή μιο της θεσσαλονίκης.
Το Βήμα, 16 Μαίου 1992